Παρασκευή 24 Ιουνίου 2011

Το Κοιμητήριο της Πράγας


Συγγραφέας : Umberto Eco
Εκδοτική : Ψυχογιός
Τιμή : 26 ευρώ
Με δυό λογάκια :
Στη διάρκεια του 19ου αιώνα, ανάμεσα στο Τορίνο, το Παλέρμο και το Παρίσι, συναντάμε μια υστερική σατανίστρια, έναν αβά που πεθαίνει δυο φορές, μερικά πτώματα μέσα σε έναν υπόνομο του Παρισιού, τη σταδιακή μεγέθυνση του πλαστογραφήματος που έγινε γνωστό ως Τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών, το οποίο θα εμπνεύσει στον Χίτλερ τα στρατόπεδα εξόντωσης, Ιησουήτες που δολοπλοκούν εναντίον των Μασόνων, Μασόνους, Καρμπονάρους και Ματσινιανούς που στραγγαλίζουν τους παπάδες με τα έντερά τους, τα σχέδια των μυστικών υπηρεσιών της Γαλλίας, του Πιεμόντε, της Πρωσίας, της Ρωσίας, τις σφαγές στο Παρίσι της κομούνας, αηδιαστικά, ρυπαρά στέκια όπου ανάμεσα στους ατμούς απ'το αψέντι καταστρώνονται εκρήξεις και εξεγέρσεις. Επιπλέον, ψεύτικες γενειάδες, ψεύτικοι συμβολαιογράφοι, ψεύτικες διαθήκες, διαβολικές αδερφότητες και μαύρες τελετές...

Αναλυτικότερα :
Ένα έχω να πω : ΟΥΑΟΥ! Κοντά 30 χρόνια μετά “Το Όνομα Του Ρόδου”, το οποίο καθιέρωσε τον Ουμπέρτο Έκο ως έναν από τους σημαντικότερους λογοτέχνες του 20ου αιώνα, το πολυαναμενόμενο “Κοιμητήριο της Πράγας” αποδεικνύει ότι το ταλέντο του Ιταλού διανοούμενου παραμένει αστείρευτο. Και είναι αξιοθαύμαστο το πόσο αξιόλογο και ταυτόχρονα πόσο πρωτότυπο, παράξενο και αντισυμβατικό είναι αυτό το βιβλίο! Ξεκινώ από τον ήρωά του : ο Σιμονίνι είναι ένας απατεώνας πλαστογράφος. Κοιλιόδουλος, θρασύδειλος, άπειρα ύπουλος, μάλλον σχιζοφρενής και μισεί – κυριολεκτικά – τους ΠΑΝΤΕΣ! Και το σημαντικότερο – μέσα από μια πορεία ζωής, μέσα στις σημαντικότατες εξελίξεις μιας συναρπαστικής – και άγνωστης στο ευρύ κοινό – εποχής, κατορθώνει να δουλέψει τους ΠΑΝΤΕΣ, πουλώντας τους απλά, με επιδεξιότητα μοναδική τον... εαυτό του! Κοινώς, ψέμα για το ψέμα και θεωρία συνωμοσίας απλώς για την ευδαιμονία του να... συνομωτείς!

Η εποχή του τέλους του 19ου αιώνα και η επώδυνη γέννηση του καινούριου παρουσιάζονται με μοναδική δεξιοτεχνία, αμεσότητα, ομορφιά και ιστορική αρτιότητα. Ενδεχομένως, σε κάποιους να φανεί κάπως βαρύς ο τρόπος με τον οποίο ο Eco βομβαρδίζει τον αναγνώστη με πληροφορίες. Προσωπικά, συνιστώ ψυχραιμία και... χαλαρά! Οι πακτωλοί γνώσεων και ονομάτων κατά 99% απλώς χρησιμεύουν για να ζωντανέψουν στον αναγνώστη αυτή τη συναρπαστική εποχή και τις κοινωνικοπολιτικές και πολιτισμικές ζυμώσεις της. Ούτε η κατανόηση, ούτε η απομνημόνευσή τους δεν απαιτείται προκειμένου να απολαύσει κανείς την ιστορία. Το μόνο προαπαιτούμενο, είναι να παραδοθείς στην ομορφιά της διήγησης και όλα τα άλλα, με κάποιο μαγικά ανεξήγητο τρόπο θα βρουν το δρόμο τους. Είναι ένα επίτευγμα τόσο παράξενο μα συνάμα και τόσο απελευθερωτικό! Υπό αυτό το πρίσμα, “Το Κοιμητήριο της Πράγας” είναι ένα πολύ πιο εύκολο και “ελαφρύ” βιβλίο σε σχέση με το “Όνομα του Ρόδου”. Φυσικά, οι πληροφορίες και οι γνώσεις που περιέχει κάθε άλλο παρά υστερούν ποιοτικά και αριθμητικά σε σχέση με τον διάσημο προκάτοχό του. Απλώς, εδώ δεν είναι απαραίτητες προκειμένου να εκτιμήσεις και να εισπράξεις αυτά που πρέπει να εισπράξεις από αυτό το λογοτεχνικό διαμάντι.

Εμφάνιση / Δέσιμο :
Καλό “φωτογραφικό” εξώφυλλο αν και προσωπικά προτιμώ πάντα το artwork. Τυπικά καλό δέσιμο και καλής ποιότητας χαρτί, δικαιολογούν στο μάτι, τουλάχιστον εν μέρει την αρκετά τσιμπημένη τιμή του βιβλίου. Περιέχονται βιογραφικό του συγγραφέα, διάφορα σχόλια επιφανών πάνω στο έργο του, και πολύ ενδιαφέρουσες εικόνες και γκραβούρες που συμπληρώνουν τη διήγηση, μάλιστα σχεδόν όλες προέρχονται από το προσωπικό αρχείο του συγγραφέα. Το μυθιστόρημα απαριθμεί 560 σελίδες καθαρά, αλλά είναι σχετικά αραιογραμμένο και με αρκετές ολοσέλιδες εικόνες να παρεμβάλλονται της διήγησης.

Μετάφραση :
Η Εύη Καλλιφατίδη ποτέ δεν απογοητεύει με τις μεταφράσεις της, αν και εδώ αφήνει έναν σημαντικό αριθμό από πληροφορίες αυτούσιο και αμετάφραστο, χωρίς καν ένα σημείωμα του μεταφραστή όσον αφορά το τι σημαίνουν. Βέβαια, οι εν λόγω πληροφορίες δεν είναι σημαντικές για την κατανόηση του κειμένου (χώρια που είναι έτσι κι αλλιώς σχετικά εύκολο να καταλάβει κανείς χοντρικά τι λένε) και αφορούν κυρίως τα ονόματα των συνταγών από τα άπειρα εδέσματα που ο λιχούδης Σιμονίνι καταβροχθίζει, σχολιάζει και καταγράφει με θρησκευτική ευλάβεια και σχολαστικότητα.

Ρεζουμέ :
Δεν γίνεται να μην το προτείνω ανεπιφύλακτα. Εντάξει, σε μια υποθετική σύγκριση του “Κοιμητηρίου...” με το “Όνομα του Ρόδου”, πάντα θα επιλέγω το δεύτερο. Αλλά αυτό δεν λέει και πολλά πράγματα, δεδομένου του πόσο ανυπέρβλητο αριστούργημα είναι το “Όνομα του Ρόδου”.

Πόσα πιάνει; 4,5 / 5

Battle : Los Angeles (Παγκόσμια Εισβολή)

Μάστορας : Jonathan Liebesman
Παίχτες : Aaron Eckhart, Michelle Rodriguez & Bridget Moynahan
Με δυό λογάκια :
Ένας πεζοναύτης που μόλις βγήκε σε σύνταξη, επιστρέφει παρά τη θέλησή του στο πεδίο της μάχης, υπό τις πλέον ασυνήθιστες και δυσοίωνες συνθήκες : πρέπει να ηγηθεί μιας διμοιρίας πεζοναυτών και να υπερασπίσουν την πόλη του Los Angeles που πολιορκείται από... εξωγήινους εισβολείς...

Αναλυτικότερα :
Σε χαλεπούς καιρούς και νωθρές εισπρακτικά χρονιές, το hollywood έπαιζε ανέκαθεν τον κρυμμένο άσσο στο μανίκι : μια “ουάου” περιπέτεια που αφενός να δικαιολογεί εν μέρει το – πλέον απαράδεκτα υψηλό – κοστολόγιο της επίσκεψης στα multiplex, αφετέρου που στοχεύει στην πατριδοκαβλία των Αμερικάνων. Με αυτή τη λογική, το Battle: LA είναι μάλλον η πρώτη πραγματικά (δηλαδή εισπρακτικά) πολυαναμενόμενη ταινία της χρονιάς... Τι είναι το “Battle : LA” με δυο λογάκια; Είναι το “Independence Day” της εποχής του, ευτυχώς μπολιασμένο με πιο σύγχρονες τεχνικές κινηματογράφισης που παραπέμπουν σε... videogames (ΕΞΥΠΝΗ κίνηση). Συγκεκριμένα, οι ΠΟΛΛΕΣ σκηνές μάχης θυμίζουν έντονα παιχνίδια τύπου “Killzone”, “Call of Duty : Modern Warfare”, “Crysis” και άλλα παρεμφερή. Μια προειδοποίηση : αν ζαλίζεσαι εύκολα, εδώ δε θα καλοπεράσεις. Η κάμερα κουνιέται συνέχεια και τάχιστα, ακόμα και σε σκηνές όπου οι χαρακτήρες απλώς μιλάνε μεταξύ τους!

Από εκεί και πέρα, η ταινία έχει μόνο έναν ουσιαστικό χαρακτήρα, τον λοχία Ναντζ (Aaron Eckhart) ο οποίος ετοιμάζεται να πάρει σύνταξη, όταν του κάθεται η κωλοφάση να περάσει την περιπέτεια (και την τρομάρα) της ζωής του! Κλισεδάκι; εμ... ναι! Η ταινία δεν χαρακτηρίζεται τόσο ως επιστημονικής φαντασίας, αλλά περισσότερο ως... πολεμική ταινία όπου οι εχθροί είναι οι εξωγήινοι. Παράξενο (τουλάχιστον για κινηματογράφο) μείγμα, αλλά εδώ μάλλον δουλεύει. Όλα τα λεφτά της ταινίας είναι οι σκηνές μάχης και τα εφέ τα οποία παρεπιπτόντως έχουν φτιαχτεί από την εταιρεία που έφτιαξε τα εφέ στο “Skyline". Από εκεί και πέρα, μπορείς πάνω κάτω να φανταστείς τι ακολουθεί. Πολλές και καλές σκηνές μάχης, ρηχοί, μονοδιάστατοι υποστηρικτικοί χαρακτήρες, η Michelle Rodriguez να παίζει (τι άλλο;) τη λοχία, άιντε λίγο συναίσθημα, άιντε ένα υφέρπων ερωτικό στοιχείο, άιντε και κάποιοι πορωτικοί μονόλογοι a la Braveheart και φυσικά ΠΟΛΛΟΙ εξωγήινοι που (εννοείται!) βρίσκονται τεχνολογικά αιώνες μπροστά σε σχέση με εμάς, αλλά στο τέλος οι Αμερικάνοι τους δίνουν την κωλοτρυπίδα στο χέρι.

Μπορεί να ακούγομαι λίγο επικριτικός και ειρωνικός. Η αλήθεια είναι ότι την ίδια συνταγή μας την έχουν σερβίρει αρκετές φορές. Όμως, για να λέμε και του στραβού το δίκιο, η εκτέλεση στο “Battle : LA” είναι αξιοθαύμαστα καλή. Σκονισμένη, ρεαλιστική φωτογραφία, γκαζωμένη, μοντέρνα κινηματογράφιση, καλές ερμηνείες, αρκετά “σκοτεινό” και ενήλικο, τουλάχιστον για ταινία του είδους του, καταπληκτικά άμεσες και χορταστικότατες σκηνές μάχης. Αν το ζητούμενο εδώ είναι η διασκέδαση, τότε η ταινιούλα αυτή επιτυγχάνει απόλυτα το στόχο της. Τώρα, αν μου θες καλοκαιριάτικα να διευρύνεις τους πνευματικούς σου ορίζοντες μέσω του κινηματογράφου, ε, μάλλον διαβάζεις λάθος review. Αν είναι να δεις όμως έστω ένα blockbuster αυτή τη σεζόν, με συνοδεία ποπ κόρν και coca cola, ε, τότε αξίζει να είναι τούτο εδώ.

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Το studio πλήρωσε αδρά για τα οπτικά εφέ της ταινίας και κάποια λαμόγια χρησιμοποίησαν μέρος τους για το δικό τους project, το Skyline!!! Εννοείται ακολούθησε μήνυση κλπ.

