Σε αυτό, το δεύτερο μέρος της στήλης “Κάψε Εγκέφαλο...”, η diethnis kamariera κάνει ένα παράτολμο ταξίδι σε κάποια από τα πιο ψυχολογικά μακάβρια, υποβλητικά, άρρωστα θρίλερ που έχουν υπάρξει ποτέ. ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ : ακολουθήστε με δική σας ευθύνη.
May (2002)
Δεν το γνώριζα αυτό το ταινιάκι μέχρι πρότινος. Κακώς. Πρόκειται για ένα από τα πιο psycho άρρωστα έργα που έχω δει και κοσμείται με κάποιες από τις πιο ενοχλητικές σκηνές στην ιστορία των θρίλερ. Είναι η ιστορία μιας νεαρής κοπέλας, της May και το χρονικό της κατάδυσής της στην τρέλα. Με αφετηρία το εκ γενετής πρόβλημά της (γεννήθηκε αλλοίθωρη) αλλά και το καταπιεστικό οικογενειακό της περιβάλλον, στην ενηλικίωση και την απελπισμένη αναζήτηση της αγάπης. Η May είναι ντροπαλός, μοναχικός άνθρωπος. Μοναδικός της φίλος σε όλη της τη ζωή είναι μια μακάβρια κούκλα που την έφτιαξε η μάνα της. Σε αυτή προβάλλει τα όνειρα και τις ελπίδες της, της προσδίδει μια ξεχωριστή προσωπικότητα και συζητάει μαζί της, ακούει τη φωνή της μέσα στο βασανισμένο μυαλό της.
Η May αγαπά παράφορά, ανώριμα και άνευ όρων, σαν μικρό παιδί. Αλλά γνωρίζει μόνο την απόρριψη και την ασχήμια του κόσμου. H κούκλα φίλη της αδυνατεί να τη συμβουλέψει, γιατί απλά οι γνώσεις της για τη ζωή και τους ανθρώπους περιορίζονται στα όσα (τόσο λίγα!!!) γνωρίζει η ίδια. Προσέξτε ότι οι ρωγμές στο γυάλινο κουτί της κούκλας αντανακλούν τον ψυχικό κόσμο της May που σταδιακά καταρρέει. Και όταν η κούκλα σπάει, πλέον δεν υπάρχει επιστροφή. Η May από τη στιγμή που δε μπορεί να βρει ένα φίλο να σταθεί στο πλάι της, αποφασίζει να φτιάξει έναν. Κομμάτι κομμάτι μαζεύει όλα τα επιμέρους στοιχεία που λάτρεψε από διάφορους ανθρώπους. Τα χέρια της πρώτης της αγάπης. Το λαιμό της ερωμένης της. Πόδια, κορμό, κεφάλι από άλλους. Τα ράβει και τα ταιριάζει μεταξύ τους, όπως έκανε τότε και η μάνα της όταν έφτιαχνε την κούκλα. Επειδή ο νέος της “φίλος” δε μπορεί να την κοιτάξει στα μάτια, βγάζει το ένα δικό της και της / του το προσφέρει. Και όταν διαπιστώσει ότι ούτε αυτό δεν αρκεί για να του / της εμφυσήσει τη ζωή, απελπίζεται, ξεφεύγει τελείως από την πραγματικότητα.
Ίσως όλα αυτά να μη σε άγγιζαν τόσο, άμα τα έβλεπες να συμβαίνουν σε κάποιο πιο αδιάφορο, απρόσωπο χαρακτήρα, σαν τον κλασικό μασκοφόρο serial killer των ταινιών τρόμου. Αλλά εδώ τα πράγματα είναι αλλιώς. Ύπουλα, υποχθόνια, η ταινία δουλεύει εναντίον σου, χτίζοντάς σκαλί σκαλί το νοσηρό σκηνικό. Το κόλπο είναι ότι σε κάνει να συμπαθήσεις ουσιαστικά την May, να ταυτιστείς και να συμπάσχεις μαζί της. Γιατί οι φόβοι και οι ανασφάλειές της είναι μια σκοτεινότερη αντανάκλαση των αντίστοιχων δικών σου. Επειδή, σε τελική ανάλυση, η May είναι απλά ένα παιδί που ζητά να την αγαπήσουν. Όπως όλοι μας. Η λύτρωση υπάρχει και πάντα θα βρεθεί. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Ακόμα και για τη May, σε ένα φινάλε που είναι ό,τι πιο ποιητικά, σπαραξοκάρδια άρρωστο έχεις δει ποτέ.
