Σάββατο 31 Ιουλίου 2010

Alice in Wonderland

Μάστορας : Tim Burton
Παίχτες : Johny Depp, Helena Bonham Carter, Anne Hathaway
Πόσα πιάνει; 2,5 / 5
Με δυό λογάκια :
Η κινηματογραφική απόδοση της κλασικής παιδικής ιστορίας του Lewis Carrol, δια χειρός Tim Burton. H Alice, μια νεαρή ενήλικας, πέφτει υπό παράξενες συνθήκες σε ένα λαγούμι που την οδηγεί σε έναν πρωτόγνωρο, όσο και παράλογο κόσμο. Η “Χώρα των Θαυμάτων” είναι ένα μέρος όπου ο χρόνος είχε σταματήσει μέχρι η Alice να επιστρέψει και να πραγματοποιήσει το πεπρωμένο της. Προφανώς, ήταν συχνός θαμώνας σε αυτή, στην παιδική της ηλικία, όμως με την πάροδο των χρόνων το ξέχασε. Πλέον, πρέπει να ανακτήσει τις αναμνήσεις της και να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις της επειδή η κρίσιμη αναμέτρηση για το μέλλον της Wonderland είναι προ των πυλών...

Αναλυτικότερα :
Δε μπορείς να αμφισβητήσεις ότι ο Tim Burton δεν αποκλίνει διόλου από το στοιχείο του. Η επιλογή της συγκεκριμένης ιστορίας είναι τόσο ταιριαστή για το ιδιαίτερο ύφος του σκηνοθέτη, που πραγματικά είναι να αναρωτιέσαι γιατί δεν είχε κάνει αυτή την κίνηση τόσα χρόνια τώρα. Από την άλλη, προσωπικά νιώθω τις τελευταίες δουλειές του να με αγγίζουν... ολοένα και λιγότερο. Αν εξαιρέσεις το εξαιρετικό “Corpse Bride” (Η Νεκρή Νύφη) και φυσικά το “Sweeney Todd” όλες οι υπόλοιπες ταινίες του, προσωπικά μιλώντας, δε βρήκαν θέση στην καρδιά μου αντάξια με αυτή που είχαν οι προηγούμενές του. Το “Big Fish” μου φάνηκε στην καλύτερη των περιπτώσεων απλά καλό. Και όσο για το “Charlie & the Chocolate Factory”... ακόμα δε μπορώ να καταλάβω τι σκεφτόταν όταν το γύριζε. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και εδώ. Το “Alice in Wonderland” αν και δε μπορείς ούτε να διανοηθείς να το χαρακτηρίσεις σαν κάτι λιγότερο από προσεγμένο, με έξοχη καλλιτεχνική ματιά και μια καταπληκτικά βαθιά ερμηνεία από τον Johny Depp, εντούτοις... δεν το έχει!

Δεν ξέρω από πού να αρχίσω. Από το σενάριο; Είναι παράλογο και αποσπασματικό. Τουλάχιστον. Λογική και αφηγηματική συνέχεια πάνε περίπατο σε μια ιστορία που δε μπαίνει στον κόπο να σκιαγραφίσει τους πρωταγωνιστές της, σε τέτοιο βαθμό που αν δεν τους αντιπαθείς, στην καλύτερη των περιπτώσεων απλά σου είναι παγερά αδιάφοροι. Σε αυτό δε βοηθούν οι ερμηνείες. Με τη φωτεινή εξαίρεση του Johny Depp που είναι απλά ΑΨΟΓΟΣ στο ρόλο του, όλοι οι υπόλοιποι είναι για τα μπάζα. Η κοπελίτσα που υποδύεται την Alice είναι ξενέρωτη και ανεπαρκής. Η Helena Bonham Carter περιορίζεται στο να ουρλιάζει την trademark ατάκα της Red Queen : “Off with his head!” και γενικά να υστεριάζει στη χειρότερη ίσως performance της καριέρας της. Η Anne Hathaway σαν καλή White Queen, ποζάρει στους πλέον τετριμμένους μαννερισμούς με μηχανική χάρη... μαθήτριας των πρώτων τάξεων του δημοτικού που παίζει σε σχολική παράσταση, ενώ το απαράδεκτο make up παραμορφώνει τα πραγματικά όμορφα χαρακτηριστικά της.

Αλλά αυτό που είναι πραγματικά απαράδεκτο είναι η σκηνοθετική ανεπάρκεια. H σκηνοθεσία είναι απολύτως διεκπαιρεωτική, στερημένη κάθε στοιχείου φαντασίας και πρωτοτυπίας (σαν και αυτά που μας είχε συνηθίσει στο παρελθόν ο μεγάλος δημιουργός) και η προτεραιότητα έχει δωθεί στον πρόσκαιρο εντυπωσιασμό, καθώς οι περισσότερες σκηνές της ταινίας είναι τραβηγμένες από τα μαλλιά έτσι ώστε να αποδοθούν με εντυπωσιακό τρόπο στη 3d κινηματογραφική απεικόνιση (ή μάλλον για να είμαστε πιο ακριβείς ΨΕΥΔΟ-3d απεικόνιση, καθώς έγινε λαμογιά παρόμοια με αυτή που έγινε και στο “Clash of the Titans” - βλ και αντίστοιχο post στην Καμαριέρα) Αφού το 'πα ο 'ούστης : δυο πράματα μονάχα είναι αληθινά 3d, στον μάταιο τούτο κόσμο : το “Avatar” & o 3d Man!!! Είχαν ειπωθεί πολλά σχετικά με την αμφίβολη ποιότητα τόσο σε καλλιτεχνικό, όσο και σε τεχνικό επίπεδο της ταινίας, την εποχή που προβαλλόταν στους κινηματογράφους. Μάλιστα, είχε χρησιμοποιηθεί σαν πρωταρχικό επιχείρημα στις συζητήσεις σχετικά με την πραγματική χρησιμότητα της 3d επεξεργασίας στον κινηματογράφο που μετά την επιτυχία του “Avatar” γινόταν με τη λογική “όποιος έχει πολλή ζάχαρη ρίχνει και στα λάχανα”. Τυχαίο; Δε νομίζω!

Από την άλλη, δε μπορείς να αμφισβητήσεις την αρτιότητα της καλλιτεχνικής απόδοσης που κάνει την κάθε σκηνή να φαντάζει σαν ένα μικρό παραμυθένια μακάβριο έργο τέχνης. Σίγουρα ο σκηνοθέτης είναι στο στοιχείο του εδώ και η “Wonderland” απεικονίζεται άψογα με ένα άκρως επιτυχημένο μείγμα σκοτεινής – που φλερτάρει με το gothic – αλαφροϊσκιωτης και παράλογης ματιάς. Ναι, είναι σωστό eye candy και κάποιες σκηνές καταφέρνουν να εντυπωσιάσουν, ακόμα και βλέποντάς τις υπό το καθεστώς της τεχνολογικής “φτώχειας” του dvd. Είναι όμως αυτό αρκετό στις μέρες μας, όταν το επίπεδο είναι ιδιαίτερα ανεβασμένο στη συγκεκριμένη κινηματογραφική σκηνή και ακόμα και μικρές, ανεξάρτητες παραγωγές καταφέρνουν να έρθουν – κυριολεκτικά – από το πουθενά και να καθιερωθούν, μονοπολώντας το ενδιαφέρον του κοινού; Τα παραδείγματα των “9” και “Coraline” είναι τα πρώτα που μου έρχονται στο μυαλό – και σίγουρα δεν είναι τα μοναδικά.

Ρεζουμέ :
Το πρόβλημα του “Alice in Wonderland” είναι κυρίως ότι προσπαθεί να στριμώξει δυο καρπούζια κάτω από την ίδια αμασχάλη. Κοινώς, προσπαθεί να επιτύχει σε δυο αντιδιαμετρικά αντίθετους στόχους : να βλέπεται άνετα και από ενήλικες και από παιδιά. Ακολουθεί ανώδυνες, μεσοβέζικες λύσεις και κατά τη γνώμη μου, αυτός είναι πάντα ο χειρότερος δυνατός τρόπος να διαχειριστείς μια τέτοια κατάσταση. Το αποτέλεσμα : είναι ένα έργο υπερβολικά “κάπως” και “σκιαστικό” για παιδιά και αντίστοιχα υστερεί σε βάθος, σενάριο, πλοκή και ερμηνείες όσον αφορά τα γούστα ενός πιο ενήλικου κοινού που πιθανότατα να το δει σαν άλλη μια πρόσκαιρα εντυπωσιακή – παρά το ψευτοδιανοουμενίστικο άλλοθί της - κινηματογραφική τσιχλόφουσκα. Ίσως το γεγονός ότι όλα αυτά που θα δεις δίδονται υπό την καλλιτεχνική αίγιδα της Disney να εξηγεί εν μέρει την όλη κατάσταση και τις επιλογές του – κάποτε – ανεξάρτητου δημιουργού της. Προσωπικά, ήρθα σε σχετικά δύσκολη θέση για να το βαθμολογήσω. Το είδα ευχάριστα – αν και κάπως βαριεστημένα – πέρασα ok, αλλά σίγουρα δεν πρόκειται να μπω στον κόπο να το ξαναδω. Αυτό από μόνο του συνοψίζει με τον καλύτερο τρόπο όλα όσα ξόδεψα τόση ώρα για να γράψω.

Τρίτη 27 Ιουλίου 2010

Μια Ιστορία που Αξίζει να Ειπωθεί


Έτσι και έχεις ασχοληθεί, έστω επιφανειακά με τα παιχνίδια ρόλων, αξίζει να διαβάσεις αυτή την ιστορία. Την παραθέτω αυτούσια, αμετάφραστη, όπως ακριβώς παρουσιάζεται στην ιστοσελίδα του περιοδικού "Kobold Quarterly". Στη φωτογραφία, απεικονίζεται ο Gary Gygax (r.i.p.)

In his My First Gen Con post, Colin McComb cryptically hinted at a secret assignment to spy on Gary Gygax. At last, the truth can be told…

"In early August of 1992, I was summoned to the executive area of TSR. I was constantly concerned about my job (a quirk that would lead to a memorable April Fool’s joke a year or two later), and to be summoned to the executive area generally meant bad things were about to happen. I arrived in a superior’s office, and an even-more superior person was in there as well. They told me to shut the door.

They explained to me that Gary Gygax—one of the creators of Dungeons & Dragons, the preeminent pioneer of the industry, the ousted owner of the company—was going to demo a game at Gen Con. That game was originally called… Dangerous Dimensions! DD! Like… Dungeons & Dragons! Clearly, went the thinking in Executive Land, even though the name had been changed to Dangerous Journeys, this meant that Gygax was trying to cash in on TSR’s intellectual property. They wanted to stop him in his tracks.

They selected me, they said, because I was still young and didn’t know a lot of people in the industry. I could get close to Gygax, watch him demo his game, attend his lectures, and I’d look like any other fan. But I had a secret: I would wait for him to slip up and start talking about his game in terms of Dungeons & Dragons, and then TSR could totally drive him out of business for good! They presented me with a fake Gen Con badge with a non-descript name, slotted out some time for me in my Gen Con schedule, and that was it. I was a spy.

I didn’t feel good about this. But hell, I had dreamed of being a game designer since I knew that such a job existed. Working at TSR was heaven. And all of this, they suggested without saying so, might disappear if I said no.

So I went to Gen Con. I worked my schedule. And when the time came, I slipped into the bathroom, changed my shirt and my badge, and ambled over to where Gary was demoing Dangerous Journeys.

It wasn’t crowded there. A few people stood around, playing the game. When I stood at their periphery, Gary Gygax looked up… looked me right in the eye… and said, “Do you want to learn how to play?”

Imagine that. The founder of the industry, the guy who wrote some of the most important books in my life, the man whose name nailed down certainties in the games I had spent years playing, and he wants to teach me how to play his game. But instead of jumping in with delight, I’m standing there with snakes coiling in my gut, a traitor, as the man who made my dreams possible kindly opens the door to someone who might destroy him.

“No,” I said, “I’ll just watch.” And I stood and watched as Gary Gygax taught some other lucky bastards how to play his game.

I went to his seminar the next day and listened to him talk to a half-full room of people about his new game, and I realized that even if he said that his game was going to replace Dungeons & Dragons and that everyone should go burn down the TSR castle in the Exhibit Hall, I would never report that back. Never.

At the debriefing, they asked me what he’d said.

“Not much,” I said. “He’s clean.”

TSR sued anyway."

Colin McComb won two Origins Awards for his work with Second Edition Dungeons & Dragons, worked extensively on the Planescape line, and helped create the campaign setting of Birthright. He left TSR to work at Interplay/Black Isle Studios, where he helped design the cult classic computer RPG Planescape: Torment, the post-apocalyptic classic Fallout 2, and other games. Since then, he has worked with a variety of companies including Paizo, Malhavoc Press, and Planetwide Games, and is a co-owner of 3lb Games where he creates mobile applications for kids. Colin contributed his insights and expertise to the Kobold Guide to Game Design Vol. III: Tools & Techniques.

Σάββατο 17 Ιουλίου 2010

Extraordinary Measures (Ακραία Μέτρα)

Μάστορας : Tom Vaughan
Παίχτες : Brendan Fraser , Harrison Ford , Keri Russell
Πόσα πιάνει; 3 / 5
Με δυό λογάκια :
Ένα ζευγάρι έχει δυο παιδιά που πάσχουν από μια σπάνια γενετική ασθένεια που δε θα τους επιτρέψει να ζήσουν μέχρι το 10ο έτος της ηλικίας τους. Ο σύζυγος, John, που ασχολείται επαγγελματικά με την προώθηση προϊόντων, έρχεται σε επαφή με τον Robert Stonehill, έναν αρκετά εκκεντρικό επιστήμονα που θεωρείται ο κορυφαίος θεωρητικός του είδους του. Έχει μια θεωρία για ένα αποτελεσματικό φάρμακο. Ωστόσο, δεν έχει αρκετούς πόρους προκειμένου να προχωρήσει στην έρευνά του. Ο John και η σύζυγός του, καταφέρνουν να βρούν τα χρήματα για να ξεκινήσει η έρευνα και στη συνέχεια ο John αφιερώνεται ολοκληρωτικά στην προσπάθεια αυτή. Θα πρέπει να τα καταφέρει, συνεργαζόμενος με στυγνούς καπιταλιστές αλλά και με αντίπαλες ερευνητικές ομάδες, προκειμένου να επιβιώσουν οι ελπίδες τους στον εξαντλητικά πολύπλοκο και απρόσωπο κόσμο των φαρμακοβιομηχανιών. Εν τω μεταξύ, τα προβλήματα συσσωρεύονται, ο χρόνος περνάει σε μια αδυσώπητη κούρσα όπου στο τέλος της θα κριθεί η ζωή ή ο θάνατος των παιδιών του John...

Αναλυτικότερα :
Κατ' αρχήν, ο πρωταγωνιστής ονομάζεται ...Mr Crowley!!! John Crowley! Δεν ξέρω αν αυτό έγινε επίτηδες ή κατά τύχη, αλλά κάθε φορά που άκουγα κάποιον στην ταινία να αναφωνεί “... Mr Crowley...” αναπόφευκτα στο μυαλό μου ερχόταν το ομώνυμο έπος του Ozzy Osbourne! Καμία σχέση βέβαια, αλλά όπως και να έχει, ήταν άλλος ένας παράγοντας να αποσπαστεί η προσοχή μου από την ταινία. Το λοιπόν... νομίζω ότι δεν θέλει και πολλά πολλά όσον αφορά το είδος της ταινίας. Είναι ένα κοινωνικό δράμα, αλλά σε οικογενειακή συσκευασία. Τέτοιες ταινίες, δεν είναι διόλου του γούστου μου. Αλλά, από την άλλη δε μου αρέσει να απορρίπτω εκ προοιμίου τίποτα. Να ξεκινήσουμε από τα θετικά; Είναι ένα αρκετά ανθρώπινο έργο. Έχει ωραίες στιγμές και κάποιες συγκινητικές φάσεις, ειδικά στο πολύ καλό φινάλε. Έχει μια άψογη ερμηνεία από τον Harrison Ford, που είναι πάντα ευχάριστο να τον βλέπεις στην οθόνη σου. Πολύ καλή επίσης και στο ρόλο της είναι η μικρούλα που υποδύεται την κόρη του John. Σε γενικές γραμμές είναι μια ταινία που μπορείς να τη δεις ένα χαλαρό απογευματάκι, με όλη την οικογένεια, ή με το έτερόν σου ήμισυ και μια χαρά θα περάσεις. Προς τιμήν της, δεν έχει ούτε φτηνά συγκινησιακά κόλπα, ούτε μελούρα, κρατά πολύ ψύχραιμες και αξιοπρεπείς αποστάσεις από τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές.

Τα αρνητικά : ο Brendan Frazer. Δε μπορεί να χωρέσει στο ρόλο. Είναι – δυστυχώς – πολύ καλύτερος σε ρόλους / χολυγουντιανή τσιχλόφουσκα τύπου “The Mummy”. Πέρα από αυτό, η ταινία αποφασίζει να εξιδανικεύσει ασύστολα τον John και όλα τα μέλη της οικογένειάς του, σε τέτοιο βαθμό που θα σε κάνει να νομίσεις ότι βλέπεις έργο της Disney! Δεν υπάρχουν τέτοιες οικογένειες!! Είναι όλοι τους ΤΟΣΟ εκνευριστικά τέλειοι! Το σενάριο, καθότι τα γεγονότα λαμβάνουν χώρα σε ένα αρκετά εκτεταμένο χρονικό διάστημα, παρουσιάζει πολλά πράγματα πρόχειρα, αποσπασματικά. Καταφέρνει μεν να επιτεύξει έναν επαρκή συναισθηματικό δέσιμο μεταξύ του θεατή και των 2 πρωταγωνιστικών χαρακτήρων, αλλά όλοι οι υπόλοιποι, αποδίδονται απλοϊκά, τελείως μονοδιάστατα.

Αλλά κυρίως, αυτό που πνίγει το “Extraordinary Measures” είναι η αφόρητη μετριοπάθειά του. Φαντάζει ασφυκτικά “αποστειρωμένο”, ενοχλητικά politically correct – σε σημείο πρακτικά ευνουχισμού - και γενικώς στερείται παντελώς σκηνών με ψυχή, νεύρο και τσαμπουκά! Όλοι εκεί μέσα (εκτός – ίσως – από ον χαρακτήρα του Harrison Ford) έχουν ταμπεραμέντο... κατεψυγμένου ψαριού. Μια Ιώβειος ψυχραιμία που φυσικά δε θα μπορούσε να υφίσταται (τουλάχιστον όχι ΠΑΝΤΑ και 100% όπως μας δίνει το έργο να καταλάβουμε) σε μια οικογένεια που αντιμετωπίζει τέτοιο δράμα.

Ρεζουμέ :
Μια ζεστή, ανθρώπινη (όσον αφορά το θέμα της) ταινία που καταφέρνει επαρκώς να θίξει ένα άκρως δραματικό ζήτημα με ψύχραιμο και αξιοπρεπή τρόπο. Αν ήταν λιγότερο αποστειρωμένη και οι χαρακτήρες της δεν απεικονίζοταν τόσο ρομποτικά, θα μπορούσε να είναι ένα πραγματικά άξιο λόγου θέαμα. Όπως και να έχει, μπορείς να δεις πολύ καλύτερες ταινίες του είδους της, όπως μπορείς να δεις και πολύ χειρότερες.

Κάψε Εγκέφαλο : Necromentia (Νεκρομαντεία) (2009)


Μάστορας : Pearry Reginald Teo
Παίχτες : Layton Matthews ,Chad Grimes ,Santiago Craig ,Zelieann Rivera
Πόσα πιάνει; αν είσαι περπατημένος στα θρίλερ, το πολύ 3 / 5. Αν όχι, 3,5 / 5 μπορεί και κατιτίς παραπάνω
Με δυό λογάκια :
Ένα τατουάζ που ομοιάζει με Ouija Board μπορεί να χρησιμεύσει σαν πύλη για επικοινωνία με τους νεκρούς... Ο Hagen, κρύβει τη νεκρή γυναίκα του στο σπίτι. Την περιποιείται, τη χτενίζει, της κάνει έρωτα. Ο Travis, έχασε τον ανάπηρο αδερφό του και επιθυμεί να τον ξανασυναντήσει μετά θάνατον. Ο Morbius, θέλει να επιστρέψει από τους νεκρούς για να πάρει εκδίκηση από τη γυναίκα που τον πρόδωσε και τον εραστή της που του στέρησε τη ζωή. Παράξενα, μακάβρια πλάσματα προστατεύουν τα μυστικά του συμβόλου και της πύλης... και όλες αυτές οι ιστορίες ενώνονται μεταξύ τους σε έναν κύκλο αίματος...

Αναλυτικότερα :
Necromentia = προφανώς σύνθετη λέξη από το Necro + Dementia (παράνοια). Απόλυτα ταιριαστός τίτλος για την ταινία! Λοιπόν, αυτό είναι ένα εντυπωσιακό θριλεράκι! Πρωτότυπο (σχετικά) και η καρδούλα του το λέει! Μια εναλλακτική εκόνα της κόλασης, με έντονες παραστάσεις και ιδιαίτερα έντονο το dark / gothic feeling. Τσιτωμένη, γκαζωμένη – σχεδόν βιντεοκλιπάδικη – σκηνοθεσία, που δεν κρύβει τις επιρροές της από τη σχολή των “SAW”. Οστόσο, αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό πράμα εδώ, ομολογουμένως ταιριάζει με το όλο σύνολο. To αυτό ισχύει με το art direction και την όλη αισθητική – θυμίζουν έντονα “SAW” αλλά και δουλειές του Clive Barker, ειδικά τα πλάσματα είναι σα να ξετρύπωσαν από μια ταινία της σειράς “HellRaiser”. Πολύ καλή δουλειά έχει γίνει και στο εντυπωσιακό σενάριο, που καθόλη τη διάρκεια της ταινίας λειτουργεί με ύπουλο, μουλωχτό τρόπο και στο φινάλε της καταφέρνει να δέσει με αξιοπιστία όλες τις υπο-ιστορίες της μεταξύ τους. Ενίοτε, επιστρατεύει – με επιτυχία – τεχνάσματα τύπου “Memento” όπως και κάποιων HellRaiser, συγκεκριμένα του 5ου και του 6ου μέρους, για να αποδώσει την ιστορία της με ζωντάνια και πειστικότητα.

Οι πιο παρατηρητικοί από εσάς, θα εντοπίσατε ήδη από την προηγούμενη παράγραφο, το κύριό της ελάττωμα. Κάθε την πλάνο, κάθε της επιμέρους στοιχείο, θυμίζει κάτι άλλο (καλύτερο) που έχεις ήδη δει. Η σκηνοθεσία θυμίζει “SAW”. Η φωτογραφία θυμίζει “Dee Snider's Strangeland”. H αισθητική θυμίζει Clive Barker. Τα πλάσματα θυμίζουν HellRaiser. To σενάριο δανείζεται ασύστολα ιδέες και πρότυπα, αλλά δεν καταφέρνει τα τα δέσει με μεγάλη επιτυχία μεταξύ τους. Έτσι, δε μοιάζει τόσο σαν ένα ομοιογενές, αυθεντικό σύνολο, αλλά σαν μια (επιτυχημένη) συρραφή. Οι πολλές σεναριακές “τρύπες” δε βοηθάνε την κατάσταση, όπως και δεν βοηθάνε οι μέτριες ερμηνείες και οι ακραίοι, μη ρεαλιστικοί χαρακτήρες και οι συχνά υστερικές αντιδράσεις αυτών.

Η φτωχή παραγωγή, βάζει και αυτή το χεράκι της στο χαντάκωμα της ταινίας. Δυστυχώς, το “Necromentia” είναι πολύ πιο φιλόδοξο από όσο το παίρνει να είναι. Η φωτογραφία είναι υπερβολικά ξεθωριασμένη, ενίοτε θυμίζει γύρισμα με κάμερα οικιακής χρήσεως. Οι παραμορφωμένες φωνές ενοχλούν το αυτί. Τα εφφέ είναι μηδαμηνά. Συχνά, το make up φαίνεται ότι είναι... make up! Και η κόλαση, είναι ένας στενός διάδρομος, στρωμένος με χαλίκι, όπου περνούν από το πλάι κάτι πλαστικοί σωλήνες. Και όλα αυτά είναι φωτισμένα πράσινα. Μοναδική εξαίρεση, το πολύ καλά φτιαγμένο πλάσμα, που όμως είναι πιο HellRaiser και από HellRaiser!