Πόσα πιάνει; 3,5 / 5

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

Κάψε Εγκέφαλο : Troll 2

Μάστορας : Claudio Fragasso
Παίχτες : Michael Stephenson, George Hardy & Margo Prey
Με δυό λογάκια :
Μια οικογένεια πηγαίνει διακοπές σε ένα χωριό στην εξοχή. Εκεί σταδιακά διαπιστώνουν ότι το χωριό κυβερνάται από... αποτρόπαια χορτοφάγα goblins τα οποία περιφέρονται μασκαρεμένα σαν άνθρωποι και έχουν σκοπό με τα ξόρκια και τα δηλητήριά τους να μετατρέψουν κάθε παρείσακτο σε... φυτό και μετά να τον φάνε...

Αναλυτικότερα :
Αυτό είναι παιδιά : φτάσαμε στον πάτο. Αυτή είναι η ταινία η οποία ευρέως αναγνωρίζεται σαν “η χειρότερη ταινία όλων των εποχών”. Επι χρόνια ήταν θρονιασμένη στο νούμερο 1 του IMDB στις top worst movies και επιπλέον (και ακόμα σημαντικότερα) έχει την ομόφωνη έγκριση κοινού και κριτικών. Ναι, αυτή είναι η ταινία που καθολικά και επίσημα αναγνωρίζεται ως η χειρότερη όλων των εποχών... Από εκείνη την εποχή μέχρι σήμερα, υπήρξαν άλλες που την διαδέχτηκαν στο νούμερο 1 του IMDB. Βέβαια ακόμα δεν τολμώ καν να φανταστώ τι είδους διαμάντια (με τίτλους όπως "Plan 9 from Outer Space" ή το αγαπημένο μου "Manos: The Hands of Fate") μπορούν να είναι χειρότερα από το Troll 2. Αλλά αυτή η ταινία έχει το κάτι άλλο πέραν της... στατιστικής της αξίας : πρόκειται για το πιο κατάπτυστο – στην εποχή του – κινηματογραφικό προϊόν. Μια παταγώδης αποτυχία που στηρίχτηκε σε μια εξολοκλήρου παταγώδη ιδέα. Είναι ίσως η πρώτη φορά στην ιστορία του κινηματογράφου που τα πάντα σε μια ταινία, μιλάμε ΤΑ ΠΑΝΤΑ πήγαν ταυτόχρονα τόσο στραβά. Soundtrack, σκηνοθεσία, ερμηνείες, σενάριο, προώθηση... όλα ξεκίνησαν από την λαμπρή ιδέα ενός Ιταλιάνου σκηνοθέτη (ο οποίος μεταξύ άλλων σκηνοθετούσε... spaghetti zombies, παρεούλα με τον μεγάλο Bruno Matei) να πάει με το crew του στην Αμερική και να γυρίσει μια αμερικάνικη ταινία, με αμερικάνους ηθοποιούς, σε (Αμερικάνικο;) σενάριο που έγραψε η γυναίκα του. Αμφότεροι, δε γνωρίζουν Αγγλικά. Και το μπάχαλο ξεκινάει...

Αρκεί να σας επισημάνω τα εξής 2 αδιάσειστα στοιχεία : α) ταινία “Troll 1” μπορεί μεν να υπάρχει, αλλά δεν έχει καμία σχέση με το “Troll 2”. βασικά αυτό είναι παλιά μαϊμουδιά που χρησιμοποιούσαν (κυρίως) οι Ιταλοί κινηματογραφικοί παραγωγοί, προκειμένου να δώσουν τεχνητή ώθηση σε μια ταινία. Της έδιναν έναν άλλο τίτλο αυθαίρετα (συνήθως τύπου sequel) προκειμένου να συσχετιστεί με ένα άλλο παρεμφερές αλλά πιο γνωστό φιλμ. Το ίδιο είχαν κάνει με το “Zombie Flesh Eaters” του Lucio Fulci που στον μισό κόσμο κυκλοφορούσε με τον ορίτζιναλ τίτλο του και στον άλλο μισό κυκλοφορούσε ως... “Zombie 2”, θεωρώντας τότε ότι η “Zombie 1” ταινία, η οποία “κανονικά” δεν υφίστατο ποτέ (!!!) ότι ήταν το... “Night of the Living Dead” του George Romero!!! (by the way, αυτή η σύγχιση εν μέρει επικρατεί ακόμα και σήμερα!) β) η ταινία δεν έχει καθόλου... trolls! Ναι, κατάφεραν να ονομάσουν Troll 2 μια ταινία που δεν έχει περιέχει καθόλου, ούτε καν αναφορικά τα ομώνυμα πλάσματα. Τα πλασματάκια της ταινίας είναι goblins, και ακριβώς έτσι αναφέρονται και από τους διαλόγους και το σενάριο. Ουδέποτε στο Troll 2 δεν θα ακούσεις καν τη λέξη “Troll”. Βασικά, αυτό είναι μάλλον άμεση απόρροια της μαϊμουδιάς α. Ο υπό κατασκευήν τίτλος της ταινίας ήταν “Goblin”.

“Και καλά” τώρα θα με πεις. “Υπάρχουν εκεί έξω τόσα φοιτητικά, καμμένα κινηματογραφικά πειράματα. Τι είναι αυτό που μπορούμε να δουμε την σήμερον ημέρα και να μην είναι πιο καμμένο από κάτι που έχουμε ΗΔΗ δει;” Μη το παίρνεις λάθος. Το θέμα δεν είναι η ΠΟΣΟΤΗΤΑ, δηλαδή ΠΟΣΟ καμμένη μπορεί να είναι μια ταινία. Αν το πάρουμε το θέμα καθαρά ποσοτικά, τότε πολύ απλά τίποτα δε μπορεί να ξεπεράσει τους Γιαπωνέζους και το θέμα θεωρείται λήξαν. Το θέμα είναι ότι το “Troll2” είναι τόσο κακό που από ένα σημείο και μετά ασκεί μια ανεξήγητη μαγεία στον θεατή : σε αφήνει υπνωτισμένο, κοκαλωμένο στην οθόνη και το βλέπεις μονορούφι από την αρχή μέχρι το τέλος. Και πλέον, αυτή η τόσο περιφρονημένη, κατάπτυστη ταινία που ουδέποτε δεν αξιώθηκε (στις μέρες της) να προβληθεί σε κινηματογραφική αίθουσα, θεωρείται στις μέρες μας cult icon, με μια στρατιά αφοσιωμένους φανς οι οποίοι σήμερα γεμίζουν αίθουσες προβολής και φεστιβάλ σε όλο τον κόσμο (μιλάμε για ουρές εκατοντάδων ατόμων να μαζεύονται έξω από τους σινεμάδες!) για να ξαναδούν την αγαπημένη τους ταινία και να προφέρουν τις ατάκες απέξω, μαζί με τους πρωταγωνιστές στην οθόνη!

Η μαγεία του “Troll 2” είναι ότι δεν φτιάχτηκε από κάφρους που ήθελαν απλά να αποτυπώσουν τη μαλακία η / και το χαβαλέ τους σε μια κάμερα, κοινώς να του γ@μήσουν τη μάνα. Οι άνθρωποι που έφτιαξαν το “Troll 2” πίστευαν ειλικρινά σε αυτό και γνήσια ζητούσαν να φτιάξουν μια πολύ καλή ταινία. Και είναι η αθωότητα και η ειλικρίνεια αυτού του τερατουργήματος που το κάνει απρόσμενα ακαταμάχητο και διαβολεμένα διασκεδαστικό! Από πού να ξεκινήσω; από το ανεκδιήγητο "soundtrack" που μπορεί να βγήκε μονάχα από τα έγκατα ενός χαλασμένου vintage Casio της 10ετίας του '80!?! Την αβυσσαλέα – σε σημείο... λιωσίματος από τα γέλια - κακή ηθοποιία; Το παράλογο σενάριο; Τα – ο Θεός να τα κάνει - special effects με τις αποκριάτικες... μουτσούνες; Ένα είναι σίγουρο : όλα αυτά εγγυώνται ότι άπαξ και δεις αυτό το συμπαθέστατο τερατούργημα και επιβιώσεις, θα είσαι πλέον ένας νέος άνθρωπος! Προσωπικά, συνιστώ να το δεις αρχικά μόνος, προκειμένου να είσαι όσο το δυνατός περισσότερο συγκεντρωμένος στην ασκήμια και την αποτυχία του! Να σε κόψει κρύος ιδρώτας, να νιώσεις τα εγκεφαλικά κύτταρά σου να αυτοκτονούν ένα ένα... Και μετά, να ξεκινήσεις σερί καφροπροβολών, προκειμένου να προσυλητίσεις και άλλους πιστούς! Κατά προτίμηση, συνόδεψέ το με πιώμα – πολύ πιώμα! Και, τέλος, καλή τύχη – και περαστικά σου!

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Τα ειδικά εφφέ τα έφτιαξε μια... Emmanuelle, από τις πολλές γκόμενες που είχαν ερμηνεύσει κατά καιρούς (σε κάποιο από τα άπειρα sequel που είχαν βγει) τη διάσημη soft porno φαντασίωση “Εμανουέλλα”!!!

Ο μόνος που ακόμα δεν έχει συμφιλιωθεί με το cult status της ταινίας αυτής και με τον τίτλο “worst movie of all time” είναι ο... δημιουργός της, σκηνοθέτης Claudio Fragasso. Ακόμα κάνει ντου στα φεστιβάλ προς τιμήν της ανά τον κόσμο, βρίζοντας ηθοποιούς και φανς, αποκαλώντας τους “σκύλους που δεν κατάλαβαν τίποτα από την ταινία!!!”

Αν θέλεις κι άλλο, δες το πολύ αξιόλογο documentary “Best Worst Movie”, φτιαγμένο από τον ορίτζιναλ προταγωνιστή και wannabe παιδί θαύμα της εποχής, Michael Stephenson. Φαντάσου, να είσαι πιτσιρικάς στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού και μόλις να έχεις παίξει στην πολυπόθητη, λατρεμένη πρώτη σου ταινία. Και εκεί που είσαι στρογγυλοκαθισμένος στις δάφνες σου, να σου έρθει πεσκέσι στο σπίτι για να... καμαρώσεις τον εαυτό σου να πρωταγωνιστεί σε ένα τέτοιο αριστούργημα!!! Πίκρα!

Το τρέχον project του σκηνοθέτη και της συζύγου του (ακόμα δεν έχει γυριστεί) ονομάζεται “Troll 2 : part 2”!!! Περαστικά μας!

Πρόσφατα κυκλοφόρησε σε συλλεκτικό blu-ray η 20th anniversary edition της ταινίας!

Πόσα πιάνει; είναι απλά ανεκτίμητο!

Τρίτη 21 Ιουνίου 2011

Rabbit Hole (Απώλεια)


Μάστορας : John Cameron Mitchell
Παίχτες : Nicole Kidman, Aaron Eckhart & Dianne Wiest
Με δυό λογάκια :
H Becca και ο Howie Corbett είναι ένα ευτυχισμένο ζευγάρι που ζει το κλασικό αμερικάνικο όνειρο. Λεφτά, φίλοι, ένα σπίτι στην εξοχή με αυλή και σκυλόσπιτο, αυτοκίνητα, μια χαρούμενη οικογένεια. Όλα αυτά αλλάζουν όταν ένα αυτοκίνητο χτυπάει το γιό τους και τον σκοτώνει. Από εκεί και πέρα, ο καθένας τους ακολουθεί το δικό του επίπονο ταξίδι για να ανταπεξέλθει στη νέα πραγματικότητα και να επαναπροσδιορίσει τις αξίες του αλλά και το ρόλο του. Θα πρέπει να τολμήσουν να πάρουν δύσκολες αποφάσεις και να πουν κουβέντες που δεν λέγονται, προκειμένου να καταφέρουν να συνεχίσουν τη συμβίωσή τους.

Αναλυτικότερα :
Ωχ, Παναγία μου. Μαύρη μαυρίλα πλάκωσε, μαύρη σαν καλιακούδα. Πρώτον : μη δείτε αυτή την ταινία καλοκαιριάτικα. Δεύτερον : μη βλέπετε ΠΟΤΕ ταινίες που προέρχονται από τα αντίστοιχα θεατρικά. Είναι η προσωποποίηση της ακινησίας και της βαρεμάρας – ΕΚΤΟΣ και αν μιλάμε για κώμωδίες, φερ' ειπείν το εξαιρετικό “The Producers” του Mel Brooks. Τώρα, τι μου ήρθε και μεσημεριάτικα νοίκιασα να δω αυτό το θλιμμένο πράμα και με βγήκε το φαϊ από τη μύτη; Εντάξει, δε λέω, αν μη τι άλλο έχει ποιοτικές ερμηνείες. Και η Kidman και ο Aaron Eckhart δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους. Αλλά έλεος! Πολύ κλάμα, πολύς εκνευρισμός, πολλή ακινησία.