Aftermath
Σαπίλα. Χωρίς σενάριο, διαλόγους, λόγο ύπαρξης. Επειδή το πραγματικό κακό δε θέλει αιτία να υπάρξει και να εκδηλωθεί. Απλά το κάνει επειδή μπορεί. Η κάμερα ταξιδεύει με τελείως πεζό και ρεαλιστικό τρόπο στους χώρους ενός νεκροτομείου. Χαϊδεύει τα δωμάτια, τις μαρμάρινες επιφάνειες, τα κοφτερά εργαλεία στον πάγκο, τα μεταλλικά κρεβάτια. Τα πτώματα. Οι γιατροί δεν έχουν πρόσωπο, μια μάσκα κρύβει μόνιμα τα χαρακτηριστικά τους. Τα πτώματα ανατέμνονται ψυχρά, κομμάτια κρέας είμαστε όλοι. Όπως όπως, όταν τελειώσει η νεκροψία, ό,τι περισσεύει χώνεται όπου υπάρχει ανοιχτός χώρος και ράβεται βιαστικά, χοντροκομμένα.
Όταν πέφτουν τα φώτα, αρχίζει η τρέλα. Ο γιατρός επιστρέφει. Ακόμα δεν έχει πρόσωπο, μονάχα μια χειρουργική μάσκα. Το πτώμα της κοπέλας τον περιμένει. Ήταν κάποτε όμορφη. Ακόμα είναι. Την ανοίγει, την κόβει σε διάφορα τυχαία σημεία. Νευριάζει, τρελαίνεται. Την μαχαιρώνει επανηλημμένα στα γεννητικά όργανα με το νυστέρι. Ανεβαίνει πάνω της και κάνει έρωτα στις πληγές της. Ακόμα φοράει μάσκα. Τελειώνει μέσα της, απογοητευμένος. Όταν φεύγει, παίρνει ένα αναμνηστικό της νύχτας που περάσανε μαζί. Την καρδιά της. Ξημερώνει η επόμενη μέρα. Με το φως του ήλιου όλα φαίνονται αλλιώς. Αλέθει την καρδιά στο μπλέντερ και την ταϊζει στο σκύλο του. Υπάρχει και σίκουελ, Aftermath 2 : Genesis. Δε θα το δω.
The Brood
Απλά η καλύτερη ταινία του Cronenberg. Και η πιο άρρωστη. Βαθύ, διαβασμένο ψυχιατρικό (σε αντιδιαστολή με το ψυχολογικό) θρίλερ που δε διστάζει να λερώσει όποτε χρειαστεί τα πλάνα του στον άλυκο βούρκο της γραφικής βίας. Δε θέλω να πω τίποτα παραπάνω για αυτή την ταινία, γιατί αναπόφευκτα θα μαρτυρήσω αποσπάσματα από το καταπληκτικό, πανέξυπνο σενάριο και είναι κρίμα. Ίσως να δυσκολευτείτε να την καταλάβετε. Να θυμάστε όταν τη βλέπετε :
Αυτό είναι νομίζω το κλειδί της ταινίας. Γιατί όλα όσα γίνονται σε αυτή είναι απλά μια παραφυσικά τραβηγμένη περίπτωση σωματοποιημένου άγχους. Αργεί λίγο να ξεκινήσει, αλλά μη μασήσετε. Η ταινία είναι αριστούργημα. Ποτέ ξανά δεν μπόρεσε (δυστυχώς!) ο Cronenberg να τη φτάσει. Αν σας αρέσουν οι psycho φιλμικές καταστάσεις, μην τολμήσετε να την αγνοήσετε. (τα αποσπάσματα μέσα σε εισαγωγικά είναι παρμένα από το βιβλίο ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ – επιμέλεια Ιεροδιακόνου, Φωτιάδη, Δημητρίου, Εκδόσεις Μαστορίδη)
May (2002)
Δεν το γνώριζα αυτό το ταινιάκι μέχρι πρότινος. Κακώς. Πρόκειται για ένα από τα πιο psycho άρρωστα έργα που έχω δει και κοσμείται με κάποιες από τις πιο ενοχλητικές σκηνές στην ιστορία των θρίλερ. Είναι η ιστορία μιας νεαρής κοπέλας, της May και το χρονικό της κατάδυσής της στην τρέλα. Με αφετηρία το εκ γενετής πρόβλημά της (γεννήθηκε αλλοίθωρη) αλλά και το καταπιεστικό οικογενειακό της περιβάλλον, στην ενηλικίωση και την απελπισμένη αναζήτηση της αγάπης. Η May είναι ντροπαλός, μοναχικός άνθρωπος. Μοναδικός της φίλος σε όλη της τη ζωή είναι μια μακάβρια κούκλα που την έφτιαξε η μάνα της. Σε αυτή προβάλλει τα όνειρα και τις ελπίδες της, της προσδίδει μια ξεχωριστή προσωπικότητα και συζητάει μαζί της, ακούει τη φωνή της μέσα στο βασανισμένο μυαλό της.
