Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2010

Funny People (Ελ. Υπότιτλος : Πεθαίνω στα Γέλια)

Μάστορας : Judd Apatow
Παίχτες : Seth Rogen, Adam Sandler, Leslie Mann
Πόσα πιάνει; 1,5 / 5
Με δυό λογάκια :
Ένας διάσημος κωμικός διαγιγνώσκεται με καρκίνο. Έχοντας χάσει την όρεξη του για δουλειά και γράψιμο, πληρώνει έναν άσημο συνάδελφό του για να του γράφει τα αστεία που θα λέει στα stand up comedy shows που είναι καλεσμένος. Σύντομα θα τους δέσει μια ιδιαίτερη φιλία και θα αρχίσει να βλέπει τη ζωή του με άλλο μάτι. Μπαίνει στη διαδικασία να διορθώσει τα πολλά λάθη που έκανε τα χρόνια που πέρασαν και να συμφιλιωθεί με τους ανθρώπους που πλήγωσε με τον εγωισμό και τον έξαλλο βίο του. Όταν μαθαίνει ότι η πορεία της νόσου του παρουσιάζει θεαματική βελτίωση, σε σημείο πρακτικά ίασης, αρχίζει ξανά να ολισθαίνει στα λάθη του παρελθόντος...

Αναλυτικότερα :
Κατ' αρχήν, να ξεκαθαρίσουμε ότι μιλάμε για το τελευταίο πόνημα του Judd Apatow, ίσως του πιο υπερεκτιμημένου σκηνοθέτη των τελευταίων ετών. Είναι ο τύπος που μας χάρισε χρυσές μετριότητες τύπου “The 40-year old virgin – Ελλ. Υπότιτλός : Παρθένος 40 Ετών” οι οποίες πήγαν “ανεξήγητα” καλά και ακόμα πιο “ανεξήγητα” αποτελούν ακόμα σημείο αναφοράς για τη μοντέρνα κωμωδία. Τα εισαγωγικά, φυσικά δε μπήκαν κατά τύχη : είναι γνωστό πως λειτουργούν τα κυκλώματα στο Hollywood και πόσο αποδοτικά μπορούν τα μεγάλα κεφάλια να προωθήσουν τους δικούς τους, εφόσον το λένε σωστά το ποίημα. Η ιστορία απλώς επαναλαμβάνεται καιν τα σχετικά παραδείγματα είναι παραπάνω από αρκετά. Και επειδή το έργο το έχουμε ξαναδεί, το φινάλε είναι τραγικά γνωστό και "προβλεπέ". Όταν ο κοσμάκης την αντιληφθεί τη φούσκα και δείξει με τη στάση του το μεσαίο δάχτυλο στους κατεξοχήν επιτήδειους, τότε, απλά θα επιστρατευτεί το κλασικό επιχείρημα "...μόδα ήταν και πέρασε..."

Για να πω την πάσα αλήθεια, σας το άργησα πολύ αυτό το review. Όχι επειδή δεν προλάβαινα, απλά βαριόμουν αφάνταστα να κατσικωθώ να γράψω για αυτό το εργάκι. Και όταν βαριέμαι να κάτσω να γράψω review για μια ταινία που είδα, ένα είναι σίγουρο : δε μου έκανε καμιά θετική εντύπωση. Δε μπορώ να καταλάβω γιατί το πράμα πήγε στραβά. Έχει δυο γνωστά και δυνατά κωμικά χαρτιά και αν μη τι άλλο, το σενάριο είναι πρωτότυπο. Αν και καμιά φορά αυτό δεν είναι απαραίτητα καλό... συγκεκριμένα όταν η πρωτοτυπία ταυτίζεται με την εκκεντρικότητα και ακόμα περισσότερο με την παραξενιά. Και αυτό είναι κρίμα, γιατί υπάρχουν στιγμές που ειλικρινά θέλεις να συμπαθήσεις αυτό το εργάκι με τους βαθιά σκιαγραφημένους χαρακτήρες, αλλά είναι τόσο ιδιότροπο που δε σου το επιτρέπει! Κατ' αρχήν, είναι μάλλον αμφιλεγόμενο τι ακριβώς είναι. Μια κωμωδία με στοιχεία δράματος; Κοινωνικό; Δράμα; Απ΄όλα και τίποτα από όλα αυτά. Περισσότερο θα μπορούσα να το θέσω σαν... δραματική ταινία χαρακτήρων με κωμικά στοιχεία. Και μόνο αυτό φτάνει για να πείσει για την ιδιατερότητα της ταινίας. Το μόνο σίγουρο πάντως είναι ότι απευθύνεται σε πολύ λίγους. Και προφανώς εγώ δε συμπεριλαμβάνομαι σε αυτούς.

Δε μπορώ να μη διακρίνω κάποια αυτοβιογραφικά στοιχεία στο σενάριο, πράγμα που σίγουρα εξάπτει την περιέργεια και το ενδιαφέρον. Πόσο μάλλον εφόσον κάποιοι από τους πρωταγωνιστές συνέβαλαν άμεσα στη δημιουργία της και από άλλα πόστα, όπως αυτό του παραγωγού. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αντιστοιχία μεταξύ της σχέσης των χαρακτήρων όπως αναπτύσσεται στο έργο και της αληθινής μεταξύ του έμπειρου Adam Sandler και νεοφώτιστου Seth Rogen, ότι κάθε άλλο παρά συμπτωματική δεν είναι. Επίσης, παίρνουμε μια αρκετά ειλικρινή ματιά στο αληθινό, ανθρώπινο πρόσωπο του κωμικού που κρύβεται πίσω από τα αστεία. Ένας τύπος ντροπαλός, με καταθλιπτική προδιάθεση. Αυτό είναι ένα κοινό μυστικό, αρκεί να διαβάσεις τις λιγοστές συνεντεύξεις των μεγάλων κωμικών μας για να βγάλεις το ίδιο συμπέρασμα. Τώρα, κατά πόσο όλα αυτά τα καθόλα ενδιαφέροντα μπορούν να μεταφερθούν στο γυαλί; Μάλλον δύσκολα.

Το όλο μελαγχολικό στοιχείο διαποτίζει το έργο στο σύνολο των δυο και κάτι ωρών που διαρκεί και κουράζει ψυχολογικά το θεατή. Στερημένο από κάθε είδος δραματικότητας, δεν είναι μελαγχολικό συναίσθημα που προκύπτει από την πλοκή και τα τεκταινόμενα σε αυτή, αλλά φαινομενικά υπάρχει απλώς για να υπάρχει. Η κατάθλιψη για την κατάθλιψη, πασπαλισμένες με μια γερή δόση αμηχανίας. Θα σε κάνει να νιώσεις στενάχωρα, άβολα. Τα όποια θετικά σημεία του καταποντίζονται από το σενάριο που ποτέ δε δείχνει αποφασιστικότητα σχετικά με την κατεύθυνση που πρέπει να πάρει. Ιστορία που μπάζει από παντού, απαράδεκτο pacing και ασύστολη αφηγηματική “κοιλιά”, που υπερκαλύπτει στο σύνολό της το δεύτερο μισό της ταινίας. Και όσο άψογα και αναλυτικά και αν παρουσιάζονται οι πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες, δεν πάυουν να είναι τόσο ιδιότροποι και εκκεντρικοί, τόσο μακριά από οποιαδήποτε κλασική αρχετυπική φιγούρα χαρακτήρα, που παραμένουν αναπόφευκτα ψυχροί, απόμακροι και ακατανόητοι από το μέσο θεατή.

Ρεζουμέ :
Αν μαθαίνουμε κάτι από το “Funny People”, είναι ότι οι κωμικοί πρέπει να περιορίζονται στην ερμηνεία και να αφήνουν τα σενάρια και τις παραγωγές σε επαγγελματίες που ξέρουν. Παρά τα όσα καλά στοιχεία που αναμφίβολα διαθέτει, κουράζει και κάνει το θεατή να νιώσει άβολα για δυο και κάτι ατέλειωτες ώρες. Δυστυχώς, δεν υπάρχει τίποτα το διασκεδαστικό (ούτε καν με την πιο ευρεία έννοια του όρου) σε αυτούς τους Funny People.

Bad Lieutenant : Port of Call New Orleans (Ελ. Υπ.: Διαφθορά στη Νέα Ορλεάνη )


Μάστορας : Werner Herzog
Παίχτες : Nicholas Cage, Eva Mendez, Val Kilmer
Πόσα πιάνει; 2,5 / 5
Με δυό λογάκια :
Ο βίος και τα έργα ενός ναρκωμανούς, διεφθαρμένου αστυνομικού που κολυμπώντας στα βαθύτερα νερά του υποκόσμου, προσπαθεί να λύσει μια υπόθεση εγκλήματος και παράλληλα να βρει το δρόμο προς τη δική του λύτρωση...

Αναλυτικότερα :
Να πω την αλήθεια, αρχικά εντυπωσιάστηκα! Ο Cage, απολαυστικός στο ρόλο του, σε όλη τη διάρκεια του έργου λιώμα στη μαστούρα, αρχικά εκβιάζει ένα άσχετο ζευγάρι, για να κλέψει τη μικροποσότητα ναρκωτικών που κουβαλάει πάνω του. Μετά, αφού τους ξαφρίσει, να... κανονίζει το αλανιάρικο θηλυκό μέλος, πάνω στο πορτ παγκάζ του αυτοκινήτου και υποχρεώνοντάς το αγόρι με την απειλή όπλου να παρακολουθεί! Σε ένα άλλο πλάνο, εκβιάζει και απειλεί στην ψύχρα μια παράλυτη γιαγιά κόβοντας την παροχή οξυγόνου της, ενώ παράλληλα κολλώντας ένα μαχαίρι στο λαιμό της θείας που τη φροντίζει!

Το “Bad Lieutenant...” ανήκει σε ένα είδος ταινιών που ευδοκίμησε σε περασμένες δεκαετίες και πλέον θεωρείται κλινικά νεκρό. Τότε, το είδος της “βρώμικης αστυνομικής ταινίας” ευνοούταν από σκιώδεις παρακμιακές φιγούρες που σχεδόν αλληλοσυμπληρώνονταν από τους ιδιαίτερους larger than life ρόλους που καλούνταν να ερμηνεύσουν. Φάτσες όπως ο μεγάλος Harvey Keitel, ο αμίμητος Charles Bronson, αλλά και ο DeNiro του “Ταξιτζή” και ο Pacino των “Scarface”, “Carlito's Way” και τόσων άλλων παρεμφερών. Ήταν και η εποχή τέτοια που ευνοούσε την κάθε καλλιτεχνική απεικόνιση παρακμιακών καταστάσεων. Η εποχή των ναρκωτικών και της έξαλλης σεξουαλικής απελευθέρωσης των νέων της εποχής, η φρίκη και ο ξεπεσμός του ήθους της Αμερικής μετά τον πόλεμο στο Βιετνάμ, η απαρχή της γιγάντωσης του φαινομένου της μετανάστευσης, από τις χώρες της νότιας Αμερικής και όχι μόνο. Όλα αυτά μαζί σχεδιαγραφούσαν το προφίλ μιας εποχής δύσκολης αλλά και μαγικής, βρώμικης αλλά και αθώας συνάμα, που ευνοούσε την κινηματογραφική προπαγάνδα αλλά και παρέβλεπε τις όποιες τεχνικές και θεματικές “κουλαμάρες” καθώς όλα όσα προβαλλόντουσαν στους σινεμάδες της εποχής φάνταζαν πρωτόγνωρα και ακαταμάχητα cool.

Το να βάζεις τον Cage να ερμηνεύει ένα τέτοιο ρόλο, εκ πρώτης όψεως φαντάζει μάλλον σαν αποτυχημένο ανέκδοτο. Χώρια που οι ηθικολογικές επιταγές μιας politically correct ξενέρωτης επικαιρότητας, μάλλον κάνουν τις καταστάσεις που απεικονίζονται σε αυτό το εργάκι να φαντάζουν σαν πλάνα από ταινία επιστημονικής φαντασίας. Ωστόσο, οι συντελεστές του έργου το σώζουν επιδέξια. Τοποθετώντας τη δράση σε μια κατεστραμμένη Νέα Ορλεάνη, που προσπαθεί μάταια να αναρρώσει μετά το χτύπημα του τυφώνα Katrina, στα γκέτο και τις εξαθλιωμένες οικονομικά γειτονιές, όλες αυτές οι λυκοφωτικές καταστάσεις που διαδραματίζονται αποκτούν μια παράξενη αμεσότητα και αληθοφάνεια. Και, ενάντια σε όλες τις προσδοκίες, ο Cage καταφέρνει να ξεφύγει από τα ερμηνευτικά κλισέ στα οποία ο ίδιος εγκλώβισε τον εαυτό του, δίνοντας μια δυνατή ερμηνεία σαν εθισμένος, μέχρι το κόκκαλο διεφθαρμένος, μηδενιστής μπάτσος. Που παρόλα αυτά “το έχει” και διατηρεί παράλληλα έναν ιδιότυπο κώδικα τιμής που μόνο αυτός καταλαβαίνει.

Και έτσι, όλα βαίνουν κάτι παραπάνω από καλώς, για τα πρώτα 45 περίπου λεπτά του έργου. Μετά, τα πρότυπα και οι καταστάσεις αρχίζουν να γίνονται υπερνολικά στερεοτυπικά, με μοτίβα όπως της εκδιδόμενης ερωμένης και του πρώην μπάτσου, αλκοολικού πατέρα. Ωστόσο, έχεις φτιαχτεί αρκετά ώστε να δεχτείς να κάνεις την υπέρβαση και να τα παραβλέψεις. Αυτό που δε χωνεύεται με τίποτα, είναι η αφόρητη κοιλιά που κάνει το σενάριο, για τουλάχιστον μια ώρα, πριν βρει ξανά το δρόμο του, λίγα λεπτά πριν το φινάλε. Μέχρι τότε, απλά αναρωτιέσαι γιατί μπαίνουν στον κόπο να σου δείξουν τα όσα αδιάφορα και φαινομενικά άσχετα που σου δείχνουν. Και είναι πραγματικά κρίμα.

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Την Eva Mendez ακόμα και σε ράσο να τη ντύσεις, παραμένει κολάσιμο μελανούρι. Πόσο μάλλον όταν τη σερβίρεις σε δαντελωτά συνολάκια και μικροσκοπικά κομμάτια ύφασμα που αφήνουν ακάλυπτες τις ατέλειωτες μπουτάρες της. Με στοιχειώνει η σκηνή του βιασμού στο parking lot όπου η χερούκλα του πορνόγερου Cage, χάνεται ανάμεσα στα λευκά κωλομέρια μιας – σχεδόν – ανήλικης clubber, κάτω από το απελπισμένο βλέμμα του γκόμενού της!

Ρεζουμέ :
Καταφέρνει, ενάντια σε όλες τις προβλέψεις να σε εντυπωσιάσει. Με το που θα φτιαχτείς και θα μπεις για τα καλά στο πνεύμα, απανωτά σεναριακά φάουλ θα σε ξενερώσουν τα μάλα. Με λίγα παραπάνω προσοχή στο pacing θα παραμιλούσαμε. Όπως και να έχει, είναι ένα αξιοπρόσεκτο, υποσχόμενο εργάκι που δυστυχώς κάπου στην πορεία έχασε το δρόμο του.

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Υποτίθεται ότι πρόκειται για remake της ομώνυμης ταινίας του 1992 όπου πρωταγωνιστούσε ο Harvey Keitel. Και μόνο η σκέψη ότι ο Nicholas Cage παίζει σε ρόλο που κάποτε ανήκε στον Keitel, ακούγεται σαν ιεροσυλία τουλάχιστον. Πάντως, η όλη φάση έγινε μάλλον για εμπορικούς λόγους, για να μοστράρει η ταινία ένα γνωστό τίτλο. Ο σκηνοθέτης ισχυρίζεται ότι ΔΕΝ είναι remake, ίσως ούτε καν reimagining καθώς δεν έχει δει καν την αυθεντική ταινία. Άμα θέλουμε το πιστεύουμε. Πάντως τα κοινά στοιχεία με το πρωτότυπο έργο είναι πάρα πολλά.

Ο Nicholas Cage έχει συμπρωταγωνιστήσει στο παρελθόν με τον Harvey Keitel στο “National Treasure”

Με την Eva Mendez συμπρωταγωνίστησαν στο ανεκδιήγητο “Ghost Rider”

Σάββατο 13 Φεβρουαρίου 2010

Saw VI

Μάστορας : Kevin Greutert
Παίχτες : Tobin Bell, Kostas Mandylor, Betsy Russell, Shawnee Smith
Πόσα πιάνει; 4 / 5
Με δυό λογάκια :
Έχοντας για τα καλά ενοχοποιήσει τον ντετέκτιβ Strohm για τα εγκλήματα του Jigsaw, (όλα αυτά συνέβησαν στο προηγούμενο μέρος της σειράς) ο ντετέκτιβ Hoffman είναι φαινομενικά ο αδιαφιλονίκητος κληρονόμος του περιβόητου δολοφόνου... Ωστόσο αυτό που δεν ξέρει, είναι ότι ο Jigsaw ήξερε πολύ περισσότερα από όσα έλεγε και ότι ακόμα έχει κρυμμένους άσσους στο μανίκι του, έστω και μετά θάνατον! Παράλληλα, το F.B.I. Ερευνώντας τους προηγούμενους φόνους, αρχίζει να ξεσκεπάζει χνάρια που οδηγούν στον Hoffman και η πεποίθηση σχετικά με την ταυτότητα του “νέου” Jigsaw σιγά σιγά κλονίζεται. Εν τω μεταξύ, μια νέα ακολουθία φόνων ξεκινάει προκειμένου αυτή τη φορά να κλείσει για τα καλά ο κύκλος του αίματος και να εκπληρωθεί το σχέδιο που είχε εξ' αρχής προγραμματίσει ο Jigsaw...

Αναλυτικότερα :
Για να είμαι ειλικρινής, είχα ψιλοαπογοητευτεί από το Saw V. Ήταν υπερβολικά χαμηλών τόνων για ταινία της σειράς και ίσως περισσότερο από κάθε άλλη φορά έδειχνε σημάδια κόπωσης, αλλά και αμφιταλάντευσης όσον αφορά τη θεματική συνέχεια της σάγκας του Jigsaw. Ε, λοιπόν, με τα πρώτα πλάνα της νέας ταινίας, οι όποιοι φόβοι και επιφυλάξεις μου εξανεμίστηκαν! Δε θα ξανασχολιάσω πόσο ντεμοντέ είναι να κατακρίνει κανείς τα Saw (τουλάχιστον χωρίς να τα δει) απλά και μόνο επειδή είναι επιτυχημένα. Στην καρδιά τους κρύβουν μια ιδιαίτερη, εξαιρετικά πολυσχιδή ιστορία, την οποία ουδέποτε απέτυχαν να χειριστούν με τουλάχιστον ευφυή τρόπο, ακόμα και τα χειρότερα έργα της σειράς. Έχοντας αποκτήσει όνομα και φήμη, τα Saw είναι ξεκάθαρο ότι πλέον δεν απευθύνονται στον περιστασιακό θεατή, αλλά στον σκληροπυρηνικό οπαδό της σειράς που το έχει ψάξει, έχει απομνημονεύσει ονόματα, έχει ανατρέξει σε διάφορες πηγές προκειμένου να ξεκαθαρίσει την κάθε πτυχή της έξοχα πολύπλοκης ιστορίας. Άμα θες να το ψάξεις – αξίζει αν είσαι θριλεράκιας – ή απλά νιώθεις ότι έχεις χάσει επεισόδια, στη Wikipedia υπάρχει ένα εξαιρετικό σχετικό άρθρο.

Λοιπόν, σε αυτό, το έκτο μέρος, όλα όσα είχαν μείνει ξεκρέμαστα στις προηγούμενες ταινίες έρχονται και δένουν με τουλάχιστον εντυπωσιακό τρόπο! Γιατί η Amanda πυροβόλησε τη γιατρό που μπορούσε να σώσει τον Jigsaw, στο Saw III; Γιατί οι παγίδες της είχαν φτιαχτεί με τέτοιο τρόπο ώστε να μην υπάρχει περίπτωση να μη σκοτώσουν το θύμα τους – κάτι τόσο αντίθετο στη φιλοσοφία αυτών του ίδιου του Jigsaw, αλλά και ο λόγος που τελικά την αποκύρηξε; Τι πραγματικά κρύβεται πίσω από το ατύχημα που προκάλεσε την αποβολή της γυναίκας του Jigsaw; Τι έγινε τελικά με το κουτί που της άφησε κληρονομιά στο προηγούμενο έργο; Για όλα αυτά και όχι μόνο, δίνονται εξηγήσεις που σοκάρουν και πρόκειται να ενθουσιάσουν τους οπαδούς της σειράς! Επειδή, τελικά, τίποτα δεν ήταν στην τύχη! Για όλα υπήρχε και από μια λογική αιτία, ακόμα και για όσα νομίσαμε – τότε – ότι ήταν “τρύπες” και ασυνέπειες του σεναρίου! Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία – το Saw VI είναι αναμφισβήτητα το καλύτερο έργο της δεύτερης τριλογίας. Και παρότι δε με ενθουσιάζει η προοπτική μιας ακόμα τριλογίας – το Saw VII βρίσκεται ήδη στα σκαριά με ημερομηνία προβολής το Σεπτέμβρη του '10 – εντούτοις, ελπίζω η επιμέλεια αυτής να γίνει από το ίδιο τιμ που είναι υπεύθυνο για το έκτο μέρος!

Splatter / Gore :
Επίσης δεν υπάρχει ουδεμία αμφιβολία για το εξής – το Saw VI είναι το πιο αιμοσταγές έργο ολόκληρης της σειράς! Οι παγίδες – βασανιστήρια εξακολουθούν να εντυπωσιάζουν, αν και υπολείπονται λιγάκι στην πρωτοτυπία από αυτές των 2 πρώτων έργων. Παλιά φαβορί – λέγε με reverse bear trap – κάνουν επίσης σύντομες guest εμφανίσεις. Αλλά αυτό που εντυπωσιάζει πάνω από όλα είναι η ποιότητα των make up effects που σε κάνουν να βιώσεις με απίστευτα άμεσο τρόπο τα ολέθρια όσο και αποτρόπαια αποτελέσματα των “δοκιμασιών”! Αυτοακρωτηριασμοί, θώρακες που συνθλίβονται, διαμπερή εξ επαφής τραύματα και το τι ακριβώς συμβαίνει έτσι και παλουκώσεις ένα ανθρώπινο σώμα με πολλές πολλές χοντρές βελόνες που εκκρίνουν θεεικό οξύ!

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Οι απανταχού τσοντάκηδες θα απογοητευτείτε για ακόμη μια φορά. Όντας πιστό στην παράδοση 5 ολόκληρων έργων πριν από αυτό, το μοναδικό γυμνό πράγμα που θα σας δείξει το Saw VI είναι... η καράφλα του Jigsaw!

Ρεζουμέ :
Και μόνο το γεγονός ότι η πέμπτη συνέχεια ενός franchise κατορθώνει να είναι ένα τουλάχιστον αξιοπρεπές έργο, είναι θρύλος από μόνο του! Πόσο μάλλον όταν καταφέρνει να είναι κάτι πολύ παραπάνω από αυτό! Σίγουρα δεν είναι άψογο, καθώς αφενός είναι τελείως απαγορευτικό για τους άσχετους όσον αφορά τα κατορθώματα του Jigsaw και των μαθητών του, αφετέρου κάποιοι διδακτισμοί και στερεοτυπικοί χαρακτήρες θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί. Φανατίλες του Saw, αγαλλιάστε! Το νέο μέλος της αιμοσταγούς κινηματογραφικής οικογένειας, το'χει και το δείχνει!

Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2010

Όνειρα : ...για να σώσουμε τον κόσμο!...

Είπαμε, όταν βλέπω όνειρο και το θυμάμαι, σίγουρα είναι κάτι που ξεχωρίζει! Σε γενικές γραμμές βλέπω όνειρα πολύ πιο συχνά απ' όσο πιστεύω, απλά σχεδόν πάντα τα ξεχνώ με το που ξυπνά και παίρνει μπρος ο εγκέφαλος. Όσα θυμάμαι όμως, είναι ενα κι ένα! Συνήθως έχουν μορφή κινηματογραφικής ταινίας, με την έννοια ότι έχουν αρχή, μέση και τέλος και πάντα βλέπω τον εαυτό μου σε τρίτο πρόσωπο να παίζει, όπως βλέπεις τους ηθοποιούς σε ένα έργο. Απλά είναι το περιεχόμενο που κάνει τη διαφορά. Άπειρα πιο ψυχοβλαμμένα ψυχεδελικό και “γειά σας” απ' ό,τι μπορώ να φανταστω στον ξύπνιο μου, θα μπορούσαν άνετα να κάνουν ένα Φρόυντ να μασουλήσει απελπισμένος τα πτυχία του κι έναν Αλμοδοβάρ (της πρώιμης, καλής του περιόδου!) να τα παρατήσει όλα κλαίγοντας και να πιάσει δουλειά στο Ελληνικό δημόσιο! Παλαιότερα δείγματα της εξαίσιας εγκεφαλικής μου σοδειάς υπάρχουν και σε παλιότερα post της Καμαριέρας. Άμα βαριέστε να ψάξετε, Googl-άρετε “όνειρα diethnis kamariera” και όλο και κάτι θα βγει.

Στην ονειρική ιδιωτική προβολή που έπαιξε χτες λοιπόν, είμασταν, λέει, εγώ και η Σοφία κάτι σαν... μυστικοί πράκτορες. Κάτι μεταξύ του James Bond και του Robert Langton από τον “Κώδικα DaVinci”. Η αποστολή μας λοιπόν, είναι να... σώσουμε τον κόσμο. Βλέπεις, ένα από τα πολλά πράματα που όταν συμβούν προκειται να καταστραφεί ο κόσμος, είναι όταν ο Νίκος ο ψηλός αποκτήσει ένα συγκεκριμένο βιβλίο. Με μεθόδους μάλλον αδιευκρίνιστες μαθαίνουμε αυτή τη φοβερή αλήθεια. Αποφασίζουμε να αποτρέψουμε πάση θυσία την απόκτηση αυτού του βιβλίου και προκειμένου να το πετύχουμε αυτό χωριζόμαστε και ακολουθεί ο καθένας τη δική του έρευνα, προκειμένου να καλύψουμε ταχύτερα το δυνατόν περισσότερο πεδίο! Τελικά, μετά από άπειρες περιπέτειες, οι προσπάθειές μας συγκλίνουν σε ένα κοινό κομβικό σημείο που είναι... ένα δωμάτιο του παλιού μου σπιτιού, στα Κάτω Πατήσια!!!

Είμαστε λοιπόν έξω από την κλειστή πόρτα του δωματίου. Ο χρόνος μετράει αντίστροφα και έχει φτάσει σχεδόν στο τέλος του. Η καταστροφή του κόσμου μοιάζει να είναι πιο κοντά από ποτέ, εξάλλου παίζει ο Νίκος να έχει ήδη αποκτήσει το βιβλίο και πλέον να μη μπορεί να γίνει τίποτα για να το αποτρέψουμε, να αλλάξουμε τα ήδη τεκταινόμενα... Η αγωνία εκτοξεύεται στα ουράνια και η απόλυτη ησυχία που επικρατεί στο στενό, σκοτεινό διάδρομο δε μπορεί να είναι τίποτα άλλο από αυτό που αποκαλούμε “γαλήνη πριν από την καταιγίδα”. Πίσω από αυτή την πόρτα κρύβεται η λύση στο μυστήριο, το αίσιο ή ολέθριο τέλος των προσπαθειών μας, ο στόχος της αποστολής μας... διστακτικός, δίχως να έχω ιδέα τι μας περιμένει μέσα στο δωμάτιο, κάνω να γυρίσω το πόμολο της πόρτας...