Και το χειρότερο από όλα, είναι όταν συνειδητοποιείς ότι το σενάριο του “Rabbit Hole” είναι βασικά είναι μια ιστορία που δεν καταλήγει πουθενά, δεν έχει τίποτα να πει πέρα από το αυτονόητο : μετά το πένθος, ο καθένας μας πρέπει να βρει το δικό του δρόμο κάθαρσης που ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ περνάει από το σκόπελο του να τα (ξανα)βρει κανείς πρώτα με τον εαυτό του. Δηλαδή χαίρω πολύ, Χαιρόπουλος! Κατά τα άλλα, το subplot με το ομώνυμο κόμικς (Rabbit Hole) και το συμβολισμό του, καθώς και του όλου λανθάνοντος ερωτισμού μεταξύ της Kidman και του έφηβου που σκότωσε το παιδί της, δεν αναπτύσσονται καθόλου και μάλλον κάπου ξεχνιούνται στην πορεία, ένεκα του απαράδεκτα απότομου και ξερού φινάλε.

Πόσα πιάνει; 2,5 / 5

Skyline


Μάστορας : Colin Strause, Greg Strause
Παίχτες : Eric Balfour, Donald Faison & Scottie Thompson
Με δυό λογάκια :
Μυστηριώδεις λάμψεις από μπλε φως πέφτους σε διάφορα σημεία της πόλης και απαγάγουν τον κοσμάκη. Ένα γιγάντιο διαστημόπλοιο εμφανίζεται μεταξύ νεφών και καταλαμβάνει τον ουρανό. Παράξενα σκάφη και αποτρόπαια πλάσματα περιφέρονται και απαγάγουν όσους δεν ρούφηξε ο μπλε σίφουνας. Δηλαδή, άλλη μια συνηθισμένη μέρα με εξωγήινους εισβολείς στο LA!

Αναλυτικότερα :
Η τελευταία φορά που ασχολήθηκα με τους αδερφούς Strause ήτανε για να τους σκυλοβρίσω επειδή μετέτρεψαν το πιο φιλόδοξο franchise του hollywood (ναι, μιλάω για το Alien vs Predator) σε ένα μείγμα εφηβορομαντικοθρίλερ τύπου “Ξέρω τι Έκανες Πέρσι το Καλοκαίρι”. Την ταινία τη βίασαν μιλάμε. Από κώλο. Και μετά της βάλανε δάχτυλο ασάλιωτο και με χαλίκι. Και σε ότι περίσσεψε, κατούρησαν, χέσανε και μας σέρβιραν στις αίθουσες αχνιστά κινηματογραφικά σκατά. Τελικά έχω θέμα με όσους δεν κάνουν την ορίτζιναλ δουλειά τους. Ειδικά στον κινηματογράφο. Έκαστος στο είδος του. Και όπως λέμε και στο χωριό μου : “ξέρει η πάπια που 'ν η λίμνη και βουτά και πα' και πίνει”. Οι Strause είναι κορυφαίοι ειδικοί στα CGI effects. Αλλά ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΚΗΝΟΘΕΤΕΣ! Τέλος! Τουλάχιστον, δεν είναι κατάλληλοι για να αναλαμβάνουν τόσο βαριά και ιστορικά projects που να φέρνουν στον τίτλο τους λέξεις όπως “Alien” ή “Predator”. Τέλωσπάντων, όπως και να έχει, δεν έχει νόημα να θρηνώ για μια κατεστραμμένη ταινία. Απεναντίας, σε sci fi b-movies όπως το “Skyline”, τα παιδιά βρίσκονται στο στοιχείο τους. Εδώ, μάλιστα.

Εντάξει, μη φανταστείς ότι το “Skyline” είναι και η ταινιάρα. Είναι ένα καλό στανταράκι στο είδος του. Και μια χαρά μου κάνει για καλοκαιρινή βαριεστημένη προβολή. Κατά τα άλλα, έχει όλα όσα αγαπάμε να μισούμε στις αμερικανιές. Ωραία νέα παιδιά στους ρόλους. Στερεότυπους χαρακτήρες και διαλόγους, καρμπόν / κονσέρβα ίδιους με όλες τις άλλες ταινίες του είδους. Τσιχλόφουσκα σενάριο. Καταπληκτικά εφφέ υπολογιστή. Μια καλή ιδέα σαν πρόφαση και – τεχνικά τουλάχιστον – αξιοπρεπή εκτέλεση του υλικού του. Όλα αυτά, ας τα λέμε καλά. Τι με χαλάει : α) είναι κατάλληλη για 13 ετών και πάνω. Πράμα που σημαίνει, κομμένα τα αίματα, κομμένες οι καφρίλες, κομμένη η άμεση γραφική βία. Σε μια ταινία με εξωγήινους σφαγείς που μας κάνουν ντου. Χαζό, έτσι; β) ένα απαράδεκτο σενάριο που δεν σου εξηγεί τίποτα όσον αφορά τι σκατά και κυρίως ΓΙΑΤΙ λαμβάνουν χώρα όλα αυτά τα εντυπωσιακά που βλέπεις. Εντάξει, καταλαβαίνω ότι το σενάριο είναι γραμμένο από την μεριά των πρωταγωνιστών – θυμάτων οι οποίοι δεν έχουν ιδέα τι τους ήβρε. Αλλά, ρε παιδιά έλεος, ο θεατής έχει το ατού και την ποιητική αδεία να γνωρίζει τρια πράματα και από την άλλα μεριά! Εκμεταλλευτείτε το! Πώς ήταν το (πολύ υπερεκτημημένο) Cloverfield? Ε, ακριβώς έτσι, όσον αφορά το σενάριο τουλάχιστον. Τέλος, γ) ένα κουραδένιο φινάλε. Δηλαδή, WTF? Ειλικρινά, πίστεψε ποτέ κανείς ότι θα αρέσουν σε κανέναν τα τελευταία 5 λεπτά της ταινίας; Πάντως, από το “Independence Day” μια φορά, καλύτερο είναι...

Πόσα πιάνει; 2,5 / 5

Δευτέρα 20 Ιουνίου 2011

I Am Number Four (Είμαι το Νούμερο Τέσσερα)


Εναλλακτικός Τίτλος : ... και εμάς τα @ρχιδια μας κουνιούνται!
Μάστορας : D.J. Caruso Όπου βλέπεις σκηνοθέτη με αρκτικόλεξο, nickname και άλλες τέτοιες παπαριές πέρα από το ονοματεπώνυμό του, ένα έχω να σε πω : τρεχάτε ποδαράκια μου να μη σας χέσει ο κώλος μου!
Παίχτες : τα κλασικά σιτεμένα έφηβα που βλέπεις σε κάθε τέτοια ταινία...Alex Pettyfer, Timothy Olyphant & Dianna Agron
Με δυό λογάκια :
Άλλος ένας ασυνήθιστος έφηβος (μα, πού τους μαζέψανε όλους αυτούς τους ξεχωριστούς;!; Κάποτε θα πρέπει να γίνει μια ταινία σχετικά με έναν ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΟ έφηβο, έτσι για την αλλαγή!) τρέχει να ξεφύγει από κάτι κακομούτσουνους εξωγήινους εχθρούς που θυμίζουν Star Trek – στις κακές του. Γιατί όλα αυτά με λές; α, γιατί είναι και αυτός ένας εξωγήινος υπεράνθρωπος (πήξαμε στο άλιεν!) που προτού καταστραφεί ο πλανήτης του, οι γονείς του φόρτωσαν κληρονομιά τη σωτηρία του σύμπαντος. Δεν του αφήνανε καλύτερα ένα σπιτάκι στα Καμμένα Βούρλα να βλέπει λίγη θαλασσίτσα, να ησυχάζαμε κι εμείς;!;

Αναλυτικότερα :
Δηλαδή τι άλλο να πει κανείς; Καλά, είναι τόσο χάπατα οι Αμερικάνοι που μετά από έναν ήδη πολύ αποτυχημένο καλλιτεχνικά και εμπορικά “Superman” θα ψαρώσουν με το... γ' διαλογής αντίγραφό του; κατά τα άλλα, μου θέλανε να επενδύσουν και σε αυτή την παπαριά. Τρομάρα τους. Ο D.J. Caruso, είναι ένα από τα σκηνοθετικά πουλέν του Michael Bay. Οι δυο πρωταγωνιστές είναι εξίσου καυτοί στο αντίθετο φύλο (Alex Pettyfer & Dianna Agron) και φτιάξανε και μια ιντριγκαδόρικη διαφημιστική καμπάνια από trailer που τράβηξε αρκετό καιρό πριν το “I am Number 4” βγει στις αίθουσες. Το αποτέλεσμα? Μπορώ να το περιγράψω με την εξής φράση : ειναι το Twilight των ταινιών με υπερήρωες! Δηλαδή αλίμονό μας!! Ο ιός των προσβλητικά ασεβών στο είδος που τις έθρεψε, μελιστάλαχτων εφηβικών ταινιών εξαπλώνεται!

Με το Twilight μάθαμε ότι οι βρυκόλακες έχουν στο δέρμα τους... στρασάκια που λάμπουν στο φως του ήλιου! Εδώ τα στρασάκια αντικαθιστούνται από... σποτάκια! Σοβαρά τώρα, σποτάκια;!; Δηλαδή WFT??? Και μιλάμε σποτάκια κανονικότατα, σαν και αυτά που βλέπεις στις εκθέσεις επίπλου, σαν και αυτά που έβαλε ο Αλβανός στη γυψοσανίδα της θείας σου όταν ανανέωσε το σαλονάκι στο σπίτι στου χωριό! Έκλεισε λοιπόν! Οι υπερήρωες πλέον πρέπει να έχουν περασμένα στο σώμα τους... σποτάκια και να έχουν τη special ικανότητα να τα κάνουν να ανάβουν! Τι άλλο; Απαράδεκτες ερμηνείες, τίγκα προβλέψιμοι και κονσερβαρισμένοι διάλογοι, χαρακτήρες και καταστάσεις, φάτσες κουρασμένων ενηλίκων που προσπαθούν να παραστήσουν τα λυκειόπαιδα, αμερικανιά και τίγκα πόζα, κακά εφφέ υπολογιστή και ακόμα περισσότερα... σποτάκια! Αν μπορούσα να το παρομοιάσω με μια άλλη ταινία, πέρα από το Twilight (στο οποίο μοιάζει κυρίως στο στυλ) είναι το... “Percy Jackson & The Olympians: The Lightning Thief”! Τόσο καλά! Μάλιστα, εδώ οι ομοιότητες πέρα από την αισθητική είναι ενοχλητικά πολλές!

Τι άλλο; Ελάχιστη πλοκή, τραβηγμένη από τα μαλλιά, like too little butter over too much bread, υπερβολική εξάρτηση από το – υποτιθέμενο - sequel, σε σημείο που πρακτικά εδώ βλέπεις μόλις τη... μισή ταινία, την υπόλοιπη στην τάζουνε στο επόμενο! Μου θέλουνε και από τέτοιο τρομάρα τους! Ένα ξενέρωτο, χλιαρό και προσποιητό ρομάντζο “με το ζόρι” μεταξύ των πρωταγωνιστών και τελικά μια wannabe περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας που καταντάει στην πορεία να μεταλάσσεται σε λογοκριμένο εφηβικό love story. O μοναδικός ΑΛΗΘΙΝΟΣ ηθοποιός του cast (δηλαδή επαγγελματίας ηθοποιός και όχι μοντέλο) είναι ο Olyphant, ο οποίος αφενός δεν καταλαβαίνω πώς συμφώνησε να παίξει εδώ, αφετέρου χρησιμοποιείται σαν κάτι τύπου... γλάστρα. Αποφύγετε εαν είστε άνω των 12 ετών.

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Βασίζεται σε εφηβική σειρά από νουβέλες που έκανε μια μετρίου βεληνεκούς επιτυχία στην Αμερική.

Πόσα πιάνει; 1,5 / 5

The Fighter


Μάστορας : David O. Russell
Παίχτες : Mark Wahlberg, Christian Bale & Amy Adams
Με δυό λογάκια :
Η αληθινή ιστορία του Ιρλανδικής καταγωγής μποξέρ Micky Ward όσον αφορά την κατάκτηση της ζώνης του πρωταθλητή ελαφρών βαρών. Μια πορεία όλο εμπόδια και συγκρούσεις, μεταξύ άλλων με την οικογένεια και κυρίως τον αδερφό και προπονητή του, Dicky, ένα πρώην παιδί θαύμα του μποξ που χαράμισε την καριέρα του εξαιτίας του αλκοόλ και των ναρκωτικών...