Η May αγαπά παράφορά, ανώριμα και άνευ όρων, σαν μικρό παιδί. Αλλά γνωρίζει μόνο την απόρριψη και την ασχήμια του κόσμου. H κούκλα φίλη της αδυνατεί να τη συμβουλέψει, γιατί απλά οι γνώσεις της για τη ζωή και τους ανθρώπους περιορίζονται στα όσα (τόσο λίγα!!!) γνωρίζει η ίδια. Προσέξτε ότι οι ρωγμές στο γυάλινο κουτί της κούκλας αντανακλούν τον ψυχικό κόσμο της May που σταδιακά καταρρέει. Και όταν η κούκλα σπάει, πλέον δεν υπάρχει επιστροφή. Η May από τη στιγμή που δε μπορεί να βρει ένα φίλο να σταθεί στο πλάι της, αποφασίζει να φτιάξει έναν. Κομμάτι κομμάτι μαζεύει όλα τα επιμέρους στοιχεία που λάτρεψε από διάφορους ανθρώπους. Τα χέρια της πρώτης της αγάπης. Το λαιμό της ερωμένης της. Πόδια, κορμό, κεφάλι από άλλους. Τα ράβει και τα ταιριάζει μεταξύ τους, όπως έκανε τότε και η μάνα της όταν έφτιαχνε την κούκλα. Επειδή ο νέος της “φίλος” δε μπορεί να την κοιτάξει στα μάτια, βγάζει το ένα δικό της και της / του το προσφέρει. Και όταν διαπιστώσει ότι ούτε αυτό δεν αρκεί για να του / της εμφυσήσει τη ζωή, απελπίζεται, ξεφεύγει τελείως από την πραγματικότητα.
Ίσως όλα αυτά να μη σε άγγιζαν τόσο, άμα τα έβλεπες να συμβαίνουν σε κάποιο πιο αδιάφορο, απρόσωπο χαρακτήρα, σαν τον κλασικό μασκοφόρο serial killer των ταινιών τρόμου. Αλλά εδώ τα πράγματα είναι αλλιώς. Ύπουλα, υποχθόνια, η ταινία δουλεύει εναντίον σου, χτίζοντάς σκαλί σκαλί το νοσηρό σκηνικό. Το κόλπο είναι ότι σε κάνει να συμπαθήσεις ουσιαστικά την May, να ταυτιστείς και να συμπάσχεις μαζί της. Γιατί οι φόβοι και οι ανασφάλειές της είναι μια σκοτεινότερη αντανάκλαση των αντίστοιχων δικών σου. Επειδή, σε τελική ανάλυση, η May είναι απλά ένα παιδί που ζητά να την αγαπήσουν. Όπως όλοι μας. Η λύτρωση υπάρχει και πάντα θα βρεθεί. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Ακόμα και για τη May, σε ένα φινάλε που είναι ό,τι πιο ποιητικά, σπαραξοκάρδια άρρωστο έχεις δει ποτέ.
