Τρίτη 30 Αυγούστου 2011

PAUL


Μάστορας : Greg Mottola
Παίχτες : Simon Pegg, Nick Frost and Seth Rogen
Με δυο λογάκια :
Δυο καλοί φίλοι και αθεράπευτοι nerds ανακαλύπτουν έναν... εξωγήινο που αυτοαποκαλείται Paul. Με αυτόν και άλλους απρόσμενους συμμάχους θα ξεκινήσουν ένα άνευ προηγουμένου ταξίδι με τους εχθρούς στο κατόπι τους να πολλαπλασιάζονται. Ο ράθυμος, έξω καρδιά χαρακτήρας του Paul, αλλά και η απερισκεψία του, θα κάνει το ταξίδι τους απολαυστικό αλλά συνάμα γεμάτο μπελάδες.

Αναλυτικότερα :
Οι παραγωγοί του Hollywood έχουν ενίοτε περίεργες ιδέες όσον αφορά τη διασκέδαση αλλά και όσον αφορά τις εκτιμήσεις τους για την επιτυχία μιας ταινίας. Κακά τα ψέματα, όσο καλή και να είναι μια ταινία, δεν έχει κανένα νόημα αν δεν υπάρχει κοινό για να τη δει και να διαπιστώσει ιδιοις όμασι την ποιότητά της. Χώρια που το “PAUL” δεν είναι καθόλου, μα ΚΑΘΟΛΟΥ καλή ταινία. Από πού να αρχίσω; Το concept είναι καθαρά παιδικό, καθώς ουσιαστικά πρόκειται για – ας πούμε – ενήλικη χαβαλεδιάρικη ξεπατικούρα του σεναρίου του... “Ε.Τ. του εξωγήινου”, ταινία την οποία το “PAUL” πάραυτα σατιρίζει, ίσως στην πλέον επιτυχημένη και εμπνευσμένη του σκηνή (και εδώ είναι πολύ λίγες αυτές οι ευτυχείς συγκυρίες) Στην όλη παιδικότητα του εγχειρήματος συμβάλλει και ο – αφόρητα ανέμπνευστος, τουλάχιστον εμφανισιακά - CGI πρωταγωνιστής που είναι πανομοιότυπος με άλλους αντίστοιχων παιδικών CGI animation εταιριών όπως της PIXAR.

Από την άλλη, είναι φτιαγμένο σχεδόν σαν indie ταινία, σε φτηνά, ξεθωριασμένα σκηνικά της αμερικάνικης επαρχίας γεμάτα από γραφικά σαλεμένους χαρακτήρες. Επίσης πλαισιώνεται από τις cult μορφές των Simon Pegg & Nick Frost όπως και από “κλασικούς” ηθοποιούς που σαφέστατα ΔΕΝ παραπέμπουν σε παιδική ταινία, όπως οι Sigourney Weaver & Susan Sarandon. Και έχει ένα ανεκδιήγητο λεξιλόγιο που απαρτίζεται από κάθε είδους μπινελίκι που μπορείς να φανταστείς, μπολιασμένο με μπόλικες αντιχριστιανικές αιχμές. Με άλλα λόγια, είναι ένα παιδικό έργο που όμως... για τους παραπάνω λόγους κανένας γονιός δεν πρόκειται να επιτρέψει στο παιδί του να δει. Από την άλλη, κανένας ενήλικας δεν πρόκειται να συγκινηθεί από την “τύπου Λάσσυ” παιδικότητα και το φτηνιάρικο – και τόσο πολύ πια κοπιαρισμένο – μελόδραμα του τελευταίου μέρους, ούτε και από την παρωχημένη 80's και 90's αισθητική, παρά το δέλεαρ των μπινελικιών και... βασικά τίποτε άλλο!

Τι απομένει; Κάποια σποραδικά καλά geek αστεια που μονάχα οι πλεον nerds από τους nerds θα μπορέσουν να συλλάβουν και... τίποτε άλλο. Και είναι κρίμα, γιατί είναι ομολογουμένως ένα μεγάλο πρότζεκτ, με πολλά επιμέρους καλά υλικά που όμως σαν ολοκληρωμένη συνταγή αποτυγχάνει σε όλους σχεδόν τους τομείς.

Πόσα πιάνει; 2 / 5 και μάλλον επιεικής είμαι...

Wake Wood (Νεκρανάσταση)

Μάστορας : David Keating
Παίχτες : Aidan Gillen, Eva Birthistle & Timothy Spall
Με δυο λογάκια :
Ένα αντρόγυνο μετακομίζει σε μια απομονωμένη κωμόπολη με τη μικρή τους κόρη. Εξαιτίας ενός τραγικού δυστυχήματος, το κοριτσάκι σκοτώνεται. Οι συγκλονισμένοι από το πένθος γονείς, ανακαλύπτουν το ένοχο μυστικό της μικρής κοινωνίας : μέσω μιας παγανιστικής τελετής, μπορούν να φέρουν πίσω στον κόσμο των ζωντανών, τους νεκρούς τους, για ένα πολύ περιορισμένο χρονικό διάστημα και υπό πολύ συγκεκριμένους όρους και συνθήκες...

Αναλυτικότερα :
Εντάξει, ξέρω τι θα πεις. Θυμίζει τραγικά “Pet Cemetery”. Ε... ναι! Αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό επειδή α) το “Pet Cemetery” ήταν ταινιάρα β) πάνε περίπου 40 χρόνια (ναι, όμως!) από τότε που βγήκε. Και πολύ άργησε ο “διάδοχός” του να σκάσει μύτη γ) το “Wake Wood” είναι απρόσμενα, πάρα πολύ καλό! Δεν ξέρω για σένα, αλλά αυτό το μάλλον ανεξάρτητο Ευρωπαϊκό ταινιάκι με έστειλε, κυρίως επειδή μου θύμισε όλα τα θρίλερ με τα οποία μεγάλωσα. Γνήσια σκοτεινό, χωρίς θεατρινίστικα και γκόθικ gay-λίκια, με απρόσμενα βίαιες και επίπονες splatter σκηνές, πολύ καλές – για ταινία του είδους - ερμηνείες και ένα αποτρόπαια φρικιαστικό στα όσα υπαινίσσεται φινάλε που μου θύμισε τις καλύτερες στιγμές από τα Tales from the Crypt!

Πραγματικά, από όπου και αν το πιάσεις, το “Wake Wood” βρωμάει δεκαετία του '80! Από τις φάτσες, τα σκηνικά, τις ερμηνείες, μέχρι την (ελαφρώς ξεπερασμένη) κινηματογράφιση και την φωτογραφία που παραπέμπει σε φθαρμένη... βιντεοκασέτα! Όλα αυτά, ωστόσο προσθέτουν στην απόκοσμη ομορφιά του και το ονειρικό του σκοτάδι. Εντάξει, κάπου στο μοντάζ το χάνουν, ειδικά στο τελευταίο μισάωρο της ταινίας. Και η παρουσία της πρωταγωνίστριας είναι μάλλον αντιπαθής στον θεατή. Όπως και το κοριτσάκι που αποτυγχάνει ερμηνευτικά και φυσιογνωμικά να “ δέσει” με τις σκηνές του φόνου. Ωστόσο, όσοι από εσάς μάθατε τις ταινίες τρόμου από τη δεκαετίας του '90 και μετά, ε, θα κλάσετε μέντες με το “Wake Wood”!