Splatter / Gore :
Με μια τόσο μακάβρια ιστορία, θα περίμενες να δεις τα απίστευτα. Παραδόξως, τα πράματα σε αυτό τον τομέα είναι απογοητευτικά λίγα. Ένα δάχτυλο που αφαιρείται με boltcutter. Και κάτι κοψίματα, χαράγματα κλπ. Κάποια στιγμή, βλέπεις και μια μετά θάνατον εντερεκτομή.

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Μια κορασίδα που... πληρώνει για να τη χαρακώνουν. Ντυμένη σε δερμάτινα λουριά. Θα μπορούσε να είναι sexy, αλλά η φωτογραφία βαστάει σκόνη ετών, η κάμερα εστιάζει οποιδήποτε αλλού ΕΚΤΟΣ από εκεί που υπάρχει ζουμί (και... λίπος!) και η κοπελιά είναι βασικά μπαζάκι. Οπότε, μάπα το καρπούζι.

Ρεζουμέ :
Παραδόξως, το “Necromentia” όσο λιγότερα θρίλερ έχεις δει στη ζωή σου, τόσο περισσότερο θα το εκτιμήσεις. Το κόβω να ψιλογίνεται cult, ειδικά στους κύκλους ηλικιακά νεότερων φανς των θρίλερ. Αν είσαι πιο περπατημένος στο είδος, απλά ξαναβλέπεις στοιχεία από ταινίες καλύτερες που έχεις ήδη δει (και ξαναδει) παλιότερα. Και αυτό, δεν είναι και τόσο καλό πράμα. Όπως και να έχει, το έφηβο φρικομεταλλόπουλο ξαδερφάκι σου, ή η μωβμαυροντυμένη goth-ου αδερφή σου (ναι, υπάρχει τουλάχιστον ένα τέτοιο μπανταβό σε κάθε οικογένεια!) θα εκστασιαστεί!

Κάψε Εγκέφαλο : Robogeisha (2009)

Μάστορας : Noboru Iguchi
Παίχτες : ναι μωρέ, ο πόνος σας έφαγε να μάθετε τους ηθοποιούς! Άιντε, (επειδή κατά βάθος είμαι καλός άνθρωπας) πάρτε μερικούς για δείγμα: Aya Kiguchi ,Hitomi Hasebe ,Yoshihiro Nishimura τώρα δηλαδής καταλάβατε τίποτα; εεε; ΕΕΕ;
Πόσα πιάνει; 3 / 5 για φανς του είδους 3,5 / 5
Με δυό λογάκια :
Ειλικρινά, με τέτοιο τίτλο θέλετε και plot synopsis? Σοβαρά;;; Ρε πάτε καλά;

Αναλυτικότερα :
Όχι, μαντέψτε ποιός ευθύνεται για τη γνωριμία μου με αυτό το cult αριστούργημα! Μαντέψτε! Εννοείται ο Volrath! Λοιπόν, επισυνάπτω 100% όπως έχει το sms που μου έστειλε και που λειτούργησε σαν αφορμή για αυτό το review : “AN TO machine girl ΣΟΥ ΠΕΤΑΞΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΕΞΩ... ΑΝ ΤΟ ΣΑΜΟΥΡΑΙ princess ΣΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΟ ΤΡΑΛΑΛΑ... ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΣΕ ΑΠΟΤΕΛΕΙΩΣΩ : rObOgeisha! ΤΕΛΟΣ! ΚΑΛΗΜΕΡΑ. ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ ΜΑΣ.” Οπότε, παίρνω βαθιά ανάσα και ετοιμάζομαι να βουτήξω στα βαθιά... τι cult αριστούργημα άραγε μας ετοιμάζουν αυτή τη φορά τα ίδια βαρεμένα δημιουργικά μυαλά που μας έδωσαν στο παρελθόν τα “Machine Girl” και το έπος “Tokyo Gore Police”;

Προφανώς, εδώ αποφάσισαν να ελαττώσουν τη βία. Το γιατί, μη με ρωτάτε. Αλλά όπως και να 'χει, οι τρελοί διαμελισμοί και οι ατέλειωτοι πίδακες αίματος είναι πλέον παρελθόν. Όχι ότι δεν έχουν και αυτά τις στιγμές τους, αλλά πλέον αποτελούνται κυρίως από γραφικά υπολογιστή (κάκιστη επιλογή). Το βάρος έχει δοθεί στο κουλό σενάριο – ναι, εδώ υπάρχει όντως σενάριο!!! - και στις τρελές ευρεσιτεχνίες που κοσμούν τα λεπτεπίλεπτα κορμάκια των δολοφονικών geishas! Λοιπόν, έχουμε και λέμε. Ατσάλινη περούκα που πετάει βλήματα ναπάλμ! Σπαθιά που φυτρώνουν από τον... κώλο (εννοείται κομπλέ με μια ξεκαρδιστική σκηνή όπου 3 κοπελιές ξιφομαχούν με τους κώλους τους!) και τις μασχάλες! Αστεράκια νίντζα που εκτοξεύονται (πάλι!) από τον κώλο! Βυζά – οπλοπολυβόλα! Βυζά που εκτοξεύουν όξινο γάλα!!! Πυροβόλα στους ώμους και στα γόνατα! Και προς το τέλος – όπου πλέον ξεφεύγουν για τα καλά τα πράματα! - έχουμε geisha – transformers (σε... ερπυστριοφόρο όχημα!!!), το αντίστοιχο σε μηχανικό fusion (ένωση δυο διαφορετικών ατόμων σε ένα νέο που συνδυάζει τις δυνάμεις τους) που υπήρχε στα Dragonball και ένα γιγάντιο κάστρο – ρομπότ!

Είπαμε για σενάριο πριν και μάλιστα πολύ. Μπορεί μονάχα να περιγραφεί σαν ένα σύμπλεγμα... Λάμψης (του Φώσκολου!), Bollywood και... Power Rangers! Ναι, το σενάριο είναι το πλέον απάλευτο στοιχείο του. Παίρνοντας αφορμή από τις σχέσεις αγάπης – μίσους μεταξύ δυο αδερφών, απογειώνεται δημιουργικά με απλοποιημένο μελόδραμα, περιττά επιτιδευμένους διαλόγους και υπερφτηνή συγκίνηση! Κάπου εκεί μπλέκει και μια ιστορία εκδίκησης τύπου “Kill Bill” ή ακόμα σωστότερα “Machine Girl” (σε βαθμό copy / paste) και μετά το πράμα ξεφεύγει και γίνεται της πουτ@νας το μνημόσυνο! Το τελευταίο 1/3 της ταινίας προκαλεί... κράμπες στον εγκέφαλο, η λογική πάει περίπατο (όχι ότι είχε ανέκαθεν και πολύ λόγο εδώ, αλλά λέμε τώρα...) η τελική μάχη θα κάνει τα μυαλά σου να... πονάνε και στο φινάλε δε μένει ούτε κολυμπιθρόξυλο όρθιο! Δηλαδή, ακριβώς ότι περιμέναμε και όπως θα έπρεπε να είναι!

Splatter / Gore :
Πολύ λιγότερο σε σχέση με τις άλλες ταινίες των δημιουργών και είναι ψιλοπαράξενο. Οι σκηνές θανάτου λειτουργούν περισσότερο σαν κωμικές, παρά σαν splatter-ιές. Πάντως, τα λίγα make up effects όπου υπάρχουν είναι αξιοπρεπή. Ξερνάω στη θέα αίματος φτιαγμένου με γραφικό υπολογιστή – και εδώ δυστυχώς υπάρχει άφθονο.

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Όπως και στις υπόλοιπες ταινίες των δημιουργών, πλήρης απουσία πραγματικών γυμνών σκηνών. Μπουτάκια έξω και κάτι συντηρητικά εσωρουχάκια παίζουν, αλλά χάνονται μέσα στο σαματά και στον παραλογισμό.

Ρεζουμέ :
Πρωτότυπο, με αρκετές καλές ιδέες (κτήρια που αιμορραγούν;!;!) και απάλευτο όσο δεν πάει, είναι μια άξια προσθήκη στη φιλμογραφία των δημιουργών του, και ταμάμ μποναμάς για τους καμμένους φίλους του είδους. Ωστόσο, η σκιά του “Tokyo Gore Police” πέφτει βαριά πάνω του. Αν γούσταρες τα 2 προηγούμενα έργα, θα γουστάρεις και εδώ στάνταρ. Αλλά είναι – μάλλον – το πιο μετριοπαθές και κατώτερο από τα τρια.

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2010

Survival of the Dead

Μάστορας : George Romero
Παίχτες : Alan Van Sprang ,Kenneth Welsh ,Kathleen Munroe ,Richard Fitzpatrick ,Athena Karkanis
Πόσα πιάνει; 1,5 / 5 και παίζει να βάζω και πολλά...
Εναλλακτικός Τίτλος : Φαντάροι VS Καουμπόη και όλοι μαζί VS Ζόμπι

Αναλυτικότερα :
Κι όμως, ο Romero έβγαλε καινούρια ταινιά! Από πέρσι! Το ξέρατε; Όχι! Τυχαίο; Δε νομίζω!!! Και δεν τη βλέπω να έρχεται στη χώρα μας και υπάρχουν πολλοί πολλοί λόγοι για να (μην) γίνει κάτι τέτοιο. Προτού όμως πιάσω το φτυάρι, να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα. α) το “Survival of the Dead” αποτελεί μια “χαλαρή” συνέχεια του “Diary of the Dead” β) και συνεχίζει το hype στα πρότυπα της living dead σάγκας που πλέον απαριθμεί ούτε λίγο ούτε πολύ – εξαιρώ τα remakes κλπ – 6 ταινίες. Να αναμένουμε και άλλα εμπνευσμένα ονόματα που να είναι του τύπου “__________ of the Dead”; Εννοείται ότι στο κενό συμπληρώνετε ότι σας κάνει ευχαρίστηση. Προτάσεις από την Καμαριέρα για μελλοντικούς τίτλους : “Σεμεδάκια of the Dead”, “Death of the Dead”, “Resurrection of the Dead”, “Κωλοβάρα of the Dead” και – γιατί όχι - “Πρωτάθλημα of the Dead” - στο ποδοσφαιράκι, Street Fighter, ότινα'ναι!

Για να ξεκαθαρίζουμε τα πράματα : δεν το παίζω εδώ ούτε κουλτουριάρης, ούτε γαμάτος. Μεγάλωσα με τις ταινίες των George Romero, Lucio Fulci, Dario Argento και όλων αυτών που προσπάθησαν να τους αντιγράψουν. Θεωρώ το “Night of the Livinge Dead” μια από τις σπουδαιότερες και σημαντικότερες ταινίες όλων των εποχών. Μια από τις αγαπημένες μου ζομποταινίες ever είναι επίσης το “Day of the Dead”. Γούσταρα τρελά (2 φορές πήγα και το είδα στο σινεμά!) το “Land of the Dead”. Και το προτελευταίο, “Diary of the Dead” (θα το βρεις στα παλιά review της Καμαριέρας) μου φάνηκε ok, αν και σαφώς κατώτερο για τα δεδομένα του δημιουργού του. Να λέμε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη (και τα ζόμπι... ζόμπι!) : το “Survival of the Dead” είναι μακράν η χειρότερη ταινία της σάγκας και ίσως μια από τις χειρότερες ταινίες του Romero (μετά από το ανεκδιήγητο “Martin” - ναι, είναι τόσο κακό!) Και με λυπεί ιδιαίτερα να βλέπω ένα από τα ινδάλματα της παιδικής μου ηλικίας να αποδομείται έτσι. Αλλά τι να κάνουμε, shit happens. Και η συγκεκριμένη ταινία είναι ένα με τα σκατά...

...πρώτα από όλα επειδή δε τη λες ακριβώς ταινία, αλλά περισσότερο τηλεταινία. Οι φοβερές ελλείψεις στην παραγωγή είναι παντού έκδηλες, από τον ακατάλληλο φωτισμό, στο κακό make up, τα δευτεροκλασάτα – περασμένων 10ετιών – εφφέ. Και φυσικά, από τους κακούς ηθοποιούς. Εντάξει, είναι γνωστό ότι ο Romero δεν είναι ούτε ότι καλύτερο σαν σκηνοθέτης, ούτε και οι ηθοποιοί του είναι ότι καλύτερο. Ανέκαθεν. Και όλα αυτά, ειλικρινά, σε τελική ανάλυση δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία για ταινία του είδους. Το ασυγχώρητο λάθος στο “Survival of the Dead” είναι η παντελής έλλειψη ατμόσφαιρας. Αν υπήρχε κάτι που έκανε μοναδικές τις ταινίες του Romero, αυτό ήταν η αίσθηση του επικείμενου όλεθρου. Το ότι ήξερες από πριν ότι οι πρωταγωνιστές είναι εκ προοιμίου καταδικασμένοι. Η αγωνία της επιβίωσης. Η όλη βαρύτητα και σαπίλα της ατμόσφαιρας. Ε, από όλα αυτά που σας ανέφερα, ΤΙΠΟΤΑ δεν υπάρχει εδώ. Και - εννοείται - από τρομαχτικές σκηνές δεν παίζει ούτε δείγμα. Ζόμπι υπάρχουν και πολλά μάλιστα, αλλά εξυπηρετούν απλά στην κινηματογράφιση άπειρων (και απολύτων ίδιων μεταξύ τους) σκηνών όπου δέχονται τους ίδιους πυροβολισμούς. Στο κεφάλι. Κατά τα άλλα, οι χαρακτήρες της ταινίας, δε δείχνουν να πολυαντιλαμβάνονται την ύπαρξη των ζόμπι και σε περιπτώσεις που το παίρνουν χαμπάρι, δε δείχνουν να τους πολυνοιάζει κιόλας. Απλά σπαταλούν το χρόνο τους (και μαζί και τον δικό ΣΟΥ) κάνοντας ότι βλακεία μπορούν να φανταστούν και λέγοντας ασυναρτησίες ορμώμενοι από διαλόγους που είναι ένα με τα ζεστά σκατά.

Και αυτό είναι το δεύτερο μεγάλο αμάρτημα του “Survival of the Dead”. Δεν υπάρχει συγκεκριμένη ιστορία και ότι απομένει είναι τόσο ασυνάρτητο και απλά ΒΛΑΚΩΔΕΣ που πραγματικά απορείς τι σκεφτόταν ο Romero γράφοντάς το (είναι επίσης υπέυθυνος και για το σενάριο, όπως σε όλες τις Living Dead ταινίες). Μια ιστορία που ξεκινά σαν φτηνή απομίμηση ενός έτσι και αλλιώς μέτριου έργου (Diary of the Dead) καταλήγει να μετατρέπεται σε... κάτι τύπου western. Και σαν τσόντα στο ενδιάμεσο, βάζουνε τα ζόμπι. Κάπου προς το τέλος προσπαθεί να χώσει και ένα ηθικό δίδαγμα που από μόνο του δεν είναι άσκημο (μαζί με την ικανοποιητική σκηνή στο φινάλε), αλλά όταν επί μιάμιση ώρα βλέπεις παπαριές, δε σου είναι και πολύ εύκολο να το εκτιμήσεις.

Ένα ακόμα τελείως αψυχολόγητο στοιχείο της ταινίας, είναι η εισαγωγή χιουμοριστικών σκηνών σε σημεία που δεν ταιριάζουν καθόλου. Δεν έχω κανένα πρόβλημα με σκηνές τύπου να ανατινάζεται εκ των έσω το κεφάλι ενός ζόμπι επειδή... το τάισες αφρό από τον πυροσβεστήρα (!) με αποτέλεσμα οι αφροί να βγαίνουν από τα αυτιά και να κάνουν τα μάτια του να... ξεκολλάνε από το κρανίο (!!). Ή με το να αναφλέγεται (με κάκιστα γραφικά υπολογιστή) το κεφάλι ενός ζόμπι επειδή το πυροβόλησαν με ένα flare gun στην... κοιλιά (!!!) Όλες αυτές οι σκηνές σε μια καφροκωμωδία τύπου “Return of the Living Dead” - είναι ο αυθεντικός τίτλος του θρυλικού “Τα Ζόμπι δεν είναι Χορτοφάγα” ή τύπου “Braindead” λειτουργούν μια χαρά. Αλλά όταν προσπαθείς να φτιάξεις ένα – και καλά – σοβαρό έργο τίγκα στο ηθικό δίδαγμα και στην καυστική κοινωνική κριτική και ταυτόχρονα κάνεις πλακίτσες, ε, κάπου το γλυκό δε δένει.

Splatter / Gore :
Όλα να έχει ο μπαξές – αλλά φαντάζουν ίδια και χιλιοπαιγμένα. Άπειροι πυροβολισμοί στο κεφάλι, με ζουμιά να εκτοξεύονται προς τα πίσω. Και δυο αρκετά αξιόλογες (προς το τέλος της ταινίας) σκηνές διαμελισμού. Σε αυτό τον τομέα, ο παππούς το'χει ακόμα. Sweet!

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Άφαντα. Δε βλέπεις γυμνό κρέας ούτε καν από ζόμπι. Όχι βέβαια ότι αυτό είναι κακό πράμα, αλλά λέμε τώρα... ΟΛΕΣ ΟΙ ΖΟΜΠΟΤΑΙΝΙΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ ΝΑ ΕΧΟΥΝΕ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΜΙΑ ΣΚΗΝΗ ΟΠΟΥ ΜΙΑ ΘΕΑ ΞΑΝΘΙΑ ΝΑ ΔΙΑΜΕΛΙΖΕΤΑΙ ΑΠΟ ΝΕΚΡΟΖΩΝΤΑΝΟΥΣ ΜΕ ΤΟ ΠΟΥ ΒΓΕΙ ΑΠΟ ΤΟ ΝΤΟΥΣ! Και να φαίνονται και βυζά και κωλαράκι και “θάμνος!” - ΠΡΟΣΟΧΗ – όχι ξυρισμένο! Θάμνος!!! Οι ζομποταινίες είναι καλλιτεχνικό προϊόν που ανδρώθηκε τη 10ετία του '80 και έτσι πρέπει να φέρονται σε ΟΛΕΣ τις απόψεις! Απλά τα πράματα! Οι πιο ανωμαλιάρηδες από εσάς, μπορει να τη βρουν στις σκηνές που απεικονίζεται ένα γυμνό... άλογο. Προφανώς, επειδή δυσκολεύονταν να το ντύσουν κι αυτό.

Ρεζουμέ :
Απόλυτα απογοητευτικό, μια αποτυχία σε όλα του. Και είναι πραγματικά κρίμα και άδικο για το όνομα του δημιουργού του. Ο George Romero πρέπει να βγει στη σύνταξη και να μην κάνει ταινίες απλά για να τις κάνει. Έχει προσφέρει ήδη πολλά. Δε χρειάζεται στο τέλος της ζωής του να εξευτελίσει το όνομά του. Ως γνωστόν, είναι η τελευταία γεύση που απομένει στη μνήμη και καμιά φορά φτάνει για να επισκιάσει ένα έργο ζωής...

Book of Eli (Ο Εκλεκτός)


Μάστορας : Albert Hughes, Allen Hughes
Παίχτες : Denzel Washington , Gary Oldman , Mila Kunis, Ray Stevenson
Πόσα πιάνει; 4 / 5
Με δυό λογάκια :
Σε ένα μετα-αποκαλυπτικό σκηνικό, ένας μοναχικός ταξιδευτής μεταφέρει ένα πολύτιμο φορτίο, σε μια δύσκολη αποστολή. Καθοδηγούμενος από ένα όραμα, οδεύει δυτικά με οδηγό ένα βιβλίο που μπορεί να αλλάξει τον κόσμο μέσω της επιρροής που ασκεί στην καρδιά και στις πεποιθήσεις των ανθρώπων. Όμως, τη δύναμη του βιβλίου την επιβουλεύονται και άλλοι για δόλιους σκοπούς...

Αναλυτικότερα :
Κατ' αρχήν, χαιρετίζω την άκρως άκυρη μεταφραστική απόδοση του τίτλου της ταινίας από το Ελληνικό τιμ! Προφανώς, αν και διανύουμε το σωτήριο έτος 2010, για τους Έλληνες υποτιτλιστές βρισκόμαστε ακόμα προ χιλιετίας, στην εποχή που κάνανε μεταφράσεις – λογοτεχνικά αριστουργήματα τύπου “Red Sonya = Κάλιντορ ο Μονομάχος”, ή (το αγαπημένο μου!) “Ninja Star of Death = Τα σκληρά καρύδια των νίντζα”! Ναι! Οι νίντζα έχουν πολύ σκληρά καρύδια όντως!!! Στο θέμα μας. Ρε, σαν πολύ μετα-αποκαλυπτικό σκηνικό δεν έχει πέσει τώρα τελευταιά; Μήπως μας πρετοιμάζουν σιγά σιγά για κάτι και δε ξέρουν πώς να μας το σερβίρουν; Ή μήπως (απλούστερα) έχουμε αναβίωση του trend από την εποχή του Mad Max? Παίζει κάποτε να δουμε μια μοντέρνα βερσιόν της θρυλικής σκηνής όπου η Tina Turner τραγουδάει μέσα από τα σκονισμένα κάγκελα του Thunderdome, με κάποιο σύγχρονο γκαζιάρικο υπερ-πιπίνι νέας κοπής πχ Rihanna; Δε με χάλασε! Δε με χάλασε καθόλου!

Δεύτερον. Το να κάνεις τον Denzel Washington να δείχνει ΓΑΜΑΤΟΣ είναι επίτευγμα από μόνο του. Αυτό από μόνο του δείχνει ότι δεν εχουμε να κάνουμε με άλλη μια ταινία του σωρου. Βέβαια, οι αδερφοί Hughes δεν είναι τυχαίοι. Το κορυφαίο “From Hell” το θυμάσαι; Ε, αυτοί το σκηνοθέτησαν! Οπότε, προετοιμαζόμαστε να δούμε κάτι δυνατό. Και πολύ καλά κάνουμε! Λοιπόν, ετοιμάσου για την απόλυτη Fallout ταινία. Τα έχει όλα : σκονισμένη φωτογραφία. Γαμάτο (αλλά με την καλή έννοια!) πρωταγωνιστή! Έναν πολύ καλό Gary Oldman στο ρόλο του κακού – άξιο comeback, τόσα χρόνια τον είχαν φάει ερμηνευτικά παπαριές τύπου Harry Potter! Φοβερός, επιβλητικός κόσμος, ωραία τρελαμένες, τσαμπουκαλεμένες φάτσες και ένα ωραίο πιπίνι στη θέση του συνοδηγού (Mila Kunis) που το μόνο που θα σε κάνει να σκέφτεσαι για την πάρτη της είναι το πόσο ΕΠΙΚΟ θα είναι το συναίσθημα να σε “περιποιείται” στοματικά και ταυτόχρονα να έχεις αυτές τις ματάρες να σε κοιτούν!

Για την ακρίβεια, είναι τόσο καλή, που ξεχνάς ότι η ιστορία της είναι τόσο απλή, τελείως λακωνική! Όπως και η πλοκή! Το βάρος εδώ δίνεται στην επίτευξη της ατμόσφαιρας και πολύ καλά κάνει, γιατί (κάτι που είναι τόσο αυτονόητο!) Η ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΗ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ σε κάθε ταινία φαντασίας.

Splatter / Gore :
Λίγο, αλλά καλό και ποιοτικό. Ωραίες σκηνές μάχης και cool διαμελισμοί. Και ΘΕΛΩ ΤΩΡΑ ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ ΤΟΥ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗ! ΤΩΡΑ!!!

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Προφανώς, η μεταποκαλυπτική κοινωνία είναι υπερβολικά πουριτανική. Ούτε μπουτάκια δεν έχει! Επιβάλλονται αναξιοπαθούσες σκλάβες ντυμένες με κουρέλια και από κάτω λεπτεπίλεπτα χρυσαφιά στριγκάκια! Το βασίλειό μου για ατάκες τύπου “δείξε μου τα κάλλη σου σκλάβα!” και χρααατσ! Να της σκίζει το πανοφώρι και γεμίζουν το πλάνο μαυρισμένα, μεγάλα, θηλυκά κωλομέρια! Τέλωσπάντων, ξεφύγαμε... τι λέγαμε; Λοιπόν, όλα αυτά τα παραπάνω; Ε, δεν τα έχει!

Ρεζουμέ :
Η απόλυτη Fallout ταινία, μετά φυσικά από τα 3 “Mad Max”, είναι το “The Book of Eli”! Πράμα μάλλον άδικο, καθώς είναι ΠΟΛΥ καλύτερη από τα “Mad Max”!!! Όσοι γουστάρουν μετα-αποκαλυπτικά σκηνικά, δεν τίθεται θέμα, απλά την έχουν δει ήδη. Αλλά είναι τόσο καλό, που πραγματικά έχει να προσφέρει κάτι σε κάθε φίλο των ταινιών δράσης – και όχι μόνο.

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Κάτι τέτοια διαμαντάκια βλέπεις και συνειδητοποιείς ακόμα περισσότερο πόσο ΠΑΠΑΡΙΑ ήταν το πανάκριβο, πολυδιαφημισμένο και με την άπειρη προώθηση “I Am Legend”!!! Και ΝΑΙ, τελικά μπορείς να φτιάξεις μια ταινία που να πραγματεύεται τη θρησκεία και να καταφέρνει ταυτόχρονα να είναι cool και όχι μόνο για Χριστιανόπουλα του κατηχητικού και Μορμόνους! 'nuff said!!!

The Informant! (Ο Πληροφοριοδότης)


Μάστορας : Steven Soderbergh
Παίχτες : Matt Damon ,Rusty Schwimmer ,Scott Bakula
Πόσα πιάνει; 1,5 / 5
Με δυό λογάκια :
Ο Mark Whitacre δουλεύει εδώ και χρόνια σε μια βιοχημική εταιρία και σταδιακά ανεβαίνει τα σκαλιά τις ιεραρχίας. Παρόλα αυτά, αποφασίζει να κάνει κάτι τελείως απρόσμενο – να κατασκοπεύσει εκ μέρους του FBI. Όλα ξεκινούν όταν καταγγέλει την εταιρία για καρτέλ παγώματος τιμών σε διεθνές επίπεδο. Τότε ξεκινάει ένας χορός μυστικών, πληροφορίας και... παραπληροφόρησης. Μέσα στο μείγμα προστίθενται και η δική του φιλοδοξία αλλά και προσωπική παράνοια, καθώς αρχίζει να πιστεύει ολοένα και περισσότερο ότι είναι ένας αληθινός πράκτορας. Όλα αυτά θα οδηγήσουν σε μια κατάσταση που μοιραία θα ξεφύγει από τον έλεγχό του...

Αναλυτικότερα :
Πήρε σχετικά καλές κριτικές. Υποθέτω λόγω των πρωταγωνιστικών ονομάτων. Δηλαδή, δε μπορώ να το ερμηνεύσω αλλιώς. Ειλικρινά δε μπορώ να καταλάβω τι σκεφτόταν o Soderbergh όταν τη γύριζε! Πράγμα που αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι ο άνθρωπος αυτός είναι ικανός τόσο για το καλύτερο, όσο και για το χειρότερο. Θέλω να πω, γυρίζει το καταπληκτικό “Ocean's 11” και μετά στα καπάκια φτιάχνει το ανεκδιήγητο “Ocean's 12” το οποίο δε στέκει ούτε σαν παρωδία του πρώτου έργου. Κάτι τέτοιο περίπου ισχύει και εδώ. Το φιλμάκι αυτό επί μιάμιση ώρα θα παρτουζώσει τον εγκέφαλό σου με ότι σκατά μπορείς να φανταστείς. Από την άκυρη 70's αισθητική και φωτογραφία – που θα ήταν μια χαρά αν η ταινία δε διαδραματιζόταν τη 10ετία του ΄90 – μέχρι τους ανισσόροπους μονολόγους του πρωταγωνιστή που είναι – κυριολεκτικά – ατελείωτοι.

Προφανώς, προσπαθεί εδώ ο μάστορας να φτιάξει μια σάτυρα μπολιασμένη με δραματικά στοιχεία. Ε, δεν τα καταφέρνει. Οι υπερβολικά πολλοί, υπερβολικά αδιάφοροι χαρακτήρες, η έλλειψη συνάφειας (γίνονται τόσο πολλά, και εξαιρετικά απότομα, τερατώδη άλματα στο χώρο και το χρόνο που κάθε αίσθηση συνέχειας εξανεμίζεται) οι ασάφειες (τελικά υπάρχει συνωμοσία ή όχι; Ο χαρακτήρας είναι ευφυής, ανισόρροπος ή και τα δυο; Δε διευκρινίζει ποτε...) απαρτίζουν μια ταινία που όχι απλά δεν είναι ευχάριστη, αλλά είναι δύσκολη στην παρακολούθηση, ακατανόητη σε πολλά σημεία της και – σε τελική ανάλυση - βαρετή. Ο Matt Damon δίνει μια καλή ερμηνεία (όπως σχεδόν όλοι οι ηθοποιοι) αλλά τι να το κάνεις όταν η μοναδική λέξη που μπορεί να σου εμπνεύσει ο χαρακτήρας, είναι το “μαλάκας”. Μα, ναι. Μεγάααλος μαλάκας!

Παραδόξως, η σκηνοθεσία αποτυγχάνει τραγικά. Έχει στυλ, αλλά όχι περιεχόμενο. Ατέλειωτα μεγάλα ευρεία κάδρα όπου διάφοροι κάθε φορά κουστουμαρισμένοι ανταλάσσουν κουλαμάρες και ασυναρτησίες. Δυστυχώς, μιλάμε για τόσο χοντρό FAIL στην αφήγηση, τύπου να μην είσαι ποτέ σίγουρος για τίποτα, ακόμα και για τα πιο χοντρά σημεία της ιστορίας! - επειδή τα πάντα δίνονται με τόσο αποσπασματικό, πρόχειρο και συχνά αντιφατικό τρόπο.

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Ούτε για δείγμα. Αλλά και τη Beyonce να είχε τσίτσιδη, να πλακομ%^νιάζεται με τη Megan Fox, πάλι το θέαμα δε θα σωζώταν. (εντάξει και πάλι θα το έβλεπα λόγω της Megan Fox!) Οι απανταχού gay μπορεί να να συγκινηθούν από το μουστακάκι – κοτσιλιά του Matt Damon.

Ρεζουμέ :
Μια κωμική δραματική σάτυρα που ούτε αστεία είναι, ούτε δραματική καταφέρνει να γίνει γιατί πολύ απλά οι χαρακτήρες της είναι τόσο αντιπαθείς που δε δίνεις δεκάρα για ότι και να τους τύχει. Ένα τεράστιο ναυάγιο στο να αφηγηθούν μια κατά τα άλλα ξερή, μίζερη και πεζή ιστορία. Μιάμιση χαμένη ώρα από τη ζωή σου. Για δεύτερη φορά (η πρώτη ήταν στο “Ocean's 12”) φάει σκατά Steven Soderbergh!

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Βασισμένη στο αντίστοιχο βιβλίο, το οποίο με τη σειρά του βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα.

Λείπει ο Μάρτης από τη Σαρακοστή; Ένας εκ των παραγωγών είναι και το κολλητάρι του Soderbergh, ο πολύς George Clooney

Δευτέρα 5 Ιουλίου 2010

The Road (Ο Δρόμος)


Μάστορας : John Hillcoat
Παίχτες : Viggo Mortensen, Charlise Theron, Robert Duvall, Kodi Smit-McPhee, Guy Pearce
Πόσα πιάνει; 4,5 / 5
Με δυό λογάκια :
Σε έναν μετα-αποκαλυπτικό κόσμο, ένας πατέρας με το παιδί του ταξιδεύουν προσπαθώντας να φτάσουν στο δικό τους προορισμό... όμως ο δρόμος είναι μακρύς και κρύβει απώδυνα μαθήματα, κινδύνους και εκπλήξεις για όλους...