Aftermath
Σαπίλα. Χωρίς σενάριο, διαλόγους, λόγο ύπαρξης. Επειδή το πραγματικό κακό δε θέλει αιτία να υπάρξει και να εκδηλωθεί. Απλά το κάνει επειδή μπορεί. Η κάμερα ταξιδεύει με τελείως πεζό και ρεαλιστικό τρόπο στους χώρους ενός νεκροτομείου. Χαϊδεύει τα δωμάτια, τις μαρμάρινες επιφάνειες, τα κοφτερά εργαλεία στον πάγκο, τα μεταλλικά κρεβάτια. Τα πτώματα. Οι γιατροί δεν έχουν πρόσωπο, μια μάσκα κρύβει μόνιμα τα χαρακτηριστικά τους. Τα πτώματα ανατέμνονται ψυχρά, κομμάτια κρέας είμαστε όλοι. Όπως όπως, όταν τελειώσει η νεκροψία, ό,τι περισσεύει χώνεται όπου υπάρχει ανοιχτός χώρος και ράβεται βιαστικά, χοντροκομμένα.
Όταν πέφτουν τα φώτα, αρχίζει η τρέλα. Ο γιατρός επιστρέφει. Ακόμα δεν έχει πρόσωπο, μονάχα μια χειρουργική μάσκα. Το πτώμα της κοπέλας τον περιμένει. Ήταν κάποτε όμορφη. Ακόμα είναι. Την ανοίγει, την κόβει σε διάφορα τυχαία σημεία. Νευριάζει, τρελαίνεται. Την μαχαιρώνει επανηλημμένα στα γεννητικά όργανα με το νυστέρι. Ανεβαίνει πάνω της και κάνει έρωτα στις πληγές της. Ακόμα φοράει μάσκα. Τελειώνει μέσα της, απογοητευμένος. Όταν φεύγει, παίρνει ένα αναμνηστικό της νύχτας που περάσανε μαζί. Την καρδιά της. Ξημερώνει η επόμενη μέρα. Με το φως του ήλιου όλα φαίνονται αλλιώς. Αλέθει την καρδιά στο μπλέντερ και την ταϊζει στο σκύλο του. Υπάρχει και σίκουελ, Aftermath 2 : Genesis. Δε θα το δω.
The Brood
Απλά η καλύτερη ταινία του Cronenberg. Και η πιο άρρωστη. Βαθύ, διαβασμένο ψυχιατρικό (σε αντιδιαστολή με το ψυχολογικό) θρίλερ που δε διστάζει να λερώσει όποτε χρειαστεί τα πλάνα του στον άλυκο βούρκο της γραφικής βίας. Δε θέλω να πω τίποτα παραπάνω για αυτή την ταινία, γιατί αναπόφευκτα θα μαρτυρήσω αποσπάσματα από το καταπληκτικό, πανέξυπνο σενάριο και είναι κρίμα. Ίσως να δυσκολευτείτε να την καταλάβετε. Να θυμάστε όταν τη βλέπετε :
“...το άγχος είναι το πρώτο και θεμελιακό σύμπτωμα μετά από κάθε μη πλήρως απωθημένη σύγκρουση...”
αλλά και
“...βασικός στόχος στην ψυχική οικονομία είναι να μη βιωθεί το πιο δυσάρεστο και πρωταρχικό συναίσθημα, το ΑΓΧΟΣ...”
αλλά και
“...βασικός στόχος στην ψυχική οικονομία είναι να μη βιωθεί το πιο δυσάρεστο και πρωταρχικό συναίσθημα, το ΑΓΧΟΣ...”
Αυτό είναι νομίζω το κλειδί της ταινίας. Γιατί όλα όσα γίνονται σε αυτή είναι απλά μια παραφυσικά τραβηγμένη περίπτωση σωματοποιημένου άγχους. Αργεί λίγο να ξεκινήσει, αλλά μη μασήσετε. Η ταινία είναι αριστούργημα. Ποτέ ξανά δεν μπόρεσε (δυστυχώς!) ο Cronenberg να τη φτάσει. Αν σας αρέσουν οι psycho φιλμικές καταστάσεις, μην τολμήσετε να την αγνοήσετε. (τα αποσπάσματα μέσα σε εισαγωγικά είναι παρμένα από το βιβλίο ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ – επιμέλεια Ιεροδιακόνου, Φωτιάδη, Δημητρίου, Εκδόσεις Μαστορίδη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου