Αυτό είναι το δεύτερο ποστ που γράφω όσον αφορά αυτή την ταινία. Τρίτο αν μετρήσεις και το δίπτυχο αφιέρωμα που έκανα σε όλες τις προηγούμενες ταινίες της σειράς, με αφορμή την προβολή αυτής, της καινούριας. Είχε προηγηθεί μια συντομότερη δημοσίευση που έγραψα λίγο αφότου πληροφορήθηκα για το άμεσο release της. Με άλλα λόγια, περίμενα αγωνιωδώς για αυτήν. Όχι γιατί πίστευα ότι θα δω το κινηματογραφικό διαμάντι. Ούτε καν πιστεύω ότι τα υπόλοιπα έργα της σειράς είναι άξια λόγου, αν εξαιρέσεις ίσως τα 3 πρώτα. Αλλά μεγάλωσα με αυτά τα έργα. Για αυτό και έγινα έτσι! Και όσο γκουφοταινίες και να είναι, τα Friday the 13th, τα Nightmare on Elm Street, τα Rocky, τα Terminator, τα φιλμάκια των Alien & Predator και τόσα άλλα χαζά έργα της δεκαετίας του '80, θα μου φέρνουν πάντα μαζί τους κάθε φορά που τα βλέπω ένα κομμάτι της αθωότητας, της χαμένης παιδικής μου ηλικίας, των καλοκαιριών που μύριζαν αρμύρα από τη θάλασσα της Αγιάς Φωτιάς, πίσσα και πετρέλαιο από τις μολυσμένες αμμουδιές του Καρφά και καμμένο πλαστικό από τα λαλημένα κυκλώματα του παλιού μου Sega Master System.
Στημένος με ευλάβεια στην ουρά του multiplex. Δεύτε λάβετε pop corn. 8 ευρώ για να δεις μια ταινία. Σε μιάμιση ώρα δηλαδή ξοδεύουμε πλέον κάτι λιγότερο από 3 χιλιάδες δραχμές, ποσό που κάποτε κάλυπτε τα προσωπικά μου έξοδα (στο δημοτικό) για ένα μήνα. Το έργο αρχίζει. Οι προσδοκίες μου από το έργο ιδιαίτερα χαμηλές. Αλλά μέσα μου, στα κρυφά, τολμώ να ελπίζω. Σχεδόν κανένας ωστόσο δεν τίμησε με την παρουσία του το έργο στην αίθουσα. Ιδιωτική προβολή. Σε 4 θέσεις στη σειρά κάθομαι εγώ, ο αδερφός μου, η Σοφία και η Αφροδίτη. Αφού πέσουν τα φώτα, ξεμπουκάρουν άλλες 3 παρέες και κάθονται σιγοκουβεντιάζοντας. Η μια από αυτές μάλλον ήρθαν κατα λάθος ή δε βρήκαν κάπου αλλού να πάνε. Δε μου μοιάζουν πάντως για νοσταλγούς. Οι άλλες 2 αποτελούνται από πιτσιρίκια. Νεούδια. Παραξενεύομαι. Ξενερώνουμε με τα τρέιλερ του Σούλα Έλα Ξανά και του Dragonball.