Συνταγή μερακλίδικη που έπαψε να παράγεται από τα τέλη του '80 και μετά, όταν τις ταινίες σκοτεινής φαντασίας τις αποκαλούσαμε “ θρίλερ”, όρος που τότε ήταν ακόμη φρέσκος και... ψαρωτικός! Τόσο καλή, όσο τότες... ίσως και καλύτερη. Και μπορεί και να σας ανοίξει την όρεξη για να ψαχτείτε με αριστουργήματα της εποχής όπως τα “The Howling”, “Friday the 13th”, “Evil Dead” & “Nightmare on Elm Street” (Μόνο τα πρώτα μέρη για τις ανωτέρω σειρές) “The Hand that Rocks the Cradle”, “People Under the Stairs” και φυσικά το “Pet Cemetery”

Πόσα πιάνει; 4 / 5

Drive Angry


Μάστορας : Patrick Lussier
Παίχτες : Nicolas Cage, Amber Heard and William Fichtner
Με δυο λογάκια :
John Milton βρίσκεται σε μια κούρσα ενάντια στο χρόνο : ο Jonah King, αρχηγός μιας σατανιστικής σέκτας έχει δολοφονήσει την κόρη του και απήγαγε την εγγονή του, την οποία και πρόκειται να θυσιάσει με την πρώτη πανσέληνο στον... Εξαποδώ. Ψάχνοντας τα ίχνη τους, με τη βοήθεια της δυναμικής... σερβιτόρας Piper θα κάνει τα πάντα για να σώσει το βρέφος. Μόνο που ο Milton είναι ένας δραπέτης από την... κόλαση. Και εξώκοσμες δυνάμεις συντάσσονται προκειμένου να τον επαναφέρουν στη φυλακή του...

Αναλυτικότερα :
Ουάου! Δηλαδή, μια στιγμή για να τα συνειδητοποιήσω όλα μαζί, πρωτού ο εγκέφαλός μου μουδιάσει από την πολλή... γαμοσύνη! (αλήθεια, ποιά θα ήταν μια έγκυρη και εύηχη Ελληνική απόδοση του Awesomeness?) Έχουμε και λέμε. Νεκρός δραπέτης από την κόλαση. Γουστάρω. Σατανιστές και θυσίες στον εξαποδώ. Μια χαρά μου ακούγεται. Η υπέροχη Amber Heard που αρκετά χρονάκια πριν είχαμε προβλέψει στην καμαριέρα ότι το άστρο της ανατέλλει και την είχαμε χρίσει και mistress of the week. Ναι, όμως! Γυναικάρες γύρω γύρω, ξανθιές, “πλαστικές” και πρόθυμες να τα δείξουν όλα : Hell, yeah! Μερακλίδικα Αμερικάνικα muscle cars όπως τα έφτιαχναν μόνο τότε. Επικροτούμε! Μουσικάρα soundtrack απαρτιζόμενο από hard rock / heavy metal ηχητικές πανδαισίες; Δώσε μάστορα! Βία, αίμα, splatter, gore. ΝΑΙΙΙΙ!!!

Κοινώς, θέλεις και άλλο λόγο για να δεις το “Drive Angry”? Κατά τη γνώμη μου ΟΧΙ! Είναι μια ταινία σαφέστατα για ενήλικες – προορισμένη για το midnight crowd όπως την χαρακτηρίζουν και οι συντελεστές της. Και κυρίως : είναι η απολαυστικότερη χαζομάρα που έχεις δει από την εποχή των Grindhouse (Death Proof & Planet Terror), δηλαδή από το... 2006! δηλαδή, εδώ και πολύ καιρό! Εντάξει, έχει τα ελαττωματάκια της, (κυρίως το “τρύπιο” σενάριο) αλλά με τέτοιο πακέτο ειλικρινά ποιός νοιάζεται; Μιλάμε για 100% ένοχη απόλαυση, ίσως η καλύτερη που είχες (κινηματογραφικά πάντα μιλώντας) τα τελευταία χρόνια. Μοναδικό της μειονέκτημα; Ότι δεν πρόλαβα να τη δω στο σινεμά με full 3d και τα ηχεία να ουρλιάζουν! Γαμώτη μου!

Πόσα πιάνει; 4 / 5 τουλάχιστον!

Παρασκευή 19 Αυγούστου 2011

Just After Sunset (Ιστορίες του Λυκόφωτος)

Συγγραφέας : Stephen King
Εκδοτική : Bell
Τιμή : 7,80 ευρώ
Με δυο λογάκια :
Η τελευταία συλλογή διηγημάτων του Stephen King, σε softcover βιβλίο τσέπης από τη BELL εκδοτική. Ξέρεις πλέον ότι καλοκαίρι χωρίς Stephen King δεν είναι ίδιο με τα υπόλοιπα καλοκαίρια. Αυτή είναι η τέταρτη συλλογή διηγημάτων που εκδίδει ο συγγραφέας και απαρτίζεται από 13 ιστορίες. Παρακάτω σχολιάζουμε την κάθε μια ξεχωριστά.

Αναλυτικότερα :
Μετά από μια ακόμα από τις τόσο ευχάριστες εισαγωγές στις οποίες μας έχει συνηθίσει ο King, περνάμε άμεσα στην πρώτη ιστορία...

1.Γουίλα
Η συλλογή ξεκινά αδύναμα, με μια τελείως προβλέψιμη – αν και καλογραμμένη – ιστορία σχετικά με τη μεταθανάτια ζωή. Θυμίζει έντονα αντίστοιχες παλιές του (αν και είναι κατώτερη αυτών). Ακόμα καλύτερα αν θες, θυμίζει αντίστοιχα τηλεοπτικά και κινηματογραφικά πρότυπα ιστοριών “με φαντάσματα”...

2.Η Μπισκοτένια
Θυμάμαι που αγόρασα ένα ανδρικό περιοδικό πρόπερσι για το μοναδικό λόγο ότι είχε αυτή την ιστοριούλα αποκλειστικότητα – άιντε και για την γυμνή φωτογράφηση της Τζούλιας όταν ήταν ακόμα είδωλο (sic) και δεν είχε εξευτελιστεί συνευρισκόμενη με μαύρους, κίτρινους και ερυθρόδερμους. Δεν μου είχε κάνει ιδιαίτερη εντύπωση τότε, αλλά ήταν ένα σαφέστατα ευχάριστο ανάγνωσμα – και αρκετά καλογραμμένο, αν εξαιρέσεις μερικές παρασπονδίες όσον αφορά την επιλογή λέξεων, οι οποίες όμως μπορεί να οφείλονται στη μετάφραση και όχι στον ίδιο τον συγγραφέα. Ξαναδιαβάζοντάς το, η γνώμη μου δεν άλλαξε από τότε. Το μεγαλύτερό του ελάττωμα είναι ότι τόσο στο θέμα όσο και στην όλη πλοκή θυμίζει έντονα ένα άλλο (καλύτερο) διήγημα, από προηγούμενη συλλογή του King, το “Γεύμα στο Γκόθαμ Καφέ”.