Αναλυτικότερα :
Θα μπορούσε να είναι ένα ακόμα rip off των Rocky ταινιών. Αλλά το “The Fighter” επιλέγει συνειδητά να κρατάει χαμηλούς τόνους και να μην ξεφεύγει από τη ρεαλιστική και λιτή παρουσίαση της ιστορίας του. Βασικά πρόκειται για ένα τύπου... οικογενειακό / κοινωνικό δράμα και στο χαρακωμένο από τις καταχρήσεις πρόσωπο του Dicky και την σκελετωμένη, ξεχαρβαλωμένη φιγούρα του (αποκάλυψη στο ρόλο ο Christian Bale) καθρεφτίζεται η πλέον απομυθοποιημένη εικόνα της Αμερικής – και κάθε κοινωνίας γενικότερα – όταν τα ψέμματα τελειώνουν και το κάθε λογής αμερικανικό όνειρο αποδεικνύεται απάτη.

Μάλλον οι περισσότεροι από εσάς έχουν ήδη ακούσει κάτι για αυτή την ταινία. Ναι, το “The Fighter” λέει πολύ. Έχει υποδειγματικές ερμηνείες (καταπληκτική και η Melissa Leo στο ρόλο της καταπιεστικής μάνας και μάνατζερ), εξαιρετικούς διαλόγους και κυρίως μια αξιόλογη αληθινή ιστορία να πει, πράγμα που το καταφέρνει με σεμνότητα και ειλικρίνεια, χωρίς μελούρες και συναισθηματικές κορώνες. Η ξεπλυμένη φωτογραφία ταιριάζει γάντι στις ζωές των αντι-ηρώων του και το pacing – αν και ενίοτε θα μπορούσε να περιγράφει γλαφυρότερα την πορεία του ήρωα – διατηρεί σωστά τις προτεραιότητές του και διατηρεί πάντα το επίπεδο της διήγησης ψηλά.

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Προ 10ετίας ο σκηνοθέτης Martin Donovan είχε προβλέψει όσον αφορά τον πρωταγωνιστή : "Mark Whalberg will be one of the top actors around and he will probably be running Hollywood within a decade"

Ο Mark Whalberg επιπλέον βρίσκεται πίσω από την παραγωγή της ταινίας

Η ταινία βραβεύτηκε με 2 Oscar

Πόσα πιάνει; 4 / 5

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2011

What's Next? RPG trailer #2


Ήταν ένα σκοτεινό απόγευμα του χειμώνα, όταν μια ετερόκλητη ομάδα ταξιδιωτών πέρασε για πρώτη φορά τα δασωμένα βουνά που περιστοίχιζαν την κοιλάδα της Barovia. Ήταν μια χώρα παράξενη και απομονωμένη, που κανένας διαβάτης εν γνώση του δεν θα πέρναγε από εκεί. Ανησυχητικά υπονοούμενα και μακάβριες ιστορίες απάρτιζαν τη φήμη της και παρά το ετερόκλητο – και ενίοτε αντιφατικό - των εκάστοτε περιεχομένων τους, όλες συμφωνούσαν σε ένα κοινό σημείο : κανείς με σώας τας φρένας δεν θέλει – ούτε και πρέπει - να διαβεί τον παλαιό δρόμο που διέσχιζε την κοιλάδα, πέρα από τις σιδερένιες πύλες που σηματοδοτούν τα σύνορά της. Ειδικά στις ώρες που ακολουθούν τη δύση του ηλίου...

Παρόλα αυτά, οι ταξιδιώτες, αν και ενήμεροι για τη δυσοίωνη φύση της αναζήτησής τους, παρέμεναν ενωμένοι και αποφασισμένοι στον κοινό τους σκοπό. Και συνέχιζαν να καλπάζουν στην ορεινή δασωμένη ερημιά από σκουρόχρωμα σκονισμένα έλατα και μαύρους αγκαθωτούς θάμνους που σπάθιζαν τον άνεμο, παρά τις βουβές αποτροπές και τα ανήσυχα βλέμματα που διέκριναν από τους κατοίκους των κοντινότερων χωριών. Και παρά το γεγονός ότι σαν προσωπικότητες τους χώριζαν διαφορές αγεφύρωτες, παρά το ότι ο καθένας τους είχε τους δικούς του λόγους που τον ωθούσαν σε ένα τέτοιο δυσάρεστο ταξίδι, εντούτοις απάρτιζαν μια ομάδα που χαρακτηριζόταν από απρόσμενη συνοχή και αποτελεσματικότητα, αμφότερες αρετές που είχαν σφυρηλατηθεί μετά από χρόνια εμπειρίας και κακουχιών σε διάφορες σκοτεινές γωνιές του κόσμου.

Κρυμμένη μέσα στην πτυχές των ρούχων του, ο επικεφαλής την ομάδας φύλαγε την επιστολή που αποτέλεσε το έναυσμα για το ταξίδι τους. Ήταν ένας σφραγισμένος με κόκκινο βουλοκέρι φάκελος και μέσα του περιείχε ένα γράμμα που απευθυνόταν σε όλους τους. Το γράμμα είχε χτεσινή ημερομηνία, το μελάνι με το οποίο είχε γραφτεί δεν είχε ακόμη καλά καλά στεγνώσει και το επιστολόχαρτο ήταν φρέσκο και ακριβό. Το έμβλημα που αποτυπωνόταν στο κόκκινο κερί ήταν άγνωστο στους ταξιδιώτες, αλλά το δίχως άλλο μαρτυρούσε το δημόσιο λειτούργημα του επιστολογράφου.

Άρχισαν να κατηφορίζουν το βουνό. Πλέον, βρίσκονταν μέσα στην κοιλάδα, αντικρίζοντας την από ψηλά. Μια πυκνή, παγωμένη καταχνιά κατέβαινε από τις βουνοκορφές και κούρνιαζε στην πεδιάδα, κρύβοντας τα πάντα πίσω από ένα αδιαπέραστο στο μάτι λευκό πέπλο. Γύρω τους, έβλεπαν παντού γιγάντιους κορμούς δέντρων με γυμνά μαύρα κλαδιά, σαν τερατώδη μέλη με κοφτερά νύχια που προσπαθούσαν να αρπάξουν κάτι αόρατο μέσα από την ομίχλη... Είχε βρέξει πρόσφατα και διάσπαρτες μαύρες λίμνες νερού σαν θολοί καθρέφτες στόλιζαν τον λασπωμένο παλαιό μονοπάτι που συνέχιζε ολοένα και πιο μέσα στην κοιλάδα. Με κάθε βήμα τους, οι σύντροφοί διαισθάνονταν την ομίχλη γύρω τους να πυκνώνει και το δάσος να φαντάζει ολοένα και πιο εχθρικό...

What's Next? RPG trailer #1


Είμαι ο Παλαιός. Είμαι τούτη εδώ η Γη. Οι απαρχές μου χάνονται στη σκόνη του χρόνου. Υπήρξα πολεμιστής δίκαιος και ενάρετος. Κεραυνοβόλησα όσους επιβουλεύτηκαν την Πατρίδα, σαν την οργή του Δίκαιου Θεού. Τα χρόνια του πολέμου και οι εποχές των φονικών διαβρώσαν την ψυχή μου σαν τραχύς άνεμος που ευτελίζει το βράχο σε άμμο. Απώλεσα ό,τι καλό και ευγενικό. Έχασα τη δύναμη και το σφρίγος της νιότης. Το μόνο που μου απέμεινε ήταν ο θάνατος που χρωστούσα...

Nude Nuns With Big Guns

Μάστορας : Joseph Guzman
Παίχτες : Bill Oberst Jr., Tawny Amber Young & Devanny Pinn
Με δυό λογάκια :
Αφότου έδωσε τον όρκο της μοναχής, η αδερφή Sarah κακοποιήθηκε, υπέστη πλύση εγκεφάλου, ναρκώθηκε και βιάστηκε από ένα διεφθαρμένο ιερατείο και τους περιθωριακούς παρατρεχάμενούς του. Ευρισκόμενη στο κατώφλι του θανάτου από μια μοιραία δόση ναρκωτικών, βιώνει μια εξωσωματική εμπειρία που την αποδίδει σε μήνυμα από το Θεό. Αποφασίζει να φύγει από το δρόμο το στραβό και να αφιερώσει τη ζωή της στο να πάρει εκδίκηση από όσους αμαρτάνουν κρυμμένοι πίσω από το όνομά Του. Οπλισμένη με θεία οργή και με ένα βαρβάτο οπλοστάσιο, φέρνει την αποκάλυψη στους πρώην βασανιστές της. Η Εκκλησία προσλαμβάνει την περιβόητη συμμορία "Los Muertos" να την σταματήσει. Όμως, ακόμα και εκείνοι σύντομα θα συνειδητοποιήσουν ότι... THIS SISTER IS ONE BAD MOTHER!!!

Αναλυτικότερα :
Μακάρι να ήταν και τόσο καλό όσο ακούγεται ή μάλλον... διαβάζεται. Εξηγούμαι για να μην παρεξηγούμαι : δεν υπάρχει άνθρωπος (εκτός ίσως από τον Volrath) που μπορεί να εκτιμήσει ένα καλό b-movie όσο εγώ. Και εντάξει, η περίπτωση με τα b-movies είναι περίεργη. Τα περισσότερα ή τα αγαπάς ή τα μισείς. Όπως και να έχει, δεν έχει νόημα να τα βάζεις με τις ιδιαιτερότητές τους. Ή τα δέχεσαι ή τα αγνοείς. Όμως, ακόμα και έτσι, το “Nude Nuns With Big Guns” είναι ένα κακό B-movie. Αν γουστάρεις φάση με Μεξικό παρακμίλα και έτσι, θέλω να πω άμα είσαι ΑΡΡΩΣΤΟΣ με τέτοιες φάσεις, όπως ιδανικά απεικονίστηκαν στις ταινίες του Robert Rodriguez (From Dusk 'till Dawn, Machette, Desperado, Once Upon a Time in the West κλπ) ίσως και να τη βρεις εδώ. Ή απλά αν δεν έχεις ξαναδεί αντίστοιχες – αλλά πολύ καλύτερες – ταινίες του είδους. Σε μια πόλη όπου ο καλύτερος άνθρωπος έχει προφανώς σκοτώσει τη μάνα του, κάποιοι αληθινά ΚΑΚΟΙ άνθρωποι κλέβουν και βιάζουν ότι βρουν. Ο μεγαλύτερος dealer, νταβατζής, λαδέμποράς της πιάτσας είναι η εκκλησία (οκ, αυτό ανάλογα με τις απόψεις σου μπορεί και να μην απέχει και τόσο πολύ από την πραγματικότητα!) Καλόγριες γυμνές μέσα σε βρωμιάρικα υπόγεια φτιάχνουν την άσπρη σκόνη και την τυλίγουν σε χοντρά πακέτα από σελοφάν και μονωτική ταινία.

Ναι το πούμε αλλιώς : θεωρητικά, όλα οκ. Γυμνές καλόγριες; Γουστάρω. Φονικά; Γουστάρω. Βυζάκια κωλαράκια να αλωνίζουν αβέρτα σε κοινή θέα; Ναι, όμως! Ακόμα και ο ενίοτε αξύριστος “θάμνος”, - ΔΕΝ ΓΙΝΕΤΑΙ να υπάρξει thriller / exploitation χωρίς να έχει τουλάχιστον έναν! - καλοδεχούμενος είναι! Αν μη τι άλλο μου θυμίζει τα νιάτα μου!!! όμως όλα αυτά χρειάζονται και έναν ουσιαστικό λόγο ύπαρξης. Και εδώ δεν υφίσταται κάτι τέτοιο. Κύριος υπαίτιος το σενάριο, που είναι τουλάχιστον κουραδένιο, οι ερμηνείες απαράδεκτες – ακόμα και για b-movie – και η ταινία πνίγεται από δηθενιές και στερεότυπα. Όλα όσα θεωρητικά θα ήταν γαμάτα σαν concepts στην οθόνη σου εκτελούνται με μια ασυγχώρητη μετριότητα, που πολύ απλά στο cult δε χωρεί. Ή έχεις τα φράγκα, το skill κλπ και το εκτελείς άψογα (βλ. Περίπτωση Rodriguez) ή δεν τα έχεις και του γαμείς τη μάνα! (βλ “Troll 2” και άλλα παρεμφερή διαμάντια του είδους!) Μέσες λύσεις δεν υπάρχουν! Κι όμως, εδώ οι σκηνές δράσης πάσχουν από... οξεία βαρεμάρα – είναι όλες ίδιες! – το αυτό ισχύει και για τις splatter / gore σκηνές που περιορίζονται στα αποτελέσματα πυροβολισμών, βασικά είναι κατά 99% τρύπες με κόκκινο κραγιόν ζωγραφισμένες σε διάφορα μέρη σωμάτων. Α, και η λεπτομέρεια που κάνει τη διαφορά. Σε πολλά nunsploitation πόλος έλξης αποτελεί σαφέστατα και το... μπανιστήρι! Εδώ, αν και η γυμνή σάρκα που εκτίθεται στο μάτι είναι υπέρ του δέοντος άφθονη, εντοίτοις οι περισσότερες (γυμνές!) καλόγριες είναι αρκετά... άσχημες / υπέργηρες / κοκαλιάρες σε σημείο ανορεξίας! Ακόμα θυμάμαι τη sister Angelina και θρηνώ! Έλεος δηλαδή! Βέβαια, οι κακοί συμμορίτες που αρέσκονται τόσο να τις βιάζουν, δε σκαμπάζουν από όλα αυτά. Δε λέω, όπως διδάσκει και η λαϊκή ρήση, “άμα δε μπαζώσεις, δε χτίζεις!” Συμφωνώ και επαυξάνω. Αλλά προκειμένου να μπεις στον κόπο να κάνεις απεχθή σεξουαλικά εγκλήματα με τέτοια... θύματα, ε πρέπει να είσαι ΠΟΛΥ ΣΑΠΙΟΣ!!!

Πόσα πιάνει; 2 / 5

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011

The Dilemma (Το Δίλημμα)


Μάστορας : Ron Howard
Παίχτες : Vince Vaughn, Kevin James and Winona Ryder
Με δύο λογάκια :
Ο αθεράπευτος εργένης Ronny (Vaughn) και ο παντρεμένος Nick (James) είναι καλύτερα φιλαράκια μια ζωή. Ψωμί κι αλάτι έχουν φάει μαζί! Όταν όμως ο Ronny τυχαία ανακαλύπτει ότι η σύζυγος του Nick, Geneva (Ryder), τον απατάει, τότε μπαίνει σε ένα τρομακτικό δίλημμα. Να του το πει ή όχι; Και πότε ακριβώς; Αποφασίζει να ερευνήσει το θέμα παραπάνω και με ατό τον τρόπο θα απορυθμίσει τις ζωές όλων τους ακόμα περισσότερο...

Αναλυτικότερα :
Αγαπώ Kevin James, από τότε που τον πρωτοθαύμασα στον “Μπάτσο του Mall”. Από την άλλη ο Vince Vaughn μου ήταν πάντα αδιάφορος. Κατά τη γνώμη μου, ο άνθρωπος δεν έχει σταλιά κωμικού ταλέντου, απλώς έχει κάνει καλές γνωριμίες και συνεργασίες. Και εν τέλει, δεν έχει παίξει ποτέ και σε καμιά σπουδαία ταινία, ΕΚΤΟΣ από το επικά καμμένο “Dodgeball”. Εδώ, συνοδεύονται από ένα λαμπερό γυναικείο cast (Wynona Ryder, Jennifer Connely, Queen Latifa) και μια πρωτότυπη σεναριακή ιδέα. Φτάνει αυτό για να βγάλει μια καλή κωμωδία; Ναι... και όχι.

Για να πω την αλήθεια, αυτό το ταινιάκι στην αρχή του με κέρδισε. Η χημεία μεταξύ των δυο πρωταγωνιστών φαίνεται και αποδίδει. Εξαιρετική η σκηνή στο bar όπου διασκεδάζουν όλοι μαζί. Είναι αναμφισβήτητα ωραίο να βλέπεις την Jennifer Connely στο γυαλί ξανά, πόσο μάλλον σε πιο χαλαρή και γλυκουδιάρικη φάση. Και η Wynona Ryder, αν και θεωρείτο πιο τελειωμένη και από τους δεινόσαυρους, εδώ προσφέρει μια – επί το πλείστον – κεφάτη ερμηνεία. Όμως προοδευτικά η ταινία γίνεται ολοένα και πιο... σοβαρή και συνάμα... βαρετή και ξενέρωτη. Δε λέω ότι δεν έχει τις αναλαμπές της, όπως το σουρεαλιστικό κυνηγητό μεταξύ του Vaughn και του... εραστή της γυναίκας του φίλου του (απολαυστικά καρτουνίστικο μούτρο, αυτό το παλικάρι έχει μέλλον στην κωμωδία, να μου το θυμηθείτε!) Αλλά – ειδικά στο τελευταίο μέρος της – γίνεται αργή, βαριά και ασήκωτη, χωρίς κανένα λόγο. Μακάρι να το είχε συνεχίσει έτσι όπως το άρχισε. Αλλά ως έχει, δεν μπορέι παρά να τη χαρακτηρίσει κανείς σαν άλλη μια κωμωδιούλα του σωρού.

Πόσα πιάνει; 2,5 / 5

The Tourist


Μάστορας : Florian Henckel von Donnersmarck
Παίχτες : Johnny Depp, Angelina Jolie and Paul Bettany
Με δυό λογάκια :
Μια γοητευτική γυναίκα, η Elise (Angelina Jolie) κάθεται στη διπλανή θέση του τρένου με έναν Αμερικάνο τουρίστα, τον Frank (Johnny Depp), στο ταξίδι για Βενετία. Εκείνη τον φλερτάρει και εκείνος ανταποκρίνεται. Δεν ξέρει όμως ότι πρόκειται για παγίδα : τον έχει επιλέξει σαν αντιπερισπασμό για να στρέψει σε αυτόν τις υποψίες των ατόμων που καταδιώκουν τον αληθινό εραστή της. Στους οποίους συμπεριλαμβάνονται η Interpol, αλλά κι ένας μαφιόζος Ρώσος μεγιστάνας...

Αναλυτικότερα :
Τι όνομα κι αυτό! Florian Henckel von Donnersmarck ! Είναι ο τυπάκος που σκηνοθέτησε τις “Ζωές των Άλλων” και για αυτό θεωρείτο Hollywood's hottest, με τη σύμφωνη έγκριση κοινού και κριτικών, τουλάχιστον μέχρι να φάει τα μούτρα του σε αυτό εδώ το ταινιάκι. Να πω την αλήθεια, ποτέ δε συμπάθησα τις “Ζωές των Άλλων”. Μπέσα! Είναι ένα από τα πιο βαρετά έργα που έχω δει ποτέ. Και, φυσικά, από τα πιο υπερεκτιμημένα. Είδα το “The Tourist” γνωρίζοντας ότι δεν είναι καλή ταινία. Να πω την αλήθεια, εκείνο το απόγευμα, κάθε τι καινούριο που να με ενδιέφερε να δω ήταν νοικιασμένο στο βιντεοκλαμπ. Eίχα παραγγείλει και κάτι μερακλίδικους γύρους από το Μπάμπη, οπότε η συνοδεία του εδέσματος με κινηματογράφο ήταν τουλάχιστον επιβεβλημένη! Φανταζόμουν ότι η κακή φήμη της οφείλεται στο όλο αρνητικό hype που έπεται της κολοσσιαίας διαφήμισης και προβολής του σκηνοθέτη. Ε, όλα όσα μπορεί να έχετε ακούσει και διαβάσει για το "The Tourist" είναι τελικά αληθινά.

Είναι τεράστιο, είναι ΕΠΙΚΟ fail να έχεις στη δούλεψή σου τα 2 πιο καυτά ονόματα του Hollywood και μαγικές τοποθεσίες, budget, φήμη και όλα τα καλά και να βγάζεις μάπα ταινία. Εντάξει, υπάρχουν και τα Transformers 2 & Iron Man 2 και τόσες άλλες... φοιτητικές ταινίες εκατομμυρίων δολαρίων. Αλλά τουλάχιστον αυτές σε αποζημιώνουν εν μέρει όσον αφορά το “ουάου” θέαμα που θα δεις στους σινεμάδες. Εδώ να δεις τι; τη Jolie ντυμένη κακόγουστα από την κορυφή μέχρι τα νύχια για να κρύψει τη νευρική ανορεξία της; Το extra φλώρικο μουσάκι του Depp? Ή μήπως το γεγονός ότι αμφότεροι οι ηθοποιοί βαριούνται αφόρητα – και το δείχνουν;

Για να λέμε και του στραβού το δίκιο, δεν είναι ότι το “The Tourist” δεν βλέπεται επ' ουδενί. Σαφέστατα έχω – και έχεις – δει και χειρότερα. Κάποιες λίγες στιγμές, η χημεία του πρωταγωνιστικού ζεύγους ψιλοπαίρνει μπρος και μας προσφέρει κάτι λίγες απλώς καλές – κυρίως συναισθηματικές - σκηνές. Απλά είναι τραγικά κατώτερο του αναμενόμενου. Επιπλέον είναι ασυγχώρητα αργό, το κυνηγητό με τις βάρκες στα κανάλια της Βενετίας πρέπει να είναι ίσως το πιο αδιάφορο και αργό από... καταβολής κινηματογράφου!!! Επιπλέον, είναι βαρετό. Τόσο βαρετό, που κάνει ακόμα και τη Βενετία να φαντάζει αδιάφορη. Τόσο ανεπαρκές σκηνοθετικά και ερμηνευτικά που ακόμα και οι μεγάλες ανατροπές του φινάλε του δε σου κάνουν καμιά αίσθηση. Το Love story του είναι αθεράπευτα “λίγο”, οι διάλογοι μέτριοι, το σενάριο ένεκα των ανατροπών είναι γεμάτο από τρύπες που μπάζουν κάργα.

Πόσα πιάνει; 2 / 5 και πολλά του είναι...

True Grit (Αληθινό Θράσος)


Μάστορας : Ethan Coen, Joel Coen
Παίχτες : Jeff Bridges, Matt Damon, Josh Brolin, Hailee Steinfeld
Με δυό λογάκια :
Μετά τη δολοφονία του πατέρα της η 14χρονη Mattie Ross αποφασίζει να εκδικηθεί τον άνθρωπο που τον σκότωσε. Προσλαμβάνει τον πλέον σκληρό κυνηγό παρανόμων που μπορεί να βρει, έναν άνθρωπο με “αληθινά κότσια”, τον " Reuben J. "Rooster" Cogburn. Τον ακολουθεί στην άγρια ερημιά που απαρτίζει την ινδιάνικη επικράτεια προσπαθώντας ταυτόχρονα να υπομείνει τον αλκοολισμό, την τεμπελιά και γενικά την ιδιόρρυθμη φύση του. Στο ταξίδι τους θα προστεθεί ο Ranger LaBoeuf, που επίσης κυνηγάει το δολοφόνο, για δικούς του λόγους. Αυτή η ανομοιόμορφη ομάδα θα αντιμετωπίσει κινδύνους και εκπλήξεις που θα βάλουν σε δοκιμασία τα “κότσια” του καθενός.

Αναλυτικότερα :
Οι Joel & Ethan Coen ξαναενώνουν τις δυνάμεις τους με τον Jeff Bridges και αυτό από μόνο του θα έπρεπε να είναι αρκετό. Όμως, το πράμα γίνεται και καλύτερο : σκάρωσαν ένα καταπληκτικό remake ενός western του 1969 στο οποίο πρωταγωνίστησε ο μεγάλος John Wayne και του έδωσαν ένα μοντέρνο λούστρο, παραμένοντας ταυτόχρονα πιστοί στο πρωτότυπο. Καταπληκτική κινηματογράφηση, φωτογραφία και σκηνοθεσία, κάνουν αυτό το western να δείχνει ακριβώς όπως θα έπρεπε να είναι : σκονισμένο, ατμοσφαιρικό, αυθεντικό. Ποτέ ξανά η διήγηση ιστοριών γύρω από τη φωτιά δεν απεικονίστηκε με περισσότερη μαεστρία!

Οι λίγοι χαρακτήρες της ιστορίας είναι και αυτοί γνήσιοι, με εσώτερα μοτίβα, αληθινά συναισθήματα, συνήθειες, και φίσκα στις μικρολεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά. Και είναι διαολεμένα διασκεδαστικοί και ενδιαφέροντες! Φοβερή δουλειά από την πρωτοεμφανιζόμενη Hailee Steinfeld, πραγματικά εντυπωσιάζει στο ρόλο της μικρής αλλά πεισματάρας και πανέξυπνης Mattie. Για τον Jeff Bridges δε, στο ρόλο του Rooster Cogburn τι να πεις... θεός!!! Καταπληκτική η ερμηνεία του πλέον “colorful” χαρακτήρα της ταινίας, όπου ο αλκοολισμός, η θλίψη, το καφροχιούμορ, ο παραλογισμός αλλά και η γενναιότητά του βγαίνουν φυσικά και αβίαστα. Respect στο άτομο.

Κατά τα άλλα, το True Grit ούτε είναι τίγκα στους πυροβολισμούς, ούτε έχει ινδιάνους να αλαλάζουν καλπάζοντας γύρω από ένα καραβάνι. Βασικά το χαρακτηρίζεις περισσότερο ταινία χαρακτήρων παρά “κλασική” περιπέτεια. Τον πρώτο λόγο έχουν η ατμόσφαιρα, οι διάλογοι, τα συναισθήματα, ένα ρεαλιστικό και προσγειωμένο feeling της Άγριας Δύσης όπως τουλάχιστον τη γνωρίσαμε από τα κλασικά western, αλλά χωρίς τις υπερβολές, τα στερεότυπα και τις “καμμενιές” τους. Και πάνω από όλα, η χάρη του να λες μια ιστορία χωρίς διδάγματα και βαρυσήμαντα νοήματα, απλά για την ομορφιά του να περιγράφεις και να διηγείσαι. Τόσο απλά.