Τίτλοι αρχής. Μας γίνεται μια πολύ γρήγορη (αλλά περιεκτική) περίληψη των προγενέστερων γεγονότων. Για τον πνιγμό του μικρού Jason, την εκδίκηση της μάνας του, τον αποκεφαλισμό της μπροστά στα μάτια του γιού της. Συνεχίζουμε στο ψητό. Παρακολουθώ αμίλητος. Σιγά σιγά συνειδητοποιώ κάτι. “Ρε αυτό είναι καλό!” Το βουλώνω για να μη το γρούσουζέψω. Καλογυρισμένο έργο. Καλή δράση. Γκαζωμένο, δεν κάνει στιγμή κοιλιά. Νιώθω ξανά τη γνωστή αγωνία να μου χαϊδεύει τη ραχοκοκκαλιά από τα τραβηγμένα, παρατεταμένα πλάνα. Τις παράξενες γωνίες λήψεις. Αυτές που σου υποδηλώνουν ότι ο δολοφόνος μπορεί να ξεπροβάλλει από παντού. Μετράω τουλάχιστον 3 διαφορετικά θεσπέσια ζευγάρια βυζάκια. Ή μάλλον περισσότερο φέρνουν σε βυζάρες. Απίστευτες γυναικάρες, όμορφα αγόρια. Εξάλλου, το κοκτέιλ βίας και ερωτισμού ήταν ανέκαθεν το μυστικό της επιτυχίας του Friday the 13th. Καλές σκηνές βίας, ισορροπημένες. Ζουμερές, αλλά χωρίς άντερα. Εδώ οι υπεύθυνοι το διάβασαν καλά το μαθημά τους. Από τη μέση της ταινίας και μετά όλες οι κουβέντες στο σινεμά έχουν κοπεί μαχαίρι. Πρώτη φορά είδα πιτσιρίκια στο σινεμά να παρακολουθούν τόσο ευλαβικά, να τηρούν σιγήν ιχθύος. Παναγίτσες σωστές. Καλό και το φινάλε-φόρος τιμής στο πρώτο έργο.
Πολύ καλή δουλειά. Με την έννοια ότι ήταν ακριβώς αυτό που έπρεπε να είναι. Δηλαδή ένα απενοχοποιημένο απολαυστικό κοκτέιλ από χαζοκαβλωμένους εφήβους, τραβηγμένη αγωνία σχολής Dario Argento και άμεση κινηματογραφική βια που οφείλει πολλά στον παππού της George Romero. Έτσι όπως ήταν πάντα (τουλάχιστον στα πρώτα καλά έργα της σειράς). Χωρίς σκηνοθετικά ακροβατικά και αυνανισμούς. Χωρίς κουνημένες κάμερες και “cool” ατάκες. Αυτό το ταινιάκι έχει πολύ περισσότερη ευλάβεια, σεβασμό και ουσία μέσα του από πολλές “σοβαρές” ταινίες. Ο Jason θεός. Σαν αληθινό φάντασμα του παρελθόντος, δεν ξεθώριασε, δε γέρασε ούτε μια μέρα, παρά το ότι πέρασαν τόσα χρόνια. Επιβλητικός, στιβαρός. Πάντα αμίλητος και αδίσταχτος. Δεν έχει στυλ, δεν ξέρει να ποζάρει στο φακό. Είναι απόμακρος, αδέξιος αλλά διαβολικά αποτελεσματικός and he shoots to kill. Παρόλα αυτά είναι ένα παρωχημένο προϊόν. Για τους νοσταλγούς. Δε μπορώ να φανταστώ τι appeal μπορεί να έχει σε έναν πιτσιρικά σήμερα. Και, να πω την αλήθεια, ούτε με νοιάζει.
Αλλάζουν οι καιροί. Άτιμος κόσμος. Μας βάφτισε παλιοσειρές, τον Jason αλλά και μένα. Αυτός όμως παρέμεινε πιο ειλικρινής, πιο αληθινός. Φορά ακόμα τα σκισμένα σκουρόχρωμα ρούχα, την trademark μάσκα του, χαϊδεύει ακόμα την αγαπημένη του μαχαίρα.