3.Το Όνειρο του Χάρβι
Πολύ καλογραμμένη ιστορία, με πολλή δυναμική που όμως... είναι ανολοκλήρωτη! Τελειώνει με τόσο άκομψο και απότομο τρόπο, χωρίς καν να ξεκινήσει να εκπληρώνει τον όποιο σκοπό της, που κυριολεκτικά απορώ για ποιό ακριβώς λόγο βρήκε το δρόμο της σε αυτή τη συλλογή. Ο King, σχολιάζει σχετικά με αυτήν ότι την είδε σε όνειρο και αποφάσισε να την παραθέσει λίγο πολύ αυτούσια. Νομίζω ότι είναι μια καλή ιδέα που όμως σήκωνε πολλή περισσότερη επεξεργασία. Ως έχει τώρα, απλά δεν στέκει.

4.Σταθμός Εξυπηρέτησης Αυτοκινήτων
Πάνω κάτω, ότι ισχύει για “Το Όνειρο του Χάρβι” ισχύει και εδώ. Μαζι και με το “Απόγευμα Αποφοίτησης” είναι οι χειρότερες ιστορίες της συλλογής.

5.Στατικό Ποδήλατο
Όμορφη και αναζωογονητικά παράξενη ιστορία. Ωραία και “κουφή” φαντασία όπως μόνο ο King γράφει, με πολλές περιγραφές και απρόσμενες λεπτομέρειες. Pas Mal.

6.Τα Πράγματα που Άφησαν Πίσω τους
Άλλη μια ωραία ιστορία, αν και πάλι αρκετά προβλέψιμη, σου δίνει την αίσθηση ότι κάπου την έχεις ξαναδιαβάσει. Πάντως είναι αρκετά αξιόλογη και αντανακλά τα συναισθήματα του συγγραφέα όσον αφορά τα γεγονότα της 11/9, πράγμα που της δίνει και μια αίσθηση αμεσότητας και επίκαιρου.

7.Απόγευμα Αποφοίτησης
Ίσως η χειρότερη ιστορία της συλλογής. Αδιάφορο και ημιτελές, έχει και πάλι να κάνει με την 11/9, αυτή τη φορά με ένα αρκετά φορτισμένο συναισθηματικά γράψιμο προφανώς με σκοπό να αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές του κοινού. Όμως είναι μια μισοτελειωμένη προχειροδουλειά.

8.Ν.
Τι θα ήταν μια συλλογή διηγημάτων του Stephen King, χωρίς τον απαραίτητο φόρο τιμής στους “δασκάλους” του και στις επιρροές που τον ανέθρεψαν συγγραφικά; Το “Ν.” μια από τις καλύτερες κατά τη γνώμη μου ιστορίες της συλλογής, είναι ένα αμάλγαμα από H.P.Lovecraft και Arthur Machen – περισσότερο Lovecraft. Είναι μια αμιγώς Call of Cthulhu ιστορία, όπως οι τόσες που έγραψαν οι μιμητές του Lovecraft. Μάλιστα, για να δέσει ακόμα περισσότερο το γλυκό της νοσταλγίας, είναι γραμμένη με έναν ιδιαίτερα παλιομοδίτικο (και ξεπερασμένο) φορμάτ, αυτό της επιστολογραφίας. Δηλαδή, διηγείται την ιστορία παραθέτοντας τις επιστολές, ημερολόγια και σημειώσεις που αντάλλαξαν οι πρωταγωνιστές της. Παρά την καλή – αν και κάπως προβλέψιμη – ιδέα, το στυλάκι αυτό ξεπεράστηκε για έναν πολύ απλό λόγο : αποξενώνει τον αναγνώστη από την πλοκή. Πάντως, είναι άψογα εκτελεσμένη σαν ιδέα και προσωπικά που θύμισε τις παλιές εποχές που μάθαινα τους μεγάλους συγγραφείς τρόμου από τα υπέροχα βιβλιαράκια της ΩΡΩΡΑ.

9.Η Γάτα Από την Κόλαση
Σύντομη, πιασάρικη ιστορία. Ίσως η πλέον ανατριχιαστική της συλλογής, με την έννοια ότι εδώ το gore / splatter στοιχείο είναι πιο προεξέχων. Τα σπάω για τη σκηνή στο φινάλε. Μαζί με το “Ν.” αποτελούν ουσιαστικά τις μοναδικές ιστορίες τρόμου αυτής της συλλογής. Θυμίζει καλό επεισόδιο του “Tales from the Crypt”!

10.Οι Νιού Γιόρκ Τάιμς σε Ειδική Τιμή Προσφοράς
Άλλη μια προβλεπόμενη και αδιάφορη ιστορία, όσον αφορά τη μετά θάνατον ζωή. Θυμίζει πολύ το “Γουίλα”.

11.Μουγγός
Ιστορία / ψυχογράφημα την Αμερικανικής ζωής, με όλες τις αντιφάσεις και το παράλογο της φύσης της, ιδωμένη από ένα πολύ άμεσο και καθημερινό πρίσμα. Όλη η μισαλλοδοξία, η χαζομάρα, η πικρία και η απογοήτευση για το καταρρέον Αμερικάνικο όνειρο, αποτυπωμένη ωραιότατα. Αναζωογονητική ανάσα, μετά από το μπαράζ προβλεψιμότητας των προηγούμενων ιστοριών.

12.Αγιάνα
Άλλη μια αδιάφορη ιστορία. Είναι βασικά μια... ξεπατικούρα του “Πράσινο Μίλι” σε μέγεθος... μινιατούρας. Πάμε στα γρήγορα παρακάτω...

13.Μια Πολύ Στενάχωρη Θέση
Μπλιάξ! Σίγουρα είναι η πλέον... γραφικά σιχαμερή ιστορία της συλλογής, με την παράδοξη εμμονή της στο... σκατολογικό περιεχόμενό της! Πάντως, είναι αρκετά αξιόλογη, καταφέρνει να προκαλέσει τις μεγαλύτερες αντιδράσεις και συναισθήματα στον θεατή, σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες. Γρήγορη, νευρώδης, άμεση και... μπλιάξ!

Το βιβλίο κλείνει με ένα παράρτημα που αποτελείται από τις σκέψεις του συγγραφέα όσον αφορά την κάθε μια από τις ιστορίες που μας παρουσιάζει εδώ. Χωρίς να είναι κάτι το καταπληκτικό, είναι ένα αρκετά ενδιαφέρων ανάγνωσμα. Μου θύμισε κάποια βιβλιαράκια cd που οι καλλιτέχνες έχουν συμπεριλάβει ένα μίνι σχολιασμό σχετικά με το κάθε μουσικό κομμάτι.

Εμφάνιση / Δέσιμο :
Αν έχεις δει ένα βιβλιαράκι της Bell, τα έχεις δει όλα. Μαλακό αλλά ανθεκτικό δέσιμο, ώστε να αντέχει στις κακουχίες της... ξαπλώστρας και της πλαζ, λεπτό χαρτί, γκούφυ εξώφυλλο. Στάνταρ πράμα σε λέω αφού.

Μετάφραση :
Καλή και λειτουργική, αν και έχει τις εκάστοτε (λίγες) γκάφες της, κυρίως όσον αφορά τη χρήση όρων και γλώσσας “του δρόμου”.

Ρεζουμέ :
Έχουμε και λέμε. 4 απλώς καλές ιστορίες. 5 που είναι για... πέταμα. 3 που κυμαίνονται από αξιόλογες έως πολύ καλές και μια παντελώς αδιάφορη βανίλια. Και από τις 13 ιστορίες, μόνο οι 2 μπορούν να θεωρηθούν ως “ιστορίες τρόμου”. Δεν είναι και τόσο καλά τα ποσοστά, έτσι; Δυστυχώς, το “Just After Sunset” είναι μάλλον η πλέον αδύναμη από τις συλλογές διηγημάτων του Stephen King. Εδώ, περισσότερο από κάθε άλλη φορά μοιάζει να έχει στερέψει από έμπνευση (πράγμα που εμμέσως πλην σαφώς παραδέχεται και στην εισαγωγή του βιβλίου)

Μη νομίσεις διαβάζοντας αυτές τις γραμμές ότι το “Just After Sunset” είναι για πέταμα. Δεν είναι. Είναι εξόχως ευκολοδιάβαστο και ιδανικό καλοκαιρινό ανάγνωσμα... ξαπλώστρας (δεδομένης και της χαμηλής του τιμής) Το ύφος του συγγραφέα, όπως πάντα είναι άψογο, το ίδιο ισχύει και για την τεχνική του. Απλά, είναι κατώτερο των προηγούμενων δουλειών που μας έχει δώσει. Επίσης εδώ, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, ο συγγραφέας δείχνει να αφήνει πίσω τις horror ρίζες του και να τον απασχολεί πολύ περισσότερο το κοινωνιολογικό ύφος των διηγημάτων του, μπολιασμένο με τις αναμνήσεις του από την πολυαγαπημένη του ιδιαίτερη πατρίδα. Ο King δεν είναι ο αγαπημένος μου συγγραφέας. Μου είναι όμως (ακόμα) από τους πιο συμπαθείς. Απλά, μου αρέσει πολύ περισσότερο το ΠΩΣ γράφει αυτά που γράφει, παρά το ΤΙ γράφει. Πράγμα που ισχύει ακόμα εδώ. Και – προφανώς - τόσο εγώ όσο και οι αναγνώστες του, θα αγοράσουμε και την επόμενη συλλογή διηγημάτων που θα εκδώσει. Απλά, θα νοσταλγούμε και θα μακαρίζουμε τις προηγούμενές του συλλογές ολοένα και περισσότερο...

Πόσα πιάνει; 3 / 5

Πέμπτη 18 Αυγούστου 2011

Season of the Witch (To Κυνήγι των Μαγισσών)


Μάστορας : Dominic Sena
Παίχτες : Nicolas Cage, Ron Perlman and Claire Foy
Με δυο λογάκια :
Δυο σταυροφόροι συνοδεύουν σε ένα δύσκολο ταξίδι μια αιχμάλωτη κοπέλα που κατηγορείται για εξάσκηση μαγείας. Ο προορισμός τους είναι ένα απόμερο μοναστήρι, οι μοναχοί του οποίου έχουν ένα βιβλίο ιδιαίτερης αποκρυφιστικής αξίας που θεωρητικά μπορεί να απελευθερώσει την κοπέλα από τυχόν κακόβουλη επιρροή πνευμάτων. Όμως, το ταξίδι γίνεται καταλύτης για σχέσεις και συζητήσεις και σύντομα οι ιππότες θα συνειδητοποιήσουν ότι μέσα τους, ο ορθολογισμός και η αμφιβολία αντιμάχονται της πίστης τους...

Αναλυτικότερα :
Εντάξει, ένας Nicholas Cage, ειδικά φέρων ξανθιά κουρούπα (!!!) δεν είναι και ο πλέον κατάλληλος για το ρόλο του σκληροτράχηλου / morally challenged σταυροφόρου. Ούτε και ο Ron Perlman που – αν και καλός ηθοποιός – σε ότι κάνει, είτε είναι διαστημικός μισθοφόρος στο ALIEN RESURRECTION, είτε στο ρόλο του εδώ, μου φέρνει συνειρμικά στο μυαλό χιμπατζή. Αλλά όπως και να έχει, ας όψεται το πονεμένο μάτι και το όλο κλαψομουνοδαρμένο στυλάκι του πρωταγωνιστή που όπως και να έχει, σε βάζει στην ιδέα ότι τι στα κομμάτια, αυτό το παλικάρι κάτι έχει και βασανίζεται. Μετά, έχουμε μεσαίωνα, δίκες μαγισσών, demonic possessions, black death, ανατριχιαστικά μοναστήρια όπου κρύβονται απόκρυφα βιβλία και γενικά της πουτάνας το μαγκάλι. Και γαμώ τις φάσεις δηλαδή. Ψήνω και ψήνομαι ανελέητα.

Κάπου στην αρχή ακόμα, και ενώ αρχίζω να χαίρομαι και να ζεσταίνεται το κοκαλάκι μου με το όλο μεσαιωνικό σκηνικό, το αναστημένο σώμα μιας μάγισσας ξεκάνει τον χαζό χριστιανό κληρικό με τρόπο που αρμόζει περισσότερο σε ταινία του Τσάκι Τσαν. Προσωρινά τρώω σκάλωμα, αλλά προσπερνώ. Έχω φτιαχτεί τόσο που δε μασάω. Λέω, “δε βαριέσαι, εισαγωγή είναι ακόμα, πήγε ο μάστορας να εντυπωσιάσει και του βγήκε κιτσερέλα.” Και συνεχίζω ακάθεκτος. Χμμμ, οι Cage & Perlman με εξάρτηση σταυροφόρου σφάζουν τους άπιστους κραδαίνοντας ένδοξα bastard sword. Ξαναζεσταίνομαι. Βέβαια, το όλο θέαμα είναι αναίμακτο, αλλά και πάλι, ο ενθουσιασμός και η θέλησή μου να μου αρέσει αυτό που βλέπω, μου αποκρύπτουν τον κώδωνα του κινδύνου που έχει αρχίσει να χτυπάει στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου. Συνεχίζεται το θέαμα, οι χαρακτήρες χτίζονται με ένα προβλεπόμενο μεν, αλλά που κάνει τη δουλειά του δε, background και μάλιστα απροσδόκητα λεπτομερειακό. Ξαναζεσταινομαι. Το ταξίδι ξεκινάει, με τη μαγισσούλα κλεισμένη σε μια τροχήλατη κλούβα και που για κάποιο ανεξήγητο λόγο στο ένα πλάνο μου φαντάζει κουκλάρα και στο επόμενο, μπάζο. Και τούμπαλιν. Περίεργο. Αλλά η ταινία κυλά σε αργούς low profile ρυθμούς, το όλο σκηνικό είναι αρκετά grim 'n gritty και εγώ που φέρνω στο μυαλό μου σκηνικά από Cthulhu Dark Ages και δε συμμαζεύεται, έχω καταφτιαχτεί.

Βέβαια, οι φόλες αρχίζουν να αυξάνονται με την πάροδο του χρόνου. Σε ένα σημείο, ο Cage αποκρούει 2 μαχαίρια που εκτοξεύονται εναντίον του με το σπαθί του. Ταυτόχρονα. Σαν monk του D&D με deflect arrows. Οι μάχες εξακολουθούν να είναι πέτσινες και ειδικά αυτή με τους λύκους όπου τα κακής ποιότητας εφέ υπολογιστή βγάζουν μάτι. Και φτάνουμε στο περιβόητο μοναστήρι. Και εκεί βουτάμε όλοι μαζί σε ένα μεσαιωνικό καζάνι μαγισσών γεμάτο με αχνιστά σκατά. Όπου θαυμάζουμε τους Cage & Perlman να παίζουν καράτε με ζόμπι, τα οποία ΕΠΙΣΗΣ παίζουν καράτε. Μετά κάτι μαύρα γραφικά υπολογιστή πετάνε στον ουρανό και στο τέλος βγαίνει ένα πόκεμον από γραφικά υπολογιστή εποχής... 1990 (και ναι, καλά διάβασες, είναι ΠΟΚΕΜΟΝ!!!) που υποτίθεται ότι είναι ο Εξαποδώ. Βγάζω το blu-ray αγανακτισμένος, κλείνομαι στην τουαλέτα να ζμπρώξω μια αφράτη και διαβάζω ταυτόχρονα Cthulhu Dark Ages για να έρθω στα ίσα μου.

Ρεζουμέ :
Το Cthulhu Dark Ages, καταπληκτικό. Το “Season of the Witch”, όχι. Αν και οι ιδέες και το υλικό του είναι καλά, εντούτοις οι συντελεστές του κάνουν τα αδύνατα δυνατά για να το καταστρέψουν. Και τα καταφέρνουν. Κατά τη γνώμη μου, ήθελαν αφενός να φτιάξουν μια “σοβαρή” μεσαιωνική περιπέτεια / θρίλερ από τη μια και από την άλλη ένα εφηβικό τηλεοπτικό θέαμα τύπου “True Blood”, “Supernatural” ή... “Ζήνα”. Μοιραία, βρέθηκαν κάπου στη μέση, προσδοκώντας στην ικανοποίηση και τα πορτοφόλια αμφότερων κοινών. Και φυσικά, εξίσου μοιραία, αποτυγχάνουν σε αμφότερους τους στόχους τους. Δες το κανονικά, και 20 λεπτά πριν το τέλος, κλείσε το, βγάλε το δισκάκι και κάψε το για να μη μπεις στον πειρασμό να δεις το ανεκδιήγητο τέλος. Καλύτερα θα το διασκεδάσεις έτσι.

Πόσα πιάνει; 2 / 5

After.Life (Μετά Θάνατον)


Μάστορας : Agnieszka Wojtowicz-Vosloo
Παίχτες : Christina Ricci, Liam Neeson & Justin Long
Με δυο λογάκια :
Μετά από ένα τροχαίο ατύχημα, η Anna (Ricci) ξυπνά σε ένα μαρμάρινο τραπέζι γραφείου κηδειών. Ένας ευγενικός άντρας, ο Eliot Deacon (Neeson) την ενημερώνει ότι... είναι νεκρή και ότι πρέπει να προετοιμάσει το σώμα της για την κηδεία της. Της εξηγεί ότι κατέχει ένα ασυνήθιστο χάρισμα, να μιλά με τους νεκρούς και για αυτό μπορούν οι δυο τους και επικοινωνούνε. Η Anna παρόλα αυτά, νιώθει τρομοκρατημένη, μπερδεμένη και εξόχως ζωντανή, παρά τα επιχειρήματα όσον αφορά την αντίθετη άποψη του νεκροθάφτη, τα οποία επαληθεύονται και έμπρακτα – ΣΧΕΔΟΝ - όλα. Είναι όντως ένα βασανισμένο πνεύμα σε έναν ενδιάμεσο σταθμό μεταξύ ζωής και θανάτου, ή ο ευγενικός άντρας κρύβει κάποιο πολύ μακάβριο μυστικό;

Αναλυτικότερα :
Θα τολμούσα να πω ότι το “After-Life” ασχολείται με ένα αρκετά τετριμμένο θέμα, αλλά υπό μια φρέσκια οπτική γωνιά, καθώς το πλέον εξέχων στοιχείο του είναι αυτό του suspense και το περιρρέοντος διφορούμενου της ατμόσφαιρας. Έξυπνο κόλπο και πρακτικό, καθώς είναι και το μόνο δίνει νόημα στην παρακολούθηση αυτής της ταινίας. Ως γνωστόν, όλα τα μεταφυσικά θρίλερ στα οποία κάποια στιγμή ο πρωταγωνιστής αλαλάζει απηυδησμένος “I'm not dead!” έχουν πολύ απλά πεθάνει, μετά τα αριστουργηματικά “Jacob's Ladder” και φυσικά “Sixth Sense”. Σε αυτό συμβάλλει και το επιτυχημένα διφορούμενο φινάλε που επαφύει στον θεατή να κόψει το γόρδιο δεσμό του διλήμματος και να αποφασίσει πρακτικά ο ίδιος όσον αφορά το ποια αλήθεια τελικά επιλέγει να πιστέψει.

Σε αυτό το μάλλον δύσκολο δρόμο του για να ξεχωρίσει, το After.Life (ναι, υπάρχει τελεία ανάμεσα στις 2 λέξεις και δεν έχω ιδέα το γιατί. Μάλλον επειδή ο τίτλος φαντάζει έτσι πιο κουλτουρέ, ανεξάρτητος και εναλλακτικός) δυστυχώς συναντά πολλά εμπόδια. Πρώτα από όλα, η βαρετή, ανέμπνευστη σκηνοθεσία που θυμίζει... τηλεοπττική σειρά της 10ετίας του '80. σετάκι με τη μουντή, γκρίζα φωτογραφία και την ανεξήγητα κακή ποιότητα αυτής που ενίοτε αλλοιώνει ακόμα και τα χαρακτηριστικά των πρωταγωνιστών. Οι ερμηνείες δεν καταφέρνουν να ξεπεράσουν τη μετριότητα, ειδικά αυτές των Justin Long & Christina Ricci, πράγμα βέβαια αναμενόμενο όσον αφορά αυτούς τους 2 ηθοποιούς, όμως, δεν περίμενα τόσο χαμηλό επίπεδο και από τον Liam Neeson, ο οποίος εδώ σαφέστατα βαριέται, ίσως επειδή το “After.Life” δεν είναι τόσο γκλάμουρους ή προσοδοφόρο σε σχέση με τις άλλες του δουλειές, ή απλώς επειδή το υποκριτικό του εύρος είναι ιδιαίτερα περιορισμένο.

Για να είμαι ειλικρινής, ο πιο σημαντικός λόγος να δεις αυτό το ταινιάκι, είναι τα χαρίσματα της Christina Ricci τα οποία εδώ – ίσως για πρώτη φορά; - εκτίθενται σε κοινή θέα για όλους τους ευτυχείς θεατές. Ξεκαθαρίζω : ΛΑΤΡΕΥΩ ΤΑ ΒΥΖΑΚΙΑ ΤΗΣ Christina Ricci!!! ΘΕΛΩ ΝΑ ΤΑ ΧΑΖΕΥΩ, ΝΑ ΤΑ ΖΟΥΠΑΩ, ΝΑ ΤΑ ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΙ ΚΑΙ ΝΑ ΤΑ ΤΡΩΩ ΓΙΑ ΠΡΩΙΝΟ! Και καθόλη τη διάρκεια της ταινίας, η καλή μου Christina, απλώς βολοδέρνει στα σκηνικά γυμνή και ανεξήγητα ζαλισμένη και δεν κάνει τίποτα, μα ΤΙΠΟΤΑ άλλο, παρά ενίοτε να αλλάζει στάση, πόζα και γωνία για να μας φανερώσει αυτές τις εξτρά ίντσες αφανέρωτης λαχταριστής σάρκας! Ναι, όμως! Κατά τα άλλα, το “After.Life” είναι ένα απλό στην καρδούλα του ταινιάκι που προσφέρει ένα απλό αλλά ουσιαστικό δίλημμα, μπολιασμένο με μπόλικο suspense. Σαν συνολάκι, μπορεί να είναι ελκυστικό σε αρκετούς από εσάς, ιδιαίτερα στους πιο goth-άδες. Είναι κρίμα που οι ατέλειες και οι ανεπάρκειές του το εμποδίζουν από το να γίνει ένα πραγματικά αξιομνημόνευτο και αξιόλογο θέαμα.

Πόσα πιάνει; 3 / 5

Τετάρτη 3 Αυγούστου 2011

Classics : How to Lose a Guy in 10 Days (Πώς να Χωρίσετε σε 10 Μέρες) (2003)


Μάστορας : Donald Petrie
Παίχτες : Kate Hudson, Matthew McConaughey & Adam Goldberg
Με δυο λογάκια :
Η Andie Anderson είναι μια νέα, δυναμική γυναίκα. Γράφει σε ένα περιοδικό τύπου Cosmopolitan και η επόμενη αποστολή της είναι να γράψει ένα άρθρο όσον αφορά το “Πώς να χωρίσετε σε 10 μέρες”. Το project είναι να βρει κάποιον, να τα φτιάξει μαζί του και εντός 10 ημερών να τον κάνει να τρέχει... πανικόβλητος μακριά της, κάνοντας κατάχρηση σε όλα τα κλασικά γυναικεία λάθη : ζήλεια, κτητικότητα, ζουζουνιά σε βαθμό... τοξικό και δε συμμαζεύεται. Ο... τυχερός είναι ο Benjamin Barry, ένα στέλεχος διαφημιστικής εταιρίας που παρεπιπτόντως, έχει και αυτός τη δική του αντζέντα : έχει βάλει στοίχημα με τις δυο ανταγωνίστριές του να κάνει μια γυναίκα τα τον ερωτευτεί και να μείνει μαζί του για το ίδιο χρονικό διάστημα, προκειμένου να κερδίσει τον επόμενο πελάτη της εταιρίας. Ο ένας λοιπόν πέφτει πάνω στον άλλον. Και φυσικά, είναι παντελώς αδαείς σχετικά με τους σκοπούς του... έτερού τους ήμισυ...

Αναλυτικότερα :
Για να ξεκαθαρίσουμε τα πράγματα : σιχαίνομαι τις γκομενοταινίες. Και το “How to Lose a Guy in 10 Days” ΕΙΝΑΙ γκομενοταινία. Ή μάλλον, για να είμαι πιο ακριβής, κουβαλάει μια ισχυρή δόση “γκομενοταινιοσύνης”. Αλλά, επειδή μου αρέσει να λέω και του... στραβού το δίκιο, ε, το “How to Lose a Guy in 10 Days”, τα σπάει! Εξηγούμαι. Σίγουρα στο σύνολό του δεν αποφεύγει τα μοιραία κλισέ του είδους του. Σίγουρα κάπου κάπου η μελούρα και το φτιαχτό δράμα μπαίνουν στο προσκήνιο. Αλλά, αυτά τα μικρά “αναγκαία κακά” είναι όσο στριμωγμένα και περιορισμένα θα μπορούσαν να είναι στο χρονικό πλαίσιο της ταινίας, περιορισμένα κυρίως στο τελευταίο της μέρος το οποίο για αυτό το λόγο είναι και το πιο αδύνατο κομμάτι της. Αλλά, μέχρι να φτάσεις μέχρι εκεί, έχεις περάσει μια απολαυστικότατη διαδρομή.

Μεγάλο ρόλο σε αυτόδιαδραματίζει το πρωταγωνιστικό δίδυμο. Η Kate Hudson είναι γλυκύτατη, φρέσκια, ανεπιτήδευτα sexy και “τα λέει” μια χαρά στην κωμωδία. Είναι σκηνές που σε κάνει με τα καμώματά της να λιώνεις στα γέλια. Ο Matthew McConaughey (ουφ, τι όνομα και αυτό! Μου βγήκε ο πάτος για να το γράψω!) αν και δεν είναι η συμπάθειά μου, εντούτοις εδώ είναι αξιοπρεπέστατος. Για την ακρίβεια, το “How to Lose a Guy in 10 Days” είναι ίσως η ΜΟΝΗ ταινία στην οποία ο εν λόγω κύριος μου είναι ανεκτός, ενίοτε και (ιεροσυλία!) συμπαθής, κυρίως εξαιτίας των όσων περνάει από την καινούρια αγαπημένη του...

... τα οποία απλά δεν περιγράφονται!!! Το αστέρι και ο αληθινός πρωταγωνιστής της ταινίας είναι... τα καψόνια στα οποία υποβάλλεται ο δύσμοιρος υποψήφιος εραστής, τα οποία θα σε ξαπλώσουν από τα γέλια, ειδικά αν είσαι άντρας! Δεν τολμώ καν να τα αναφέρω, κάποια από αυτά είναι ΠΟΛΥ κακά, και όταν λέμε κακά εννοούμε EVIL!!! Λοιπόν, τα πολλά λόγια είναι φτώχεια. Αν είναι να δεις μια γκομενοταινία, ε, αυτή ας είναι το “How to Lose a Guy in 10 Days”. Ναι, το ξέρω ότι είναι πολύ αδικημένη ταινία και ότι αν ψάξεις τις παλιές κριτικές στο ίντερνετ, οι περισσότερες τη θάβουν. Μη μασάς και προχώρα ακάθεκτος, γιατί παρά τα όποια ελαττώματά του, είναι μια ένοχη απόλαυση όσο λίγες ταινίες. Ευχαριστώ πολύ τον Θανάση που μου την “γνώρισε”! Ήταν μια εξόχως ευχάριστη κινηματογραφική γνωριμία!