Ρεζουμέ :
Λιγουλάκι αργό σε σημεία, δεν παύει να είναι μια από τις κορυφαίες ταινίες της χρονιάς. Είτε σου αρέσουν τα western είτε όχι, εδώ μπορείς να επενδύσεις άφοβα.

Πόσα πιάνει; 4 / 5

Παρασκευή 10 Ιουνίου 2011

Feedback!




Ευχαριστώ ΠΟΛΥ το φίλο Αλέξη για τις φωτογραφίες που μου έστειλε και παραθέτω αυτούσια τα σχόλιά του σχετικά με την ιστορία της κάθε μιας!

Εικόνα 1: Από τον παλιόφιλο Γιώργο Παραδείση, που κάνει το αγροτικό του κάπου στην ορεινή Καρδίτσα. Είναι το σημείωμα ενός παππού στο Γιώργο, που ήθελε αυθαίρετα να αλλάξει τα co-aprovel που έπερνε με co-diovan..

Εικόνα 2: Πραγματικό περιστατικό στα Τρίκαλα. Διάβασε την ιστορία: "Απίστευτη εξέλιξη είχε ο έλεγχος αποδείξεων πελάτη του, από γνωστό λογιστή των Τρικάλων. Μέσα στις αποδείξεις του πασίγνωστου Τρικαλινού επιχειρηματία, εντόπισε ο λογιστής και αυτή για παροχή υπηρεσιών από οίκο ανοχής των Αθηνών που ο μερακλής πελάτης, πρόσθεσε στα αιτιολογικά για μείωση του φόρου εισοδήματος."

Εικόνα 3: Αυτή η ΘΕΪΚΗ ΕΙΚΟΝΑ είναι από τις παλιές καλές μέρες του αγροτικού μου στην Αγιά, όταν ένας ασθενής - απίστευτος τυπάς - αφού του "περιποίηθηκα" το θλαστικό στο κεφάλι του, μου έδωσε γεμάτος καμάρι την κάρτα του, για οτιδήποτε τον χρειαστώ. Όπως θα διαπιστώσεις, οι επαγγελματικές του δραστηριότητες απλά δεν υπάρχουν...

Winter's Bone (Στην Καρδιά του Χειμώνα)


Μάστορας : Debra Granik
Παίχτες : Jennifer Lawrence, John Hawkes and Garret Dillahunt
Με δυό λογάκια :
Μια κοπέλα πρέπει να βρει άμεσα μικροαπατεώνα τον πατέρα της. Προκειμένου να βγει σε αναστολή είχε υποθηκεύσει το σπίτι και τη γη που μένουν αυτή, η άρρωστη μητέρα της και τα μικρά αδέρφια της. Όμως αν δεν παρουσιαστεί στο δικαστήριο, θα τους πάρουν τα πάντα. Εκείνος είναι άφαντος. Πέφτει σε εκείνη το βάρος να ανακαλύψει που βρίσκεται, ή να φέρει επαρκείς αποδείξεις ότι κάτι σοβαρό του συνέβη...

Αναλυτικότερα :
Είναι φοβερά παράξενο και λιγάκι ειρωνικό να κάθομαι μέσα στο κατακαλόκαιρο και να γράφω review για μια ταινία που ονομάζεται “Στην Καρδιά του Χειμώνα”. Κατ'αρχήν, να ξεκινήσουμε από τα βασικά. Επειδή πλασάρεται σαν θρίλερ από τους γιδοβοσκούς της εταιρίας διανομής : ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ! Βασικά, θυμάστε μια ταινία με παρεμφερή τίτλο που είχα παρουσιάσει πριν κανα 6μηνο ονόματι “Frozen River”? Ε, το “Winter's Bone” είναι σαν το “Frozen River” - αλλά όχι τόσο πολύ καλό! Κοινώς, είναι μια αμιγώς κοινωνικοδραματική ταινία, με βαρύ και ασήκωτο mood και εξέχουσα μελαγχολική ατμόσφαιρα. Ελάχιστοι διάλογοι, τα πάντα εδώ υπονοούνται και εκφράζονται μέσα από τα πρόσωπα και τα βλέμματα των ηθοποιών. Γυμνή, ρεαλιστική φωτογραφία, λιτή σκηνοθεσία, πολλή ένταση που πάντα υποβόσκει και πλήρης απουσία εκρήξεων, μελούρας και ζουμιών. Βουβό δράμα και πικρία που έχει γίνει βίωμα στους τσακισμένους περιθωριακούς χαρακτήρες που ταιριάζουν απόλυτα με το ερημωμένο τοπίο και τα παραπήγματα που είναι τα καταλύμματά τους.

Η αλήθεια καραδοκεί στο τέλος και είναι άσχημη, ωμή και βρώμικη. Και μια υποψία συγκρατημένης αισιοδοξίας στο φινάλε. Εξαιρετικό και προσεγμένο, αλλά κομματάκι στατικό για τα γούστα μου, προσωπικά θα ήθελα λίγο περισσότερη ποικιλία στις πράξεις, τα λόγια και τις περιηγήσεις της πρωταγωνίστριας. Και λίγο περισσότερη “κίνηση” στην πλοκή, τα πάντα φαντάζουν να έχουν – κυριολεκτικά – παγώσει σε σημείο που οι πιο υπερκινητικοί των θεατών θα φλερτάρουν με τον... ύπνο! Αλλά και πάλι μπορεί απλώς εγώ να γίνομαι γερογκρινιάρης.

Πόσα πιάνει; 3,5 / 5

Black Swan (Μαύρος Κύκνος)


Μάστορας : Darren Aronofsky
Παίχτες : Natalie Portman, Mila Kunis, Vincent Cassel
Με δυό λογάκια :
Μια μπαλαρίνα αναλαμβάνει τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε ένα ντελούξ προχώ reimagining της “Λίμνης των Κύκνων”. Αλλά η ευαίσθητη και καταπιεσμένη φύση της δε θα αντέξει το φορτίο και στην πορεία το μυαλό της θα αρχίσει να την εγκαταλείπει...

Αναλυτικότερα :
Πρώτον : αν δεν έχεις ιδέα για αυτή την ταινία, welcome to planet Earth! Έχει γίνει τόσο γνωστή που πραγματικά δεν ξέρω καν εαν έχει νόημα να την κριτικάρω. Επειδή όμως η άποψη είναι σαν την κωλοτρυπίδα και κωλοτρυπίδα ως γνωστόν έχουμε όλοι από μια, είτε σας αρέσει είτε όχι, εγώ εδώ θα σας εκθέσω τη δικιά μου (άποψη, όχι κωλοτρυπίδα!) γιατί στο κάτω κάτω στο (διαδικτυακό) σπίτι μου είστε, εγώ είμαι ο νοικοκύρης και εσείς είστε οι μουσαφιραίοι, να θυμόμαστε τους ρόλους μας δηλαδή! Και σπίτι μου κάνω ότι θέλω ΕΓΩ! Like a boss!!!

Εντάξει, δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός με τον Aronofsky. Ο άνθρωπος είναι ένας από τους 3 μεγαλύτερους ενεργούς σκηνοθέτες στον πλανήτη. Και οι ταινίες του είναι (σχεδόν χωρίς εξαίρεση) αριστουργήματα. Εδώ πιάνει – όπως πάντα – ένα δύσκολο, σχεδόν απάλευτο, κινηματογραφικά θέμα και το βγάζει αλφάδι. Παράλληλα βγάζει από την έτσι κι αλλιώς πολύ αξιόλογη Natalie Portman την καλύτερη ερμηνεία της καριέρας της μέχρι τώρα. Μιλάμε για ερμηνεία που σπάει κόκαλα, που συγκινεί, συγχίζει, τρομάζει. Όλα τα λεφτά. Και το κοριτσάκι αυτό θα γίνει πολύ μεγάλη, μαντεύω ότι στα επόμενα 20 χρόνια θα μιλάμε για αυτήν με το σεβασμό που μιλάμε τώρα για τη Meryl Strip. Αλλά και το υπόλοιπο της ταινίας δεν πάσχει σχεδόν καθόλου. Απλά η ερμηνεία της Portman είναι τόσο καλή που σχεδόν το υποδαυλίζει! Οι λεσβιακές σκηνές με τη Mila Kunis είναι υπέρ του δέοντος καλοδεχούμενες, αν και κομματάκι συντηρητικές για τα γούστα μου. Και γενικά, αν μπορώ να παραπονεθώ για κάτι σχετικά με αυτό το κινηματογραφικό διαμαντάκι, είναι αυτό το... κομματάκι συντηρητικό.

Η απεικόνιση του ανθρώπου που χάνει σιγά σιγά τα λογικά του και παρασύρεται στη δίνη της σχιζοφρένειας, αν και ενίοτε γίνεται έναυσμα κάποιες καταπληκτικές σκηνές (όπως με εκείνη με την παρανυχίδα στον καθρέφτη), φαντάζει ένα κλικ πιο επιτηδευμένη, συμβολική, βιντεοκλιπίστικη και εν γένει “καλλιτεχνική” από όσο θα έπρεπε. Και στο τέλος του, ο “Μαύρος Κύκνος” αποδεικνύεται πολύ πιο ανώδυνος από όσο θα μπορούσε – και θα έπρεπε – να είναι, ειδικά για τα δεδομένα του Aronofsky. Μήπως ο Darren μαλάκωσε, μήπως φταίει η ταπεινή παραγωγή, ή το ψαλίδι στο μοντάζ; Βλέποντας κάποια documentaries για το “Black Swan” εντόπισα κάμποσες σκηνές που είμαι απόλυτα σίγουρος ότι ουδέποτε είδα στο dvd. Μήπως να περιμένουμε ένα director's cut στο μέλλον; όπως και να έχει και παρά τα εν γένει παραπονάκια μου, δε μπορώ να μην προτείνω ανεπιφύλακτα την ταινία, το κάνω όμως πολύ περισσότερο για την ερμηνεία – φαινόμενο της Natalie Portman. Σαν ταινία είναι αναμφισβήτητα πολύ καλή, αλλά σαφέστατα είναι και ένα βήμα πίσω σε σχέση με το “The Wrestler” ή με το “The Fountain”.

Πόσα πιάνει; 4 / 5

The Killer Inside Me (Ο Δολοφόνος Μέσα μου)


Μάστορας : Michael Winterbottom
Παίχτες : Casey Affleck, Kate Hudson and Jessica Alba
Με δυό λογάκια :
Η σταδιακή αποκάλυψη ότι ένας φαινομενικά καθωσπρέπει αστυνομικός σε μια επαρχιώτικη πόλη είναι ψυχοπαθής δολοφόνος.

Αναλυτικότερα :
Ποτέ δεν μπορείς να πεις όχι σε ένα noir. Είναι σαν το μπέικον : έτσι και το συμπεριλάβεις στο φαΐ σου ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ να βαδίζεις στη λάθος κατεύθυνση. Και με τι casting! Jessica Alba στο ρόλο της πόρνης (αν και δυστυχώς με ένα χτένισμα / βάψιμο που δεν της πάει καθόλου) και μάλιστα σε αρκετά καυτές σκηνές! Και η Kate Hudson! Αποκάλυψη η τροφαντή κωλάρα της που τρώει αβέρτα ζωναριές και κοκκινίζει λαχταριστά! Δεν μπορείς να πεις όχι σε ένα καλό spanking! Απλά τα πράματα : ΟΤΑΝ ΡΙΧΝΕΙΣ ΚΩΛΟΣΚΑΜΠΙΛΑ ΔΕ ΓΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΒΑΔΙΖΕΙΣ ΣΕ ΛΑΘΟΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ! Είναι σαν να βάζεις μπέικον στο φαΐ σου! Πάντα σωστή πράξη! Spank da bitches! Δηλαδή εδώ πρέπει να την έχω καταβρεί, σωστά; Καυτές πρωταγωνίστριες, ΚΩΛΟΣΚΑΜΠΙΛΑ (σοβαρά τώρα, πρέπει να βγαίνουν περισσότερες ταινίες που να θίγουν το θέμα!) noir ατμόσφαιρα. Σωστά; εμ... Όχι! Γιατί;

Πρώτον, είναι τουλάχιστον απαράδεκτος και ανεπαρκέστατος ο κεντρικός πρωταγωνιστής. Ποτέ δεν έχουμε ούτε ένα επαρκές insight στον ψυχισμό ενός χαρακτήρα που αν μη τι άλλο θα έπρεπε να είναι πολυσχιδής, άκρως ενδιαφέρων και να μονοπωλεί το θέμα της ταινίας, καθώς είναι ο ΛΟΓΟΣ ΥΠΑΡΞΗΣ αυτής. Απεναντίας, ο τυπάκος ειναι πάντα αποστασιοποιημένος από τα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω του, τόσο πολύ που αποξενώνει και τον θεατή από τα δρώμενα και σε κάνει σχεδόν να μην πιστεύεις ότι μπήκε στον κόπο να κάνει όλα αυτά για τα οποία δείχνει κατά τα άλλα να μη τον ενδιαφέρουν καθόλου. Βέβαια, αυτό το σφάλμα πρέπει να αποδοθεί και στον σκηνοθέτη και όχι μόνο στην ερμηνεία του ηθοποιού. Επιπλέον μείον η εκνευριστική προφορά του. Και δεύτερον, μια ισχνή πλοκή που βάζει πάνω από όλα το στυλ αφήνοντας την ουσία πολύ πιο πίσω στη σειρά των προτεραιοτήτων που είχαν οι παραγωγοί για αυτή την ταινία, με αποκορύφωμα το απαράδεκτο και άκρως παράλογο φινάλε που θα σε αφήσει με μια απορημένη έκφραση που θα δώσει τη θέση της στην αγανακτισμένη άρων άρων απόσπαση του δισκακίου (πώς τα λέω ο πούστης!) από τη συσκευή αναπαραγωγής του.

Πόσα πιάνει; εντάξει, δεν είμαι αντικειμενικός. Του αξίζει λιγότερο. Αλλά για τα απολαυστικά κωλοσκάμπιλα και τις απρόσμενα βίαιες και άμεσες σκηνές ξυλοδαρμού των πρωταγωνιστριών, του βάζω ένα 3 / 5

The Rite (Η Τελετή)

Μάστορας : Mikael Håfström
Παίχτες : Anthony Hopkins, Ruttger Howerr
Με δυό λογάκια :
Η ιστορία ενός νεαρού ιερέα που έχει αμφιβολίες με την πίστη του, από την ιερατική σχολή, σε ενα σεμινάριο για εξορκιστές και από εκεί σε ένα χωριό της Ιταλίας όπου ένας παλαίμαχος εξορκιστής κάνει ότι μπορεί για να αντεπεξέλθει...

Αναλυτικότερα :
Εντάξει, μερικές ταινίες με το καλημέρα σε προκαταβάλλουν αρνητικά. Δηλαδή, έλεος. Άλλη μια ταινία με εξορκισμό; Ακόμα να το καταλάβουν ότι μετά τον ορίτζιναλ “Εξορκιστή” το καλούπι έσπασε; Και στο πόστερ καπάκι η μάπα του Anthony Hopkins λες και η ταινία δεν έχει δικό της θέμα; Δηλαδή πόσο πιο κράχτης; Τέλως πάντων, έχε χάρη που αφενός ο φίλος Anthony δύσκολα θα έπαιζε σε ότι κι ότι ταινία, αφετέρου η προηγούμενη αντίστοιχη ταινία που είχα δει σχετικά με εξορκισμό (“The Last Exorcism”του Eli Roth) δεν ήταν και τόσο κουραδένια, οπότε είπα να δοκιμάσω και εδώ και το πολύ να μανούριαζα μετά για άλλες 2 χαμένες ώρες από τη ζωή μου. Προσπερνώ την προσβλητικά φλώρικη φάτσα του πρωταγωνιστή – δύσκολο γιατί την τρως στη μάπα 2 παρά κάτι ώρες. Το παλικαράκι μπορώ να το φανταστώ μονάχα να παίζει σε εφηβικό ρομάντζο / κλαψομούνι ή το πολύ σε ερωτική κωμεντί. Τελείως αποτυχημένη επιλογή σε casting. Τέλωσπάντων – ξανά! - τη δουλειά του εδώ ας πούμε πως την κάνει. Που δεν την κάνει, αλλά τέλωσπάντων. Και μια που λέμε για casting, μπορεί να μου εξηγήσει κανείς ποιός φωτεινός παντογνώστης βάζει σε κάθε δεύτερη ταινία που βγαίνει πλέον εκεί έξω, σαν lead female role την... Alice Braga? Δηλαδή, γαμώ το κέρατό μου. Πρώτον : η γυναίκα είναι σκατόμπαζο, θυμίζει slim εκδοχή της... Λουκά! Δεύτερον, δεν είναι και τόσο καλή ηθοποιός! Εντάξει, το ξέρω ότι το τούτο της θυμίζει κάπως Sigourney Weaver – για αυτό και την έβαλαν όχι σε μια, αλλά σε 2 ταινίες Alien να παίξει – αλλά κατά τα άλλα πέρασε και δεν ακούμπησε.

Πάντως, το ταινιακι από την αρχή δείχνει να είναι αρκετά προσεγμένο, καλογυρισμένο και με άποψη. Πολύ καλή φωτογραφία και διάλογοι, αν και με μερικές “Αμερικανιές” στην αρχή. Η ταινία γίνεται απείρως πιο ενδιαφέρουσα όταν η δράση μεταφέρεται στο χωριό έξω από τη Ρώμη, κοινώς όταν μπαίνει ο Anthony Hopkins στην εικόνα. Από τον πρώτο εξορκισμό καταλαβαίνεις ότι τα πράματα εδώ είναι διαφορετικά και η αντιμετώπιση πολύ πιο ώριμη, ψαγμένη και ρεαλιστική. Βασικά, αυτό που διαχωρίζει το “The Rite” από όλες τις υπόλοιπες ταινίες εξορκισμού είναι ότι εδώ επιχειρείται μια πιο ρεαλιστική ματιά σε αυτό το αμφιλεγόμενο θέμα και επιπλέον δίνεται έμφαση στον προβληματισμό κατά πόσο τα άτομα που ζητούν εξορκισμό δεν είναι απλώς ψυχικά νοσούντες που θα ήταν πολύ καλύτερα αν είχαν ψυχιατρική αντιμετώπιση. Υποθέτω ότι πολλοί μπορεί να ξενερώσουν με αυτό, καθώς θα ζητούσαν πολύ περισσότερη δράση και “σπλατς” στοιχεία. Αλλά δεν παίζουν. Τα διακριτικά make up effects αντικαθιστούν τις σπλαττεριές και οι καλοί διάλογοι και οι ψυχεδελικοί εφιάλτες του πρωταγωνιστή συμβάλλουν σε μερικές πραγματικά υποβλητικές και συναισθηματικά φορτισμένες σκηνές.

Το κακό με το Rite, πέρα από το κακό casting, είναι ότι στα τελευταία 15 λεπτά του πέφτει στην παγίδα που τόσο περίτεχνα προσπαθούσε τόση ώρα πριν να αποφύγει. Με άλλα λόγια, στο τέλος τρώμε στη μάπα – ξανά, όπως και σε κάθε άλλη ταινία εξορκισμού – b-movie-άρικα “μπλιάχ” make up effects, τηλεκινήσεις και poltergeist φαινόμενα του κώλου και τυπικές για το είδος ατάκες. Αν είχε επιμείνει μέχρι τέλους στην “μυαλωμένη” αντιμετώπιση του θέματός του και υποστήριζε ακόμα περισσότερο την διαφορετικότητά του από την b-movie-άρικη πλέμπα, τα πράγματα θα ήταν σαφώς καλύτερα. Όπως και να έχει, παρά τα ελαττωματάκια του βλέπεται ευχάριστα και είναι σαφέστατα πολύ πιο μπροστά από τις υπόλοιπες ταινίες του είδους.

Πόσα πιάνει; 3,5 / 5

Hereafter (Η Ζωή Μετά)


Μάστορας : Clint Eastwood
Παίχτες : Matt Damon
Με δυό λογάκια :
Η παράλληλες ιστορίες 3 άγνωστων μεταξύ τους ανθρώπων που είχαν εμπειρίες με το θάνατο και τη μετά θάνατον ζωή. Μια γυναίκα που είχε επιθανάτια εμπειρία και αυτό άλλαξε τη ζωή της για πάντα. Ένας άντρας με την ικανότητα να επικοινωνεί με τους νεκρούς και θεωρεί αυτό του το χάρισμα περισσότερο κατάρα παρά δώρο. Ένα παιδί που χάνει τον αγαπημένο δίδυμο αδερφό του. Οι ζωές τους θα ακολουθήσουν ξεχωριστές πορείες και κάποτε θα διασταυρωθούν, με νικητή τη ζωή.

Αναλυτικότερα :
Η νέα ταινία του Clint Eastwood. Θέλεις τίποτα άλλο; Υπάρχει μήπως περίπτωση να μη τη δεις; Για μένα τουλάχιστον η απάντηση είναι ένα περήφανο ΟΧΙ! Απόλυτο respect στον μεγάλο σκηνοθέτη που είναι η ζωντανή απόδειξη ότι... balls do not age! Κι ας μην κατορθώνει να πετυχαίνει πάντα τα υψηλά standards που ο ίδιος έχει θέσει – ακόμα δε μπορώ να καταλάβω γιατί έκανε εκείνο το “Invictus” με το rugby και τον Morgan Freeman σαν Nelson Mandela – εμείς εδώ στην καμαριέρα πάντα θα αγαπάμε και θα γουστάρουμε Clint. Και ευτυχώς, το “Hereafter” είναι σκάλες καλύτερο από τα “Invictus” & “The Changeling”. Εντάξει, δεν φτάνει και στο επίπεδο των “Million Dollar Baby” & “Gran Torino”, αλλά ας μην είμαστε και πλεονέκτες. Όπως λέει και ο Μεγάλος ο ίδιος : “Ποτέ δε μπόρεσα στη διαδικασία να σκεφτώ τι θα άρεσε στο κοινό. Απλά σκέφτομαι πώς θα ήταν μια ταινία που θα ήθελα να δω και θα πήγαινα να τη δω αν την είχε γυρίσει κάποιος άλλος και με αυτό το κριτήριο την φτιάχνω.”

Δύσκολο θέμα και δύσκολο εργάκι το “Hereafter”. Δύσκολο το θέμα του – εκτός κι αν θέλεις να το ευτελίσεις και να του βάλεις τσόντα CGI effects του κώλου, κονσέρβα σενάριο / διάλογο / χαρακτήρες και ένα cool movie poster. Κάτι που φυσικά ΔΕΝ θα έκανε ποτέ ο Clint. Σαν αποτέλεσμα, μας προσφέρει μια ταινία πρακτικά χωρίς αρχή και τέλος, χωρίς απαντήσεις στα ερωτήματα που θέτει, επειδή, φυσικά, το θέμα που πραγματεύεται ΔΕΝ έχει πρακτικές, χειροπιαστές απαντήσεις να δώσει. Τώρα, κατά πόσο θα σου κάτσει καλά να δεις μια ταινία 130 λεπτών που δεν καταλήγει πουθενά, περί ορέξεως κολοκυθόπιτα. Αν όμως θέλεις να δεις καλές ερμηνείες, αλφάδι διαλόγους και σκηνοθεσία (τόσο καλή, που κάνει ακόμα και τον noob-ά Matt Damon να περνάει για αληθινά καλός ηθοποιός!), αν θες να δεις την πλέον αξιοπρεπή – αν και από τη φύση της ατελή – αντιμετώπιση του ΠΛΕΟΝ αμφιλεγόμενου θέματος, μοιράσου άφοβα το τελευταίο όραμα του θείου Clint. Όπως και να έχει, δε θα το μετανιώσεις.

Πόσα πιάνει; 3,5 / 5

Σάββατο 4 Ιουνίου 2011

Last words : No Rest for the Wicked

Age of Worms : Επιμύθιο


Λίγα χρόνια μετά. Κάπου πολύ Νότια, σε ένα αχαρτογράφητο, τροπικό νησί.

(Δαίμονας, μιλώντας τηλεπαθητικά) : “Άρχοντά μου, τα δεδομένα που μαζέψαμε από το περιστατικό με τον Kyuss αποδείχθηκαν ανεκτήμητα. Όλα τα πειράματα δείχνουν ότι με την αρωγή της επιστήμης μου, το σχέδιό σου θα δουλέψει τέλεια. Τα πάντα είναι έτοιμα. Το μόνο που απομένει είναι να δώσεις εσύ την εντολή...”


(Παύση σιωπής. Μετά, σαν μοναδική απάντηση ακούγεται ένας φριχτός βορβορυγμός
από δυο ξεχωριστές φωνές που όμως ανήκουν στο ίδιο πλάσμα και προφέρουν τα ίδια λόγια ταυτόχρονα, αντηχώντας η καθε μια από ένα διαφορετικό, τερατώδες λαρύγγι) :


“Τοποθετήστε τις συσκευές και οπλίστε τις. Το Savage Tide αρχίζει...”

Allods' Epilogue

Allods, the Legendary!

Το κύμα πάφλαζε και χάιδευε ρυθμικά την ακτή. Ένα σιγανό αεράκι τραγουδαγε στα αυτιά και παρέσερνε λυτά μαλλιά, κορδέλες και ψάθινα καπέλα. Ήταν μια παραλία εξωτική, με γαλαζοπράσινα νερά, πλαισιωμένη από κοκοφοίνικες που έριχναν πλούσια σκιά και δρόσιζαν την αμμουδιά που απλωνόταν από κάτω τους. Το μάτι ενός προσεκτικού παρατηρητή, θα μπορούσε να διακρίνει δυο λεπτοκαμωμένες φιγούρες ξαπλωμένες σε σκοινένιες αιώρες, αγκαλιασμένες. Και αν κατάφερνε κανείς να τους πλησιάσει αθέατος, θα μπορούσε ίσως και να κρυφακούσει τον μεταξύ τους διάλογο...

(αγόρι)“- Ακόμα δεν καταλαβαίνω γιατί την κοπανήσαμε έτσι... τώρα όλοι θα γιορτάζουν, θα δοξάζονται και θα κολυμπούν στο χρήμα. Μόνο εμείς μείναμε πάλι ταπί χωρίς να βγάλουμε τίποτα...”

(κορίτσι)”- Δε γινόταν αλλιώς. Δεν μπορούσαμε να κάνουμε τίποτα με σένα όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα. Όλα όσα έχουν συμβεί σε έχουν ήδη κάνει υπερβολικά γνωστό. Αυτό έπρεπε να διορθωθεί. Η Οργάνωση δε θα μπορούσε με τίποτα να σε χρησιμοποιήσει έτσι.”

(αγόρι) “- Μα, δεν πρόλαβα καν να πω στους φίλους μου ένα αντίο, να τους ενημερώσω τι παίζει για να μην στεναχωριούνται! Τώρα όλοι νομίζουν ότι είμαστε νεκροί, θα μας κάνουν κηδείες, μνημόσυνα και δε συμμαζεύεται...”

(κορίτσι) “- Χαλάρωσε και απόλαυσέ το! Και άμα γουστάρεις, θα σε πάω να παρακολουθήσουμε μαζί, κάπου κρυμμένοι, την κηδεία μας! Θα είναι και γαμώ τις φάσεις! Σοβαρά τώρα, αν θέλεις τη γνώμη μου, πιστεύω ότι τους φίλους σου θα τους συναντήσεις ξανα στο μέλλον – αν και προφανώς τις περισσότερες φορές κάτι τέτοιο θα είναι τελείως εν αγνοία τους...”

(αγόρι) “... εντάξει... Τώρα λοιπόν, θα μου πεις επιτέλους περισσότερα για την Οργάνωση που δουλεύεις;...”

(κορίτσι, διακόπτοντας τον) “...που δουλεύουμε θέλεις να πεις!”

(αγόρι) “ε, ναι, αυτό...”

(κορίτσι, αγκαλιάζοντάς τον ) “Είναι η πιο γαμάτη φάση που υπάρχει! Πίστεψέ με : τώρα αρχίζει το καλό πράμα...

Lyna's Epilogue

Lyna, warmage of Greyhawk

Η Lyna βρήκε στο Greyhawk την υπόλοιπη οικογένειά της, πλέον ελεύθερη από την καταδίκη που τους είχε επιβάλλει ο Loris Raknian, σώους και αβλαβείς. Τους εξήγησε τα καθέκαστα και συμπλήρωσε από τις αφηγήσεις τους τα δικά της κενά στη σειρά των γεγονότων. Μετά, επέστρεψε στο Diamond Lake. Πάνω στο μνήμα της Lilly, πλέον ελεύθερη από την απειλή του Kyuss και αθέατη από όλους, έκατσε και έκλαψε τα δάκρυα που όφειλε στη μικρή της αδερφή. Μερίμνησε για τη μεταφορά της σωρού της στο Greyhawk και την τοποθέτησε δίπλα στο μνήμα του πατέρα τους. Σαν τελευταίο δώρο, της επέστρεψε την μαγική πένα που ήταν η αρχή για βάσανα και τις δυστυχίες της – αλλά και για την περιπέτεια που οδήγησε στην καταστροφή του Kyuss και τη σωτηρία του κόσμου.

Όταν τα δάκρυά της στέγνωσαν, βρέθηκε αντιμέτωπη από μια απροσδόκητη ευθύνη. Τα νέα παιδιά από τη σχολή μαγείας της Tarth Moorda που εστάλησαν για να τη βοηθήσουν να καταπολεμήσει τους νεκροζώντανους στο Alhaster, νεαροί warmages, και αθώοι, αγνώμονες από τους τρόμους του κόσμου, όπως εξάλλου ήταν κάποτε και η ίδια, την αναζήτησαν περιμένοντας από εκείνη οδηγίες για το τι θα κάνουν μετέπειτα. Τα περισσότερα από αυτά που είχαν παραμείνει στο Alhaster ήταν ορφανά, με τις οικογένειες και τις ζωές τους κατεστραμμένες από τους υπηρέτες και τα πλάσματα του Kyuss και δεν είχαν πού αλλού να πάνε. Στράφηκαν σε εκείνη για βοήθεια και συμβουλή. Και η Lyna, ανταποκρίθηκε και βρήκε έναν επιπλέον σκοπό στη ζωή της...

...Επέστρεψαν όλοι μαζί στο Greyhawk. Με τους καλύτερους από τους νεοαποκτηθείς μαθητές της, ίδρυσαν μια σχολή μαγείας αποκλειστικά για warmages, την πρώτη μετά από την Tarth Moorda. Στα χρόνια που πέρασαν, διαπίστωσε με λύπη ότι ο κόσμος δεν ήταν ήσυχο μέρος. Και πάντα θα χρειαζόταν περισσότερους warmages, για να πλήξει με ξόρκια καταστροφής κάθε λογής εχθρούς. Όταν ήρθε η ώρα, κληροδότησε τη σχολή σε άξια χέρια και αποσύρθηκε, ζώντας τα υπόλοιπά της χρόνια όπως πάντα επιθυμούσε και δεν είχε ποτέ μέχρι τότε καταφέρει : με ηρεμία.

… και τελικά δεν παντρεύτηκε τον Mariss Quemp...

Koelas' Epilogue

Koelas, Windwalker

Η κληρονομιά των Wind Dukes βρήκε στον Koelas τον επόμενο κηδεμόνα και φρουρό της. Μετά από ένα σύντομο διάστημα παραμονής στον τόπο της γέννησής του, ανάμεσα στην οικογένεια και τους αγαπημένους του ανθρώπους, ανακάλυψε ότι ήταν πλέον ένας τελείως διαφορετικός άνθρωπος σε σχέση με τον Koelas που μόλις λίγους μήνες πριν είχε αναχωρήσει για να παρευρεθεί σε έναν ανούσιο εορτασμό για τη βασιλεία του Zeech. Δε μπορούσε πια να ζήσει όπως παλιά. Περιστοιχιζόταν από όλα όσα πολέμησε και μάτωσε για να υπερασπίσει. Όμως, μέρα με τη μέρα συνειδητοποιούσε ολοένα και περισσότερο ότι του ήταν αδύνατο να προσαρμοστεί στη ζωή ενός ευγενή. Τις καταστάσεις και τα πρόσωπα που του έδιναν μέχρι πρότινος χαρά, τα αντιλαμβανόταν σαν θολές, ξεθωριασμένες εντυπώσεις. Πλέον, η αίσθηση και το καθήκον της κληρονομιάς των Vaati, ήταν το πρώτο και σημαντικότερο πράγμα που επικρατούσε στη σκέψη του. Είχε αντικρίσει κατάματα το πρόσωπο του πεπρωμένου του και πλέον δεν υπήρχε γυρισμός.

Έτσι, μια χειμωνιάτικη νύχτα που οι άνεμοι του Redhand λυσσομανούσαν και του ψιθύριζαν ιστορίες και μυστικά από αιώνες ξεχασμένα, κάλεσε για μια ακόμη φορά το γεράκι, τον μοναδικό αληθινό του φίλο, και μετατρέποντάς το σε άρμα των ανέμων, έφυγε και δεν κοίταξε πίσω του ποτέ ξανά. Στα επόμενα χρόνια, αναζήτησε όλα τα μνημεία και τα κρυμμένα artifact που άφησαν πίσω τους οι Wind Dukes, κληρονομιά στον κόσμο που θυσιάστηκαν για να προστατέψουν. Βρήκε τα πάντα στη θέση τους και σε κατάσταση αναμονής, απλώς περιμένοντας να ζωντανέψουν ξανά από το χέρι ενός εκλεκτού.

Ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, ενεργοποιώντας τα ένα ένα. Τελικά ανακάλυψε ότι το κάθε μνημείο των Wind Dukes σηματοδοτούσε ένα κομβικό σημείο απ'όπου περνούσε η ζωτική ενέργεια του πλανήτη και από εκεί διαχέονταν στην επιφάνεια και το εσωτερικό του. Επαναλειτουργώντας τους μυστικούς μηχανισμούς, ένωσε όλα τα κομβικά σημεία μαζί σε ένα ζωντανό ενεργειακό δίκτυο που θα προστάτευε από εδώ και στο εξής τον κόσμο. Και όταν τελείωσε από τη σφαίρα του Oerth, ταξίδεψε και σε άλλους κόσμους και πεδία ύπαρξης, γιατί η αυτοκρατορία των Vaati επεκτεινόταν σε όλο το πλάτος του great wheel, και παντού υπήρχαν εγκατελειμμένα και ξεχασμένα τα μνημεία της κληρονομιάς τους. Έτσι, γεννήθηκε ο θρύλος του πρώτου planar ranger στην ιστορία του σύμπαντος...

Nechthor's Epilogue

Nechthor of Diamond Lake

O Nechthor παρέλαβε μια πόλη κατεστραμμένη και χρεωκοπημένη. Χρειάστηκαν μήνες ολόκληροι προκειμένου να επιδιορθωθούν οι πλέον εκτεταμένες ζημιές. Για τα επόμενα χρόνια, η μειονεκτική θέση του Alhaster το καθιστούσε ευάλωτο σε κάθε πιθανό εχθρό : πειρατές, ληστές και κακόβουλοι γείτονες εποφθαλμιούσαν το μοναδικό λιμάνι του βορρά και το διεκδίκησαν άπληστα και αδυσώπητα. Για πάνω από μια δεκαετία, ο Nechthor κυβέρνησε σαν ηγεμόνας του Alhaster. Και ήταν χρόνια δύσκολα και ταραγμένα. Οι έννοιες της διακυβέρνησης και οι ευθύνες της ηγεσίας ήταν βάρη πρωτόγνωρα και ενίοτε αφόρητα. Συχνά ξέφευγε σε διάφορες περιπέτειες και επιδιώξεις, αφήνοντας τη διακυβέρνηση του έθνους στους πιστότερους των υποτακτικών του, με τη δικαιολογία ότι αναζητούσε χρήματα και ισχυρούς συμμάχους για το βασίλειό του. Και όντως, οι περιπέτειες και οι συναναστροφές του με πλάσματα και λειτουργούς του σκότους, απέφεραν δύναμη και πολλά υλικά αγαθά στον ίδιο και στο Alhaster. Όμως ταυτόχρονα βύθιζαν την ψυχή του ολοένα και περισσότερο στο κακό, στην παράνοια, στις τύψεις και τους προσωπικούς του δαίμονες...

Σύντομα, το Alhaster επανέκτησε τη δόξα που είχε κατά τη διάρκεια της πρώτης εποχής της βασιλείας του Zeech, και σε λίγα μόλις χρόνια την ξεπέρασε κατά πολύ. Και έφτασε η εποχή που ο στρατός του Alhaster – ο στρατός του Hextor – με τον Nechthor πάντα επικεφαλή βάδισε αγέρωχος και περήφανος, σκορπώντας τον πόλεμο και την καταστροφή των άπιστων, στις γειτονικές χώρες, με τις επιμέρους κατακτήσεις να πολλαπλασιάζουν την επικράτειά του και την σφαίρα επιρροής του Θεού του Πολέμου...

... όμως, ο Nechthor, όσο κι αν προσπάθησε, ποτέ δεν κατάφερε να απαλλαχτεί από τις τύψεις του, ούτε και γλίτωσε από την μοίρα που προέβλεψε για αυτόν το τελευταίο, προφητικό όραμα του Hieroneous : πέθανε στο απώγειο της δόξας του, φυλακισμένος σε ένα κελί στα σκλαβοπάζαρα της αυτοκρατορίας του Iuz, μετά την μάχη με τον γέροντα - διάβολο του Βορρά.

... αλλά αυτό, κάθε άλλο παρά το τέλος της ιστορίας του ΔΕΝ ήταν...

Y.Γ. Το υπέροχο σκίτσο του Nechthor φτιάχτηκε από το Γιάννη Ρουμπούλια