Εγώ πάλι, φορώ άλλα trademark, αυτά που κάποτε έβλεπα σε κάτι μεγάλους και τους έλεγα φλώρους. Ό,τι αλήθεια και τρέλα έμεινε από τότε την κουβαλώ μέσα στο κεφάλι μου. Μακάρι να είχα την ψυχική δύναμη αλλά και τη... λιανότητα να χωρέσω στα παλιά μου ρούχα. Αυτά που φόραγα όταν ήμουν 69 κιλά (τώρα ζυγίζω 93). Στα τριμμένα μου τζην, τα ιδρωμένα μπλουζάκια, τις μυτερές δερμάτινες καουμπόηκές μου μπότες (sooo 80's!!!) που με βλέπαν να τις φορώ στο σχολείο και με κοροϊδευαν λέγοντάς μου ότι με δαύτες μπορώ να σκοτώνω κατσαρίδες στις γωνιές. Και στην έξοδο του σινεμά, βλέπω όλους τριγύρω μου με ένα πλατύ χαμόχελο ικανοποίησης (“καλό ήταν!!!”) που απορρέει από την τρομάρα που βίωσαν στην οθόνη και πιάνω παράλληλα τον εαυτό μου να κάνει αυτές τις σκέψεις και να συγκινείται με αφορμή ένα έργο που έχει να κάνει με ένα παραμορφωμένο μανιακό δολοφόνο. Πράγμα μου σημαίνει ότι είτε με πιάνουν τα προεμμηνοπαυσιακά μου, είτε ότι είμαι χαλασμένος πολύ περισσότερο από ότι υπολόγιζα.
Στημένος με ευλάβεια στην ουρά του multiplex. Δεύτε λάβετε pop corn. 8 ευρώ για να δεις μια ταινία. Σε μιάμιση ώρα δηλαδή ξοδεύουμε πλέον κάτι λιγότερο από 3 χιλιάδες δραχμές, ποσό που κάποτε κάλυπτε τα προσωπικά μου έξοδα (στο δημοτικό) για ένα μήνα. Το έργο αρχίζει. Οι προσδοκίες μου από το έργο ιδιαίτερα χαμηλές. Αλλά μέσα μου, στα κρυφά, τολμώ να ελπίζω. Σχεδόν κανένας ωστόσο δεν τίμησε με την παρουσία του το έργο στην αίθουσα. Ιδιωτική προβολή. Σε 4 θέσεις στη σειρά κάθομαι εγώ, ο αδερφός μου, η Σοφία και η Αφροδίτη. Αφού πέσουν τα φώτα, ξεμπουκάρουν άλλες 3 παρέες και κάθονται σιγοκουβεντιάζοντας. Η μια από αυτές μάλλον ήρθαν κατα λάθος ή δε βρήκαν κάπου αλλού να πάνε. Δε μου μοιάζουν πάντως για νοσταλγούς. Οι άλλες 2 αποτελούνται από πιτσιρίκια. Νεούδια. Παραξενεύομαι. Ξενερώνουμε με τα τρέιλερ του Σούλα Έλα Ξανά και του Dragonball.
Τίτλοι αρχής. Μας γίνεται μια πολύ γρήγορη (αλλά περιεκτική) περίληψη των προγενέστερων γεγονότων. Για τον πνιγμό του μικρού Jason, την εκδίκηση της μάνας του, τον αποκεφαλισμό της μπροστά στα μάτια του γιού της. Συνεχίζουμε στο ψητό. Παρακολουθώ αμίλητος. Σιγά σιγά συνειδητοποιώ κάτι. “Ρε αυτό είναι καλό!” Το βουλώνω για να μη το γρούσουζέψω. Καλογυρισμένο έργο. Καλή δράση. Γκαζωμένο, δεν κάνει στιγμή κοιλιά. Νιώθω ξανά τη γνωστή αγωνία να μου χαϊδεύει τη ραχοκοκκαλιά από τα τραβηγμένα, παρατεταμένα πλάνα. Τις παράξενες γωνίες λήψεις. Αυτές που σου υποδηλώνουν ότι ο δολοφόνος μπορεί να ξεπροβάλλει από παντού. Μετράω τουλάχιστον 3 διαφορετικά θεσπέσια ζευγάρια βυζάκια. Ή μάλλον περισσότερο φέρνουν σε βυζάρες. Απίστευτες γυναικάρες, όμορφα αγόρια. Εξάλλου, το κοκτέιλ βίας και ερωτισμού ήταν ανέκαθεν το μυστικό της επιτυχίας του Friday the 13th. Καλές σκηνές βίας, ισορροπημένες. Ζουμερές, αλλά χωρίς άντερα. Εδώ οι υπεύθυνοι το διάβασαν καλά το μαθημά τους. Από τη μέση της ταινίας και μετά όλες οι κουβέντες στο σινεμά έχουν κοπεί μαχαίρι. Πρώτη φορά είδα πιτσιρίκια στο σινεμά να παρακολουθούν τόσο ευλαβικά, να τηρούν σιγήν ιχθύος. Παναγίτσες σωστές. Καλό και το φινάλε-φόρος τιμής στο πρώτο έργο.