...ξαφνικά αυτή ανοίγει, σχεδόν στα μούτρα μου. Οπισθοχωρώ ξαφνιασμένος και κάτι περνάει από δίπλα μας σαν σίφουνας. Γυρνάω το κεφάλι μου προς τα πίσω, συνειδητοποιώ ότι ταυτόχρονα αυτή την κίνηση επαναλαμβάνει μηχανικά και η Σοφία και στη διάρκεια της στροφής αυτής αρχίζει να καταγράφεται σταδιακά στον εγκέφαλο η ακριβής εικόνα του τι ήταν αυτό που μας προσπέρασε τόσο απότομα. Ένα πάγωμα ξεκινά από τη νύχια των ποδιών και φτάνει στην κορυφή του κεφαλιού μας, ανεβαίνει και μουδιάζει τα μέλη και τη ραχοκοκκαλιά μας όσο η συνειδητοποίηση του τι ακριβώς ήταν αυτό που είδαμε, αρχίζει να κρυσταλλώνεται στο συνειδητό μας...

Πράξη που τελικά ολοκληρώνεται και επιβεβαιώνεται με τον πλέον τραγικό, απόλυτο τρόπο, με το που το βλέμμα μας φτάνει πίσω, στην κατεύθυνση που είχαμε ξεκινήσει να στρέφουμε το κεφάλι μας, φαινομενικά τόση πολλή ώρα πριν! Κίνηση που προφανώς ολοκληρώθηκε μηχανικά, αντανακλαστικά, χωρίς καν να το καταλάβουμε, διήρκησε κάποια παγωμένα δέκατα του δεπτερολέπτου... όταν το τελικό όπτικό ερέθισμα επικύρωσε ανεξίτηλα την ορθότητα της αρχικής μας εντύπωσης, αυτού που αρχικά νομίσαμε ότι είχαμε αντιληφθεί – όσο και αν ελπίζαμε να είχαμε κάνει λάθος!

Αυτό που μας προσπέρασε ήταν ... ο Μητροπάνος! Ναι, ο γνωστός! Έχοντας το πιο τσαντισμένο / αποφασιστικό βλέμμα που μπορείς να φανταστείς! Κοιτούσε αυστηρά και μόνο μπροστά, σε τέτοιο βαθμό που να με κάνει να αμφιβάλλω ακόμα αν μας είχε όντως αντιληφθεί. Περπατούσε γρήγορα, απότομα. Ξιπόλυτος, τελείως γυμνός και φορώντας μονάχα ένα μαύρο σουτιέν!!! Η παράσταση αποκτούσε ακόμα περισσότερη έμφαση από την εκκρεμοειδή εντύπωση ανάμεσα στα πόδια και τα ισχνά κωλομέρια του δημοφιλούς τραγουδιστή! Δηλαδή από τα “καμπαναριά” που πήγαιναν δεξιά & αριστερά ακολουθώντας το νευρικό ρυθμό του βηματισμού!!! Κοκκαλώνουμε οι πράκτορες, αμφότεροι. Ξύπνησα ιδρωμένος. Όχι, δεν παίρνω ληγμένα! Ασταδιάλα ρε!

Alone in the Dark : Inferno

Πλατφόρμα : PS3, XBOX360, PC
Τα Θετικά :
Ενδιαφέρουσα, πρωτότυπη ιστορία, εξαιρετική κινηματογραφική παρακολούθηση, γρίφοι και καταστάσεις που εκμεταλλεύονται έξυπνα τις ιδιαιτερότητες του χειρισμού. To υπέροχα επιβλητικό Soundtrack
Τα Αρνητικά :
Αδέξιος, πολύπλοκος, προβληματικός χειρισμός. Κακός χειρισμός της κάμερας. Ξεπερασμένα γραφικά. Απογοητευτικό, αδιευκρίνίστο finale
Πόσα πιάνει; 3 / 5
Αναλυτικότερα :
Ιστορική σειρά τα Alone in the Dark! Για τους νεότερους από εσάς που θεωρούν ότι η σειρά παιχνιδιών Resident Evil είναι η απαρχή του είδους survival horror, σας πληροφορώ ότι απατάσθε σφόδρα. Γιατί πολλά χρόνια πριν από το πρώτο Resident Evil στο Psone, είχε κλέψει τις καρδιές των PC users ένα υπέροχα ατμοσφαιρικό, μακάβριο παιχνίδι, το πρώτο Alone in the Dark! Έχοντας πρώιμα πολυγωνικά γραφικά, στατικό background, ανατριχιαστικά midi νανουρίσματα για soundtrack και αντλώντας την ιστορία του από στοιχεία της Μυθολογίας Κθούλου αλλά και από τα γραπτά άλλων κλασικών συγγραφέων τρόμου, έβγαλε πολλά sequels, αλλά σταδιακά η φήμη του παράπαιε, προφανώς θύμα άλλων εντυπωσιακότερων και πιο μοδάτων ειδών παιχνιδιών που άρχισαν μα καταιγιστικούς ρυθμούς να μονοπολούν τα desktops της εποχής (λέγε με real time strategy & rpg's!)

Το Resident Evil είχε το όνομα, αλλά και τη χάρη. Έπιασε το νήμα από εκεί που το είχε παρατήσει η παλιά σειρά και το επέκτεινε με δημιουργικό και ευφυέστατο τρόπο, δένοντας το στοιχείο του survival horror με σχεδόν κινηματογραφικά production values, γραφικά τελευταίας τεχνολογίας, ενδιαφέρουσα, πολύπλοκη ιστορία (σε σημείο που να θυμίζει σήριαλ!) και τραγικούς larger than life χαρακτήρες. Σε όλα αυτά κόλλησε και την κουλτούρα των ζομποταινιών που είχαν γαλουχίσει μια ολοκληρη γενιά πιτσιρικάδων που γεννήθηκαν & μεγάλωσαν στο χρονικό διάστημα από τέλη της 10ετίας του '70 έως και όλη τη 10ετία του '80 και μετεξελίχθηκαν στο πλέον δραστήριο καταναλωτικό κοινό της 10ετίας του '90! Το φαινόμενο Resident Evil ήταν ένα από τα πιο σημαντικά και επιδραστικά στην ιστορία των βιντεοπαιχνιδιών, συνοδεύτηκε από διψήφιο αριθμό τίτλων σε όλες τις πλατφόρμες, 3 κινηματογραφικές παραγωγές και μια σε μορφή anime και ένα αμέτρητο franchise, ίσως το δυνατότερο στη σκηνή των videogames, ακόμα και σήμερα!

Η παροιμία λέει ότι κοντά στον βασιλικό ποτίζεται και η γλάστρα. Έτσι, τα Alone in the Dark, από γεννήτορες της επιτυχίας του Resident Evil, βρέθηκαν να στηρίζονται και να αναβιώνουν χάρη στην τερατώδη επιτυχία του! Φυσικά, τα αποτελέσματα δεν ήταν τα αναμενόμενα. Η σύγκριση αδικούσε κατάφορα τα Alone in the Dark σε σχέση με τα διασημότερα “ξαδερφάκια” τους. Τα γραφικά & η παρουσίαση ήταν πάντα πιο πίσω, το gameplay & ο χειρισμός “πιθήκιζαν” αυτόν του R.E. Και το σενάριο προσπαθώντας να απευθυνθεί σε ένα ευρύτερο κοινό είχε απωλέσει σταδιακά τις λογοτεχνικές του καταβολές και εξαρτιόταν αδέξια από ένα ψευδοκινηματογραφικό προφίλ. Αλλά ήταν και η ίδια η εποχή που ξεπέρασε το Alone in the Dark. Από τα μέσα του '90 μέχρι και σήμερα, κάθε τίτλος που περιελάμβανε έστω ένα ψύγμα αληθινής real time δράσης και απαιτούσε αντανακλαστικά και “νεύρο” στο χειρισμό του πληκτολογίου ή / και του χειριστηρίου, είχε πάντα την σοβαρή πιθανότητα να καταδικαστεί ως “κονσολάδικος” από το κοντόφθαλμο, προκατειλημμένο κοινό των PC gamers και φυσικά του σχετικού τύπου. Και ό,τι χαρακτηριζόταν κονσολάδικο, απλά αυτοκτονούσε εμπορικά στο χώρο των προσωπικών υπολογιστών. Δε χρειάζεται καν να προσθέσω ότι οι δυο ανεκδιήγητες κινηματογραφικές παραγωγές που μοιράζονται τον τίτλο του, διόλου δε συντέλεσαν στη δημοφιλία της σειράς...

Κάπου εκεί, ακολουθώντας την άκρως αποτυχημένη κυκλοφορία του “Alone in the Dark : The New Nightmare” σε υπολογιστές αλλά και σε κονσόλες, η σειρά πέρασε σε αδράνεια. Πέρσι, η Eden Studios σε συνεργασία με την Atari, αποφάσισαν να “ξεθάψουν” το franchise και να κυκλοφορήσουν ένα καινούριο και άκρως φιλόδοξο τίτλο. Έξυπνη φαινομενικά κίνηση, δεδομένου ότι ο θρόνος του βασιλιά των survival horror games ήταν πλέον αδειανός, με το Resident Evil 5 να ακολουθεί καθαρά action νόρμες και με βασικό ανταγωνιστή μάλλον το (υπέροχο) Dead Space (αλλά και το sequel αυτού που περιμένουμε άμεσα να βγει και να σαρώσει!) Κάτι ωστόσο δεν πήγε καλά και η πλειοψηφία του κοινού έμοιαζε απλά να αναρωτιέται τι στα κομμάτια συμβαίνει με το καινούριο Alone in the Dark. Τα περιοδικά και οι ιστοσελίδες έδιναν μουδιασμένες, μη διευκρινηστικές απόψεις και κάπου εκεί τα κουτιά του Alone in the Dark, μαζί με μια μπαμπάτσικη collector's edition έμειναν απούλητα στα ράφια των καταστημάτων.

Η αλήθεια ήταν ότι το καινούριο “Alone in the Dark” ήταν ένα καλό παιχνίδι που καταστρεφόταν από τα πολλά τεχνικά προβλήματα και τις ελλείψεις. Προβληματικός χειρισμός, bugs, παλιομοδίτικα γραφικά ήταν μόλις λίγα από τα πολλά και κραυγαλέα ελαττώματά του, που υποσκέλιζαν δραματικά τις όποιες καλές ιδέες, τις καινοτομίες και τις σεναριακές αρετές του. Η λύση δόθηκε με την κυκλοφορία ενός remake που πρακτικά ήταν το ίδιο παιχνίδι με τις απαραίτητες διορθώσεις και ένα αισθητικό lifting. Σε ιδιαίτερα φτηνό πακέτο, προκειμένου να καλμαριστούν οι τυχόν αρνητικές αντιδράσεις του κοινού που καλείται να πληρώσει δεύτερη φορά για το ίδιο προϊόν. Η λύση δεν είναι καινούρια, έχει εφαρμοστεί και στο παρελθόν (μπορώ με τη μια να θυμηθώ τους τίτλους “Castlevania” και “Castlevania : Legacy of Darkness” για το Nintendo 64) Ο τίτλος μετονομάστηκε “Alone in the Dark : Inferno” και μπορείτε να τον προμηθευτείτε ολοκαίνουριο σε τιμή της τάξης των 10 – 15 ευρώ από τα καταστήματα (και προφανώς ακόμα φτηνότερα μέσω ίντερνετ)

Σενάριο :
Έχεις το ρόλο του Edward Carnby, του κλασικού “παλαίμαχου” κεντρικού χαρακτήρα της σειράς. Ξεκινώντας το παιχνίδι, ξυπνάς έχοντας απωλέσει τη μνήμη σου και με κάποιους άγνωστους να έχουν ξυλοκοπήσει & δέσει χειροπόδαρα, εσένα και έναν άλλο τύπο και να αναφέρονται σε κάποιου είδους “τελετουργία”. Ένας σεισμός κάνει τα πάντα λίμπα και κάποιες μυστήριες ρωγμές στα πατώματα και τους τοίχους, λειτουργώντας με σχεδόν νοήμονα τρόπο, κατατροπώνουν τους απαγωγείς σας και σου δίνουν την ευκαιρία να αποδράσεις. Βγαίνοντας από το μέρος που κρατείσαι, συνειδητοποιείς ότι αυτά τα μυστηριώδη φαινόμενα συμβαίνουν πλέον παντού. Σεισμοί και αφύσικες καταστροφές έχουν γονατίσει όλη την πόλη και τελικά καταλήγεις σε ένα απομονωμένο τμήμα του Central Park, μαζί με τον άλλο τύπο που ήσασταν κρατούμενοι αλλά και με μια γυναίκα που κόλλησε μαζί σας. Κάπου εκεί αρχίζει η οδύσσεια του Edward που πρέπει να ξαναβρεί την μνήμη του, να καταλάβει τι ακριβώς συνέβη και να αποτρέψει όλο αυτό το σκηνικό που όλα μαρτυρούν ότι πρόκειται για την καταστροφή του κόσμου...

Το σενάριο έχει σαν πρωταρχική επιρροή τις θεωρίες συνωμοσίας που αφορούν τη δημιουργία του Central Park. Προσωπικά δεν τις είχα υπόψη μου, αλλά υπάρχουν άπειρα σχετικά βιβλία και sites που μπορούν να διαφωτίσουν όσους ενδιαφέρονται για το θέμα. Όπως και να έχει, είναι εντυπωσιακότατο, με εξαιρετικά καλοδουλεμένη κινηματογραφική άποψη. Ο ρυθμός του σε γραπώνει από τα κάκαλα και δε σε αφήνει να ησυχάσεις μέχρι να το τερματίσεις. Η φιλμική αίσθηση τονίζεται ακόμα περισσότερο από την ύπαρξη κεφαλαίων από όπου μπορείς να πιάσεις και να συνεχίσεις τη δράση, ακριβώς όπως τα chapters σε μια ταινία Blue Ray ή dvd! Αυτό σου επιτρέπει να ξεπεράσεις ολόκληρα κομμάτια, ακόμα και να πας κατευθείαν στον επίλογο, χωρίς να χρειάζεται να έχεις παίξει πριν και να περάσεις τα προηγούμενα κεφάλαια! Φυσικα δεν προτείνω κάτι τέτοιο, αλλά μπορεί να αποβεί αναγκαίο κακό σε περίπτωση που το παιχνίδι “κολλήσει” - δεδομένου ότι δε σου δίνει τη δυνατότητα να σώσεις από μόνος σου, αλλά το κάνει το παιχνίδι από μόνο του – ή αν δε μπορείς να λύσεις ένα γρίφο και δε θέλεις να συμβουλευτείς λύση. Κάθε φορά μάλιστα που συνεχίζεις από εκεί που το άφησες ή που “φορτώνεις” ένα chapter, βλέπεις και ένα απολαυστικό “τρέιλερ” των όσων προηγήθηκαν, κομπλέ με κινηματογραφικό soundtrack και εκφωνιτή!

Όλα τα του σεναρίου άψογα – εκτός από το ένα και σημαντικότερο : το φινάλε. Αμφότερα (δεδομένου ότι είναι 2 διαφορετικά) είναι ημιτελή (προφανώς για να σε βάλουν στην πρίζα να παίξεις το sequel – αφόσον αυτό βγει κάποτε), ασαφή και διφορούμενα. Απλώς απογοητευτικά. Αλλά επειδή η τελική γεύση είναι και αυτή που σου μένει, η όλη αίσθηση από το κατά τα άλλα πολύ καλό σενάριο, χαλάει και αυτό είναι πραγματικά κρίμα. Τέλος, αξίζει να αναφέρω ότι το σενάριο χωρίζεται σε 8 κεφάλαια (ή μήπως interactive ταινίες μικρού μήκους;) της μιας ώρας περίπου έκαστο, δηλαδή θα τερματίσετε το παιχνίδι σε 3 - 4 απογεύματα. Συν μισή ώρα για να ξαναπαίξετε το τελικό κομμάτι του τελευταίου κεφαλαίου, προκειμένου να δείτε και τον εναλλακτικό επίλογο. Και κάπου εκεί τελειώνουν όλοι οι λόγοι που υπάρχουν για να σας κάνουν να ασχοληθείτε με το παιχνίδι.

Γραφικά & Ήχος :
Με μια λέξη – πεπαλαιωμένα. Μοναδική εξαίρεση αποτελεί το εξαιρετικά σχεδιασμένο μοντέλο του Edward και οι εξωτερικές όψεις των περισσότερων κτηρίων που αποδίδονται με εντυπωσιακή αρχιτεκτονική λεπτομέρεια. Όλα τα άλλα πάσχουν όσον αφορά το γραφικό τομέα. Περιορισμένη χρωματική παλέτα, ελλιπείς φωτισμοί και μονότονα, γκρίζα περιβάλλοντα, ειδικά όσον αφορά το εσωτερικό κτηρίων και δωματίων. Τα μοντέλα των υπόλοιπων χαρακτήρων, αυτά των “τεράτων” και των υπερφυσικών πλασμάτων που καταδιώκουν τον Edward, απογοητεύουν. Κακές αναλογίες, χοντροκομμένα πολύγωνα, έλλειψη φαντασίας στο σχεδιασμό (εκτός, ίσως, από το εντυπωσιακό πλάσμα που πολεμάτε στο κεφάλαιο με το τρένο) Ανήκουν καθαρά σε κονσόλα παλαιότερης γενιάς, τολμώ να πω ότι αν παραβλέψουμε την υψηλή ανάλυση, τα περισσότερα παιχνίδια του Playstation 2 έχουν πολύ καλύτερα γραφικά και μοντέλα! Ίσως και κάποια λίγα του Playstation 1!!! (φερ ειπείν τα Resident Evil 2 & 3, Metal Gear, Soul Blade, Wipeout, Tomb Raider 2 & 3. Τι θυμήθηκα πάλι ο πστς!)

Ο ήχος απαρτίζεται από ένα κορυφαίο, αλλά πολύ περιορισμένο σε μουσικά θέματα soundtrack και πολλά αν και κάπως μονότονα ηχητικά εφέ. Άπαξ και ξεπεράσετε το αρχικό σοκ από το ατμοσφαίρικό μουσικό κομμάτι που ντύνει τους τίτλους αρχής, τα τρέιλερ και όλες τις δραματικές στιγμές του παιχνιδιού, θα διαπιστώσετε ότι ο ηχητικός τομέας σίγουρα δεν είναι το δυνατό του κομμάτι. Το speech κινείται σε υψηλό επίπεδο, η βραχνή “συφιλιασμένη” φωνή του Edward πείθει και σας βάζει ακόμα περισσότερο στο πετσί του ρόλου. Το αυτό ισχύει και με τη φωνή της συμπρωταγωνίστριας. Οι διάλογοι είναι ευκρινείς, καλογραμμένοι και καλοειπωμένοι, αν και δυστυχώς δεν υπάρχει δυνατότητα ενεργοποίησης υποτίτλων.

Χειρισμός :
Όσο πιο άγαρμπος γίνεται. Το concept του να χειρίζεστε ξεχωριστά το κάθε χέρι του Edward είναι έξυπνο, αλλά κάκιστα εκτελεσμένο. Η βασική ιδέα είναι να χρησιμοποιείτε αντικείμενα ξεχωριστά με το κάθε χέρι και ενίοτε ταυτόχρονα, δημιουργώντας διάφορους συνδυασμούς. Το inventory σας είναι... το εσωτερικό του παλτού του Edward, οι θήκες και οι τσέπες του. Ωστόσο, ενω μπορείτε να αλλάξετε θέσεις στα υπάρχοντά σας, αυτά για άγνωστο λόγο παρά το ότι μετακινούνται ελεύθερα όσο παραμένουν στο ίδιο πλευρό του παλτού, εντούτοις, για κάποιο λόγο αρνούνται να μετακινηθούν στην άλλη πλευρά! Δηλαδή όσα αντικείμενα αποθηκευτούν στη αριστερή τσέπη, δε γίνεται να μπουν στη δεξιά! Δεδομένου ότι η πλευρά στην οποία αποθηκεύεται ένα αντικείμενο, συνεπάγεται και το ποιο χέρι πρόκειται να το χειριστεί, αυτό σημαίνει ότι κάποια αντικείμενα θα πρέπει να τα συνδυάσετε μεταξύ τους σε real time, απλά επιλέγοντας το ένα με το δεξιό χέρι και το άλλο με το αριστερό, εντούτοις δε μπορείτε να κάνετε το ίδιο, αν αυτά βρίσκονται στην ίδια μεριά του παλτού, γιατί μπορεί τα τα επεξεργαστεί μονάχα το σύστοιχο χέρι! Τότε πρέπει να “μπείτε” στο inventory, να δώσετε εντολή να συνδυαστούν τα αντικείμενα και μετά να “βγείτε” από αυτό και να τα χρησιμοποιήσετε. Και όση ώρα σας πάρει για να τα κάνετε όλα αυτά, η δράση συνεχίζεται απτόητη, οι εχθροί συνεχίζουν να σας καταδιώκουν!

Για παράδειγμα, έστω ότι θέλετε να χρησιμοποιήσετε τον αναπτήρα σας. Μπορείτε να τον χειριστείτε αποκλειστικά με το αριστερό χέρι. Δε βαριέσαι. Έστω τώρα ότι θέλετε να χρησιμοποιήσετε ταυτόχρονα αναπτήρα & μπουκάλι spray, δημιουργώντας ένα αυτοσχέδιο φλογοβόλο. Επιλέγετε ζωντανά τον αναπτήρα με το αριστερό χέρι & το μπουκάλι με το δεξί (και μόνο!) και voila! το φλογοβόλο σας. Επίσης κανένα πρόβλημα. Έστω τώρα ότι θέλετε να φτιάξετε μια αυτοσχέδια μολότωφ. Δε μπορείτε να ανάψετε το φυτίλι, γιατί τα υφάσματα και τον αναπτήρα, τα χειρίζεστε αποκλειστικά με το αριστερό! Πρέπει να μπείτε στο inventory, να δώσετε εντολή να συνδυαστούν το ύφασμα / κομμάτι επίδεσμο / φυτίλι με το μπουκάλι. Να βγείτε, να ξαναεπιλέξετε στο αριστερό χέρι τον αναπτήρα, στο δεξί το μπουκάλι με το φυτίλι, να το ανάψετε παρακολουθώντας ένα παράλογα μακροσκελές animation του “ανάμματος”, μετά με το κουμπί του ενός χεριού να σημαδέψετε και με το κουμπί του άλλου χεριού (!!!) να εκτοξεύσετε τη μολότωφ! Ενώ ταυτόχρονα όλη αυτή την ώρα, εχθροί σας κυνηγάνε και αφαιρούν ανεμπόδιστοι τη ζωή σας! Τώρα φανταστείτε τι θα πρέπει να κάνετε προκειμένου να φτιάξετε μια αυτοσχέδια ωρολογιακή βόμβα, βάζοντας φυτίλι στο μπουκάλι, να το τυλίξετε με κολλητική ταινία διπλής όψης, να κολλήσετε σε αυτό ένα κουτί σφαίρες, να ανάψετε το όλο σύστημα, να σημαδέψετε και να το πετάξετε!

Η ιδέα είναι καλή και κάποιοι γρίφοι συδυάζουν έξυπνα τις καινοτομίες του χειρισμού. Αλλά η εκτέλεση πάσχει. Προσθέστε στο όλο χάος ότι πολλά από τα αντικείμενα έχουν μια εναλλακτική χρήση με το κουμπί αλληλεπίδρασης, ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ από τη χρήση που ενεργοποιείτε από το κουμπί που ελέγχει το σύστοιχο χέρι. Φερ' ειπείν, αν πατήσετε το κουμπί αλληλεπίδρασης κρατώντας ένα μπουκάλι με υγρό, αδειάζετε το περιεχόμενό του στο πάτωμα. Με ένα άλλο κουμπί, αφήνετε χάμω το μπουκάλι! Και με το κουμπί του χεριού, σημαδεύετε για να το εκτοξεύσετε! Τις περισσότερες φορές απλά θα μπερδέυετε τα διάφορα αντικείμενα, κάποια θα πρέπει να τα συνδιάσετε από μόνοι σας και κάποια θα “κολλάνε” αυτόματα, προκαλώντας σύγχιση και εκνευρισμό. Την κατάσταση προσπαθούν να σώσουν κάποια shortcuts που αποθηκεύουν και εκτελούν αστραπιαία μέχρι 4 διαφορετικούς συνδυασμούς αντικειμένων της επιλογής σας, όταν πατήσετε διαδοχικά μια ακολουθία πλήκτων.

Μεγάλο πρόβλημα υπάρχει και στα άλματα. Ποτέ δε γνωρίζεις μέχρι ποιό ακριβώς μήκος μπορεί να πηδήξει ο χαρακτήρας, καθώς φαινομενικά αυτό αλλάζει κατά περίσταση. Ακόμα και να κάνεις τον Edward να περπατήσει με πολλή ακρίβεια, είναι ένας μικρός άθλος, δεδομένου ότι ξεκινάει την κίνησή του αργά και την τελειώνει με μια σχετική καθυστέρηση, λόγω αδράνειας. Σε αυτό προσθέστε και το γεγονός ότι τα τραύματα του Edward επιβαρύνουν ακόμα περισσότερο την κίνηση και την ταχύτητά του. Ευτυχώς το παιχνίδι σπάνια απαιτεί να κάνετε χειρισμους ακριβείας, αν και όπου αυτό συμβαίνει, το αποτέλεσμα είναι μάλλον αμήχανο και εκνευριστικό. Θέμα μεγάλο υπάρχει με την κάμερα όσο κινείστε σε οπτική τρίτου προσώπου. Με την παραμικρή κίνηση αλλάζει από μόνη της κατεύθυνση και πρέπει να την επαναφέρετε χειροκίνητα, σε μόνιμη βάση. Σύντομα θα διαπιστώσετε ότι από τις δυο οπτικές παιξίματος, αυτή του πρώτου προσώπου είναι η πλέον προτιμότερη και λειτουργικότερη, αν και υστερεί στην απόδοσή της όσον αφορά τη γραφική απεικόνιση.

Πρωτότυπος αλλά με αδέξια απόδοση, είναι και ο τρόπος που χειρίζεστε αντικείμενα που μαζεύετε από τον περιβάλλον σας. Πρακτικά, με ένα κουμπί τα παίρνετε, με ένα άλλο τα αφήνετε κάτω και με το κουμπί του αντίστοιχου χεριού σε συνδυασμό με τις κινήσεις του δεξιού αναλογικού μοχλού τα κινείτε όπως θέλετε. Φερ' ειπείν, προκειμένου να επιτεθείτε με ένα λοστό πρέπει κρατώντας το κουμπί του χεριού, να κινείτε αναλλακτικά τον αναλογικό μοχλό δεξιά και αριστερά για να κάνετε οριζόντιο χτύπημα και πάνω / κάτω για να κάνετε κάθετο χτύπημα. Παίρνοντας ένα εύλεκτο αντικείμενο και στρέφοντας το με το μοχλό προς την κατεύθυνση μιας φωτιάς, αυτό αρχίζει να φλέγεται. Για να ρίξετε μια πόρτα παίρνετε ένα βαρύ αντικείμενο π.χ. Έναν πυροσβεστήρα και τον μετακινείτε με φόρα μπρος / πίσω. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, δεδομένου ότι ο χειρισμός των αντικειμένων που δεν είναι από το inventory σας γίνεται αποκλειστικά με την οπτική τρίτου προσώπου, έχετε ένα επιπλέον πρόβλημα με την κάμερα που αρνείται πεισματικά να συνεργαστεί και χάνει την εστίασή της ακόμα και με την παραμικρή σας κίνηση.

Gameplay :
Ευτυχώς, οι δημιουργοί του παιχνιδιού έλαβαν υπόψη τα κολλήματα του χειρισμού και σε γενικές γραμμές κράτησαν τις απαιτήσεις όσον αφορά το action κομμάτι σε χαμηλά επίπεδα. Εδώ δεν υπάρχουν περιθώρια παρεξήγησης : η καρδιά του “Alone in the Dark : Inferno” είναι οι γρίφοι του και το έξυπνο, πρωτότυπο gameplay που σε κάθε ευκαιρία ενσωματώνει δημιουργικά τον ιδιαίτερο, πολύπλοκο χειρισμό. Τα αντικείμενα που μπορείς να πιάσεις, να συδυάσεις και να χρησιμοποιήσεις είναι πάρα πολλά και οι συνδυασμοί διεγείρουν τη φαντασία. Θέλεις απλά να μετατρέψεις ένα μπουκάλι spray σε φλογοβόλο; Κανένα πρόβλημα! Θες να φτιάξεις άπειρες μολότωφ και να δώσεις στο επαναστατημένο νιάτο που κρύβεις μέσα του μια μοναδική ευκαιρία να εκφραστεί; Do it! Ή μήπως γουστάρεις να το παίξεις μικρός McGuyver και να δοκιμάσεις ό,τι κουφό σε συνδυασμό μπορείς να φανταστείς; Με αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, “μονοπάτια φωτιάς” και δε συμμαζεύεται; Και αυτό παίζει! Μια προειδοποίηση – όταν πιάσεις τον εαυτό σου, επανειλημμένα και χωρίς ιδιαίτερο λόγο, να τρέχει τέζα γκαζωμένος, να πηδάει την τελευταία στιγμή από το αυτοκίνητο και αμέσως μετά να σημαδεύει το ντεπόζιτο της βενζίνης και να το μετατρέπει σε μια τεράστια βόμβα, παίζει να αρχίζεις να γίνεσαι πυρομανής! Στην πραγματική ζωή!

Μια ακόμα ιδιαιτερότητα του χειρισμού, ευτυχώς ευχάριστη αυτή τη φορά, είναι η ξεχωριστή σχέση που έχει ο Edward με τα αυτοκίνητα. Καθώς κινείσαι σε ένα σχεδόν αποκαλυπτικό τοπίο, απομονωμένος στο σκοτεινό, ομιχλιασμένο Central Park, μπορείς να μπεις σε οποιοδήποτε αυτοκίνητο βρεθεί στο δρόμο σου και να το χρησιμοποιήσεις κατά βούληση, με τον ίδιο τρόπο που έκλεβες αυτοκίνητα στα “Gran Theft Auto”. Μόνο που εδώ μπορείς να εξερευνήσεις πλήρως το εσωτερικό του αυτοκινήτου, τα πίσω καθίσματα, τη θέση του συνοδηγού, να ψάξεις σε ντουλαπάκια και καθρέφτες οροφής, να παίξεις με τα φώτα, την κόρνα, το ραδιόφωνο. Να τρυπήσεις με ένα μαχαίρι το ντεπόζιτο βενζίνης και να κλέψεις καύσιμο για να γεμίσεις τα μπουκάλια σου! Να το πυροβολήσεις και να μετατρέψεις το αυτοκίνητο σε μια πελώρια φλεγόμενη σφαίρα! Και εννοείται, όταν δε μπορείς να βρεις τα κλειδιά, να το ξεκινήσεις όπως στις ταινίες! Το αποτέλεσμα του να τρέχεις έξαλλος, να μπουκάρεις στο πρώτο αυτοκίνητο που θα βρεις, να μη βρίσκεις τα κλειδιά και να πασχίζεις να πετύχεις το σωστο συνδυασμό καλωδίων για να το κάνεις να πάρει μπρος, ενώ τέρατα σε κυνηγάνε, πηδάνε πάνω στο καπό και στην οροφή, σου ξηλώνουν τις πόρτες, δημιουργεί χολυγουντιανή αγωνία και εντάσεις! Στα συν και η οδήγηση που είναι μια ρεαλιστική, συναρπαστική εμπειρία, αν εξαιρέσεις κάποια προβληματάκια με το collition detection.

Ρεζουμέ :
Το “Alone in the Dark : Inferno” είναι μάλλον ιδανικό παιχνίδι για ενοικίαση. Μέσα σε λίγα απογέυματα θα πάρεις τα όσα καλά έχει να σου προσφέρει χωρίς να σκοτιστείς ιδιαίτερα με τον προβληματικό χειρισμό και τις τεχνικές του ατέλειες, δεδομένου ότι δε θα σκέφτεσαι ότι θα μπορούσες να είχες επενδύσει τα χρήματά σου κάπου καλύτερα. Η προοπτική της ενοικίασης φαντάζει ακόμα ελκυστικότερη αν σκεφτείς ότι από τη στιγμή που θα το τερματίσεις δεν έχεις πλέον κανένα λόγο να ασχοληθείς μαζί του. Χωρίς να καταφέρει να αλλάξει το status quo στο χώρο των survival horror games, αποτελεί παρόλα αυτά μια αξιοπρεπέστατη πρόταση και αναμφίβολα κατέχει από τα πιο συναρπαστικά σενάρια σε videogame, τουλάχιστον μέχρι το finale.

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

Surrogates

Μάστορας : Jonathan Mostow
Παίχτες : Bruce Willis , Radha Mitchell , Rosamund Pike , James Cromwell
Πόσα πιάνει; 3 / 5
Με δυό λογάκια :
Στο κοντινό μέλλον η τεχνολογία επέτρεψε στον άνθρωπο να συνδέεται μέσω υπολογιστή με ένα τεχνητό ομοίωμα που καλείται surrogate, “αντικαταστάτης”. Αυτό σύντομα συνεπάγεται μια εκφυλισμένη, νωθρή ανθρωπότητα όπου ο καθένας καταλήγει να ζεί αποκλειστικά μέσω του τεχνητού αντικαταστάτη του και με αυτόν να κάνει τα πάντα : κοινωνικοποίηση, δουλειά, έρωτα. Όταν όμως ένας δολοφόνος σκοτώνει surrogates και ταυτόχρονα και τους ιδιοκτήτες τους, ένας αστυνομικός θα πασχίσει να λύσει το μυστήριο, κόντρα στο σύστημα αλλά και στη δική του αποξένωση από την αληθινή ζωή.

Αναλυτικότερα :
Άλλο ένα review που σας άργησα πολύ, δεδομένου ότι την ταινία την έχω στην κατοχή μου τουλάχιστον από τον Οκτώβρη. Επίσης, ήλθε σε αυτό το πολύ αρχικό στάδιο στην προσοχή μου από σύσταση που είχα από τον Κώστα, και ό,τι προτείνει αυτό το παλικάρι, στάνταρ δε μπορεί να είναι αδιάφορο. Τι είναι; Εν μέρει αστυνομικό, Λιγάκι ταινία μυστηρίου. Επιστημονικής φαντασίας εργάκι καθαρά, αλλά με κοινωνικές προεκτάσεις και συναισθηματικές ευαισθησίες. Και όλα αυτά σερβίρονται με μια χαμηλών τόνων σκηνοθεσία που αφενός ομογενοποιεί και εναρμονίζει τις πολλές διαφορετικές γεύσεις αυτού του αμαλγάματος ιδεών, αφετέρου τις... ισωπεδώνει ελαφρά, μην επιτρέποντας να επικρατήσει κάποιο επιμέρους στυλ και άποψη. Τι εννοώ; Διαβάστε παρακάτω και θα καταλάβετε...

Σίγουρα θα σας θυμίσει Phillip Dick. Μοιάζει να είναι γεμάτη από επιρροές και φόρους τιμής στις ταινίες που έχουν βγει από τα γραπτά του μεγάλου συγγραφέα. Η αλήθεια να λέγεται : η ιδέα που αποτελεί τον σεναριακό πυρήνα του “Surrogates” είναι δυνατή, φρέσκια και πιο επίκαιρη από ποτέ. Σε μια κοινωνία που νέα αγόρια και κορίτσια αντί να ζήσουν τη ζωή τους, λιώνουν στα ιντερνετικά site κοινωνικής δικτύωσης τύπου facebook, παίζουν ανούσια Java παιχνιδάκια, πίνουν ανύπαρκτα virtual σφηνάκια και καλλιεργούν πλασματικά χωράφια, ενυδρεία, και κατοικίδια, σίγουρα το “Surrogates” έχει ένα δυνατό μήνυμα να μεταλαμπαδεύσει. Όταν άτομα της διπλανής πόρτας πληρώνουν επαγγελματίες για να ανεβάσουν στο προφίλ τους ρετουσαρισμένες μέσω photoshop φωτογραφίες τους, δεν είναι τόσο δύσκολο να φανταστείς έναν εξ ολοκλήρου virtual “ωραιοποιημένο” αντικαταστάτη που μέσω του οποίου θα ζούμε τη ζωή μας. Εν μέρει, το σεναριακό πείραμα είναι επιτυχημένο. Ειδικά στις σκηνές όπου υπερτονίζεται η αντίθεση με τα γερασμένα, κουρασμένα “αληθινά” πρόσωπα των χαρακτήρων σε σχέση με τα άφογα αλλά ψεύτικα χαρακτηριστικά των surrogates, μια αίσθηση αμηχανίας θα τη νιώσεις. Ενδιαφέρουσες ιδέες, διάσπαρτες στα πλάνα της ταινίας, υπάρχουν πολλές, αλλά δυστυχώς δεν αξιοποιούνται όπως πρέπει. Τόσο όσον αφορά τα στοιχεία της ζωής σε μια τέτοια κοινωνία, όσο και την ψυχοπαθολογία των χαρακτήρων και τη φοβία που αναπτύσσουν για την αληθινή ζωή.

Δυστυχώς, τα πάντα φρενάρουν στην ανέμπνευστη, άνευρη και αδιάφορη σκηνοθεσία. Ο άνθρωπος που μας έδωσε το αρκετά καλό “Terminator 3 : Rise of the Machines” σίγουρα δεν ήταν σε καλή μέρα. Το σενάριο, παρά την αρχική πολύ καλή ιδέα, πάσχει και σε αφήνει ξεκρέμαστο. Το αρχικό ενδιαφέρον concept του εγκλήματος... ξεχνιέται (!) και νοθεύεται με τετριμμένες θεωρίες συνομωσίας και ιδεολογικές αντιλήψεις που πιο πρόχειρες και προκατασκευασμένες δε θα μπορούσαν να γίνουν. Το όλο μυστήριο λύνεται πολύ σύντομα (και θα μαντέψεις τον ένοχο ακόμα πιο πριν από αυτό!) και τα ποιοτικά και κοινωνιολογικά στοιχεία του σεναρίου γρήγορα παραμελούνται σε βάρος των σκηνών δράσης που είναι τουλάχιστον τηλεοπτικού επιπέδου και θυμίζουν κακέκτυπο αντίστοιχων πολύ καλύτερων από τους παλιούς “Εξολοθρευτές”. Οι ερμηνείες είναι τουλάχιστον μέτριες, ακόμα και αυτές των πιο παλιών και “ψημένων” ηθοποιών.

Ρεζουμέ :
Έχοντας αναμφισβήτητες αρετές, έναν σταρ πρώτου μεγέθους στον πρωταγωνιστικό ρόλο και πολύ καλή ιδέα σαν σεναριακή αφορμή, αυτό το... ταινιάκι, θα μπορούσε αλλά δεν κατάφερε να γίνει μια πραγματικά μεγάλη ταινία. Χαντακώνεται από την έλλειψη τόλμης και φιλοδοξίας που τη χαρακτηρίζει. Θα ήθελε πολύ να είναι το νέο Blade Runner, ή έστω το φτωχό ξαδερφάκι του. Αλλά δυστυχώς, μας θυμίζει περισσότερο το... “I, Robot”

Jennifer's Body

Μάστορας : Karyn Kusama
Παίχτες : Megan Fox , Amanda Seyfried , Johnny Simmons
Πόσα πιάνει; 3 / 5
Με δυό λογάκια :
Δυο φίλες πάνε στη συναυλία ενός rock συγκροτήματος. Η... πεταχτούλα του ζεύγους, προκειμένου να συνάψει πιο “στενές επαφές” με τον τραγουδιστή, τον ακολουθεί στο βανάκι του συγκροτήματος και εξαφανίζεται μαζί τους, αφήνοντας τη φίλη της σύξιλη. Αυτό που δεν περίμενε ήταν ότι τα μέλη του γκρούπ είναι... σατανιστές και ότι θα τη θυσιάσουν τελετουργικά προκειμένου να αποκτήσουν φήμη και χρήματα. Σαν αποτέλεσμα, ένα δαιμονικό πνεύμα να μπει στο σώμα της και τότε η Jennifer θα αποκτήσει ασυνηθιστες δυνάμεις και νέες, τελείως διαφορετικές ορέξεις όσον αφορά τα αγόρια...

Αναλυτικότερα :
Η εξαργύρωση της φήμης που της χάρισαν αφενός τα “Transformers” του Michael Bay, αφετέρου το ατέλειωτο sex appeal της Megan Fox, αρχίζει μάλλον εδώ. Είναι ένα... ας το πούμε εφηβικό θριλεράκι, αλλά ευτυχώς διαθέτει ένα χαβαλέ και μια ανεμελιά που το κάνει να ξεχωρίζει από... gay βρικόλακες που γυαλίζουν με στρασάκια κάτω από τον ήλιο! Αναλυτικότερα : μια κάποια ατμόσφαιρα, την έχει. “Μαθητικό” hype έχει, αλλά ευτυχώς δε θυμίζει καθόλου την κουρασμένη, “τραβηγμένη” με χειρουργεία, botox και σιλικόνες χλιδομούρικη “νεολαία” των slasher flicks. Πολλή και καλή μουσική έχει. Χαβαλέ και χιουμοράκι έχει και μάλιστα σε κάποιες στιγμές απρόσμενα καλό, πρωτότυπο, μοντέρνο και γκαζωμένο. Γλυκούλικες ερμηνείες έχει, φρέσκιες φατσούλες, άφθαρτα πρόσωπα. Και έχει και το απόλυτο μωρό... Κάθε σκηνή με τη Megan Fox είναι ένας υπέρμετρα εύγευστος μποναμάς για το αντρικό μάτι, επειδή... συμπεριλαμβάνει τη Megan Fox! Η γυναίκα είναι τόσο θεά που καταφέρνει να δείχνει καυτή ακόμα και σε αλλόφρονα κατάσταση, πασαλειμμένη με αίμα και ξερνώντας... μαύρη κολλώδη χολη!

Επίσης, έχει μια ελαφρότητα που πέρα από αναζωογονητική, γίνεται σε κάποιες φάσεις ενοχλητική. Η ταινία δε σε “χορταίνει” σε αφήνει στο τέλος με ένα συναίσθημα ανικανοποίητου. Φταίνε για αυτό οι “αναίμακτες” σκηνές φόνων. Τα λογικά κενά και οι τρύπες του σεναρίου. Η συνολική “πεζότητα” όσον αφορά τη σκηνοθεσία. Αδιάφοροι χαρακτήρες (πλην των δυο πρωταγωνιστικών) και έλλειψη κάθε ίχνους δραματοποίησης. Η όλη... ατολμία και απροθυμία των παραγωγών να υπερβούν τα όρια, να ρισκάρουν, να φιλμάρουν κάτι... θριλερικά αξιόλογο προκειμένου να μην τσινήσουν τα πιτσιρίκια. Εξ ου και οι βρισιές... ευπρεπίζονται. Οι σκηνές μεταμόρφωσης της Megan Fox σε αδηφάγα succubus (= θηλυκή δαίμονας) απλά... δεν υφίστανται (εκτός από μια κάκιστη και ευτυχώς υπερβολικά σύντομη λήψη με κάτι τουλάχιστον ερασιτεχνικά γραφικά υπολογιστή) Μένουν κάτι μάλλον καλά make up effects, ειδικά στις σκηνές με τα πτώματα, μόνο που σχεδόν ποτέ δεν τα βλέπουμε πολύ άμεσα, ούτε αυτά! Και φυσικά ούτε καν συζήτηση για σκηνές γυμνού! Μια ερωτική σκηνή (μη χαίρεστε, ΔΕΝ είναι με τη Megan Fox!) που υπάρχει όλη κι όλη, διαδραματίζεται εξ ολοκλήρου κάτω από τα σεντόνια. Με την κάμερα να τραβάει από επάνω. Και χώρια από αυτό, είναι και τελείως αδιάφορη και άσχετη με την πλοκή της ταινίας, σχεδόν σε κάνει να αναρωτιέσαι γιατί τη συμπεριλάβανε.

Σίγουρα δεν είναι αριστούργημα. Σίγουρα θα μπορούσε να είναι και πολύ καλύτερη, δεδομένου ότι υπάρχει ολόκληρη “σχολή” ταινιών του είδους που προσφέρει άπειρα παραδείγματα προς μίμηση, αλλά και προς αποφυγή! Αλλά είναι ευχάριστη και διασκεδαστική και καταφέρνει με έναν ανεξήγητο τρόπο να κάνει τα ελαττώματά της να φαίνονται πολύ λιγότερα από όσα πράγματι είναι. Να πω την αλήθεια, δεν περίμενα καν να δω μια τέτοιου είδους ταινία. Στις πιο “παλιοσειρές” από εσάς θα θυμίσει cult αριστουργήματα τύπου “Fright Night”, “Children of the Night”, “The Gate”, “The House”. Φυσικά, δε χρειάζεται να πω ότι όλα αυτά τα έργα είναι σκάλες ανώτερα από το “Jennifer's Body”!!! Νόμιζα ότι το εν λόγω είδος είχε πεθάνει, μαζί με τόσα άλλα υπέροχα πράγματα της δεκαετίας του '80.

Ρεζουμέ :
Παρά τη ρηχότητα του, το χάρηκα το Jennifer's Body για τελείως διαφορετικούς λόγους. Τρόπον τινά μου θύμισε τα νιάτα μου και όλες αυτές τις... γκουφοταινίες της 10ετίας του '80. Τότε που μεσουρανούσε η υστερία σχετικά με τη rock μουσική και το σατανισμό και βγαίνανε κουλά ταινιάκια τύπου “Σκληροί σαν Μέταλλο” με Ozzy Osbourne, Alice Cooper και κάθε γνωστό rock star της εποχής να κάνει τρελά guest! Με μαλλί αφάνα, φράντζα, βάτες και φυσικά πολλή τρελή, φασαριόζικη, αβανταδόρικη μουσικάρα! Αν καταλαβαίνετε τι λέω τόση ώρα και γουστάρετε κιόλας, θα τη βρείτε με αυτό το εργάκι.

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Η περιβόητη γυμνή σκηνή της Megan Fox, ίσως η μεγαλύτερη ατραξιόν για αυτό το ταινιάκι, τελικά δεν συμπεριλήφθηκε και κόπηκε στο μονταζ... that is ΑΝ μια τέτοια σκηνή υπήρξε ποτέ εξαρχής...