Αναλυτικότερα :
Από το πουθενά ήρθε αυτό το μικρό έπος. Με αμεληταία προώθηση, σχετικά μικρή παραγωγή, απουσία εφφέ, εξαιρετικά μειωμένο cast (απαρτιζόμενο βασικά από... 2 άτομα) ελάχιστους διαλόγους και κορυφαίους ηθοποιούς σε λίγους και εξαιρετικά μικρούς (αλλά εξόχως καίριους) ρόλους, ένα πράγμα μονάχα μπορεί να ειπωθεί για το “The Road” : είναι ίσως η σημαντικότερη ταινία που μπορείς να δεις φέτος και σίγουρα μέσα στος 5 καλύτερες του 2010. Δεν είναι τυχαίο ότι βασιζεται στο ομώνυμο αριστουργηματικό βιβλίο. Και πρακτικά, σενάριο δε γράφτηκε. Το σενάριό του είναι απλά οι σελίδες του πρωτότυπου βιβλίου. Και πολύ καλά κάνει.

Συνήθως, ακούγοντας τον όρο μετα-αποκαλυπτικό, τείνουμε να σκεφτόμαστε “Mad Max”. Καμιά σχέση. Το “The Road” είναι μια καθαρά δραματική ταινία. Φλερτάροντας με την φαντασία, όσον αφορά το δυσοίωνο εναλλακτικό μέλλον, βλέπει τα πράγματα από μια καθαρά ανθρώπινη σκοπιά. Την πλέον ρεαλιστική σκοπιά. Ο πρωταγωνιστής δεν είναι ήρωας. Είναι απλά ένας κοινός άνθρωπος που προσπαθεί να την παλέψει, να εξασφαλίσει καθημερινά τροφή, να μην καταρρεύσει σε έναν εξαθλιωμένο, εχθρικό κόσμο. Και απλά προσπαθεί να πάει το παιδί του όσο πιο νότια και παραθαλλάσια μπορεί, για να του εξασφαλίσει κάπως πιο ευνοϊκές κλιματολογικές συνθήκες. Κάνει λάθη, παρασύρεται, ενίοτε γίνεται παρανοϊκός, τυφλά αφοσιωμένος στη μοναδική του προτεραιότητα : την αγάπη που τρέφει για το παιδί του.

Μια προειδοποίηση : δεν είναι για όλους. Το θέμα του είναι βαθιά θλιβερό και καταθληπτικό. Είναι μια βαριά, δύσπεπτη ταινία. Σίγουρα δε μπορείς να τη δεις τρώγοντας πιτόγυρα η σε φάση βαριεστημένου κωλοβαρέματος στον καναπε. Και που είσαι, έχε καλού καλού κοντά σου και κανένα χαρτομάντηλό. Όχι, δεν είναι μελούρα. Αλλά οι ερμηνείες είναι τόσο συγκλονιστικές και η ατμόσφαιρα τόσο βαθιά και υποβλητική, που παίζει σοβαρά και να σου χρειαστεί. Αποκάλυψη ο Viggo Mortensen, στον καλύτερο ίσως ρόλο της καριέρας του. Σηκώνει ολοκληρωτικά και άκρως επάξια την ταινία στους ώμους του και αποδεικνύει (μαζί με τις ερμηνείες του στα “Good” & “Eastern Promises”) το πόσο μεγάλος ηθοποιός είναι. Εδώ είναι αγνώριστος, όντας άπλυτος, με τραχιά γενειάδα και αδυνατισμένος σε βαθμό λιμοκτονίας προκειμένου να ανταποκριθεί στις ανάγκες του ρόλου. Θα είναι πραγματικά άδικο αν αυτή η ερμηνεία δε βραβευτεί στα επόμενα Oscar.

Το άριστο σύνολο συμπληρώνουν τα επιβλητικά σκηνικά που αποτελούν όλα φυσικές τοποθεσίες, ψηφιακά “πειραγμένες” ώστε να αποδόσουν το ζοφερό κλίμα του τέλους του πολιτισμού όπως τον ξέρουμε. Κάθε σκηνή της ταινίας, μοιάζει να έχει σαν υπόβαθρο ένα μακάβριο, σουρεαλιστικό πίνακα ζωγραφικής. Ένα τεραστίων διαστάσεων μακάβριο έργο τέχνης. Οι συμπληρωματικοί ρόλοι είναι επίσης άψογοι και συνεισφέρουν καίρια στο να κάνουν την ιστορία και την απεικόνιση του κόσμου πιο ολοκληρωμένη. Και έχει τουλάχιστον μια σκηνή που συγκαταλέγεται στις πλέον ανατριχιαστικές που έχεις δει ποτέ. 'nuff said.

Ε, είντα νέα είπαμε;


Ναι, το ξέρω. Αραχνιάσαμε. Ή μάλλον, για να είμαι ακόμα πιο ακριβής, ΕΓΩ επέτρεψα στην “Καμαριέρα” μας να αραχνιάσει για ένα διόλου ευκαταφρόνητο αριθμό ημερών (για την ακρίβεια, από τις 21 Ιουνίου). Προκειμένου να αντιμετωπιστεί ορθά μια κατάσταση, το πρώτο πράγμα που οφείλει να κάνει κανείς, είναι να παραδεχτεί την ύπαρξη του προβλήματος. Yes, I did it! Σαν δεύτερο βήμα, κάνεις έναν – έστω αδρό – έλεγχο στις αιτίες. Ούτε και αυτό μου είναι τόσο δύσκολο :

α) είναι καλοκαίρι. Κάνει ζέστη. Κάποιες μέρες η απαλεψιά με βαράει στο δόξα πατρί. Τότε είναι που, πολύ απλά, βαριέμαι αφόρητα να γράψω. Αφού ισχύει – έλα τώρα, παραδέξου το! - και για σένα, για ποιό λόγο να μη μπορεί να παίξει το ίδιο σκηνικό και σε μένα; Δηλαδή, εγώ στο πηγάδι κατούρησα;

β) Έλειπα 8 ημέρες στα πάτρια εδάφη προκειμένου αφενός να γευτώ μια πρώτη δόση διακοπών, αφετέρου για να παραστώ στα βαφτίσια και στο γάμο αντίστοιχα δυο από τους πιο παλιούς και στενούς μου φίλους. Δηλαδή ωραία πράματα. Δηλαδή σιγά μη κάτσω σπίτι πάνω από τον υπολογιστή.

γ) Είναι μια παράξενη, μοναδική, εξόχως ενδιαφέρουσα (αν και διόλου εύκολη) περίοδος παρατήρησης, ανάλυσης, ενδοσκόπησης, συλλογισμών και... εμπνεύσεων! Καταστάσεις που τροχοδρομήθηκαν στο άμεσο και απώτερο παρελθόν αρχίζουν δειλά δειλά να αποφέρουν τους πρώτους καρπούς. Ύποπτα αγκαθάκια φύτρωσαν και... καρατομήθηκαν πάραυτα προτού προλάβουν να μεγαλώσουν πολύ και να μας πουλήσουν τη μαγκιά τους. Η ζωή είναι πολύ μικρή για να είναι θλιβερή και προσωπικά δε διαθέτω καθόλου χρόνο – ούτε και υπομονή – για μαΐμουδιές, μεθοδεύσεις, γκρίνια, μιζέρια και... χρονοντούλαπα! Οπότε, ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του και να τηράει (= κοιτάζει) τη δουλειά του! Μεγάλα πράγματα δρομολογούνται – τι σκατα, ΑΜΑ ΔΕ ΓΡΑΨΟΥΜΕ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΕΙΜΑΣΤΕ ΝΕΟΙ, ΩΡΑΙΟΙ ΚΑΙ ΚΑΒΛΙΑΡΗΔΕΣ πότε θα το κάνουμε; Στα γεράματα;

δ) ... σιγά μη κάτσω να σου αναλύσω κι άλλα! Σε τελική ανάλυση, δε γράφω όλα τα παραπάνω για να απολογηθώ, αλλά για να σου δώσω μια άκρως ατελή και υποκειμενική ματιά όσον αφορά το τι παίζει στο κεφάλι μου!

Εις αναμονή εξελίξεων και καινούριων πραγμάτων λοιπόν. Ωραίων πραγμάτων. Σας είχα ήδη τάξει κάποια από αυτά παλιότερα. Η υπόσχεση ισχύει ακόμα. Μόνάχα που τώρα έχω ακόμα περισσότερα πράγματα να δώσω! Μόνο που χρειάζομαι το χρόνο μου! Μάλλον βρήκα πώς να ονομάζω τους επόμενους μήνες (αν όχι χρόνια) στη ζωή μου : Τόσος λίγος χρόνος για τόσα πολλά πράγματα! O, tempora, o mores!