Πόσα πιάνει; 3,5 / 5

Tamara Drewe (Η Επεισοδιακή Επιστροφή της Ταμάρα Ντρου)


Μάστορας : Stephen Frears
Παίχτες : Gemma Arterton, Luke Evans & Dominic Cooper
Με δυο λογάκια :
Μετά από πολλά χρόνια, η Tamara Drewe επιστρέφει στα πάτρια εδάφη. Έχοντας φύγει σαν ένα αδιάφορο ασχημόπαπο, επιστρέφει κουκλάρα και σεξοβόμβα, εν μέρει με τη βοήθεια της πλαστικής χειρουργικής. Η επιστροφή της, θα αναστατώσει τις ζωές των κατοίκων της μικρής αγροτικής κοινωνίας...

Αναλυτικότερα :
Παράξενο πράμα η κλασική Βρετανική κωμωδία. Απαιτεί από το θεατή, αν όχι να συντονιστεί, τουλάχιστον να αφουγκραστεί την έμμεση σάτυρα, το ιδιότυπο εγκεφαλικό χιούμορ και τον σουρεάλ ψυχισμό των κατά κανόνα... βαρεμένων – αλλά σε ένα πιο ήπιο και καθημερινό επίπεδο – χαρακτήρων της, τα κόμπλεξ, τα κολλήματα, τις καταπιεσμένες επιθυμίες και το ψώνιο τους. Και φυσικά, στο τέλος αν όχι να γελάσεις, τουλάχιστον να... ευθυμήσεις στη θέα της αναπόφευκτης... κηδείας! (ΟΛΕΣ οι κλασικές Βρεττανικές κωμωδίες τελειώνουν με μια καλή κηδεία!) Το 'παμε : παράξενο πλάσμα η βρετανική κωμωδία. Το “Tamara Drewe” είναι ένα κλασικό δείγμα του είδους, βασισμένο στο ομώνυμο graphic novel της Posy Simmonds.

Κατά τη γνώμη μου, ο αληθινός πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο μικρόκοσμος που ο σεναριογράφος και ο σκηνοθέτης δημιουργούν και στη συνέχεια ρίχνουν τους εξαίσια ενδιαφέροντες χαρακτήρες τους να αλωνίσουν. Το σχεδόν βουκολικό αγγλικό τοπίο, σε καμία περίπτωση δεν είναι και ο πλέον ενδιαφέρων χώρος για να ζει κανείς. Για αυτό και γίνεται με την παραμικρή ευκαιρία εξαιρετικός καταλύτης για την εκτόνωση της καταπίεσης που βιώνουν οι χαρακτήρες, είτε πρόκειται για συζυγική απιστία και παραμέληση, είτε για βαρεμάρα, είτε για ανικανοποίητη σεξουαλικότητα, είτε απλώς λόγω... βλακείας! Παρά τον τίτλο της, παραδόξως (και πολύ σωστά!) βλέπουμε ελάχιστα την ίδια την Tamara Drewe. Το θέμα είναι οι αλλαγές που φέρνει η παρουσία της στη ζωή των κατοίκων – συνηθέστερα εν αγνοία της – και το πόσο εύκολα βρίσκεται η ευκαιρία να αποσυντονιστούν οι ζωές τους, καθώς κατά βάθος, ανέκαθεν αποζητούσαν να... αποσυντονιστούν!

Κατά τα άλλα, η ταινιούλα είναι ένα περίεργο αμάλγαμα από κοινωνική κριτική, εγκεφαλική κωμωδία, γκαγκ φαρσοκωμωδίας, δράματος και ξανά από την αρχή και ανακατωμένα. Όπως δηλαδή κάθε βρετανική κωμωδία! Με λιγουλάκι αργούς ρυθμούς και κάποια λοξοκοιτάσματα σε δευτερεύουσες ιστορίες που δεν προωθούν όσο θα έπρεπε την πλοκή. Αλλά δεν παύει να είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα και ευχάριστη – παρά τις δραματικές στιγμές της – ταινία.

Πόσα πιάνει; γενικά, 3 / 5. για το είδος της 4 / 5

All Good Things (Μοιραία Σχέση)


Μάστορας : Andrew Jarecki
Παίχτες : Ryan Gosling, Kirsten Dunst & Frank Langella
Με δυο λογάκια :
Ο David Marks είναι ένας ψυχολογικά σημαδεμένος νεαρός άντρας. Η μητέρα του αυτοκτόνησε μπροστά στα μάτια του όταν αυτός ήταν ακόμα μικρό παιδί. Ο πατέρας του είναι ένας απαιτητικός, ψυχρός επιχειρηματίας που ασχολείται με το real estate και απαιτεί από το γιό του να ακολουθήσει – παρά τη θέλησή του – τα βήματά του προκειμένου να συνεχίσει τις επιχειρήσεις του. Όλα αυτά συνθέτουν μια άβολη και δύσκολη καθημερινότητα για τον David, μέχρι που γνωρίζει την Katie McCarthy, μια όμορφη και και αισιόδοξη γυναίκα που του προσφέρει τη ζεστασιά και την ελπίδα που λείπει από τη ζωή του. Ερωτεύονται και αποφασίζουν να ζήσουν μαζί. Καθώς τα χρόνια περνούν, η σχέση τους αλλάζει και η σκοτεινή ψυχολογική κληρονομιά του David αρχίζει να κάνει ολοένα και πιο αισθητή την παρουσία της. Τελικά, η κοπέλα εξαφανίζεται και δεν βρέθηκε ποτέ έκτοτε. Πρόκειται για μια ερωτική ιστορία και συνάμα ένα μυστήριο φόνου βασισμένο σε μια από τις πιο περιβόητες άλυτες υποθέσεις εγκλήματος στην ιστορία της Νέας Υόρκης.

Αναλυτικότερα :
Ζόρικο project. Μια ιστορία η οποία βασικά δεν έχει τέλος, καθώς ο ένοχος δεν έχει αναγνωριστεί. Προσπαθώντας να καλύψει όσο πιο σφαιρικά μπορεί τα γεγονότα, ο μάστορας χρησιμοποιεί flashbacks και μεταφορές μπρος και πίσω στο χρόνο, αναπαράσταση σκηνών από τη δίκη και λογικά συμπεράσματα. Κατορθώνει να μας δώσει ένα περίεργο και αρκετά αντισυμβατικό υβρίδιο documentary / “κλασικής” κινηματογράφισης / δικαστικού θρίλερ το οποίο αν και τραβάει αρκετά χρονικά και παρά την έλλειψη απόλυτων συμπερασμάτων, εντούτοις είναι αρκετά ενδιαφέρον εξαιτίας των σκοτεινών, πολύπλοκων χαρακτήρων και της μεστής ατμόσφαιρας. Με λίγους, οικονομημένους αλλά καίριους διαλόγους, χωρίς υπερβολική δραματοποίηση, ουρλιαχτά και μελούρες και κάποια υποβόσκοντα noir στοιχεία, αν μη τι άλλο, το αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, αν και λιγάκι υποτονικό, ανάλογα με τα γούστα του καθενός.