Πολύ καλή δουλειά. Με την έννοια ότι ήταν ακριβώς αυτό που έπρεπε να είναι. Δηλαδή ένα απενοχοποιημένο απολαυστικό κοκτέιλ από χαζοκαβλωμένους εφήβους, τραβηγμένη αγωνία σχολής Dario Argento και άμεση κινηματογραφική βια που οφείλει πολλά στον παππού της George Romero. Έτσι όπως ήταν πάντα (τουλάχιστον στα πρώτα καλά έργα της σειράς). Χωρίς σκηνοθετικά ακροβατικά και αυνανισμούς. Χωρίς κουνημένες κάμερες και “cool” ατάκες. Αυτό το ταινιάκι έχει πολύ περισσότερη ευλάβεια, σεβασμό και ουσία μέσα του από πολλές “σοβαρές” ταινίες. Ο Jason θεός. Σαν αληθινό φάντασμα του παρελθόντος, δεν ξεθώριασε, δε γέρασε ούτε μια μέρα, παρά το ότι πέρασαν τόσα χρόνια. Επιβλητικός, στιβαρός. Πάντα αμίλητος και αδίσταχτος. Δεν έχει στυλ, δεν ξέρει να ποζάρει στο φακό. Είναι απόμακρος, αδέξιος αλλά διαβολικά αποτελεσματικός and he shoots to kill. Παρόλα αυτά είναι ένα παρωχημένο προϊόν. Για τους νοσταλγούς. Δε μπορώ να φανταστώ τι appeal μπορεί να έχει σε έναν πιτσιρικά σήμερα. Και, να πω την αλήθεια, ούτε με νοιάζει.
Αλλάζουν οι καιροί. Άτιμος κόσμος. Μας βάφτισε παλιοσειρές, τον Jason αλλά και μένα. Αυτός όμως παρέμεινε πιο ειλικρινής, πιο αληθινός. Φορά ακόμα τα σκισμένα σκουρόχρωμα ρούχα, την trademark μάσκα του, χαϊδεύει ακόμα την αγαπημένη του μαχαίρα.
“...Stripes on a tiger don't wash away...”
Εγώ πάλι, φορώ άλλα trademark, αυτά που κάποτε έβλεπα σε κάτι μεγάλους και τους έλεγα φλώρους. Ό,τι αλήθεια και τρέλα έμεινε από τότε την κουβαλώ μέσα στο κεφάλι μου. Μακάρι να είχα την ψυχική δύναμη αλλά και τη... λιανότητα να χωρέσω στα παλιά μου ρούχα. Αυτά που φόραγα όταν ήμουν 69 κιλά (τώρα ζυγίζω 93). Στα τριμμένα μου τζην, τα ιδρωμένα μπλουζάκια, τις μυτερές δερμάτινες καουμπόηκές μου μπότες (sooo 80's!!!) που με βλέπαν να τις φορώ στο σχολείο και με κοροϊδευαν λέγοντάς μου ότι με δαύτες μπορώ να σκοτώνω κατσαρίδες στις γωνιές. Και στην έξοδο του σινεμά, βλέπω όλους τριγύρω μου με ένα πλατύ χαμόχελο ικανοποίησης (“καλό ήταν!!!”) που απορρέει από την τρομάρα που βίωσαν στην οθόνη και πιάνω παράλληλα τον εαυτό μου να κάνει αυτές τις σκέψεις και να συγκινείται με αφορμή ένα έργο που έχει να κάνει με ένα παραμορφωμένο μανιακό δολοφόνο. Πράγμα μου σημαίνει ότι είτε με πιάνουν τα προεμμηνοπαυσιακά μου, είτε ότι είμαι χαλασμένος πολύ περισσότερο από ότι υπολόγιζα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου