Τρίτη 12 Ιουλίου 2011

Unknown (Ο Άγνωστος)


Μάστορας : Jaume Collet-Serra
Παίχτες : Liam Neeson, Diane Kruger and January Jones
Με δυο λογάκια :
Ένας διάσημος επιστήμονας ταξιδεύει με τη γυναίκα του στη Γερμανία για να παρευρεθεί σε ένα επιστημονικό συμπόσιο. Κάποια στιγμή, παθαίνει ένα ατύχημα και ξυπνάει κάποιες μέρες μετά στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου. Δεν έχει καθόλου χαρτιά πάνω του, θυμάται ελάχιστα και η ίδια η γυναίκα του δεν τον αναγνωρίζει καθώς κυκλοφορεί με έναν τύπο ο οποίος δείχνει να έχει καταλάβει τη θέση και την ταυτότητά του. Παράλληλα, άγνωστοι τον παρακολουθούν και σταδιακά αρχίζουν να τον καταδιώκουν. Προσπαθώντας να βγάλει ένα νόημα μέσα από όλα αυτά και με μια απρόβλεπτη σύμμαχο στο πλευρό του, θα ανακαλύψει τρομακτικές αλήθειες...

Αναλυτικότερα :
Είναι πάντα ευχάριστο να βλέπεις τον Liam Neeson να παίζει σε τέτοιου είδους ταινίες, ή μάλλον να παίζει σε ΟΠΟΙΟΥΔΗΠΟΤΕ είδους ταινία! Το “Unknown” είναι ένα δυνατό πολιτικό θρίλερ αγωνίας, με πινελιές δράσης. Βασικά, θυμίζει λιγάκι το (πολύ ανώτερό του) “Taken”, μόνο που εδώ τα πράγματα είναι πολύ πιο προσγειωμένα. Όπως και να έχει, θα την έλεγα ταινία “παλαιάς κοπής” που έχει άρωμα ακόμα και από Hitchcock, ειδικά στο πώς χτίζεται η ατμόσφαιρα και το μυστήριο και τα ερωτήματα απαντιούνται αργά και σταδιακά μέχρι να συνειδητοποιήσεις, λίγο πριν το τέλος, την αληθινή διάσταση των γεγονότων.

Βασικά, για να μην το κουράζω, απλά θα πω ότι δυσκολεύομαι να βρω κάποιον σοβαρό λόγο να ΜΗΝ δει κανείς αυτή την ταινιούλα. Εντάξει, έχει τις αδυναμίες της, από κάποια σεναριακά κενά (μέσα στην καρδιά του Βερολίνου και ακριβώς τη στιγμή που το έχει ανάγκη, το κινητό δεν πιάνει σήμα) μέχρι κάποιες ατυχείς σκηνές (όπου μαζί με τον “σωσία” του απαγγέλλουν ταυτόχρονα τις ίδιες ατάκες λες και παίζουν σε μιούζικαλ!). Και, ίσως κάποιοι από εσάς που σας άρεσε το “Taken” και περιμένετε να δείτε κάτι αντίστοιχο, να σας ξενίσει η έλλειψη και η “λιτότητα” των σκηνών δράσης. Παρόλα αυτά, το “Unknown” είναι μια πολύ προσεγμένη ταινία, με ωραίο σενάριο, αξιοπρεπείς ερμηνείες (αν και έχουμε δει τον Liam Neeson σε πολύ καλύτερες στιγμές απ' ότι εδώ) και ουσιαστικές ανατροπές που θα σε πιάσουν αδιάβαστο.

Πόσα πιάνει; 3,5 / 5

The Adjustment Bureau (Οι Ρυθμιστές)


Μάστορας : George Nolfi
Παίχτες : Matt Damon, Emily Blunt & Florence Kastriner
Με δυό λογάκια :
Ο φέρελπις πολιτικός David Norris (Damon) γνωρίζει τυχαία τη γυναίκα των ονείρων του, τη γοητευτική χορεύτρια Elise Sellas (Emily Blunt). Όμως, καθώς την ερωτεύεται ολοένα και περισσότερο αντιλαμβάνεται ότι κάποιοι μυστηριώδεις άντρες προσπαθούν να εμποδίσουν το δεσμό τους με κάθε κόστος. Ανακαλύπτει ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι πράκτορες την ίδιας της μοίρας και ότι τα σχέδια που έχουν για αυτόν αποκλείουν την Elise από τη ζωή του. Αποφασίζει να αγωνιστεί για να παραμείνει δίπλα στη γυναίκα που αγαπά και ίσως και να αλλάξει την ίδια του τη μοίρα...

Αναλυτικότερα :
Σαν πολύ υπερδιαφημισμένο δεν ήταν το The Adjustment Bureau”? Θυμάμαι να βλέπω τρέιλερ του σχεδόν σε κάθε dvd ή blu-ray που νοίκιαζα και μάλιστα πολλούς μήνες πριν την προβολή του στους σινεμάδες. Τέλωσπάντων, είναι μια ταινία που με είχε ιντριγκάρει και ήθελα πολύ να τη δω με την πρώτη ευκαιρία. Και μόλις την εντόπισα στο ράφι με τις νέες κυκλοφορίες του dvd club, την χτύπησα αμέσως. Λοιπόν, αν και σε εσένα, καθώς τη βλέπεις σου μυρίσει... Phillip Dick, ε, θα έχεις απόλυτο δίκιο! Καθ όλη τη διάρκειά της επαναλάμβανα από μέσα μου ότι μου θυμίζει πολύ πλοκή αλλά και ύφος μυθιστορήματος του μεγάλου συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας και τελικά με μεγάλη μου έκπληξη είδα ότι ΟΝΤΩΣ είναι βασισμένη σε ένα μικρό του διήγημα ονόματι “Adjustment Team”.

Τώρα, όσον αφορά την ίδια την ταινιούλα, εμ... περίμενα περισσότερα. Περισσότερη τόλμη, περισσότερη ένταση, περισσότερες πληροφορίες και αποκαλύψεις. Παρόλα αυτά, όσον αφορά το ιντριγκαδόρικο ή συνομωσιολογικό αν θέτε κομμάτι της, περιορίζεται σε ένα απλοϊκό “κακοί άγνωστοι κουστουμαρισμένοι άντρες θέλουν το κακό μας”. Το σενάριο, αν και κρύβει στην καρδιά του μια εξόχως πρωτότυπη ιδέα είναι εν ολίγοις γεμάτο τρύπες και παράλογα ή / και ανεξήγητα σημεία. Και τελικά το τέλος του είναι υπερβολικά ανώδυνο, σεναριακά ανεπαρκές και χαρούμενα προβλέψιμο. Στο δεύτερο μέρος του, το “Adjustment Bureau” προσπαθεί να λοξοκοιτάξει προς την μεριά των “Inception” αλλά και “The Matrix” φυσικά κλείνοντας πονηρά το μάτι στους φανς αυτών των ταινιών. Ωστόσο, η προσπάθεια αυτή φαντάζει φτιαχτή και “έξωθεν” επιβεβλημένη. Επιπλέον είναι υπερβολικά επιφανειακή και... “λίγη” σε σχέση με ότι μας έχουν συνηθίσει οι προαναφερόμενες ταινίες. Και στο τέλος επικρατεί θριαμβευτικά το ρομαντικό στοιχείο της ταινίας σε σχέση με τις επιστημονικής φαντασίας καταβολές της. Γιατί, αυτό είναι ουσιαστικά. Μια ιστορία αγάπης με ολίγη γεύση από sci-fi

Φυσικά, θα ήμουν πολύ άδικος αν παρέβλεπα τις καλές ιδέες του, τις ερμηνείες, τους προσεγμένους διαλόγους, τη σκηνοθεσία και τη φωτογραφία. Όμως, παρ όλες τις αρετές του, το όλο εγχείρημα αρχίζει να χάνει αέρα από πολύ νωρίς και όσο περνάει η ώρα, ξεφουσκώνει ακόμα περισσότερο, υποπίπτοντας τελικά από το επίπεδο του (πολύ) καλού, σε αυτό της απλώς καλής μετριότητας.

Ρεζουμέ :
Όπως πάντα, έτσι και εδώ το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι. Πήραν μια ΜΙΚΡΗ ιστορία του Phillip Dick και προσπάθησαν να την κάνουν ΜΕΓΑΛΗ ταινία. Οπότε, το κάθε στοιχείο της το τράβηξαν από τα αυτιά για να μακρύνει και γέμισαν τα κενά με σύγχρονες κινηματογραφικές επιρροές. Αποτέλεσμα, είναι ένα σύνολο που παρά τα επιμέρους καλά υλικά του, εντούτοις ποτέ δεν δένει αληθινά.

Πόσα πιάνει; 3 / 5

Δευτέρα 11 Ιουλίου 2011

The Mechanic (Το Μούτρο)


Μάστορας : Simon West
Παίχτες : Jason Statham, Ben Foster and Donald Sutherland
Με δυό λογάκια :
Ο Arthur Bishop (Jason Statham) είναι ένας πληρωμένος δολοφόνος. Αναλαμβάνει δουλειές που θέλουν ακρίβεια και διακριτικότητα και είναι ο καλύτερος στο είδος του. Όταν δέχεται εντολή να δολοφονήσει τον μέντορα και προσωπικό του φίλο, Harry (Donald Sutherland) πράττει ως όφειλε, αλλά δεν μπορεί να απαλλαγεί από τις τύψεις του. Αναλαμβάνει την εκπαίδευση του γιού του Harry, Steve (Ben Foster) ο οποίος θέλει να εκδικηθεί αυτούς που σκότωσαν τον πατέρα του. Μια φιλία και μια συνεργασία γεννιέται. Αλλά τα κρυμμένα μυστικά δε θα μείνουν έτσι για πολύ. Και όταν αποκαλυφθεί ότι τελικά πίσω από την εντολή για τη δολοφονία του Harry υπάρχει ένα διαφορετικό παρασκήνιο, θα πυροδοτηθούν εκρηκτικές καταστάσεις...

Αναλυτικότερα :
Κατ'αρχήν, χαιρετίζω το ένδοξο σώμα Ελλήνων μεταφραστών και υποτιτλιστών! Μόνο στην μπανανία μας θα μπορούσε να μεταφραστεί η λέξη “Mechanic” σε... “Μούτρο”!!! Με το καλημέρα λοιπόν, προσκυνώ!!! Λοιπόν, είναι πάντα ωραίο να βλέπεις τον Jason Statham σε άλλη μια ταινία δράσης με κυνηγητά αμαξιών, πυροβολισμούς, ωραίες γυναίκες (είναι ΘΕΑ η Mini Anden!) μετρημένο “αντρικό” χιούμορ και πάνω από όλα την αμίμητη βραχνή φωνή του! Το “The Mechanic” είναι άλλη μια αξιοπρεπέστατη προσθήκη στη λίστα με τις καλές ταινίες δράσης στις οποίες έχει πρωταγωνιστήσει. Εντάξει, θυμίζει κομματάκι το πρώτο Transporter, ειδικά στις σκηνές που έχουν σχέση με το σπίτι του και την απαραίτητη αυτοκινητάρα στο γκαράζ που μόνιμα επισκευάζει. Αλλά, όντας reimagining του πρωτότυπου στο οποίο πρωταγωνιστούσε ο ΜΕΓΑΛΟΣ Charles Bronson, είναι μια σοβαρή και βίαιη, αντροταινία με εντυπωσιακές σκηνές. Επιπλέον, έχει πολύ σωστές ερμηνείες, καλή χημεία με τον συμπρωταγωνιστή του Ben Foster, γνήσιο συναίσθημα (εντάξει, για ταινία δράσης μιλάμε, μη μου περιμένεις να συγκινηθείς κιόλας!) και χαρακτήρες με βάθος και αληθινά κίνητρα.

Θα μπορούσα να πω και άλλα, αλλά μάλλον δεν έχει νόημα. Το “The Mechanic”, άσχετα με το πόση σχέση έχει (δεν έχει) με το πρωτότυπο, είναι μια πολύ καλή ταινία του είδους και προσεγμένη σε κάθε της λεπτομέρεια. Αν είχαν αποφύγει κάποιες σεναριακές κοινοτυπίες, τα πράγματα θα ήταν ακόμα καλύτερα. Αλλά και ως έχει, αν μη τι άλλο συνίσταται ανεπιφύλακτα στους φαν του είδους.

Πόσα πιάνει; 4 / 5

Κάψε Εγκέφαλο : Κλέφτες (2007)


Μάστορας : Μάκης Παπαδημητράτος
Παίχτες : Μυρτώ Αλικάκη, Βαγγέλης Αλεξανδρής, Πέτρος Λαγούτης, Μάκης Παπαδημητράτος
Με δυό λογάκια :
Στη σημερινή Αθήνα, δύο μικροκλέφτες (Παπαδημητράτος, Αλεξανδρής) βγάζουν τα προς το ζην κλέβοντας μικροποσά από μικρομεσαία νοικοκυριά. Κατά τα άλλα, περνάνε τη ζωή τους, πίνοντας μπάφους και παίζοντας 'Pro' και λιγουρεύοντας το ταξίδι των ονείρων τους στο Αμστερνταμ. Μέχρι που αποφασίζουν να κάνουν το μεγάλο κόλπο για να πιάσουν την καλή : να ληστέψουν ένα πλούσιο σπίτι των βορείων προαστείων. Όμως, πάνω στην ώρα οι ιδιοκτήτες (Αλικάκη, Λαγούτης) επιστρέφουν και έχουν άγριες διαθέσεις...

Αναλυτικότερα :
Το 2005, ο Μάκης Παπαδημητράτος έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με το «Τσίου», μια χαβαλεδιάρικη συμπαθητική κωμωδία που φλέρταρε έντονα με το cult ένστικτο του κοινού. Ο “Τσίου” γνώρισε μεγάλη, απρόσμενη – και κατά άλλους εξωφρενική – επιτυχία, αποσπώντας το βραβείο της FIPRESCI από το 46ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, καθώς και δύο Κρατικά Βραβεία Ποιότητας (Σεναρίου και Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη) την ίδια χρονιά. Με τέτοιες περγαμηνές και καθώς όλοι μιλούσαν για το "ανεξάρτητο ελληνικό διαμάντι της δεκαετίας", ο Παπαδημητράτος έβαλε μπρος γρήγορα για την επόμενη ταινία του, αξιοποιώντας το momentum που είχε προκαλέσει ο “Τσίου” σε ένα ανύπαρκτο εντόπιο κινηματογραφικό σκηνικό. Κοινώς, χτύπησε όσο το σίδερο ήταν καυτό. Και – τεχνηέντως – καλά έκανε. Όμως, η πλατίνα και η κατίνα στον χρόνο φαίνονται. Και η φούσκα εντυπώσεων που δημιούργησε το – ομολογουμένως υπερβολικό – hype του σαφέστατα υπερεκτιμημένου “Τσίου” έσκασε θριαμβευτικά. Επειδή οι ανεκδιήγητοι «Κλέφτες» είναι πανομολογουμένως ζεστά κινηματογραφικά σκατά.

Έχοντας ισχνότατο σενάριο που προσπαθεί να καλυφθεί από μια “επικάλυψη” κοινωνικής κριτικής, η οποία όμως είναι τόσο επιφανειακή και στερεοτυπική, στην καλύτερη των περιπτώσεων οι «Κλέφτες» καταφέρουν να ξεκλέψουν ένα χαμόγελο από τον θεατή μέσα στα πρώτα 20 πρώτα λεπτά της ταινίας επειδή... θυμίζουν μια προσαρμοσμένη εκδοχή του «Τσίου» που αντί για πρεζάκια πραγματεύεται μικροδιαρρήκτες. Όμως, όταν μπαίνει στο ζουμί, απογοητεύει το κοινό ολοένα και περισσότερο και τελικά εξοργίζει με υστερικές φωνές, τσιρίδες και υστερίες που κυριολεκτικά προκαλούν πονοκέφαλο και αγανάκτιση. Κοινώς, με το που οι “κλέφτες” μπαίνουν μέσα στο πλουσιόσπιτο, the shit hits the fan και ο θεατής λαμβάνει θέλοντας και μη τη μερίδα του λέοντος!

Το όλο εγχείρημα δυσχαιρένεται ακόμα περισσότερο από τις τεχνηκές του αδυναμίες. Απαράδεκτη φωτογραφία με ξεπλυμμένα – σχεδόν ασπρόμαυρα – χρώματα που θυμίζουν πλάνα τραβηγμένα χρησιμοποιώντας οικιακή βιντεοκάμερα και μάλιστα προηγούμενης 10ετίας. Κακός ήχος, βασικά πέρα από τις τσιρίδες της Αλικάκη, το μόνο που ακούγεται είναι ένα συνεχές μουρμουρητό. Κακοί, ξενέρωτοι και σε τραγικό βαθμό επαναλαμβανόμενοι διάλογοι. Και πάνω από όλα, η πλέον χειρότερη ηθοποιία που έχεις δει ποτέ, με τους 4 πρωταγωνιστές να απαγγέλλουν φωναχτά τις ατάκες τους κοιτώντας – τις περισσότερες φορές – την κάμερα κατάματα, λες και πρόκειται για σχολική παράσταση που αποθανατίζεται σε βίντεο. Επιστέγασμα της – λέμε τώρα - κοινωνικής του κριτικής είναι και το απαράδεκτο, τελείως ανεξήγητο και αναίτιο φινάλε που παίζει να είναι και το πιο κουραδένιο που έχεις δει ποτέ σε ταινία. Αγαπάμε ελληνικό cult και του κάθε είδους μυστήρια μουτσούνα. Και από μουτσούνες, σίγουρα ο Παπαδημητράτος και η παρέα του, καλά πάνε. Όμως, θέλει πολύ παραπάνω για να γίνει μια ταινία, όχι απλά καλή, αλλά που να ξεχωρίζει και να αξίζει πραγματικά να τη δεις. Και στην προκειμένη περίπτωση, οι “Κλέφτες” είναι μια ταινία που βλέπεται με δυσκολία και αγανάκτηση.

Πόσα πιάνει; επιεικώς 1,5 / 5

Just Go With It (Σύζυγος Για Ενοικίαση)


Μάστορας : Dennis Dugan
Παίχτες : Adam Sandler, Jennifer Aniston and Brooklyn Decker
Με δυό λογάκια :
Ο Danny (Adam Sandler) είναι ένας μπερμπάντης γιατρός που του του αρέσει να φλερτάρει γυναίκες φορώντας βέρα και παίζοντάς το παντρεμένος (ενώ δεν είναι). Κάποια στιγμή όμως γνωρίζει τη γυναίκα των ονείρων του και αποφασίζει να αφιερωθεί σε αυτήν. Πρώτα όμως πρέπει να καλύψει τα πολλά ψέμματα που της έχει πει. Για αυτό το λόγο επιστρατεύει τη βοηθό του στο ιατρείο, Katherine (Jennifer Aniston), να το παίξει γυναίκα του. Ψέμα στο ψέμα, γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να συμμαζέψει τα ασυμμάζευτα...

Αναλυτικότερα :
Εντάξει, ξέρω τι θα με πεις τώρα. Άλλη μια γκομενοταινία. Και για να είμαστε ακριβείς, γκομενοκωμωδία που όλοι οι καλοί στο τέλος καταλήγουν παντρεμένοι ή – έστω! - ζευγαρωμένοι. Σωστό; Σωστό! Και πόσες τέτοιες γκομενοκωμωδίες έχω θάψει στην Καμαριέρα 3 και βάλε χρόνια τώρα; αμέτρητες! Ωστόσο, ενίοτε πρέπει να λέμε και του στραβού το δίκιο. Και στην περίπτωσή μας, του στραβού (θεατή;) το δίκιο, υπαγορεύει ότι ουσιαστικά, το "Just Go with It" είναι μια αρκετά καλή και εξόχως διασκεδαστική ταινία! Κατ' αρχήν, είναι η μόνη ταινία που πραγματικά κατάφερε να με κάνει να δω την (φοβερά υπερεκτιμημένη) Jennifer Aniston με συμπάθεια! Και όχι μόνο αυτό, αλλά είναι και ιδιαίτερα καυτή σε ορισμένες σκηνές! Ναι, το λέω πλέον ανερυθρίαστα : γουστάρω τρελά τη Jennifer Aniston με μπικίνι! Τρελά όμως! Να σας πω την αλήθεια : ποτέ δεν τη γούσταρα αυτή τη γκόμενα. Ούτε όταν έπαιζε στα φιλαράκια, ούτε στις ροζ γκομενοκωμωδίες που είχα δει μέχρι τώρα, ούτε πουθενά, ΜΑ ΠΟΥΘΕΝΑ! Ακόμα και οι πολλές paparazzi φωτογραφίες της με μαγιώ όπως δημοσιεύονται στα κουτσομπολίστικα έντυπα, τις θεωρούσα ανέκαθεν μια hardcore πρόκληση για κάθε πούτσα εκεί έξω να καταφέρει στη θέα τους να... ΜΗΝ μαλακώσει! Δύσκολο πράγμα! Το πιστεύω, αλήθεια!

Παρόλα αυτά, εδώ με κέρδισε πραγματικά. Είναι γλυκειά, διακριτικά αστεία, τσαλακώνεται με ευχαρίστηση και έχει μια πολύ καλή χημεία με τον Adam Sandler όπου σχεδόν σε κάθε ευκαιρία, κόβει ο ένας και ράβει ο άλλος διασκεδαστικούς – και ενίοτε αληθινά αστείους – διαλόγους. Ο Adam Sandler από την άλλη, είναι ο... Adam Sandler. Κάποιοι αγαπούν και κάποιοι μισούν το στυλ και το χιούμορ του. Περί ορέξεως. Απόλαυσα τον αιφνιδιασμό που μου επιφύλασσε η guest παρουσία της Nikole Kidman, μου έτρεξαν τα σάλια στη θέα της Brooklyn Decker να πλατσουρίζει σε ζαφειρένια νερά φορώντας μικροσκοπικά μαγιουδάκια, είδα πανέμορφα τοπία που με ταξίδεψαν, κοινώς, το “Just Go With It” είναι μια πάνω από όλα ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΤΙΚΗ καλοκαιρινή ταινία με τα όλα της. Και καμιά φορά, μέρες που περνάμε, κάτι τέτοιο είναι απλώς ότι μπορεί να ζητήσει κανείς.

Πόσα πιάνει; 3 / 5

Σάββατο 9 Ιουλίου 2011

Unthinkable


Μάστορας : Gregor Jordan
Παίχτες : Samuel L. Jackson, Carrie-Anne Moss and Michael Sheen
Με δυό λογάκια :
Ένας Αμερικάνος πολίτης που προσυλητήθηκε στο Ισλαμ στέλνει στην κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών ένα βίντεο που τον δείχνει να έχει φτιάξει και τοποθετήσει από μια πυρηνική βόμβα σε 3 άγνωστες περιοχές, σε μεγαλουπόλεις της Αμερικής. Οι βόμβες θα εκραγούν σε ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα, εκτός κι αν τα αιτήματά του γίνουν σεβαστά. Η πράκτορας του FBI, Helen Brody, αναλαμβάνει να αποσπάσει από τον συλληφθέντα (εν τω μεταξύ εκείνος παραδόθηκε στις αρχές) τις πληροφορίες για την τοποθεσία των βομβών. Ένας ειδικός συνεργάτης της CIA γνωστός ώς “H” αναλαμβάνει να ανακρίνει τον ύποπτο. Οι μεθόδοι του είναι ιδιαίτερα βίαιες και οδυνηρές και θα βάλουν σε δοκιμασία τις ανθρώπινες ευαισθησίες όλων. Και όσο το μαρτύριο μεγαλώνει, τόσο το δίλημμα θα γίνεται πιο πιεστικό : αξίζει να θυσιαστούν ανθρώπινες ζωές για χάρην των συνταγματικά κατοχυρωμένων ανθρώπινων δικαιωμάτων?

Αναλυτικότερα :
Ψιλοάγνωστη ταινιούλα, πέρασε κατευθειαν στα ψιλά γράμματα και ξεχάστηκε. Ίσως γιατί είναι υπερβολικά “αμερικάνικο” το θέμα της για τα δικά μας τα γούστα. Όπως και να έχει, όσο και αν ξερνάω το νευρικό μου σύστημα και μόνο με το ενδεχόμενο να δω άλλη μια εθνικοπατριωτική ταινία σχετικά με τους “εσωτερικούς κινδύνους” των αμερικάνων και την όλη παράνοια και την ανασφάλειά τους, ας όψεται η... εφημερία που είχα στο ιατρείο προχτές, 60 ώρες κλεισμένος σερί στη δουλειά και έχοντας ξεχάσει να πάρω ταινίες μαζί μου, εκτός από όσες είχαν περάσει στα... αζήτητα του laptop μου!

Παράξενη ταινιούλα. Και πολύ πρωτότυπη. Βασικά είναι ταινία χαρακτήρων χωρίς πραγματική δράση, χωρίς σκηνικά, κουνημένες κάμερες, εκρήξεις και κέρατα τράγια, είναι τόσο λιτή και στατική που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι θεατρικό έργο. Και όπως κάθε τέτοιο, βασίζεται καθαρά στους διαλόγους και στις ερμηνείες. Όπου ο Samuel L. Jackson και η Carrie Ann Moss τα πηγαίνουν περίφημα, δίνοντας σπουδαίες ερμηνείες, μαζί φυσικά και με το υπόλοιπο cast που τους συνοδεύει. Κατά τα άλλα, είναι μια ταινία απρόσμενη στη σκληρότητα και την ειλικρίνειά της. Ναι, και οι αμερικάνοι κάνουν βασανιστήρια, ακόμα και στις μέρες μας. Και δαχτυλάκια κόβουν, και νύχια ξεριζώνουν, και ηλεκτροσόκ κάνουν, και άλλα ωραία. Δύσκολα βλέπεις τόσο ντόμπρα – και κυνικά στην απλότητα της ειλικρίνειάς τους – θεάματα. Ίσως και για αυτό να θάφτηκε, καθολικώς και όχι μόνο στη χώρα μας. Οι πιο πολιτευόμενοι από εσάς θα θαυμάσουν τον αντιαμερικανισμό της και την αποδόμηση των αξιών του δυτικού πολιτισμού που παρουσιάζει. Εγώ προσωπικά την εκτίμησα σαν θέαμα και μόνο. Και ναι, πέρασα καλά βλέποντάς την. Μοναδικό παραπονάκι το ημιτελές φινάλε.

Ρεζουμέ :
Μόνο για σκεπτόμενο κοινό που έχει γερό στομάχι. Αξιόλογη και ποιοτική, πρωτότυπη, κυνική και ειλικρινής, αυτή η ταινιούλα αξίζει τον κόπο να την αναζητήσεις.

Πόσα πιάνει; 3,5 / 5 κατ' εμέ, αν και ξέρω ότι πολλοί από εσάς θα τη βαθμολογούσαν με 4 / 5

Dead Space Aftermath


Μάστορας : Mike Disa
Παίχτες : Ricardo Chavira , Curt Cornelius , Christopher Judge , Gwendoline Yeo
Με δυό λογάκια :
Εντάξει, αυτό το review αφορά μονάχα όσους από εσάς τράβάτε αρρώστια με τα παιχνίδια της ΕΑ, “Dead Space”. Αν δεν έχετε ιδέα περί τίνος μιλάω, προσπεράστε άφοβα αυτό το post, δεν έχετέ τίποτα, μα τίποτα να χάσετε... Λοιπόν, η Film Roman ξαναχτυπά. Και μετά το cgi prequel του πρώτου τίτλου “Dead Space” , το "Dead Space Downfall" του οποίου το review θα βρείτε ΕΔΩ, έφτιαξάν αυτό το ταινιάκι που με την ίδια λογική είναι ένα χαλαρό prequel του καταπληκτικού "Dead Space 2". Μετά τα γεγονότα του πρώτου παιχνιδιού Dead Space, το USS O'Bannon στέλνεται στον πλανήτη Aegis VII για να αποτρέψει την ολική αποσταθεροποίησή του. Φυσικά, αυτό είναι μια βιτρίνα για τον αληθινό λόγο της αποστολής : να ανακτήσουν τα θραύσματα του εξωγήινου artifact που καταστράφηκε στο πρώτο παιχνίδι. Φυσικά, τα πάντα πάνε στραβά, η επαφή χάνεται με το O'Bannon και τελικά 4 επιζώντες σώζονται και φέρνονται στον αστρικό σταθμό The Sprawl για ανάκριση. Μέσα από τις διηγήσεις τους, εξιστουρούνται οι άγνωστες πτυχές της ιστορίας, όπως τις βίωσε ο καθένας τους και ξετυλίγεται στον θεατή το δράμα και η καταστροφή που έλαβαν χώρα.

Αναλυτικότερα :
Η αισθητική του “Dead Space Aftermath” θυμίζει το "Αnimatrix". Θυμάστε εκείνο το ταινιάκι κινουμένων σχεδίων που είχε βγεί τότε μετά τις ταινίες “The Matrix” που αποτελούταν από μικρές ιστορίες σχετικές με το σύμπαν του Matrix, όπου η καθεμία είναι φτιαγμένη και από ένα διαφορετικό studio γραφικών; Ε, κάτι τέτοιο γίνεται και εδώ, αν και το αισθητικό αποτέλεσμα είναι σαφώς κατώτερο. Κάποιες από τις ομάδες, (Κορεάτικες όλες) είχαν συμμετάσχει και στην παραγωγή του “Dante's Inferno: an Animated Epic”

Τα προβλήματα του Dead Space : Aftermath ξεκινάνε με το καλημέρα. Η διήγηση βασίζεται σε 4 πρωταγωνιστικούς χαρακτήρες που σου γίνονται από την αρχή αντιπαθείς ή στην καλύτερη των περιπτώσεων αδιάφοροι. Πάντως, ΟΛΟΙ τους είναι σαφέστατα ρηχοί και στερεοτυπικοί χαρακτήρες που έχεις δει ίδιους και απαράλλαχτους σε χιλιάδες άλλες ταινίες επιστημονικής φαντασίας στο διάστημα. Η αισθητική απεικόνιση πάσχει : όλες οι σκηνές που αφορούν το παρών έχουν γίνει χρησιμοποιώντας μετριότατα γραφικά υπολογιστή που μοιάζουν σαν να είχαν συντηρηθεί στη ναφθαλίνη, μέσα στο χρονοντούλαπο της 10ετίας του '90. με κινήσεις αργές, ρομποτικές, λιτότατα backgrounds, μαλλιά μονοκόμματα που θυμίζουν... playmobil (!!!) ίχνος λεπτομερειών, πτυχώσεων στα ρούχα κλπ και τέλος, λίγα και ”ξεπλυμένα” χρώματα. Ευτυχώς, τα πράματα βελτιώνονται αρκετά κατά την διάρκεια των flashbacks των 4 επιζόντων, που απεικονίζονται από ποικίλλης ποιότητας κινούμενο σχέδιο. Πάντως, ουδέποτε το σχέδιο δεν φτάνει πολύ ψηλά επίπεδα και ειδικά τα σχέδια των τεράτων πάσχουν καθώς δεν θυμίζουν καν τα αντίστοιχα από τα παιχνίδια.

Σε γενικές γραμμές, αν και σαν ιδέα το να πλέξεις 4 διαφορετικές υποκειμενικές οπτικές γωνίες και μετά να βάλεις τον θεατή να συναρμολογήσει στο μυαλό του την αληθινή αλληλουχία των γεγονότων, είναι μια καλή ιδέα, εντούτοις εδώ δεν εκτελείται επαρκώς. Και ουδέποτε οι μαρτυρίες των επιζόντων δεν μπλέκονται ή μπερδεύονται μεταξύ τους, απλά ακολουθούν μια αυστηρά χρονική αλληλουχία : ο καθένας με τη σειρά του διηγείται το αντίστοιχο χρονικό κομμάτι της ιστορίας και αυτά μεταξύ τους ΔΕΝ μπλέοκονται, απλά μπαίνουν σε μια σειρά από το πρώτο ως το τελευταίο. Δηλαδή, αν περιμένατε μια δουλειά αντίστοιχη με αυτή που είχε γίνει με τις ιστορίες του Leon και της Claire στο αριστουργηματικό “Resident Evil 2”, όπου η κάθε ιστορία πραγματικά περιέχει “κλειδιά” για την καλύτερη κατανόηση των υπολοίπων, απλά ξεχάστε το. Επιπλέον, η κάθε επιμέρους ιστορία στερείται έντασης, δράσης και εν γένει ενδιαφέροντος. Και σε καμία περίπτωση η θέαση του Dead Space Aftermath δεν προσθέτει στην εμπειρία που θα βιώσεις παίζοντας το “Dead Space 2”. δεν έχει καν καμία ουσιαστική σχέση με αυτό.

Ρεζουμέ :
Αν το “Dead Space : Downfall” ήταν απλώς μέτριο, το “Dead Space : Aftermath” είναι δυο κλικ χειρότερο. Είναι κρίμα, γιατί μπορούσαν να κάνουν πολλά ωραία πράγματα – σίγουρα οι καλές ιδέες υπήρχαν – αν το είχαν δουλέψει καλύυτερα και δεν εξαντλούσαν την προσπάθειά τους στα στενά ποιοτικά όρια της αρπαχτής.

Πόσα πιάνει; για τους άρρωστους του Dead Space και μόνο, επιεικώς 2 / 5. Οι υπόλοιποι, απλώς αποφύγετε...

Classics : Δείπνο Ηλιθίων (Le Diner de Cons - 1998)


Μάστορας : Francis Veber
Παίχτες : Thierry Lhermitte, Jacques Villeret and Francis Huster
Με δυό λογάκια :
Κάθε εβδομάδα, ο Pierre και οι υψηλής κοινωνίας φίλοι του οργανώνουν ένα “δείπνο ηλιθίων”. Καλούν από έναν... ηλίθιο ο καθένας τους, τον πιο ηλίθιο που μπορούν να βρουν. Ο σκοπός, είναι να σκάσουν πλάκα με τους καλεσμένους τους. Φυσικά, το “θύμα” δεν έχει ιδέα σχετικά με τις προθέσεις της παρέας. Αυτή την εβδομάδα, ο Pierre έχει έναν άσο στο μανίκη : ο ηλίθιος που ανακάλυψε, ένας κακομοίρης ονόματι François Pignon πρόκειται να γίνει το αστέρι της βραδιάς...

Αναλυτικότερα :
Πριν την κυκλοφορία της ταινίας το 1998, το “Δείπνο Ηλιθίων” ήταν ένα πολύ επιτυχημένο θεατρικό (ντεμπουτάρισε στη σκηνή το 1993) Ο συγγραφέας του, Francis Weber είχε την ιδέα να το μεταφέρει και στον κινηματογράφο. Και πολύ καλά έκανε! Ο Pierre Brochant (Thierry Lhermitte) φαινομενικά τα έχει όλα : χρήματα, μόρφωση, μια όμορφη γυναίκα και μια παρέα με την οποία περνάνε καλά κάθε εβδομάδα με τις πλάκες που σκαρώνουν. Και εκεί που φέρνει τον ηλίθιό (Pignon) του σπίτι για να τον γνωρίσει πριν τον παρουσιάσει στους φίλους του, τα πάντα πάνε στραβά : τον χτυπάει μια απάλευτη οσφυαλγία η οποία τον αφήνει προσωπικά παράλυτο. Η γυναίκα του τον εγκαταλείπει. Η ενοχλητική ερωμένη του τον πιέζει, ένας εφοριακός τον βάζει στο μάτι για έλεγχο... και ο Pignon είναι εν μέρει υπεύθυνος για όλα αυτά! Από τη στιγμή που ο συμπαθέστατος Pignon μπαίνει στο σπίτι, κυριολεκτικά ΚΑΤΕΔΑΦΙΖΕΙ κάθε πτυχή της ζωής του Pierre, από την... υπερβολική προθυμία και το φιλότιμό του να βοηθήσει!

Το χιούμορ της ταινίας δίνεται μέσα από τους σπαρταριστούς – και ενίοτε στα όρια του σουρεαλιστικού – διαλόγους και από τις απίστευτες καταστάσεις που προκαλεί ο... σίφουνας Pignon! Παρόλα αυτά, κατορθώνει να διατηρεί πάντα ένα υψηλό επίπεδο, αποφεύγοντας από την αρχή μέχρι το τέλος του βρισιές, χυδαιότητες, φτήνιες και “αστεία με κλανιές”. Φυσικά, το ερμηνευτικό κομμάτι της ταινίας βασίζεται στους πολύ καλούς 2 πρωταγωνιστές, με τον Lhermitte να είναι το υπόδειγμα του βολεμένου ψυλομήτη υποκριτή και τον υπέροχο Villeret στο ρόλο του πασίκαλου, φιλότιμου, αθώου και... καταστροφικού Pignon! (by the way, το 1999, κέρδισε το Oscar σαν καλύτερος ηθοποιός στη Γαλλία και σαφέστατα του άξιζε!) Αλλά και το υπόλοιπο cast δίνει αξιόλογες ερμηνείες και με την παρουσία τους ενισχύουν το ήδη καλό αποτέλεσμα.

Το μόνο μειονέκτημα που μπορώ να βρω σε αυτό το εργάκι, είναι το ότι οι θεατρικές του ρίζες είναι υπερβολικά εμφανείς. Όλη η δράση κινείται με ρυθμούς... σαλιγκαριού – βασικά ΔΕΝ υπάρχει δράση ή πλοκή, παρά χαρακτήρες και διάλογοι – και όλη η ταινία διαδραματίζεται στον ίδιο χώρο, στο διαμέρισμα του Pierre. Αλλά πέραν τούτου, είναι μια από τις πλέον αξιόλογες κωμωδίες που μπορεί να δει κανείς μέχρι και σήμερα.

Πόσα πιάνει; 4 / 5

Πέμπτη 7 Ιουλίου 2011

Heroes of the Fallen Lands

Συγγραφέας : Mike Mearls, Bill Slavicksek, Rodney Thompson
Εκδοτική : Wizards of the Coast
Τιμή : 20 ευρώ
Με δυό λογάκια :
Πρόκειται για το πρώτο “Player's Handbook” της σειράς D&D Essentials που αποσκοπεί να βάλει καινούριο κόσμο “με το μαλακό” στον κόσμο του Dungeons & Dragons, ή απλά να προσφέρει σε όσους μπούχτισαν από τις αμέτρητες επιλογές, άρθρα, errata σε βαθμό υστερίας κλπ που έχουν ήδη βγει, εύκολους και πρακτικούς τρόπους ώστε να φτιάξουν χαρακτήρες και να απλά να παίξουν.

Αναλυτικότερα :
Έχω την αίσθηση ότι ακόμα και σήμερα αν ρωτήσει κανείς κάποιον ιθύνοντα νου της Wizards, “Γιατί ακριβώς βγάλατε τη σειρά Essentials?” θα δυσκολευτεί να απαντήσει. Οπότε, εφόσον έχει γίνει ψιλομπάχαλο το σκηνικό και με δεδομένη την κατώτερη-του-αναμενόμενου-επιτυχία-των-Essentials καθώς και την περιορισμένη τους υποστήριξη (ακόμα παζαρεύουν όσον αφορά το αν θα συμπεριληφθεί το περιεχόμενο των Essentials στον Character Generator, ίσως μέχρι να δημοσιευτεί αυτό το άρθρο να έχει ήδη βγει) υποθέτω ότι είναι θέμα του καθενός μας να ερμηνεύσει αυτά τα προϊόντα όπως θέλει. Κοινώς, το θέμα περιορίζεται στο τόσο απλοϊκό αλλά πρακτικό ερώτημα : “δουλεύει αυτό το βιβλίο?”

Κατά την ταπεινή μου γνώμη, οι δυο λόγοι ύπαρξης των Essentials συνοψίζονται σε αυτά που έγραψα στην παράγραφο “με δυο λογάκια”. Αφενός, γίνεται πλέον της πουτάνας το μαγκάλι με τα errata. Η Wizards είναι περισσότερο υστερική από ποτέ με τις απανωτές διορθώσεις και αναθεωρήσεις του περιεχομένου που έχει δημοσιεύσει. Φυσικά, δεδομένου ότι αυτά τα errata “περνάνε” αυτόματα στον Character Generator, θεωρούν ότι είναι μικρό το κακό. Κατ'αυτούς οι περισσότεροι παίκτες του D&D (τουλάχιστον οι περισσότεροι από αυτούς που τους ενδιαφέρουν αγοραστικά) έχουν ήδη πάψει εδώ και καιρό να... διαβάζουν βιβλία ή να... γράφουν χαρακτήρες. Απλά περνάνε τις επιλογές τους στον Generator, εκτυπώνουν τον χαρακτήρα και voila. Όμως, αυτό είναι μονάχα εν μέρει σωστό. Κατ' εμέ είναι μια πραγματικότητα που απευθύνεται σε ένα αυστηρά περιορισμένο κοινό σε ηλικία αλλά και σε τόπο. Εντάξει, ο 15χρονος θα το κάνει. Κάποιος πιο “βετεράνος” παίκτης / DM που έχει συνηθίσει 10, 20 ακόμα και 30 χρόνια να διαβάζει βιβλία και να χρησιμοποιεί μολυβάκι, γόμα και ξύστρα θα το κάνει; Χλωμό. Κατ' αντιστοιχία, Αμερικάνοι και Άγγλοι παίκτες είμαι σίγουρος ότι όχι μόνο χρησιμοποιούν τον Generator, αλλά του πετάνε τα μάτια έξω. Οι Έλληνες; Ακόμα πιο χλωμό...

Αφετέρου, η μπάλα χάθηκε με τα βιβλία. Θέλω να πω, έβγαλαν πάρα πολλά βιβλία μέσα σε πολύ λίγο χρόνο. Τώρα που ολίγον τι χαλάρωσαν τους ρυθμούς τους (λόγω του δυσμενούς οικονομικού σκηνικού;) μπορώ να παρακολουθήσω καλύτερα τις κινήσεις και τις κυκλοφορίες τους και – να πω την αλήθεια – να τις ευχαριστηθώ περισσότερο. Μέχρι πρότινος, με έπιανε πονοκέφαλος και μόνο στο ενδεχόμενο να διαλέξω powers για τον οποιονδήποτε χαρακτήρα. Χώρια που έχω την αίσθηση ότι το όλο σκηνικό με τις powers είναι τελικά πολύ κακό για το τίποτα. Το 90% και βάλε αυτών, κάνουν απλά ένα στάνταρ ποσό ζημιάς και επιβάλλουν στον αντίπαλο μια condition (τύπου dazed, immobilized, stunned κλπ) Απλά, στις διάφορες powers αλλάζουν το τελευταίο κομμάτι. Με άλλα λόγια, τελικά δεν έχει και τόσο πολλή σημασία σε τελική ανάλυση το ποιά power θα διαλέξεις, καθώς κατά 90κάτι% κάνουν την ίδια δουλειά. Οπότε, τζάμπα ο χρόνος που θα ξοδέψεις διαλέγοντας και μετροφυλλώντας δεκάδες ακριβοπληρωμένα hardbound βιβλία.

Δεν θέλω καθόλου να ανακατευτώ με τον “πόλεμο” (αν υφίσταται ακόμα) μεταξύ 3ης και 4ης έκδοσης. Η προσωπική μου άποψη είναι ότι η 3η έκδοση ταιριάζει περισσότερο στην αισθητική μου, καθώς ποτέ δεν ήμουν φαν των high fantasy campaigns (τα οποία η 4η έκδοση τα θεωρεί προφανώς μονόδρομο) και για αυτό την προτιμώ. Σπίτι μου έπαιζα, παίζω και ΘΑ ΠΑΙΖΩ 3η έκδοση / Pathfinder. Για D&D one-shots, exhibitions σε εκθέσεις, μαγαζιά κλπ θα προτιμήσω την 4η έκδοση. Επειδή με βολεύει στο πρακτικό κομμάτι περισσότερο. Απλά τα πράματα. Υπό αυτό το πρίσμα, η σειρά των Essentials ανέκαθεν με ενδιέφερε και για αυτό επένδυσα σε αυτήν. Τώρα το κατά πόσο ενδιαφέρει και άλλους, αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο.


Το “Heroes of the Fallen Lands” είναι το πρώτο σε σειρά προϊόν από τη σειρά Essentials. Σκοπός του είναι να επιτρέψει στον παίκτη να φτιάξει τους 4 “κλασικούς” βασικούς χαρακτήρες του D&D (fighter, cleric, wizard, rogue) και παράλληλα να μάθει σε επαρκή βαθμό το κομμάτι των κανόνων του παιχνιδιού που τον αφορά. Αναλυτικότερα, το βιβλιο απαρτίζεται από τα ακόλουθα κεφάλαια :

Introduction
Μικρό κεφάλαιο, που αφορά μονάχα όσους δεν έχουν έρθει ποτέ στο παρελθόν με παιχνίδια ρόλων. Κοινώς, με τρόπο γενικόλογο και συνηθισμένο μεν, κατανοητό δε, εξηγεί τι είναι τα roleplaying games, ποιός είναι ο ρόλος των παικτών, του DM κλπ. Προσπερνάμε, με συνοπτικές διαδικασίες.

Chapter 1 : Game Overview
Πάνω κάτω τα ίδια με την εισαγωγή, απλά πλέον μπαίνει σταδιακά ολοένα και περισσότερο στο θέμα και ξεκαθαρίζει άμεσα τις βασικές αρχές στις οποίες είναι χτισμένο το σώμα κανόνων του D&D και η λογική πίσω από αυτό. Εξηγεί έννοιες όπως levels, tiers of play, checks, rolls. Όλα αυτά συνοδεύονται και από ένα πρακτικό υπόδειγμα παιχνιδιού. Συνεχίζει εξηγώντας συνοπτικά τα βασικά της μάχης, τις βασικές επιλογές των παικτών και άλλων κανόνων που καλύπτουν θέματα όπως hit points & healing, rest & recovery κλπ. Βασική – κατά τη γνώμη μου – παράλειψη εδώ είναι ότι δεν αναφέρει καν περισσότερα θέματα που αφορούν άμεσα τους παίκτες. Κάποιος που δεν έχει ιδέα από τους κανόνες, θα διαπιστώσει έκπληκτος (εφόσον το αντιληφθεί!) ότι υπάρχει πολύ περισσότερο ψωμί, όπως οι επιλογές charge, shift, total defense, run, οι κανόνες για τα cover & concealment και τόσα άλλα που δυστυχώς αναφέρονται μονάχα στο glossary του βιβλίου. Όλα αυτά – και πολλά περισσότερα – είναι βασικά κομμάτια του παιχνιδιού που αφορούν ΑΜΕΣΑ τον παίκτη και θα έπρεπε να αναλύονται και εδώ και όχι μόνο στα Dungeon Master's Kit και Rules Compendium.

Chapter 2 : Making Characters
Αναλύονται τα βήματα δημιουργίας χαρακτήρα (γουστάρω ΠΑΡΑ πολύ το πόσο εύκολο και γρήγορο είναι πλέον να φτιάξεις χαρακτήρα) καθώς και οι βασικές αρχές που διέπουν τον καθένα, οι ρόλοι τους κλπ. Ακολουθεί η ανάλυση των abilities (μαζί με 3 προεπιλεγμένα σετ από ability scores), των defenses, initiative, base attack & damage values κλπ, γενικώς, αναλύεται το κάθε τι που αναφέρεται στο φύλλο χαρακτήρα. Χρήσιμο και πολύ πρακτικό κομμάτι.

Ακολουθεί η ανάλυση των alignments, που όπως και η εισαγωγή αφορά μονάχα όσους δεν έχουν ξαναπαίξει ποτέ D&D, συνεπώς την προσπερνάμε στα γρήγορα. Ένα πράγμα με χαλάει, που αντανακλά το βασικό μειονέκτημα των Essentials και της 4ης έκδοσης γενικώς : αντιπροσωπεύεται από τη φράση : “If you pick an alignment for your character, you should pick either good, or lawful good”. Κοινώς, πλέον μπαίνει ένα μεγάλο φρένο στην δημιουργικότητα και την φαντασία από μέρους του παίκτη. Όλοι πλέον πρέπει να είναι καλά παιδιά που να πηγαίνουν μαζί χεράκι χεράκι στο dungeon. Τέρμα οι evil χαρακτήρες. Τέρμα οι χαρακτήρες που φεύγουν σημαντικά από το “τυπικό” της κλάσης τους. Η τέταρτη έκδοση προσφέρει πολλές επιλογές για να φτιάξεις έναν χαρακτήρα, αρκεί να είναι ΟΠΩΣ ΘΕΛΟΥΝ ΕΚΕΙΝΟΙ, όχι όπως θες εσύ. Αυτό το πλαίσιο βέβαια, καλύπτει 9/10 ίσως και παραπάνω από τους χαρακτήρες που οι παίκτες θα έφτιαχναν έτσι και αλλιώς. Αλλά όσον αφορά τους υπόλοιπους, τι;

Το κεφάλαιο συνεχίζει με οδηγίες και παραδείγματα σχετικά με τις τελειωτικές πινελιές που θα βάλει ο παίκτης στον χαρακτήρα του. Εμφάνιση, χαρακτήρας, μαννερισμοί, εξοπλισμός, υπόβαθρο, θρησκεία (με αναφορά στους βασικούς θεούς του D&D). Τελειώνει με έναν αναλυτικό οδηγό των βημάτων που κάνεις για να ανεβάσεις το επίπεδο του χαρακτήρα σου.

Chapter 3 : Understanding Powers
Είναι ένα κεφάλαιο αποκλειστικά αφιερωμένο στις powers, που ως γνωστόν θα απασχολήσουν όλους τους παίκτες, ανεξάρτητα της κλάσης που θα επιλέξουν. Ότι μπορεί να αφορά τις powers αναλύεται εδώ ξεκάθαρα και διεξοδικά. Μου αρέσει που οι κανόνες παίρνουν μια γραμμή πλεύσης πιο κοντά στη συντομία και στην πρακτικότητα του θέματος και ας λειτουργεί αυτό εις βάρος του ρεαλισμού. Αυτό το πνεύμα είναι διάσπαρτο στα Essentials και αντανακλάται και στις powers αλλά και στα “βασικά” των κανόνων εντός και εκτός μάχης. Οι keywords είναι λίγες, κοινές σε πολλές περιπτώσεις και δεν αφήνουν περιθώρια για αμφιβολίες και παρερμηνείες. Παράλληλα, είναι υπερβολικά εύκολο να απομνημονεύσεις όλα όσα χρήζουν απομνημόνευσης, καθώς είναι γραμμένα σε ιδιαίτερα “λογική” μορφή. Κακά τα ψέμματα : είναι πλέον παιχνιδάκι να μάθεις το πως παίζεται το D&D. Και αυτό δε μπορεί παρά να είναι καλό.

Chapter 4 : Character Classes
Είναι το πλέον μεγαλύτερο κεφάλαιο του βιβλίου. Στις σελίδες του θα μάθεις με ΑΝΑΛΥΤΙΚΟΤΑΤΟ τρόπο να φτιάχνεις Clerics, Fighters (δυο ειδών, Slayer & Knight) Rogues και Wizards. Όλα είναι γραμμένα με πολύ προσεγμένο και ιδιαίτερα κατανοητό τρόπο, όπως και το τι παίρνεις σε κάθε level. Πλέον, κάθε χαρακτήρας ανεβαίνει με βάση ένα character table, όπως ήταν και στην 3η έκδοση. Οι χαρακτήρες είναι στο σύνολό τους πιο απλοί και πρακτικοί σε σχέση με τους αντίστοιχους του “Player's Handbook”. Οι Rogues και Fighters χάνουν τις daily powers, έχουν λιγότερες encounter powers που μπορούν μελλοντικά να τις χρησιμοποιήσουν περισσότερες φορές. Είναι μια αλλαγή που προσωπικά την βρίσκω ιδιαίτερα αναζωογονητική, καθώς επιτέλους επιτρέπει σε έναν παίκτη να φτιάξει έναν απλό χαρακτήρα και να παίξει, χωρίς να ξεματιάζεται με ένα 20σέλιδο διαφορετικών utilities & powers.

Οι Wizard & Clerics αντίστοιχα ανακτούν τα magic schools & τα domains τους, όπως και οι αντίστοιχοι της 3ης έκδοσης, οπότε τους νιώθεις λιγάκι περισσότερο όπως ήταν παλιά. Αλλαγή εξίσου ευχάριστη, αν και τα αντίστοιχα εδάφιά τους θέλουν μια πιο προσεκτική ανάγνωση γιατί υπάρχει κίνδυνος να χαθεί ελαφρώς η μπάλα. Νομίζω, ότι σε αντίθεση με τους Rogue & Fighter που απλοποιήθηκαν, οι Wizards & Clerics έγιναν ένα κλικ πιο πολύπλοκοι. Πάντως, όλοι θυμίζουν περισσότερο τους αντίστοιχους χαρακτήρες της 3ης έκδοσης, πράγμα που για μένα τουλάχιστον είναι θετικό. Παράλληλα, είναι σαφέστατα πιο διαφορετικοί μεταξύ τους και “μοναδικοί” σε σχέση με τους αντίστοιχους χαρακτήρες της “κανονικής” 4ης έκδοσης, που κάπου κάπου τα νιώθω σαν ίδια character builds, απλώς με διαφορετικών λογιών powers.

Και εδώ, το βασικό (ίσως και μοναδικό) παράπονό μου είναι στον περιορισμό των ΑΛΗΘΙΝΩΝ επιλογών που μπορεί να κάνει ένας παίκτης. Ότι και να κάνεις, ο fighter σου θα είναι πάντα ένας τύπος που κρατάει σπαθί ή τσεκούρι, άιντε και μια ασπίδα. Ότι και να κάνεις, ο Cleric σου θα καταλήξει να είναι ένας τύπος ντυμένος με chainmail, να κρατάει ασπίδα και να κάνει μια μείξη επιθετικών powers, ολίγον από utility και κάτι από healing. Ότι και να κάνεις, η μοναδική αληθινή επιλογή που θα έχεις για τον wizard σου είναι αν θα πάρεις powers που πιάνουν ένα άτομο για πολύ damage ή πολύ κόσμο για λιγότερο damage από κοντά ή από μακριά. Και – λέω τώρα – αν θέλω να φτιάξω ένα fighter χαρακτήρα που να κρατάει ένα δόρυ και με αυτό να κάνει ακροβατικά, trip, disarms, flips και άλμα επί κοντώ, whirlwind attacks και δε συμμαζεύεται, όπως κάνουν αυτοί στα παιχνίδια της Koei (Dynasty Warriors κλπ)? Νάδα! Άν θέλω να φτιάξω έναν χαρακτήρα που να παίζει πολύ με άλογο και mounted combat όπως οι μεσαιωνικοί ιππότες στις κονταρομαχίες? Ούτε! Αν θέλω να φτιάξω έναν σεβάσμιο γέροντα cleric που να προσφέρει μονάχα healing, άιντε κανένα buff και τις άπειρες γνώσεις και τη σοφία του? Zilch! Αν θέλω να παίξω evil cleric που να κουμαντάρει σκελετά και ζόμπι; Ούτε εκεί καμιά τύχη. Αν θέλω να φτιάξω ένα σάπιο νεκρομάντη τίγκα στη goth-ιλα και τη θανατίλα που να κοιμάται με πτώματα; Ούτε κατά διάννοια!

Βέβαια, είπαμε, οι χαρακτήρες που σου επιτρέπει να φτιάξεις τόσο η 4η έκδοση όσο και τα Essentials είναι ωραίοι, ισορροπημένοι και ξεκάθαροι χαρακτήρες που έτσι κι αλλιώς θα έφτιαχναν 9 στους 10 – και βάλε - παίκτες. Αλλά αν θέλεις κάτι το διαφορετικό, κάτι το παραπάνω; Ατυχία. Deal with it. Take it, or leave it. Για αυτό και προτιμώ την 4η για casual παιχνίδια, one shots και επιδείξεις. Όπου οι απαιτήσεις είναι κατ'εξοχήν (ενίοτε και κατ'ανάγκη) περιορισμένες. Για αυτό και οι λιγότερο dedicated και οι νεότεροι παίκτες μου (και οι γυναίκες!) γουστάρουν την 4η, ενώ οι πιο “ψημένοι” την απεχθάνονται.

Chapter 5 : Character Races
Εξαιρετικά γραμμένο κεφάλαιο που όχι μόνο σου αναλύει τα πλεονεκτήματα της κάθε race, αλλά και σου έχει γραμμένες μικρές “εκθεσούλες” σχετικά με την κοσμοθεωρία, τις συνήθειες, την εμφάνιση, τις κοινωνίες και το ρόλο της κάθε race σε αυτές. Όλα αυτά, μαζί με τα πολλά roleplaying suggestions το κάνουν το πλέον “ολιστικά” προσεγμένο κεφάλαιο, που δεν εμμένει στους κανόνες, αλλά στην περιγραφή και στην τροφοδότηση της φαντασίας του παίκτη.

Chapter 6 : Skills
Περνάμε στο πλέον αγαπημένο μου κομμάτι όσον αφορά την 4η έκδοση, έναντι κάθε άλλου συστήματος κανόνων. ΛΑΤΡΕΥΩ τον τρόπο που οργάνωσαν τα skills. Απλά τον λατρεύω. Λίγα skills, απαλλαγμένα από skill ranks, γραμμένα λογικά και με “ανοιχτό” μυαλό, κατανοητά, με πολλές και ουσιαστικές χρήσεις (χρήσεις που κάποτε προϋπόθεταν ακόμα και χρήση ξορκιών ή αποκλειστικών character traits) το καθένα. Και επιπλέον, αναλυμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να διεγείρουν τη φαντασία του παίκτη (μαζί με τα πολύ καλά παραδείγματα που περιλαμβάνονται για το καθένα) προκειμένου να επινοήσει επιπλέον πρωτότυπες λύσεις για τα skills του χαρακτήρα του. Είναι μακράν το αγαπημένο μου κεφάλαιο.

Chapter 7 : Feats
Κάτι παρόμοιο ισχύει και στα feats. Μου αρέσει πάρα πολύ ο τρόπος με τον οποίο ομαδοποίησαν τα feats προκειμένου να βρίσκει ο καθένας αυτό που ζητάει, χωρίς να διαβάζει σελίδες επί σελίδων. Αν έχω ένα μονάχα παραπονάκι απο το κεφάλαιο των feats, είναι ότι προσωπικά θα ήθελα να έχουν συμπεριλάβει περισσότερα. Και να έχουν αναπτύξει τομείς όπως two weapon fighting, mounted combat, trip, disarm, γενικά οτιδήποτε έχει να κάνει με μανούβρες και τακτικές μάχης πέρα από απλά χτυπήματα. Επιπλέον, τα “νέα” feats είναι απλούστερα και συνάμα αρκετά δυνατότερα σε σχέση με αυτά της “κλασικής” 4ης έκδοσης. Κυριολεκτικά, τα σπάνε. Αυτό προφανώς έγινε για να “αποζημιώσει” τους χαρακτήρες για τις περιορισμένες τους επιλογές σε σχέση με αυτούς της “κλασικής” 4ης έκδοσης. Γενικότερα, οι νέοι χαρακτήρες είναι πιο απλοί, φιλικοί στη χρήστη και “μπιφτεκωτοί”.

Chapter 8 : Gear and Weapons
Λιτό και διεκπαιρεωτικό κεφάλαιο που αναλύει ότι έχει να κάνει με τα όπλα, τις πανοπλίες και τα αντικείμενα των χαρακτήρων, όπως και τις παρεχόμενες υπηρεσίες σε αυτούς. Επίσης, αναλύει ότι είναι σχετικό με μαγικά αντικείμενα και παραθέτει κάποια έτοιμα για κάθε κατηγορία. Εδώ ήθελε πολύ περισσότερη δουλειά. Αφενός τα όπλα είναι απελπιστικά λίγα, περιορίζονται στα “απλά” όπλα που κάνουν μονάχα ζημιά και βασικά απαρτίζονται από διάφορα σπαθιά, τσεκούρια και μαχαίρια. Αφετέρου, η προσθήκη των μαγικών αντικειμένων είναι υπέρ του δέοντος ευπρόσδεκτη, αλλά θα έπρεπε να είναι και αυτά περισσότερα στον αριθμό. Τέλος, στις παρεχόμενες υπηρεσίες απουσιάζουν πλήρως οι spellcasting services, δηλαδή το πόσο θα πλήρωναν οι χαρακτήρες για να κάνει κάποιος για αυτούς ένα ξόρκι, μια ritual κλπ. Μιλώντας για rituals, είναι ένα – κατά τη γνώμη μου – βασικό κομμάτι του παιχνιδιού που απουσιάζει παντελώς από τα Essentials και ειλικρινά δεν μπορώ να καταλάβω το γιατί.

Glossary
Το γλωσσάρι με τους διάφορους όρους του παιχνιδιού είναι πολύ περισσότερο χρήσιμο απ' όσο θα περίμενε κανείς, για τον απλό λόγο ότι... περιέχει πληροφορίες σχετικά με κανόνες και βασικά κομμάτια του παιχνιδιού που – παραδόξως – δεν αναλύονται στο κυρίως βιβλίο! Κοινώς, αν θέλεις να μάθεις τι εστί charge, shift, run, cover, concealment, ΟΛΕΣ οι conditions – που στην 4η έκδοση χρησιμοποιούνται κατά κόρον – και πολλά άλλα, η μονη σου ελπίδα να τα βρεις είναι εδώ, εκτός κι αν είσαι πρόθυμος να ξηλωθείς για να πάρεις τα Rules Compendium ή το DM's Kit. Ευτυχώς τουλάχιστον που είναι αναλυτικά και ξεκάθαρα γραμμένα, έστω και σαν σημειώσεις σε ένα γλωσσάρι. Και – αν δεν κάνω λάθος – δεν πρέπει να έχουν παραλείψει κάτι άλλο που πραγματικά να χρειάζεται ο παίκτης.

Index
Όλοι οι όροι και τα θέματα του βιβλίου και που ακριβώς μπορείς να τα βρεις. Το τελευταίο δισέλιδο του βιβλίου απαρτίζεται από ένα κενό φύλλο χαρακτήρα που μοιάζει αρκετά με αυτό του εισαγωγικού red box, αλλά έχει ελαφρώς διαφορετική διάταξη για να ταιριάζει με τις μειωμένες διαστάσεις του βιβλίου.

Εμφάνιση / Δέσιμο :
ΛΑΤΡΕΥΩ το νέο format. Μαλακό εξώφυλλο και σε μέγεθος τσέπης, είναι ελαφρύ και ευέλικτο, ότι πρέπει για έναν παίκτη που πάει σε ξένα σπίτια για να παίξει και – γιατί όχι – ακόμα και για έναν DM που για κάποιο λόγο πρέπει να παίξει σε άλλο χώρο πέρα από το σπίτι του και πρέπει να στριμώξει καπου τα πολλά πράγματα που θα κουβαλήσει. Πλέον, ότι χρειάζομαι για να παίξω (μια ξύλινη κασετίνα με κάρτες, μινιατούρες, μολύβια, γόμες και ξύστρες, ζάρια και μάρκες για τους παίκτες, άλλο ένα κουτί με τα δικά μου tiles, κάρτες, monster tokens, ζάρια και μάρκες, φύλλα χαρακτήρων, περιπέτεια και handouts, το “Heroes of the Fallen Lands” και το εξαιρετικό εισαγωγικό φυλλάδιο με τους κανόνες του “Keep on the Shadowfell” & το DM's screen) χωράνε μονάχα στο χαρτονένιο κουτί του red box. Μπορεί να μην ακούγεται σαν κάτι σημαντικό, αλλά σε σχέση με το να κουβαλώ (όπως έκανα μέχρι τώρα) τα άπειρα σκληρόδετα βιβλία (PHB, DMG, MM, Rules compendium) τα ντοσιέ και τις σημειώσεις μου από 3rd Edition, είναι πραγματικά μια πολύ ΠΟΛΥ μεγάλη ανακούφιση...

Το δέσιμο των σελίδων είναι καλό (το έχω κατασημειώσει, ανοίξει, διπλώσει και τσακίσει και γενικά ζορίσει αρκετά και ακόμα δε με έχει προδώσει) και το χαρτί είναι το ίδιο καλής ποιότητας χαρτί που χρησιμοποιείται σε όλα τα σκληρόδετα βιβλία της 4ης έκδοσης. Το εσωτερικό του είναι χαρακτηριστικά αραιογραμμένο, με ΤΕΡΑΣΤΙΟΥΣ χαρακτήρες, σχεδόν παραπέμπει σε παιδικό βιβλίο. Προσωπικά, θα το προτιμούσα κομματάκι πιο πυκνογραμμένο και να περιλάμβανε και το περιεχόμενο του “Heroes of the Forgotten Kingdoms”. Άνετα μπορούσε και μάλιστα χωρίς να αυξήσει τον αριθμό των σελίδων. Ωστόσο, οι μεγάλοι γραφικοί χαρακτήρες βολεύουν πολύ όταν παίζεις σε ημίφως (για ατμόσφαιρα ντε!) και κουράζουν τα μάτια πολύ λιγότερο.

Εξαιρετικής ποιότητας είναι και το artwork, αν και πολύ γενικόλογο (απλώς απεικονίζει σε διάφορες στάσεις μάγους και πολεμιστές). Θα προτιμούσα να απεικονίζει και κάποιες πιο ειδικές με το παιχνίδι καταστάσεις, όπως πώς μοιάζουν οπτικά διάφορα spells, prayers, conjurations και δε συμμαζεύεται.

Ρεζουμέ :
Έιναι ένα εξαιρετικά φιλικό προς το χρήστη εναλλακτικό Player's Handbook. Είναι πολύ καλογραμμένο, διορθωμένο (με περασμένα ΟΛΑ τα errata) ξεκάθαρο. Τα δυο του μεγάλα μειον είναι οι περιορισμένες (σε σχέση με την κλασική 4η έκδοση) επιλογές που προσφέρει στα character builds και κάποιοι κανόνες που δεν βρίσκονται στα εδάφια που θα έπρεπε, παρά μόνο βρήκαν καταφύγιο στο γλωσσάρι. Θα έλεγα ότι είναι ιδανικό για περιορισμένης διάρκειας παιχνίδια, one shot, παιχνίδια επίδειξης καθώς είναι ιδιαίτερα εύκολο στην εκμάθηση και στη δημιουργία χαρακτήρων, επίσης για μικρότερες ηλικίες και γενικά για πρωτάρηδες παίκτες, ή λιγότερο motivated άτομα που θέλουν απλά να μαζευτούν παρέα και να παίξουν σε ένα χαλαρό κλίμα.

Κατά τα άλλα, τα Essentials είναι ΑΚΡΙΒΩΣ η ίδια 4η έκδοση του Dungeons & Dragons που άλλοι αγαπούμε και άλλοι μισούμε. Είναι ίσως γραμμένα με έμφαση την πρακτικότητα, τις λιγότερες αλλά ουσιαστικότερες επιλογές και με απείρως καλύτερη διάταξη και οργάνωση. Δεν είναι 4,5 edition, δεν είναι απλώς συμβατό με την 4η έκδοση, είναι ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΟ ΙΔΙΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ και οι χαρακτήρες του παίζουν απόλυτα αρμονικά με τους άλλους της 4ης έκδοσης.

Τα essentials (ακόμα περισσότερα review από προϊόντα αυτής της σειράς θα δείτε από την Καμαριέρα οσονούπω) αντικαθιστούν την 4η έκδοση; Αν θέλεις να κάνεις σωστή δουλειά, ΟΧΙ. Ειδικά το DM's Kit είναι σαφέστατα ανεπαρκές σε σχέση με το κλασικό Dungeon Master's Guide.

Το “Heroes of the Fallen Lands” αντικαθιστά το “Player's Handbook”? Αν σε καλύπτουν οι πολύ λιγότερες επιλογές που έχει, ΝΑΙ.

Προσωπικά, για κάποιον Dungeon Master που θέλει να επενδύσει στην 4η έκδοση, προτείνω να παραγγείλει από το εξωτερικό (θα γλιτώσει τρελά λεφτά) τα εξής : “Heroes of the Fallen Lands”, “Heroes of the Forgotten Kingdoms”, “Monster Vault” (είναι ΕΤΗ ΦΩΤΟΣ ανώτερο από οποιοδήποτε Monster Manual) και το “Dungeon Master's Guide”.

Πόσα πιάνει; δυσκολεύομαι πολύ να το βαθμολογήσω. Για τη δουλειά που καλείται να κάνει, θα έλεγα ότι του αξίζει ένα 4 / 5

Τρίτη 5 Ιουλίου 2011

The Roommate


Μάστορας : Christian E. Christiansen
Παίχτες : Minka Kelly, Leighton Meester & Cam Gigandet
Με δυό λογάκια :
Η Sara είναι μια πρωτοετής φοιτήτρια στο πανεπιστήμιο του Los Angeles. Μοιράζεται το καινούριο της δωμάτιο στη φοιτητική εστία με τη Rebecca. Η Rebecca αρχικά δείχνει γλυκειά, ντροπαλή και συνεσταλμένη και θέλει να μοιράζεται τα πάντα με τη Sara. Όλα μαρτυρούν την έναρξη μιας υπέροχης φιλίας. Όταν όμως αρχίζουν να συμβαίνουν δυσάρεστα γεγονότα σε όλους τους κοντινούς ανθρώπους της Sara, θα αρχίσει να έχει αμφιβολίες. Και όσο περνάει ο καιρός, η εμμονή της Rebecca με τη νέα της συγκάτοικο μεγαλώνει και τα δυσάρεστα περιστατικά αρχίζουν να βγαίνουν εκτός ελέγχου...

Αναλυτικότερα :
Πλάκα πλάκα, πρέπει επιτέλους να αρχίσω να τη μυρίζομαι τη βρώμα. Κατ'αρχήν, το αυτονόητο : μια ταινία που στα έχει όλα γραμμένα στο πίσω μέρος του dvd πολύ απλά δεν έχει καμία πλέον έκπληξη να σου προσφέρει. Ξεφουσκώνει προτού καν βάλεις το δισκάκι να παίξει στο ματζαφλάρι. Τρώει γκολ από τα αποδυτήρια. Χέστα κι άστα. Δεύτερον. Μοντέλα που το παίζουν γυαλιστεροί έφηβοι με lifestyle και attitude εκατομμυριούχου ενήλικα. Η πατροπαράδοτη προβοκατόρικη εικόνα του μέσου αμερικάνου που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Και τέλος, ένα εργάκι που (θέλει να) είναι θρίλερ μεν, κατάλληλο για ανηλίκους δε (PG-13 rating). Δηλαδή για βίαιες σκηνές, ούτε συζήτηση. Το δε γυμνο; Πιο εξαφανισμένο και από τον Jimmy Hofa! Οπότες, είντα λόγος παραμένει προκειμένου να δεις αυτή την ταινιούλα; Εν ολίγοις... κανένας.

Εντάξει, για να μην τα παραλέμε, προσωπικά είχα δυο λόγους. Ο πρώτος ήταν η ομοιότητά του με το κλασικό “Νέα Γυναίκα Μόνη Ψάχνει”. Στο οποίο, το “The Roommate” σε παραπέμπει κατευθείαν. Πρακτικά, πολύ θα ήθελε να είναι το “Νέα Γυναίκα...” της εποχής του. Αλλά πέρασε και δεν ακούμπησε. Δεύτερον... ήταν η μόνη ταινία στο videoclub που με ενδιέφερε να δω και ήταν διαθέσιμη σε... blu-ray!!! Ναι, ενίοτε είμαι τόσο ρηχός άνθρωπος. Συνεπώς, τα θέλω και τα παθαίνω. Ενίοτε.

Στην ακόλουθη παράγραφο, όσα θα γράψω μάλλον τα έχεις μαντέψει ήδη, οπότε μπορείς και να παραβλέψεις την ανάγνωσή της. Λοιπόν, το “The Roommate” έχει απίστευτα στερεοτυπικούς επιφανειακούς χαρακτήρες. Μη ρεαλιστικές – σε σημείο γελοιότητας – αμερικανοκαταστάσεις. Κονσέρβα ατάκες και διαλόγους που τα έχεις ματαδεί σε άπειρες παρόμοιες ταινίες του είδους. Για ηθοποιία δεν το συζητώ. Αν και κάποια από τα κοριτσάκια που παίζουν είναι εξόχως λιμπισίμια, εντούτοις είναι πάντοτε και στο 100% της επιφάνειας του τορνευτού σώματός τους καλυμμένα με ρούχα από το λαιμό και κάτω, λες και η ταινία είναι γυρισμένη στην Αλάσκα μέσα στο καταχείμωνο. Κάπου κρυμμένο προς το τέλος μπορεί και να εντοπίσεις ένα κιλοτάκι, αλλά μέχρι τότε θα έχεις ξενερώσει τόσο πολύ που πλέον δε θα σου κάνει καμιά διαφορά. Οι πράξεις της ψυχωτικής συγκατοίκου όχι μόνο δεν τρομάζουν, είναι τόσο “λίγες” σε σχέση με ότι έχεις συνηθίσει που δεν προκαλούν καμία εντύπωση και δεν έχουν πρακτικά ΚΑΝΕΝΑΝ αντίκτυπο στην ταινία. Ο ένας και μοναδικός φόνος που διαπράττεται είναι τόσο παράλογος, λογοκριμένος και βεβιασμένος που καλύτερα να μην υπήρχε καν...

Ρεζουμέ :
Κοινώς, το “The Roommate”, σου προσφέρει ότι και τόσες άλλες ταινίες του σωρού, μόνο που... έιναι χειρότερο, εφηβικότερο και σε όλα του ...“λιγότερο”! Αν μπορούσα να βρω κάτι καλο για αυτό, είναι η τεχνικά άρτια σκηνοθεσία, η φωτογραφία και η μουσική. Κατά τα άλλα, αποφύγετε...

Πόσα πιάνει; 2 / 5 και πολλά του βάζω...

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2011

Dark Sun Creature Catalog


Συγγραφέας : Richard Baker, Ari Marmell, Chris Sims
Εκδοτική : Wizards of the Coast
Τιμή : 20 ευρώ
Με δυό λογάκια :
Πρόκειται για το Monster Manual του Dark Sun campaign setting που έχει βγεί από την ιδια εταιρία, για την 4η έκδοση των κανόνων του Dungeons & Dragons.

Αναλυτικότερα :
Γεννημένα σε έναν κατεξοχήν εχθρικό κόσμο, τα πλάσματα του Athas διαφέρουν σε σχέση με τα αντίστοιχα των άλλων κόσμων του Dungeons & Dragons. Αφενός είναι σαφέστατα πιο ανθεκτικά, αφετέρου, έχουν αναπτύξει ασυνήθιστους μηχανισμούς προσαρμογής – κυρίως με τη μορφή των psionics - στο αφιλόξενο περιβάλλον της ερήμου. Το βιβλίο περιέχει όλα τα καινούρια και “μοναδικά” πλάσματα του Dark Sun, απαρτιζόμενο κυρίως από τα κλασικά παλιά, όπως είχαν εμφανιστεί στα αντίστοιχα creature catalogs για το Dark Sun της 2ης έκδοσης από την TSR, αλλά και της 3ης έκδοσης, που είχε δημοσιευτεί σε δυο διαδοχικά τεύχη του DUNGEON, όταν έβγαινε ακόμα από την Paizo publishing. Επιπλέον, περιέχει και νέες προτάσεις πλασμάτων, μοναδικές για την καινούρια έκδοση αυτού του λατρεμένου campaign setting. Ακολουθεί ανάλυση του βιβλίου ανά κεφάλαιο :

Creatures of Athas
Είναι δικαιολογημένα το μεγαλύτερο κεφάλαιο του βιβλίου, αποτελώντας πάνω από τα 2/3 των σελίδων του. Όπως σε κάθε βιβλίο του είδους, ξεκινάει με μια εισαγωγή όπου αναλύονται οι μηχανισμοί του παιχνιδιού όσον αφορά τα τέρατα και επεξηγείται με σαφήνεια ότι μπορεί να έχει σχέση με τις στατιστικές τους. Το format των τεράτων, ακολουθεί το άκρως επιτυχημένο υπόδειγμα που καθιερώθηκε με το Monster Manual III (το πλέον καλύτερο “Monster Manual” της 4ης έκδοσης). Σε κάθε τέρας αντιστοιχεί το δικό του δισέλιδο, με τέτοιο τρόπο ώστε όλες οι πληροφορίες να είναι συγκεντρωμένες στο ίδιο εδάφιο, εκεί που ανοίγεις το βιβλίο, χωρίς να χρειάζεται να γυρίζεις σελίδες ή να μετροφυλλάς. Περιττό να πω πόσο σημαντικό είναι αυτό για τον ήδη φορτωμένο με πολλά έργα, αλλά και πολλά βιβλία Dungeon Master. Οι actions του κάθε τέρατος είναι ξεκάθαρα διαχωρισμένες και ταξινομημένες, κάνοντας τη δουλειά του DM ακόμα ευκολότερη.

Επιπλέον, υπάρχουν (με ελάχιστες εξαιρέσεις) τουλάχιστον από 3 διαφορετικές εναλλακτικές εκδοχές του κάθε τέρατος, σαν minions, solo, elite monsters και δε συμμαζεύεται. Κάθε τέρας, ακόμα και το πιο απλό, έχει τουλάχιστον μια special ικανότητα και τα περισσότερα (σχεδόν όλα) έχουν psionics, αν και πλέον με την 4η έκδοση τα psionics δε διαφέρουν πρακτικά καθόλου από μια οποιαδήποτε arcane ή divine power, τουλάχιστον από τη μεριά του DM που καλείται να χειριστεί psionic monsters. Βέβαια αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, γιατί μέχρι πρότινος ήταν ΑΠΙΣΤΕΥΤΑ επώδυνο και πολύπλοκο να χειριστείς τέτοια τέρατα, ιδίως στης 3,5 έκδοση του παιχνιδιού. Όλα και όλα : μπορεί να μη μου αρέσει καθόλου η 4η σαν rules system, αλλά δηλώνω ερωτευμένος με τα monster manual της και με τον τρόπο που οι ιδιότητες των τεράτων είναι όλες μαζί οργανωμένες και ταξινομημένες στο ίδιο stat block!

Τέλος, δε μπορώ παρά να μη ΕΠΑΙΝΕΣΩ την πολύ καλή προσθήκη του Lore section. Κάθε τέρας συνοδεύεται από μια μικρή παράγραφο που μιλάει για της συνήθειες, την εμφάνιση, τις τακτικές και την οικολογία του. Βασικά, είναι μια μεστή περιληπτική monster ecology, παντελώς απαλλαγμένη από στατιστικές και game terms, που απευθύνεται καθαρά στο feeling του campaign setting και στην περιγραφή του DM. Είναι σαφέστατα πολύ αναζωογονητικό σε σχέση με την ακατάσχετη ορολογία της 4ης έκδοσης. Μακάρι τέτοιες ανάλογες κινήσεις να επεκτείνονταν και σε άλλες όψεις του παιχνιδιού... όσοι διαβάζατε παλιά DRAGON, οι παραγραφούλες αυτές θα σας θυμίσουν τα αντίστοιχα – και πολύ δημοφιλή – “Ecology of the...” άρθρα που περιείχαν τότε.

Μοναδικό παραπονάκι : κάποια τέρατα από τα καινούρια, δεν ταιριάζουν στην αισθητική αλλά και στο lore του Dark Sun. H οικολογία του Dark Sun υπαγορεύει κλασικά ότι σχεδόν όλα τα θηλαστικά έχουν εξαλειφθεί, ΕΚΤΟΣ από τα πολύ ευφυή είδη και βασικά αυτά αντιπροσωπεύονται από τις player races. Εδώ, προστέθηκαν κάποια πλάσματα που φαντάζουν παράταιρα. Ανθρωποειδή και γίγαντες (Brohg, drakes, giants, Hejkins, Kirre, feys, Tareks) που μοιάζουν πολύ με τα αντίστοιχα “κλασικά” του D&D τα οποία – φυσικά – δεν παίζουν σε ένα Dark Sun campaign. Ευτυχώς, αποτελούν τη μειοψηφία, αλλά δεν παύει να είναι μια παραφωνία σε μια κατά τα άλλα πολύ καλή συλλογή τεράτων.

Personages of Athas
Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον κεφάλαιο, αφιερωμένο στις σημαντικές προσωπικότητες του Athas, που περιέχει, lore, τακτικές και στρατηγικές όχι μόνο των ίδιων αλλά και των σημαντικότερων ή / και τυπικότερων υπηρετών τους! Εδώ συμπεριλαμβάνονται ΟΛΟΙ οι sorcerer kings με τους σημαντικότερους υπαρχηγούς τους, ο Dregoth, και πολλοί τυπικοί NPC's από όλα τα στρώματα της κοινωνίας, των σεκτών και των κλάσεων του Athas. Σύντομο (μόλις 20 σελίδες) αλλά υπέροχο σαν προσθήκη. Το lore του, ειδικά όσον αφορά τους sorcerer kings πρέπει να θεωρηθεί απαραίτητο για κάθε DM που παίζει Dark Sun και εξίσου σημαντικό με τις πληροφορίες που περιέχονται στο βιβλίο του campaign setting. Τώρα εντυπωσιάστηκα! Αλήθεια!

Encounter Options
To τελευταίο και πλέον μικρότερο κεφάλαιο του βιβλίου, αποτελείται από τα εξής εδάφια :

Customizing Monsters : τρόποι για να μετατρέψετε ένα “συμβατικό” τερας από οποιαδήποτε πηγή, έτσι ώστε να είναι κατάλληλο και ταιριαστό για το ξεχωριστό περιβάλλον του Dark Sun. Έχει κυρίως συμβουλευτικό περιεχόμενο και περιέχει προτάσεις και συστάσεις, παρά κανόνες. Επιπλέον, έχει και δυο παραδείγματα τέτοιων “πειραγμένων” τεράτων.

Monster Themes : συλλογές από powers που δίνουν σε ένα γκρουπ τεράτων κοινή όψη και feeling, τα οποία επιπλέον είναι άκρως ταιριαστά στον κόσμο του Dark Sun. Εδώ περιλαμβάνονται επιλογές για να φτιάξετε Arena bred Monster, Elementally Infused Monster, Psionic Adept και Sunwarped Monster

Athasian Fantastic Terrain & Hazards : επιπλέον επιλογές όσον αφορά τα χαρακτηριστικά που απαρτίζουν το περιβάλλον της μάχης. Με αυτά, προσθέτεις επιπλέον στρατηγικές επιλογές στους παίκτες σου, όσον αφορά τη συμπεριφορά τους σε μια μάχη, αλλά και τονίζεις τη μοναδικότητα του άγριου κόσμου του dark sun.

Τέλος, το βιβλίο κλείνει με μια κατάταξη των τεράτων του ανά level προκειμένου να κάνει την οργάανωση των encounters ακόμα ευκολότερη.

Εμφάνιση / Δέσιμο :
Εξαιρετικό δέσιμο. Σκληρό εξώφυλλο με ιδιαίτερα εντυπωσιακό artwork, και επιλεκτικά “γυαλιστερές” λεπτομέρειες. Οι σελίδες είναι ραμμένες στη ράχη του βιβλίου και είναι φτιαγμένες καλή ποιότητα ανθεκτικού ημι-γυαλιστερού χαρτιού, ίδιου με όλα τα άλλα βιβλία της 4ης έκδοσης. Λίγες σελίδες – μόλις 142 - αλλά η χαμηλή τιμή σε συνδυασμό με το καλής ποιότητας σκηλρό εξώφυλλο το καθιστούν αρκετά καλό deal. Μοναδικό παραπονάκι : η ποιότητα του artwork δεν είναι σταθερή όσον αφορά το εσωτερικό του βιβλίου. Κυμαίνεται από πολύ καλή έως μετριότατη (με αποκορύφωμα το “γελαστό” Mekillot!). Τα illustrations των τεράτων στο σύνολό τους είναι πολύ μικρά σε μέγεθος. Επίσης, πολλά “παραδοσιακά” πλάσματα του Dark Sun έχουν υποστεί τόσο οριστικό facelift – αισθητικό, αλλά και σε game mechanics - που πρακτικά είναι πλέον αγνώριστα (πχ Psyrlons)

Ρεζουμέ :
Είναι ένα έξοχο Monster Manual, κυριολεκτικά υποδειγματικό στο είδος του. Απαραίτητο σε όποιον θέλει να παίξει Dark Sun με την καινούρια έκδοση κανόνων. Μακάρι όλα τα βιβλία της 4ης έκδοσης να ήταν τόσο καλά...

Πόσα πιάνει; 4,5 / 5

The Town


Μάστορας : Ben Affleck
Παίχτες : Ben Affleck, Rebecca Hall and Jon Hamm
Με δυό λογάκια :
Ένας βετεράνος κλέφτης τραπεζών προετοιμάζει την επόμενη ληστεία του. Όμως ταλανίζεται ανάμεσα στα συναισθήματά του για ένα προηγούμενο θύμα του, τους ανθρώπους του κοντινού του περιβάλλοντος που τον κρατούν καθηλωμένο στα λάθη του παρελθόντος και στις αυξημένες απαιτήσεις που προκύπτουν καθώς ο κλοιός του FBI σταδιακά κλείνει γύρω από αυτόν και τη συμμορία του...

Αναλυτικότερα :
Τώρα, να σας πω ότι εντυπωσιάστηκα όταν πρωτοείδα / άκουσα για το "The Town", ψέματα θα είναι. Δηλαδή εντάξει. Άλλη μια ταινία με ληστείες τραπεζών, με μετανοημένους εγκληματικούς εγκέφαλους, ένα καταδικασμένο ρομάτζο, προετοιμασία για το τελευταίο κόλπο που πάντα όμως στην πορεία στραβώνει και ένα μπαμπάτσικο κυνηγητό με αυτοκίνητα και περιπολικά μέσα στην πόλη. Και στο τέλος το happy end. Δε σας συνόψισα πάνω κάτω πώς έχει κάθε ταινία του είδους; Σαφώς. Το “The Town” ξεφεύγει από αυτή τη μανιέρα; Όχι. Οπότε, υπάρχει λόγος να το δεις; Παραδόξως, η απάντηση σε αυτή την ερώτηση είναι ένα ηχηρότατο ΝΑΙ!!! Οι αποθεωτικές κριτικές ήταν ένα πρώτο καλό σημάδι. Βέβαια, όπου ακούω πολλά κεράσια, τείνω να είμαι κάπως δύσπιστος. Και ο Ben Affleck είναι ένα παιδί που – κακά τα ψέματα – ταλέντο έχει και συγγραφικά και υποκριτικά, αλλά στο 99% των περιπτώσεων βαριέται να το χρησιμοποιήσει (υποθέτω ότι κανένας μας δε θέλει τα θυμάται τα απαραμίλλου κάλλους “Gigli”, " "Daredevil" και "Jersey Girl") Μια από τις λίγες φορές που το κάνει, είναι εδώ.

Κατ' αρχήν, σαν ηθοποιός : κουμπώνει άψογα την περσόνα του στο ρόλο του ιρλανδέζικης καταγωγής ληστή. Από τη φάτσα, τις εκφράσεις, τους μαννερισμούς, την προφορά, τα πάντα όλα. Ο άνθρωπος το'χει. Σαν σκηνοθέτης : σε αυτή τη δεύτερη προσπάθειά του (η πρώτη ήταν στο απρόσμενα καλό "Gone Baby Gone") δείχνει σημάδια κατακόρυφης βελτίωσης. Η σκοτεινή και διεφθαρμένη Βοστόνη του Affleck θυμίζει σαφέστατα Martin Scorsese, αλλά και Robert DeNiro. Ναι, είναι τόσο καλό. Όσο υπάρχει τράπουλα, θα βγαίνουνε ρηγάδες και όσο υπάρχουν δάσκαλοι θα βγαίνουν μαθητάδες. Έτσι πρέπει.

Υπέροχη – και πανέμορφη - η Rebecca Hall σαν το θύμα ληστείας αλλά και μετέπειτα ερωτικό αντικείμενο πόθου μεταξύ του ληστή Doug και του πράκτορα του FBI που τον καταδιώκει. Καταπληκτικός ο (αλήθεια, γιατί?) ακριβοθώρητος Jeremy Renner, σαν τον βαθιά συναισθηματικό όσο και διαταραγμένο και προβληματικό παιδικό φίλο (και νούμερο 2 της συμμορίας) του Doug. Απροσδόκητη στην ερμηνεία της και η Blake Lively, σαν η “εξώλης και προώλης” μάνα του εξώγαμου παιδιού του πρωταγωνιστή.

Ρεζουμέ :
Χαίρομαι ειλικρινά με τις ταινίες που κάνουν την έκπληξη – με την καλή έννοια. Και το “The Town” είναι σαφέστατα μια από αυτές. Βασικά είναι το "Goodfellas” της εποχής του. Και αυτό από μόνο του λέει πολλά...

Πόσα πιάνει; 4 / 5