H Νέα Εποχή - Επίλογος
Τα μαύρα σύννεφα υποχώρησαν. Οι πρώτες ακτίνες του ήλιου χάιδεψαν ξανά τη βασανισμένη γη. Όσα νεκροζώντανα πλάσματα και υπηρέτες του Kyuss επιβίωσαν του θανάτου του Θεού τους, υποχώρησαν ξανά στις σκοτεινές γωνιές του κόσμου απ' όπου και προήλθαν. Για τους επόμενους αιώνες, θα πολλαπλασιάζονται μυστικά, θα μισούν τους ζωντανούς και θα ονειρεύονται την ημέρα που ο Θεός τους θα περπατήσει ξανά στον κόσμο.
Τα σημάδια της παρ'ολίγον βασιλείας του Kyuss άφησαν βαθιές πληγές, κάποιες από τις οποίες είναι ανεπανόρθωτες. Οι περισσότερες όμως, όχι. Μετά από τα τελευταία γεγονότα, έβρεξε για εβδομάδες ολόκληρες, λες και η ίδια η γη προσπαθούσε να ξεπλυθεί από την καταστροφή, την βλαστήμια και το μίασμα των σκουληκοφαγωμένων νεκρών. Όταν κόπασε η βροχή, τα πρώτα βλαστάρια της άνοιξης είχαν ήδη φυτρώσει. Μιας άνοιξης που άργησε πολύ, αλλά τελικά έφτασε. Οι άνθρωποι αναθάρρησαν και άρχισαν αργά αλλά σταθερά να επισκευάζουν τις ζημιές στα σπίτια και στις ζωές τους. Τα τραύματά τους άρχισαν να επουλώνονται. Αργότερα, θα είχαν χρόνο να θρηνήσουν τους νεκρούς τους και να τους τιμήσουν όπως τους αρμόζει. Αλλά όχι τώρα. Τώρα είναι καιρός για δουλειά και για φροντίδα των ζωντανών που υποφέρουν.
Οι ήρωες του Alhaster – του κόσμου ολόκληρου – πέρασαν τους πρώτους μήνες συνεισφέροντας, ο καθένας με τον τρόπο του, στην αποκατάσταση των ζημιών και στην ανύψωση του ηθικού των ανθρώπων. Και όταν είδαν ότι πλέον ο κόσμος δεν τους χρειαζόταν και ότι μπορούσε να στηριχθεί στις δικές του δυνάμεις, χώρισαν. Επειδή τα τραύματα που προκάλεσαν ο Kyuss και οι υπηρέτες του ήταν βαθιά και δεν αφορούσαν μονάχα τον κόσμο γύρω τους, αλλά και μέσα τους. Ακόμα και η παρουσία του καθενός, ήταν για τον άλλον μια συνεχής υπενθύμιση των τρόμων που βίωσαν και εκείνων που θα μπορούσαν να έρθουν. Και έτσι – με την εξαίρεση λίγων και πάντα περιορισμένων συναντήσεων – η συντροφιά των ηρώων έλαβε τέλος λίγους μόλις μήνες μετά την καταστροφή του Kyuss. O καθένας τους στη συνέχεια ακολούθησε τη δική του πορεία, θρήνησε για τους νεκρούς του, νοιάστηκε για τις εκκρεμότητές του, αναζήτησε τους λίγους αγαπημένους ζωντανούς που ζούσαν ακόμα...
Οι εποχές πέρασαν και έγιναν χρόνια. Τα χρόνια έγιναν 10ετίες. Tη γενιά των ανθρώπων που βίωσαν τον τρόμο του Kyuss, διαδέχτηκε μια καινούρια, φρέσκια γενιά που μεγάλωσε με τις ιστορίες για τα κατορθώματα των ηρώων του Alhaster. Και όσον αφορά τους ίδιους τους ήρωες...
... κάποιοι από αυτούς γέρασαν. Κάποιοι έφυγαν από τη ζωή. Για κάποιους απλώς οι καθημερινές έννοιες τους έκαναν και ξέχασαν. Αλλά όλοι τους, μέχρι το τέλος, κράτησαν κάπου καλά κρυμμένο ένα σεντούκι με όλα τα όπλα, τις πανοπλίες και τα μαγικά αντικείμενα που είχαν χρησιμοποιήσει στις μάχες της νιότης τους. Όλα τα κειμήλια που τους συντρόφευσαν στις καλύτερες στιγμές τους. Και, αραιά και που, θα ξέκλεβαν λίγο χρόνο για τον εαυτό τους. Και μέσα στο σκοτάδι της κρυψώνας, θα άνοιγαν ξανά το σεντούκι και θα ταξίδευαν στις αναμνήσεις. Και τέλος, με ευλάβεια τελετουργική θα προσέφεραν στον παλιό εξοπλισμό μια σχολαστική περιποίηση, διατηρώντας τον πάντα γυαλιστερό και ετοιμοπόλεμο...
... χωρίς λόγο, έτσι, για καλό και για κακό...
2 σχόλια:
Φοβερό φινάλε με περιγραφές αντάξιες των καλύτερων συγγραφέων.
Νοσταλγικότατο αλλά και υποχθόνιο (το τελικό σχολιάκι τα σπάει, σε μια φράση όλα, γουστάρω)!
Πότε το έγραψες αυτό?
Στο μυαλό μου εδώ και καιρό. Στον υπολογιστή, το ίδιο πρωί στη δουλειά. Και η τελευταία παράγραφος δεν απευθύνεται τόσο στους χαρακτήρες, όσο στους ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ πίσω από αυτούς... Είναι σαν να λέμε ότι όσα χρόνια και να περάσουν, όσα και να γίνουν, το μάτι μας πάντα θα γυαλίζει...
Δημοσίευση σχολίου