Πάντως, το μακράν δυνατότερό χαρτί του “All Good Things” είναι οι ερμηνείες. Ο Ryan Gosling στον πρωταγωνιστικό ρόλο επιβεβαιώνει τη φήμη του σαν ένας από τους πλέον ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς του. Η Kirsten Dunst, αποδεικνύει ότι είναι τελική καλή ηθοποιός, τουλάχιστον όταν δεν παίζει τη γκόμενα του spiderman. O Frank Langella, εντάξει, είναι ο Frank Langella, κοινώς, respect άπειρο. Και γενικά, ακόμα και για τους μικρούς ρόλους της ταινίας, τα πράγματα είναι τόσο προσεγμένα που και να θέλει κανείς, δε μπορεί να βρει κακό λόγο να πει για το cast.

Εκεί που ολίγον τι η ταινία το χάνει, είναι στο ιδιαίτερα χαμηλό της προφίλ, αλλά και στο όλο ψυχρό, αποστασιοποιημένο, σχεδόν “κλινικό” στυλ αντιμετώπισης των χαρακτήρων και των γεγονότων. Ο θεατής μπορεί να υποψιαστεί, αλλά ποτέ δεν του δίνεται μια σαφής εικόνα όσον αφορά του τι παίζει μέσα στο κεφάλι του πρωταγωνιστή. Η ξεπλυμένη “τύπου 70's” φωτογραφία και τα νατουραλιστικά πλάνα από τη δίκη, συναλάσσονται με μερικές πιο “έντεχνες” λήψεις που μοιάζουν να ανήκουν σε μια τελείως διαφορετική ταινία και το όλο συνταίριασμα μοιάζει κάπως παράταιρο.

Ρεζουμέ :
Είναι ένα προσεγμένο, αξιόλογο ταινιάκι, αλλά λιγάκι της... υπομονής. Όσοι αρέσκονται σε αληθινές ιστορίες, θα την καταβρούν. Όσοι θέλουν πιο γρήγορες, νευρικές φάσεις και larger than life καταστάσεις, καλύτερα να ψαχτούν κάπου αλλού.

Πόσα πιάνει; από 3 έως 4 / 5, ανάλογα με τα γούστα του καθενός.

The New Daughter (Τελευταία Κραυγή)


Μάστορας : Luiso Berdejo
Παίχτες : Kevin Costner
Με δυο λογάκια :
Ένας χωρισμένος πατέρας με τα δυο ανήλικα παιδιά του μετακομίζει σε ένα απομονωμένο σπίτι στην εξοχή, προκειμένου να κάνουν όλοι τους μια νέα αρχή. Όμως, το ειδυλλιακό επαρχιακό τοπίο κρύβει πολλά μυστικά. Μέσα στο δάσος που περικλείει το σπίτι, βρίσκεται ένας τεχνητός λόφος που ασκεί μια αφύσικη έλξη στην κόρη της οικογένειας. Σύντομα το κορίτσι παρουσιάζει δραματικές αλλαγές στο χαρακτήρα και τις συνήθειές του και αποξενώνεται από τον πατέρα και τον αδερφό της. Μέσα από φήμες και μισοειπωμένα λόγια, υπαινίσσεται η ύπαρξη ενός αρχαιότερου από τον άνθρωπο πολιτισμου που άφησε πίσω τους τύμβους του σαν κληρονομιά σε μια νέα εποχή... ή μήπως πρόκειται για κάτι πολύ περισσότερο;

Αναλυτικότερα :
Όσοι αρρωστημένοι ακόλουθοι του Κθούλου, επιτέλους αγαλλιάστε!!! ναι, καλά με ακούσατε. Το “The New Daughter” είναι μια αμιγώς Call of Cthulhu ταινία, τόσο στη θεματολογία, όσο και στο όλο στυλ, τη δομή, το συναίσθημα, τη δράση και τη λύση του δράματος! Προτού όμως μου πάρετε αέρα και αρχίσετε να ουρλιάζετε προσευχές στο σεληνόφως κατά τη R'Lyeh μεριά, προειδοποιώ : το “The New Daughter” ΔΕΝ είναι κλασικός Κθούλου, δηλαδή με πλοκάμια, Μεγάλους Παλαιούς και δε συμμαζεύεται. Αφορά θεματικά ένα κομμάτι της μυθολογίας που είναι πολύ πιο παλιό από τα γνωστότερα “αδερφάκια” του, πιο παλιό ακόμα και από τον ίδιο τον Lovecraft : αυτό που αφορά τους μύθους και τις ιστορίες της Λευκής Φυλής (καμία σχέση με φυλετικά / ρατσιστικά κριτήρια, η εν λόγω Λευκή φυλή δεν είναι καν ανθρώπινη) όπως τα αποτύπωσε γλαφυρότατα στις αριστουργηματικές ιστορίες του ο Arthur Machen, ο Robert Howard (ναι, αυτός που έγραψε τον ΚΟΝΑΝ) και πολλοί άλλοι του Lovecraftικού κύκλου (με αξιολογότερο ίσως όλων, τον Colin Wilson).

Προς όλους τους υπόλοιπους που δεν κατάλαβαν λέξη από την προηγούμενη παράγραφο : μη μασάτε. Κλάι μάιν. Και δείτε το “The New Daughter” αν μπορείτε να εκτιμήσετε μια παλιομοδίτικη – και αρκετά low budget – ταινία τρόμου χωρίς εφφέ και φύκια για μεταξωτές κορδέλες, αλλά με πρωταγωνιστή το σενάριο, την ατμόσφαιρα και τους διαλόγους στους οποίους τα περισσότερα που αξίζει να ειπωθούν, υπαινίσσονται. Χωρίς αίματα και άντερα, χωρίς σωτηρία ή happy end, το “The New Daughter” ακολουθεί την προαναφερθείσα Lovecraftική νοοτροπία. Είναι σκοτεινό, απαισιόδοξο, μηδενιστικό και θεωρεί δεδομένο ότι ο άνθρωπος δεν είναι ούτε ο μοναδικός, ούτε καν ο σημαντικότερος κυρίαρχος αυτού του πλανήτη.

Σίγουρα έχει τα ελαττωματάκια του. Οι low budget καταβολές του δεν το αφήνουν να απογειωθεί. Κάποιες σκηνές θα μπορούσαν να δείξουν πολύ καλύτερα αν ήταν πιο επιμελημένες. Τα κουστούμια των “τεράτων” πάσχουν, όπως και τα σκηνικά. Και γενικά, θα μπορούσε να είναι πολύ λιγότερο “τερατοταινία” από όσο γίνεται, τουλάχιστον προς το τέλος του. Αλλά, αν όλα αυτά δε σε πτοούν και ψήνεσαι και από τα αντίστοιχα λογοτεχνικά ερεθίσματα, δες το άφοβα και δε θα το μετανιώσεις.

Πόσα πιάνει; 3,5 / 5, για τους “άρρωστους” 4 / 5