Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2009

Metal Gear Solid : Philanthropy

Μάστορας : Giacomo Talamini
Παίχτες : Giacomo Talamini, Patrizia Liccardi, Nicola Cecconi
Βαθμολογία : ως επαγγελματικό : 3,5 / 5 ως indie ερασιτεχνικό : 5 / 5
Με δυό λογάκια :
Η πρώτη εμφάνιση του Solid Snake σε κινηματογραφικό προϊόν, πρόκειται για μια ανεξάρτητη ερασιτεχνική ταινία που ξαφνιάζει ευχάριστα με το βάθος του σεναρίου και την ποιότητα των διαλόγων της.

Αναλυτικότερα :
Μα γιατί τόσο καιρό δεν είχε γυριστεί μια ταινία σχετική με το σύμπαν του Metal Gear και φυσικά με το Θεό Solid Snake; Το όλο σκηνικό όπως έχει διαμορφωθεί από τα αριστουργήματα του Hideo Kojima είναι τουλάχιστον κινηματογραφικό και μάλιστα uber επικών διαστάσεων. Όπως και να έχει, οι προσευχές του κάθε Metal Gear fan απαντήθηκαν τελικά από μια ερασιτεχνική ομάδα τρελαμένων νιάτων από την Ιταλία! Είναι νέα παιδιά και πάνω από όλα οπαδοί που μας συστήνουν αυτό το indie διαμαντάκι σαν “non profit fanmovie”, αλλά είναι παραπάνω, πολύ παραπάνω. Μη φανταστείτε τίποτα βαρεμένα μικρά που διοχετεύουν τη μπίχλα και την αγαμία τους στο φακό. Από τέτοια, το YouTube είναι γεμάτο, και μάλιστα πολλά από δαύτα είναι Ελληνάκια. Απλά αποφύγετε σαν το Διάολο το λιβάνι. Εδώ δε μιλάμε για τέτοια φάση. Μιλάμε για μια ερασιτεχνική ταινία που όμως έχει γυριστεί με τόσο μεράκι, αφοσίωση και επιμέλεια που χωρίς υπερβολές, ξεπερνά σε ποιότητα άνετα πολλές μουράτες Χολυγουντιανές ταινίες δράσεις που υπάρχουν εκεί έξω.

Για όσους δεν ξέρουν, το σύμπαν του Metal Gear είναι μια ελαφρά πειραγμένη απεικόνιση του αληθινού κόσμου μας. Ο πόλεμος καραδοκεί παντού και στην πρώτη γραμμή βρίσκονται μυστικά όπλα και τεχνολογίες που παραπέμπουν άμεσα σε πρότυπα επιστημονικής φαντασίας. Η κατασκοπία δίνει και παίρνει και τα σημαντικότερα πρόσωπα που καθορίζουν τις εξελίξεις είναι αβανταδόρικα larger than life άτομα, που φανταζουν σαν να έχουν ξεπιδήσει από τις σελίδες κάποιου comic. Μέσα σε όλο αυτό τον κικεώνα, κινείται ο Solid Snake, ο πιο δημοφιλής χαρακτήρας στο σύμπαν του Metal Gear. Είναι ένας πράκτορας εξειδικευμένος σε stealth και infiltration αποστολές, σαν ένας σκοτεινός κομάντο James Bond χωρίς τις κουλ ατάκες και τις γκόμενες. Μέσα σε όλα αυτά, ο δημιουργός, Hideo Kojima (και πρώτη μούρη στο σκηνικό των βιντεοπαιχνιδιών γενικά, μαζί με τον Shigerou Miyamoto του “Super Mario” και τον John Carmack του “Doom”) περνά την προσωπική του φιλοσοφία όσον αφορά τη ζωή, τη φιλία, την αγάπη και τον πόλεμο. Τα παιχνίδια της σειράς είναι αληθινά αριστουργήματα του είδους και απόλυτο must για όποιον θέλει να ισχυρίζεται ότι είναι αληθινός gamer.

Τέλωσπάντων, παρά την κινηματογραφική φύση των παιχνιδιών, δεν βρέθηκε ποτέ κάποιος να αποπειραθεί να τα αποδώσει στο πανί, παρά το γεγονός ότι άλλα, πολύ χειρότερα και σεναριακά απλοϊκά παιχνίδια βρήκαν το δρόμο τους στους σινεμάδες, με λιγότερη ή περισσότερη επιτυχία (Resident Evil, Tomb Raider, Super Mario, Hitman, Alone in the Dark, Dungeon Siege, BloodRayne, Mortal Kombat, Street Fighter και τόσα, μα τόσα άλλα...) Επιτέλους, η αναμονή των απανταχού οπαδών τελείωσε και άξιζε τον κόπο! Αυτό το ερασιτεχνικό ταινιάκι είναι ένα μικρό διαμάντι και χίλιες φορές καλύτερο από μια ξενέρωτη και πετσοκομμένη politically correct απόδοση με γυαλιστερά Hollywood εφέ.

Το σενάριο λαμβάνει χώρα στη χρονική περίοδο που ο Solid Snake υπηρετούσε τη Philanthropy, μια οργάνωση που εναντιώνεται στη δημιουργία και την εξάπλωση των Metal Gear ανά την υφήλιο. Μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και Αρμενίας, στη μέση του πουθενά, σε ένα τόπο έτσι και αλλιώς απομονωμένο από τον υπόλοιπο κόσμο και με αδιευκρίνιστες πολιτικές και στρατιωτικές συνθήκες, εν μέσω ενός εμφυλίου πολέμου τόσο παλιού που κανείς πλέον δε θυμάται πραγματικά το λόγο για τον οποίο άρχισε, μια αγνώστων λοιπών στοιχείων σύρραξη λαμβάνει χώρα. Άμεσα, ένας μικρός χώρος στο χάρτη αυτονομείται χωρίς καμία φαινομενικά αντίδραση των αντιμαχόμενων στρατοπέδων. Λόγω της αστραπιαίας ταχύτητας με την οποία έλαβαν χώρα οι εξελίξεις, κατονομάστηκε διεθνώς σαν “One Day Nation”, δηλαδή έθνος της μιας ημέρας. Ύστερα από λίγες ημέρες, κάθε επικοινωνία κόπηκε από την περιοχή, το μέρος πρακτικά έπαψε να υφίσταται στο χάρτη. Κάπου εκεί αποφασίζει να βάλει τη μύτη της η Philanthropy. Έχοντας μαζέψει αποδείξεις ότι ένας διεφθαρμένος γερουσιαστής των ΗΠΑ βρίσκεται στο νεοσχηματιζόμενο κρατίδιο, στέλνουν τον Solid Snake με σκοπό να τον συλλάβει για να τον εκδώσουν στην Αμερική. Ο λόγος : πρόκειται για άτομο που διαδραμάτισε ρόλο κλειδί στην παράνομη διακίνηση όπλων και απαγορευμένης τεχνολογίας στην περιοχή. Όμως, πλέον ο Snake δεν είναι μόνος του. Μαζί με άλλους 2 συντρόφους θα πρέπει να κάνει ένα επικίνδυνο ταξίδι και να μπει σε ένα πεδίο μάχης δίχως να γνωρίζει τίποτα για αυτό...

Σενάριο από τα λίγα. Δυστυχώς δεν ολοκληρώνεται εδώ, καθώς αυτό το εργάκι είναι το πρώτο σε μια τριλογία που είναι δύσκολο ως και αμφίβολο για το αν θα ολοκληρωθεί ποτέ. Ωστόσο, αυτό που το κάνει να ξεχωρίσει είναι ότι διατηρεί απόλυτη πιστότητα με το στυλ των βιντεοπαιχνιδιών. Οι διάλογοι, το ύφος, όλα, ΜΑ ΟΛΑ είναι τόσο Metal Gear! Τα ηχητικά εφέ, ειδικά αυτά των όπλων είναι παρμένα απευθείας από τα παιχνίδια. Οι φωνές, ειδικά του Solid Snake είναι όλα τα λεφτά. Αξίζει να σημειωθεί ότι όλοι οι διάλογοι είναι voice overs, δηλαδή μπήκαν από πάνω από το αρχείο βίντεο. Αυτό προφανώς για να καλύψει την ιταλική προφορά των συντελεστών της ταινίας. Έτσι, για τον κάθε χαρακτήρα στο έργο είναι άλλο το άτομο που τον υποδύεται και άλλο αυτό που ερμηνεύει τη φωνή του. Για αυτό και θα δείτε δυο διαφορετικά ονόματα να αντιστοιχούν σε κάθε ρόλο της ταινίας στους τίτλους αρχής. Ωστόσο, οι όποιοι μαννερισμοί βρίσκονται σε εξίσου καλά επίπεδα. Ο τυπάκος που πρωταγωνιστεί έχει ξεσηκώσει ακόμα και τον τρόπο που ο Snake καπνίζει! Τόση λεπτομέρεια! Ακόμα και οι κακοί είναι απίστευτες προσωπικότητες, ισάξιες με οποιονδήποτε κλασικό σούπερ κακό της FoxHound!

Αυτό φυσικά σημαίνει ότι διατηρούνται και όλα εκείνα τα φαινομενικά χαζά στοιχεία που ενω στο βιντεοπαιχνίδι τα δεχεσαι απροβλημάτιστα ως έχουν, σε μια κανονική ταινία δίχνουν κάπως παράλογα. Φερ' ειπείν, ο Snake κινείται στους δρόμους του απόμερου χωριού σκεπασμένος με μια... κελεμπία, ενώ από κάτω βγάζουν μάτι τα hi tech γάντια και οι μπότες. Βγάζει πιστόλι και απειλεί κάποιον, στο στενό μιας κατοικημένης περιοχής. Όχι και τόσο stealth για έναν πράκτορα ειδικό σε stealth & infiltration αποστολές. Σε άλλη σκηνή, κρατάει στο ένα χέρι το πολυβόλο και στο άλλο... ένα στρατιωτικό μαχαίρι. Όλα αυτά, αν είσαι εξοικειωμένος με το παιχνίδι τα εκλαμβάνεις σαν χαριτωμένο φόρο τιμής και δε σε παραξενεύουν. Αλλά στα μάτια κάποιου “αμύητου” μπορεί και να φαντάζουν ιλαρά. Το αυτό ισχύει και για τις όποιες ατέλειες στα οπτικά εφέ. Τα οποία, εννοείται ότι για indie ταινία βρίσκονται σε σούπερ ουάου επίπεδο, αλλά σαφώς ωχριούν σε σχέση με μια μέση χολυγουντιανή παραγωγή.

Λίγα παραπάνω έχω να πω. Κάποια λαθάκια μπορώ να τα παραβλέψω λόγω της ερασιτεχνικής φύσης της όλης προσπάθειας. Κάποιες αδιάφορες γωνίες λήψης και κενά στη δράση. Πράγματα που με έναν επαγγελματία μοντέρ δε θα υφίστατο. Ίσως και να ήθελα και κάποιες καλύτερες ερμηνείες και επιλογές. Ο πρωταγωνιστής, αν και πολύ καλός, είναι πολύ νέος για να παίξει τον Solid Snake σε αυτή την περίοδο της ζωής του. Το γυναικείο μέλος της αποστολής, αν και σύμφωνα με το σενάριο πρόκειται περί γυναικάρας, στην πραγματικότητα, “μάλλον” σε... μπαζάκι φέρνει! Σε γενικές γραμμές, χωλαίνουν μονάχα οι λεπτομέρειες τεχνικής φύσεως. Αλλά το σενάριο και οι διάλογοι είναι σε άλλο επίπεδο. Απογειωμένα! Αν είσαι οπαδος του Metal Gear, δε το συζητάμε, εδώ θα την καταβρεις. Αν δεν ξέρεις, πλησίασε, αλλά έχε το μυαλό σου ανοιχτό.

Splatter / Gore :
Headshots, κοψίματα, λίγα πράματα. Οι πίδακες αίματος είναι με CGI. Μα ΓΙΑΤΙ;;;

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Χαλάρωσε, για Metal Gear μιλάμε!

Ρεζουμέ :
Άκρως υποδειγματική για ερασιτεχνική προσπάθεια. Μακάρι και οι περισσότερες επαγγελματικές ταινίες εκεί έξω να είχαν τη μισή από τη μαγκιά και την ψυχή που κρύβει μέσα του αυτό το εργάκι. Το πολύπλοκο σενάριο μπορεί να μπερδέψει όσους από εσάς δεν είναι εξοικειωμένοι με το σύμπαν του Metal Gear. Μη μασήσετε, δεχτείτε τα όσα βλέπετε ως έχουν και στο τέλος μιαν άκρια (όπως λέμε και στον τόπο μου!) σίγουρα θα τη βρείτε. Και αν αυτό σας βάλει στην πρίζα να μάθετε ακόμα περισσότερα για τα αριστουργήματα του Hideo Kojima, ακόμα καλύτερα για εσάς.

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Στην ουσία το εργάκι αυτό είναι το πρώτο μιας τριλογίας. Το πότε θα ολοκληρωθεί αυτή, είναι άγνωστο και μάλλον αμφίβολο αν δεν βρεθούν πόροι για να συνεχιστούν τα γυρίσματα. Μπες οπωσδήποτε στο site των παιδιών

URL : http://www.mgs-philanthropy.net/

για να κατεβάσεις ΔΩΡΕΑΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΜΑ το έργο καθώς και τους υποτίτλους του (σε πολλές γλώσσες, μεταξύ των άλλων ΚΑΙ στα Ελληνικά!) και οπωσδήποτε μη ξεχάσεις να εκφράσεις την υποστήριξή σου, αν σου άρεσε η ταινία. Μη μασάς και μιζεριάσεις, όλα τα παραπάνω τσάμπα είναι.

Περισσότερα για το Metal Gear και την υπόθεσή του γράφω και στο review του παιχνιδιού Metal Gear Solid 4 : Guns of the Patriots.

http://diethnis-kamariera.blogspot.com/2009/06/metal-gear-solid-4-guns-of-patriots.html

Οι πιο παρατηρητικοί από εσάς, θα καταλάβουν ότι η ταινία τελειώνει αρκετά πιο γρήγορα από όσο φαίνεται από την διάρκειά της. ΜΗΝ ΤΟΛΜΗΣΕΙΣ να κλείσεις το έργο με το που θα δεις τους τίτλους τέλους! Με το που θα τελειώσουν θα παρέλθει ένα χρονικό διάστημα στο οποίο θα βλέπεις στην οθόνη σου το απόλυτο μαύρο τίποτα. Και μετά, αρχίζει ξανά το γλέντι. Είναι το “Metal Gear : The Secret Cut” ένα 10λεπτο βιντεάκι που αποτελείται από μονταρισμένες σκηνές του έργου αλλά με τρελιάρικα πειραγμένους διαλόγους! Μιλάμε ότι θα ρίξεις το γέλιο της αρκούδας! Εγγύηση!

Τετάρτη 23 Δεκεμβρίου 2009

Paranormal Activity

Μάστορας : Oren Peli
Παίχτες : Katie Featherston, Micah Sloat
Βαθμολογία : 2,5 / 5
Με δυό λογάκια :
Ένα ζευγάρι που πιστεύει ότι το σπίτι που ζουν είναι στοιχειωμένο, βάζει μια κάμερα υψηλής τεχνολογίας, προκειμένου να καταγράψει τα όποια μεταφυσικά φαινόμενα μπορεί να λάβουν χώρα και να δώσει πιό στέρεα στοιχεία στους ισχυρισμούς του. Η ταινία υποτίθεται ότι είναι μια μονταρισμένη συλλογή από τα βίντεο που κατάφεραν να τραβήξουν.

Αναλυτικότερα :
Πολλά ακούστηκαν για αυτό το ταινιάκι. Από φτηνή αντιγραφή του Blair Witch Project, μέχρι ότι είναι το next big thing in horror, ο καθένας πικραμένος προφανώς το υμνούσε ή το έθαβε κατά το δοκούν. Το είδα με επιφύλαξη. Δεν ενθουσιάστηκα, αλλά ούτε και το αηδίασα. Εχω δει και πολύ καλύτερα από δαύτο και πολύ χειρότερα. Κατ' αρχήν να πω ένα πράγμα, γιατί το διάβασα σε όλες, μα ΟΛΕΣ τις σχετικές κριτικές. ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΜΙΑ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΟ BLAIR WITCH PROJECT!!! Ναι, παίζει το όλο κόλπο της ερασιτεχνικής κάμερας προκειμένου να δοθεί η κατά το δυνατόν μεγαλύτερη αληθοφάνεια στην ταινία και κάπου εκεί τελειώνει η κάθε ομοιότητα με το προαναφερθέν (θεϊκό!) έργο. Οπότε, φωστήρες του κινηματογράφου ξεκολλήστε. Εκτός κι αν είδατε κάποια διαφορετική ταινία από εμένα.

Η ταινία είναι low budget και δεν το κρύβει. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, ωστόσο υπάρχουν κάποια απαράδεκτα ατοπήματα στον τεχνικό τομέα που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί. Πρώτα από όλα, ο ήχος, που είναι απλά απαράδεκτος. Και δεύτερον, η επιλογή των σκηνών. Όλη η δράση λαμβάνει χώρα μέσα σε ένα σπίτι και συγκεκριμένα, το 90κάτι % αυτής, μέσα σε ένα υπνοδωμάτιο. Αυτό κουράζει το μάτι του θεατή. Τρίτον, το pacing, ο ρυθμός της αφήγησης. Την πρώτη ώρα της ταινίας δε συμβαίνει απολύτως τίποτα και αναρωτιέσαι τι βλέπεις και γιατί το βλέπεις. Μετά φτιάχνουν σημαντικά τα πράγματα, αλλά η διάθεσή σου έχει ήδη χαλάσει.

Μου άρεσαν οι ερμηνείες. Το ζευγάρι δείχνει φυσικό και άνετο. Ειδικά η κοπελιά παίζει μια χαρά το ρόλο της. Και, παρόλες τις τεχνικές ελλείψεις, κατορθώνεται η επίτευξη μιας αγωνιώδους, τεταμένης ατμόσφαιρας. Το θέμα της ταινίας, όσο τετριμμένο και να ακούγεται, θεωρώ ότι δεν έχει αξιοποιηθεί αποτελεσματικά μέχρι τώρα από τον κινηματογράφο. Εξ ου και ακόμα φαντάζει φρέσκο, διαχρονικό και πρωτότυπο. Κατά τα άλλα, όλα τα λεφτά της ταινίας είναι κάποιες λίγες τρομακτικές σκηνές που έκαναν κάποιους υπερενθουσιώδεις να τη χαρακτηρίσουν ως “την τρομακτικότερη ταινία όλων των εποχών”. Επ ουδενί ΔΕΝ είναι. Με δυσκολία τη λες τρομακτική καν! Ωστόσο 2-3 φάσεις της είναι αξιόλογες και ευρηματικές. Κατά τα άλλα, το θέμα της ταινίας παρουσιάζεται ξερά, ρηχά και αφηγηματικά, χωρίς ίχνος εμβάθυνσης και περεταίρω ψαξίματος. Επί πλέον, υπάρχουν και κάποιες άδικες για αυτήν υπεραπλουστεύσεις και ανθρωποκεντρισμοί. Φερ΄ ειπείν, η κοπέλα ακούει “το πνεύμα να αναπνέει”, λες και έχει αναπνευστικό σύστημα και αίμα για να οξυγονώσει!

Splatter / Gore :
Απλά ουδέν. Ωστόσο, το φινάλε θα καταφέρει να σε κάνει να ανατριχιάσεις. Χωρίς αίματα, χωρίς τρικ, χωρίς τίποτα. Χωρίς καν να δείξει άμεσα στην οθόνη το τι ακριβώς συνέβη! Αυτό λέγεται μαστοριά...

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Μόνο τα αφράτα μπουτάκια της παχουλούλας πρωταγωνίστριας και τέλος.

Ρεζουμέ :
Πολύ κακό για το τίποτα. Δείτε το με κλειστά τα φώτα, βράδυ και με την ένταση της τηλεόρασης στο δυνατό, για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Αλλά και να μη το δείτε καθόλου, δε θα χάσετε και πολλά πράγματα...

Pandorum

Mάστορας : Christian Alvart
Παίχτες : Dennis Quaid, Ben Foster
Βαθμολογία : 3 / 5
Με δυό λογάκια :
Δυο κοσμοναύτες ξυπνούν μετά από μακροχρόνιο κρυογονικό ύπνο, με τη μνήμη τους προσωρινά σβησμένη. Το πλοίο τους όμως είναι πλέον τελείως διαφορετικό, αφιλόξενο και... θανατηφόρο. Μέσα σε ένα λαβύρινθο αλλοπρόσαλων survivors, εφιαλτικών πλασμάτων και τρελών, σουρεαλιστικών σκηνικών εγκατάλειψης και παρακμής, κρύβεται η σοκαριστική αλήθεια...

Αναλυτικότερα :
Θυμάστε ένα παλιό έργο, το Event Horizon? (Ελ.Υπότιτλος : Μακρινός Ορίζοντας) του Paul Anderson? Ε, αν σας άρεσε αυτό, τότε θα λατρέψετε το Pandorum! Καταφέρνει, παρά το περιορισμένο εύρος του προϋπολογισμού του, να γίνει μια αξιόλογη ταινία επιστημονικής φαντασίας με πλοκή που παίζει σε πολλαπλά επίπεδα, με καλό (αν και σε κάποια σημεία του, τετριμμένο) σενάριο, ανατροπές και συμπαθητικές ερμηνείες.

Δυστυχώς, το Pandorum στοιχειώνεται από μεγάλα μειονεκτήματα. Πρώτον, και γενικά για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, δεν είναι και η πιο έυκολη ταινία όσον αφορά την παρακολούθησή της. Ξεκινά χωρίς να δίνει το παραμικρό στοιχείο στο θεατή όσον αφορά το τι στα κομμάτια συνέβη. Για το μεγαλύτερο μέρος του έργου, τα στοιχεία της πλοκής δίνονται με το σταγονόμετρο. Επιπλέον στην πνευματική κούραση που προκαλεί όλο αυτό, έρχεται να προστεθεί και η οπτική κούραση από τα μονότονα, επαναλαμβανόμενα και ανέμπνευστα σκηνικά. Το pacing θα μπορούσε να είναι πολύ καλύτερο, κάποιες φάσεις της ταινίας φαντάζουν σαν τυχαία συρραφή ψιλοάσχετων μεταξύ τους σκηνών και σε άλλες φάσεις νιώθεις ότι έπεσε πολύ και αδέξιο ψαλίδι στο μοντάζ. Τέλος, η δράση πάσχει, θα μπορούσε να είναι περισσότερη και ποιοτικά καλύτερη.

Ούτε καν προσπαθεί να κρύψει τις επιρροές της, πράγμα αφενός τίμιο, αλλά και που συνάμα αδικεί το Pandorum στην αναπόφευκτη σύγκριση. Το λοιπόν, έχουμε και λέμε : Alien VS Predator (το πρώτο από τα βιντεοπαιχνίδια της σειράς, που είχε βγει αποκλειστικά στο Atari Jaguar!), Resident Evil (την πρώτη ταινία, όσον αφορά το όλο σεναριακό τέχνασμα της προσωρινής απώλειας μνήμης), οι ταινίες Alien, όσον αφορά το όλο διαστημικό / cyberpunk κλειστοφοβικό περιβάλλον. Event Horizon, Ghosts of Mars (όσον αφορά την έμπνευση και το design για τα πλάσματα) και άλλα πολλά αντίστοιχα.

Splatter / Gore :
Κάποιες ζουμερές σκηνές που με το που θα τις δείτε, αμέσως μετά θα τις ξεχάσετε.

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Ακόμα και οι τρελαμένοι “εξωγήινοι” / εφιαλτικά πλάσματα / whatever διακατέχονται από μια αναίτια και ανεξήγητη τάση σεμνοτυφίας! Κακά τα ψέματα, κώλοι και επιστημονική φαντασία δεν πήγαιναν ποτέ μαζί, αν εξαιρέσεις τα αλησμόνητα album της Druuna (μακράν ο θεϊκότερος κώλος που σχεδιάστηκε ποτέ από ανθρώπινο χέρι!) του Paolo Eleuteri Serpieri!

Ρεζουμέ :
Μια κατά τα άλλα καλή ταινία που αδικείται από τις ελλίψεις της, τον ανεπαρκή προϋπολογισμό και την τάση του σεναρίου περισσότερο να αντιγράψει γνωστά επιτυχημένα μοτίβα, παρά να τολμήσει και να δημιουργήσει νέα και καινοτόμα σκηνικά. Να το δείτε γιατί ταινίες του είδους αυτού αν και υπάρχουν πολύ καλύτερες, εντούτοις είναι λίγες στο σύνολό τους, εξ ου και πολύτιμες!

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Ένας εκ των παραγωγών της ταινίας είναι ο Paul Anderson!

Μια άκυρη δικιά μου απορία, δεδομένου ότι πολύ πρόσφατα έγραψα κριτική σε άλλες δυο πρόσφατες ταινίες (τι στο καλό, με το κιλο τις βγάζουν;) του Dennis Quaid. Ο άνθρωπος αυτός γιατί παίζει ακόμα σε ταινίες; Αφού είναι το παλτό το ίδιο, πιο παλτό και από Λούκας Βίντρα (οε οε οε!) στον Παναθηναϊκό! Μακράν ένας από τους πιο υπερεκτιμημένους ηθοποιούς...

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2009

Eagle Eye (2008)

Μάστορας : D.J.Caruso
Παίχτες : Shia LaBeouf, Michelle Monaghan, Billy Bob Thornton, Rosario Dawson
Βαθμολογία : 3 / 5
Με δυό λογάκια :
Δυο καθημερινοί άνθρωποι, θα αναγκαστούν να συνεργαστούν παρά τη θέλησή τους, υπακούοντας σε μια γυναικεία φωνή στο τηλέφωνο που φέρεται να τους παρακολουθεί συνεχώς μέσω καμερών και κάθε άλλου μέσου καταγραφής.

Αναλυτικότερα :
Χάνει η μάνα το παιδί και το παιδί τη μάνα σε αυτό το ταινιάκι. Και μάλιστα στην κυριολεξία, καθώς το θηλυκό ήμισι του πρωταγωνιστικού ζευγαριού (η υπέροχη Michelle Monaghan) τυγχάνει να υποδύεται κιόλας μια μάνα με παιδί! Είναι πάντα ευχάριστο να βλέπεις από το Hollywood μια παραγωγή με πρωτότυπο σενάριο. Πρωτότυπο είπαμε; Ε, περίπου. Όπως είπε κάποτε και ο Χαρρυ Κλυνν

“Πρωτότυπο είναι αυτό που κανείς δεν ξέρει από πού το έχεις κλέψει”

Υπό το πρίσμα αυτού του ορισμού, μπορεί να πει κανείς ότι το σενάριο είναι πρωτότυπο. Για την ακρίβεια είναι ένα συνοθύλευμα από καταστάσεις γνωστές, συρραμένες μεταξύ τους έτσι ώστε να απαρτίζουν ένα πρωτότυπο σύνολο. Δε θα σχολιάσω το περιεχόμενο προκειμένου να αποφύγω τα spoilers αλλά μπορώ να σας πω ότι το παλικάρι που το έγραψε σίγουρα είχε μεταξύ άλλων τα εξής στο νου του : The Matrix, 2001 : A Space Odyssey, The Fugitive, Metal Gear (ναι, καλά διαβάσατε! Το Concept του Eagle Eye θυμίζει πολύ το αντίστοιχο της τεχνιτής νοημοσύνης των Patriots) και πολλά άλλα. Η όλη φάση δε με χαλάει. Όμως το δέσιμο σε γενικές γραμμές πάσχει και αυτό φαίνεται ειδικά στην κοιλιά που αποκτά μετά το πρώτο μισάωρο παρακολούθησης. Απαρατήρητες επίσης δεν περνάνε οι υπερβολές και τα άκυρα σημεία του. Όπως και το φινάλε που είναι κάπως... λίγο και ψιλοαπογοητευτικό.

Το ταινιάκι είναι κατά τα άλλα άρτιο. Καλές ερμηνείες, ακόμα και από τον Shia LaBeouf! Καλή, γκαζωμένη σκηνοθεσία, αξιοπρεπής φωτογραφία. Όπου χρησιμοποιούνται εφέ υπολογιστή είναι μάλλον υπερβολικά όπως υπερβολικός και κατά καιρούς κουραστικός είναι και ο ρυθμός της εξιστόρησης, ακόμα και σε σημεία όπου δε λαμβάνει καθόλου δράση στην οθόνη. Το αυτό ισχύει και με το soundtrack, το δέχεσαι ευχάριστα στην αρχή, αλλά μετά την πάροδο του πρώτου μισαώρου το εκκωφαντικό τζουμ-ταρατατζούμ ακόμα να σωπάσει και δεν το κάνει ποτέ μέχρι να τελειώσουν τα 110 περίπου λεπτά που διαρκεί η ταινία. Κοπανάει ακόμα και στη φάση που οι ήρωες δεν κάνουν τίποτα και ταξιδεύουν με ένα τουριστικό λεωφορείο γεμάτο... Κινέζους!

Ρεζουμέ :
Δεν είναι καθόλου κακό, αλλά του λείπει το κάτι παραπάνω προκειμένου αυτό το ταινιάκι να κατορθώσει να γίνει αξιομνημόνευτο. Θα σας αρέσει αν διασκεδάζετε με διάφορες θεωρίες συνομοσίας, light επικάλυψη επιστημονικής φαντασίας, πολύ ΠΟΛΥ κυνηγητό και διαθέτετε αρκετά καλή διάθεση προκειμένου να παρακολουθήσετε τα σκαμπανευάσματα του σεναρίου, τις υπερβολές και τα άτοπά του.

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Executive producer της ταινίας είναι ο Stieven Spielberg

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2009

District 9

Μάστορας : Neill Blomkamp
Βαθμολογία
: 4 / 5
Με δυό λογάκια :
Η επαφή ανθρώπου και εξωγήινης ζωής επιτέλους λαμβάνει χώρα, στο κοντινό μέλλον, όταν ένα τεράστιο διαστημόπλοιο εμφανίζεται να αιωρείται πάνω από τον ουρανό του Γιοχάνεσμουργκ. Οι άνθρωποι αποφασίζουν τελικά να... μπουκάρουν μέσα όπου συναντούν ένα τσούρμο εξαθλιωμένους εξωγήινους μετανάστες. Μη ξέροντας τι να τους κάνουν, τους μεταφέρουν σε μια περιοχή που σύντομα μετατρέπεται σε άθλιο, πάμφτωχο ghetto, που το κυβερνούν τοπικοί gangsters και εγκληματίες. Μετά από την κοινωνική κατακραυγή, η κυβέρνηση αποφασίζει να μετακινήσει τον εξωγήινο πληθυσμό – που στο μεταξύ έχει αυξηθεί με ραγδαίους ρυθμούς – σε μια άλλη τοποθεσια, πιο μακριά από τις κατοικημένες περιοχές. Ωστόσο, πίσω από αυτή την κίνηση κρύβονται πιο σκοτεινά κίνητρα. Ένας γραφειοκράτης, επικεφαλής της διαδικασίας θα βρεθεί άθελά του στην... άλλη πλευρά, όταν μολύνεται με μια μυστήρια ουσία και σταδιακά μεταλλάσσεται σε εξωγήινο. Τότε, οι απόψεις του θα αλλάξουν δραστικά...

Αναλυτικότερα :
Το εξαιρετικά πρωτότυπο σενάριο κρύβει μια ποιοτική ταινία με τόνους περιεχόμενο, βάθος και ψυχή. Μεγαλύτερο ατού της η άψογη σκηνοθεσία που ακροβατεί αριστοτεχνικά μεταξύ ντοκιμανταίρ και κινηματογράφου. Κάθε δυνατό μέσο οπτικής καταγραφής έχει επιστρατευθεί για να δώσει ένα ιδιαίτερα ζωντανό, αεικίνητο αποτέλεσμα. Κάμερες ασφαλείας, τηλεοπτικών συνεργείων, ό,τι μπορείς να φανταστείς έχει χρησιμοποιηθεί χαρίζοντας πλάνα άπειρης ποικιλίας που παρόλα αυτά κατορθώνουν να μη κάνουν ποτέ πιστώσεις στην ποιότητα και στην καλλιτεχνική αρτιότητα. Όλα αυτά πλαισιώνονται αρμονικά από καλούς διαλόγους και ερμηνειες.

Εντύπωση προκαλούν τα μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν για τους εξωγήινους. Ίσως κάποιους να τους ξενίσουν σαν επιλογή οι... γαριδάνθρωποι, αλλά η επιλογή εξυπηρετεί διττό σκοπό. Αφενός σατυρίζει τη λανθασμένη εικόνα μας για την εξωγήινη ζωή, τουλάχιστον όπως αυτή αποτυπώθηκε στις b-movies της δεκαετίας του '50. Αφετέρου, πετυχαίνει να δώσει μια ιδιαίτερα εξαθλιωμένη εικόνα στους εξωγήινους, που ταλαιπωρούνται, κακοποιουνται, πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης, ακόμα και... καννιβαλισμού από τους αδίστακτους άνθρωπους.

Splatter / Gore :
Το δεύτερο μισό της ταινίας ανεβάζει κατακόρυφα τους ρυθμούς της δράσης με ξέφρενες μάχες που θυμίζουν βιντεοπαιχνίδια τύπου Halo και ζουμερές splatter σκηνές.

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Ο κώλος του εξωγήινου γαριδάνθρωπου μετράει; Ελπίζω, για το καλό σας, πως όχι!

Ρεζουμέ :
Αν βγάλεις τους εξωγήινους και βάλεις στη θέση τους μια οποιαδήποτε καταπιεσμένη εθνική / κοινωνική / φυλετική ομάδα, πρακτικά έχεις μια ταινία τύπου “Η Πόλη του Θεού”. Το District 9 έχει τόλμη, τσαγανό και ποιότητα. Από τις πιο ευχάριστες κινηματογραφικές εκπλήξεις φέτος.

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Πίσω από την παραγωγή βρίσκεται ο ΘΕΟΣ που μας χάρισε την τριλογία του Lord of the Rings, αλλά και τα ανεπανάληπτα Heavenly Creatures, Meet the Feebles, Braindead & Bad Taste, PETER JACKSON!!!

Ghosts Of Girlfriends Past (Ελ.Υπότιτλος : Τα Φαντάσματα των Πρώην)

Παίχτες : Matthew McConaughew, Jennifer Gardner
Βαθμολογία : 0,5 / 5
Με δυό λογάκια :
Ένας άντρας με απίστευτα πολλές ερωτικές κατακτήσεις και εφήμερες σχέσεις, την παραμονή του γάμου του αδερφού του, στοιχειώνεται από το φάντασμα του playboy θείου του αλλά και κάποιων γυναικών που έπαιξαν κομβικό ρόλο στην συναισθηματική ζωή του. Όλα αυτά θα τον κάνουν... να μεταμελήσει για το κακό του παρελθόν και τα επιστρέψει στον ίσιο δρόμο της οικογένειας και του Χριστούλη. Βοήθειά μας!

Αναλυτικότερα :
Ναι, ήξερα πολύ πριν το δω ότι αυτό το έργο θα ήταν κακό. Αυτό που αδυνατούσα να φανταστώ είναι το ΠΟΣΟ ΚΑΚΟ θα μπορούσε να είναι. Ε, πολύ! Πάρα πολύ! Ένας γερασμένος και σε μαύρο χάλι McConaughew, δε θυμίζει σε τίποτα τον κεφάτο ηθοποιό που είδαμε σε ταινίες σαν το “Sahara”. Η κάποτε πανέμορφη Gardner εδώ παρουσιάζεται άσχημα γερασμένη υποσιτισμένη και με παραμορφωμένα χαρακτηριστικά από τα πολλά botox και τις πλαστικές. (το στόμα και τα χείλη της από μόνα τους αποτελούν πλέον μακάβριο θέαμα). Ανύπαρκτες ερμηνείες, επιπέδου σχολικής παράστασης. Σκηνοθεσία που πιο αδιάφορη... δεν υπάρχει, παντελής έλλειψη ουσίας, σεναρίου και περιεχομένου. Χωρίς πλάκα, δεν υπάρχει εδώ πέρα ούτε μια σκηνή που να μπορεί έστω και έμμεσα να δικαιολογήσει τον όρο “ρομαντική κομεντί”.

Το χάλι προσπαθεί να σώσει η πληθωρική παρουσία του Michael Douglas στο ρόλο του Bon Viveure συχωρεμένου θείου, που έμαθε στον πρωταγωνιστή όλα τα κόλπα της πιάτσας και τον έκανε αητό στο καμάκι. Είναι ο μοναδικός λόγος που έβαλα βαθμολογία 0,5 / 5 και όχι κουλούρι σκέτο. Αν και η ερμηνεία του σε γενικές γραμμές ακολουθεί τη γενικότερη κακή εικόνα της ταινίας. Ποτέ άλλοτε δεν είδα σε έργο τόσο αντιπαθητικούς χαρακτήρες και τόσο εξωφρενικές, εξωπραγματικές αντιδράσεις και συμπεριφορές. Όλα αυτά σε ένα έργο που υποτίθεται ότι έχει στοιχεία κοινωνικού, δηλαδή σου περνάει μια – έστω παραμορφωμένη – εικόνα του κόσμου γύρω μας. Μα, καμία σχέση! Χώρια το ρομάντζο, που πιο ξενέρωτο δε θα μπορούσε να είναι, ακόμα και αν το προσπαθούσαν.

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Κάτι παίζει, αλλά η ταινία είναι τόσο κακή που δε σου επιτρέπει να τα απολαύσεις ούτε αυτά. Σου στερεί την ίδια τη χαρά της ζωής! Απαράδεκτο!

Ρεζουμέ :
Ένα θα πω και φτάνει : έργα σαν το “Ghosts of Girlfriends Past” σε κάνουν να... εκτιμάς τις γκομενοταινίες! Μη σπαταλήσετε ούτε λεπτό από τη ζωή σας για να δείτε αυτό το έργο. Το έκανα εγώ αυτό για εσάς, πόνεσα, νευρίασα, υπέφερα. Ανιδιοτελώς και τελείως τσάμπα. Μου χρωστάτε καφέ για αυτό. Τουλάχιστον!

Giallo (Ελ.Υπότιτλος : Άγρια Καταδίωξη)

Mάστορας : Dario Argento
Παίχτες : Adrien Brody, Emmanuelle Seigner, Elsa Pataky
Βαθμολογία : 3 / 5
Με δυό λογάκια :
Η πόλη του Τορίνο φημίζεται για της όμορφες γυναίκες της. Ένας μανιακός δολοφόνος καταδιώκει τις πιο όμορφες από αυτές, σκοτώνοντάς τις με ιδιαίτερα σαδιστικούς και αποτρόπαιους τρόπους. Ένας αποσπασμένος επιθεωρητής του FBI, δεσμεύεται να λύσει το μυστήριο.

Αναλυτικότερα :
Αν έχετε δει τα παλιότερα giallo του Argento, ξέρετε τι θα δείτε και εδώ. Για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι, επισημαίνω ότι σκοπός αυτών των ταινιών είναι να διηγηθούν μια ιστορία σε όσο το δυνατόν πιο αληθοφανές πλαίσιο. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχουν τάχα μου cool ατάκες και ωραιοποιημένες καταστάσεις. Ο καλός επιθεωρητής δεν είναι ένας σούπερ ήρωας, αλλά ένας αγχωμένος, προβληματισμένος καθημερινός άνθρωπος με τα δικά του φαντάσματα και δαίμονες που τον βασανίζουν. Ο δολοφόνος δεν διαθέτει τις απίστευτες δυνάμεις, ούτε είναι... (όπως συμβαίνει στα slasher έργα τύπου Scream) εφτάψυχος. Συνήθως είναι ένα άτομο με διανοητικά προβλήματα και νοσούντα ψυχισμό. Η λύση του μυστηρίου δεν επέρχεται από τις εξωπραγματικές ικανότητες των “καλών”, αλλά από την επίμονη δουλειά τους και σχεδόν πάντα, από τα λάθη που κάνει ο δολοφόνος, εξαιτίας των προαναφερθέντων ελαττωμάτων και κουσουριών του. Όπως εξάλλου συμβαίνει σε τέτοιες καταστάσεις συνήθως και στην πραγματικότητα.

Νομίζω ότι ακόμα και λέγοντας αυτά τα λίγα, γενικόλογα σχόλια έχω ήδη μαρτυρήσει πολλά για το έργο. Άξιος συγχαρητηρίων ο Andrian Brody που μετά από τα Oscar του “Πιανίστα” (ήταν ο πρωταγωνιστής στο αριστούργημα του Roman Polanski) δε μασάει και παίρνει μέρος σε αυτή την προφανώς low budget παραγωγή, δίνοντας μια πολυεπίπεδη, αντισυμβατική ερμηνεία. Αδιάφοροι οι υπόλοιποι χαρακτήρες και ίσως και η φιγούρα του δολοφόνου να χρειαζόταν μια πιο... mucho επικάλυψη μυστηρίου και δέους. Ωστόσο, το φιλμάκι αναδίδει μια νοσταλγική 70's... μπίχλα με μουντά πλάνα, βρώμικη φωτογραφία και ξεφτισμένα χρώματα που παραπέμπουν σε κάθε είδους παρακμιακές καταστάσεις. Εδώ, το κακό γεννιέται χωρίς λόγο και αιτία, είναι ένα φυσικό κομμάτι της τάξης πραγμάτων, υπάρχει επειδή δε μπορεί να κάνει αλλιώς, είναι evil for evil's sake. Με ένα μαγικό τρόπο που μόνο ο maestro γνωρίζει, το εργάκι κάνει πρόστυχα συνιάλα στη σκοτεινότερη πλευρά του ψυχισμού σου και σε παρασέρνει σε ένα μεσονυχτικό ταξίδι που το τέλος του σε βρίσκει λασπωμένο, κουρασμένο και παραδόξως... ξαλαφρωμένο.

Ένα παραπονάκι. Μιας και θυμάμαι έντονα τα παλιότερά του έργα, τα οποία αφενός τα έχω δει πρόσφατα, αφετέρου μου κάνουν την τιμή να κοσμούν την προσωπική μου συλλογή ταινιών, η σύγκριση δεν ευνοεί το “Giallo”. Το suspense και η αγωνία υπολείπονται ποιοτικά και ποσοτικά. Οι σκηνές δράσης είναι... λιγότερο δραστήριες. Το φινάλε ψιλοαπογοητευτικό. Λείπει η λόγια αναφορά, η αναζήτηση και η σκιαγράφηση των βαθύτερων αιτιών και των ιδιαίτερων υποσυνείδητων ψυχικών μηχανισμών που καθοδηγούν τις πράξεις του δολοφόνου και τον φέρνουν στην τελική καταδίκη του. Ήθελα περισσότερα.

Splatter / Gore :
Μια σύριγγα στο μάτι. Άλλη μια στη γλώσσα. Ένα κομμένο μικρό δαχτυλάκι με κλαδευτήρι. Χαρακώματα, μακελέματα, μαχαιρώματα. Δυο απανωτές εντυπωσιακές splatter σκηνές στο φινάλε. Όλα τα καλά.

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Ο Maestro μπορεί να έχασε μέρος της σκηνοθετικής του δεινότητας, αλλά δεν έχασε το γούστο του για φρέσκα πιπίνια και το ταλέντο του να τα φιλμάρει με τέτοιο τρόπο ώστε να χαρίζει χαμόγελα ικανοποίησης στο (αντρικό) κοινό του. Τα καλύτερα και πιο τροφαντά μπουτάκια, άσπρα άσπρα σαν τα γάλατα. Γαργάλα τα, γαργάλα τα!!! Βυζάκια, γυμνές κοιλίτσες και κώλοι διακρίνονται μέσα από τις ημιδιάφανες δημιουργίες που φορούν τα μοντέλα στη σκηνή της επίδειξης μόδας.

Ρεζουμέ :
Ο εφευρέτης και απόλυτος άρχοντας των giallo επιστρέφει... κ@υλωμένος και διψασμένος για αίμα! Δίνει εσκεμμένα τον ίδιο τίτλο και στην τελευταία ταινία του, δένοντάς τον ωστόσο έξυπνα και με την πλοκή. Το έργο είναι τυπικό του είδους που ίδιος καθιέρωσε. Ωστόσο, τα παλιά του ήταν καλύτερα...

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Giallo στα Ιταλικά θα πει “Κίτρινο”. Giallo χαρακτήριζαν τότε τις ταινίες που ήταν μάλλον φτηνές / χαμηλού επιπέδου παραγωγές, συνήθως με νουάρ / μακάβριο θέμα και με υπέρ του δέοντος τονισμένη (τουλάχιστον για τα δεδομένα της εποχής) βία. Χρησιμοποιήθηκε η λέξη μάλλον με την ίδια λογική που χρησιμοποιείται και σε φράσεις και όρους όπως “κίτρινος τύπος”, “κιτρινισμός”, κλπ. Είναι ένας τίτλος εξάλλου που ανακαλύφθηκε για να χαρακτηρίσει τις ταινίες του Argento, αλλά και των άπειρων αντιγραφέων του που ξεφύτρωναν σαν τα μανιτάρια και πρακτικά είχαν φτιάξει δική τους “σχολή”!

Το κίτρινο θεωρείται ότι είναι το χρώμα της οργής αλλά και του μίσους.

Αν θέλετε μια πλήρη μελέτη όσον αφορά τη σχολή των giallo ταινιών, δείτε τα : “Cat o' Nine Tails”, “The Bird With the Crystal Plumage”, “Opera” και φυσικά το καλύτερο όλων, το αριστούργημα “Profondo Rosso”. Όλα δια χειρός του μαέστρου Argento...

Σε όλα τα giallo του, ανεξάρτητα από το ποιός ηθοποιός υποδύεται το ρόλο του δολοφόνου, πάντα οι σκηνές όπου πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν τα χέρια του, δεν είναι αυτά του ηθοποιού, αλλά τα χέρια του ίδιου του Argento! Αγαπημένες του δε, οι σκηνές στις οποίες χαϊδεύει τα μαχαίρια του όπως φυσικά και αυτές των στραγγαλισμών! Αυτό του έβγαλε τη φήμη του σαδιστή αλλά και του μισογύνη (καθώς τα θύματα στις ταινίες του είναι σχεδόν πάντα όμορφες γυναίκες)

Inglourious Basterds (Ε.Υπότιτλος : Άδωξη Μπάσταρδη)

Μάστορας : Quentin Tarantino
Παίχτες : Brad Pitt, Eli Roth, Dianne Krueger
Βαθμολογία : 4 / 5
Με δυό λογάκια :
Στην κατεχόμενη από τους Ναζί Γαλλία, μια μικρή ομάδα Αμερικανοεβραίων θα προβάλλει τη δική της ξεχωριστή μορφή αντίστασης, κυνηγώντας τους Γερμαναράδες και εξολοθρεύοντάς τους με ιδιαίτερα αποτρόπαιους και εξευτελιστικούς τρόπους. Όταν θα παρουσιαστεί η ευκαιρία να πιάσουν στα πράσα τον ίδιο τον... Φύρερ, θα καταστρώσουν ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο και ριψοκίνδυνο σχέδιο.

Αναλυτικότερα :
O Tarantino είναι μεγάλος δημιουργός. Είναι προικισμένος με το αγνά πηγαίο φυσικό ταλέντο του μεγάλου κινηματογραφιστή και διαθέτει και τη σωστή δόση εργατικότητας, παιδείας και πουτανιάς προκειμένου να το καλλιεργεί και να το προωθεί όσο το δυνατόν καλύτερα. Είναι πολύ σωστός ο κύριος. Γιατί, σου λέει, δε μπα να φιλμάρεις ταινιάρες, τι να το κάνεις άμα είναι να τις βλέπουν μόνο εσύ, οι κολλητοί σου, άιντε και κάτι ανέραστοι κριτικοί του κινηματογράφου; Είναι μεγάλο πράγμα να φτιάχνεις κυριολεκτικά ό,τι σου καβλώσει και να κάνεις όλο τον πλανήτη να υποκλίνεται στις καφρίλες σου! Το Hollywood να σε προσκυνά, οι μεγαλύτεροι και πιο λαμπροί ηθοποιοί που παίζουν σε παραγωγές εκατοντάδων εκατομμυρίων, να παρακαλάνε να τους πάρεις στην ταινία σου με μισθό... μεροκάματο και από πάνω, να έχεις εφάπαξ και την καθολική αποδοχή των κριτικών και της όλης ιντελιγκέντσιας του κινηματογράφου! Θα το ξαναπώ – ο Tarantino είναι ΜΕΓΑΛΟΣ δημιουργός.

Αυτό όμως το δώρο / χάρισμα / τύχη / whatever, συνοδεύεται με ένα τίμημα που πιστεύω ότι τουλάχιστον στα μάτια δημιουργού θα φαντάζει δυσβάσταχτα βαρύ : έφτασε στο καλλιτεχνικό του ζενίθ πολύ νωρίς. Η κορυφή της δημιουργικότητάς του ήταν τα “Reservoir Dogs” και φυσικά το θεϊκό “Pulp Fiction”. Από εκεί και μετά, κάθε έργο που έφτιαχνε, θα συγκρινόταν αυτόματα με τα ανωτέρω αριστουργήματα και ήταν άπαξ καταδικασμένο να βγει χαμένο από αυτή τη σύγκριση. Αυτό, ο Tarantino το γνωρίζει. Ξέρει ότι μάλλον δεν πρόκειται ποτέ να ξεπεράσει το επίπεδο που έφτασε με τις πρώτες ταινίες του. Ότι κάθε ταινία που θα βγάλει από εδώ και μπρος θα είναι χειρότερη (τουλάχιστον στα μάτια του κοινού!) από τις προηγούμενες, παρά το ότι έχει κατορθώσει αυτό που λίγοι, πολύ λίγοι κατάφεραν : η κάθε ταινία του είναι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο από μόνη της, τελείως διαφορετική από όλες τις άλλες που έχει γυρίσει, οπωσδήποτε αξιοπρεπέστατη και άψογη σε τεχνικό επίπεδο και τουλάχιστον αρκετά καλή σαν σύλληψη και εκτέλεση. Αλλά όχι σαν τα Reservoir Dogs & Pulp Fiction!!!

Πάνω κάτω, το ίδιο ισχύει και με το Inglourious Basterds. Είναι καλό, ΠΟΛΥ καλό, αλλά από τον Tarantino περίμενες περισσότερα. Κατά τα άλλα, όλα τα σημεία – κατατεθέν του δημιουργού είναι εδώ. Οι παρατεταμένες πολυλογάδικες σκηνές. Δουλεμένοι μέχρι αηδίας λογοτεχνικοί διάλογοι. Σαλεμένοι, κομιξάδικοι χαρακτήρες και σουρεάλ καταστάσεις. Μοιραίες γυναίκες – δηλητήριο. Σινεφίλ αναφορές και φόροι τιμής σε όλα όσα εμπνέουν το σκηνοθέτη, ίσως εδώ περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Ξέφρενη καυστική σάτυρα στα παράλογα του κινηματογράφου. Λίγες, μα ιδιαίτερα κάφρικες και επώδυνες καταστάσεις. Και, φυσικά, το απόλυτο μπάχαλο στο τέλος. Περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Της πουτάνας γίνεται!

Απολαυστικά αγνώριστος ο Brad Pitt, με μια σπαρταριστή προφορά. Υπέροχη φροϋλάιν η Diane Krueger, άψογα στυλατη και κοκέτα. Γυναικάρα από τις λίγες. Ξεκαρδιστικά ζοχάδας ο Χίτλερ. Δυστυχώς το ίδιο δε μπορεί να ειπωθεί και για τους υπόλοιπους χαρακτήρες της ταινίας που χάνοται στο πλήθος τους (είναι ίσως πολύ περισσότεροι από όσο χρειαζόταν) αλλά και πίσω από τη λάμψη του κυρίως πρωταγωνιστή της. Κατά τα άλλα η ταινία ίσως να τραβάει σε διάρκεια περισσότερο από όσο έπρεπε και ενός βαθμού ψαλίδισμα καλό θα ήταν να είχε πέσει στην άκρατη (ωστόσο, πάντα άψογη ποιοτικά) λογοδιάρροια των χαρακτήρων. Παρόλα αυτά, η ταινία τελειώνει αφήνοντάς σου ένα ανάλαφρο συναίσθημα ολοκλήρωσης και το αβίαστο συμπέρασμα ότι, παρά τα όποια ελαττώματά της, την κατευχαριστήθηκες.

Splatter / Gore :
Σε λίγες, αλλά βάρβαρες δόσεις. Οι φάσεις βίας, όπου υπάρχουν, ΠΟΝΑΝΕ! Απλά δείτε τη σκηνή που οι Inglourious Basterds εκτελούν το Χίτλερ! Προσκύνημα!

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Δεν παίζουν, όπως εξάλλου δεν έπαιξαν ποτέ σε ταινία του Tarantino. Προφανώς οι Inglourious Basterds είναι υπερβολικά απασχολημένοι με το να σφάζουν ναζιστικά γουρούνια, που δεν προλαβαίνουν να χαραμίσουν το χρόνο τους με βυζιά και κώλους... Ωστόσο, οι μπουτάρες και η όλη παρουσία της Diane Krueger σε αποζημιώνουν και με το παραπάνω.

Ρεζουμέ :
Παρά τις όποιες ιδιαιτερότητές της και το τελείως άσχετο θέμα με όλες τις άλλες ταινίες του σκηνοθέτη, το Inglourious Basterds είναι μια καθόλα “Ταραντινική” ταινία με τα όλα της. Τόσο που η πατρότητά της μπορεί άνετα να αναγνωριστεί και από κάποιον που θα δει το έργο δίχως να γνωρίζει ποιός είναι ο δημιουργός του. Έχει ακριβώς τα συν, τα πλην και όλα τα χούγια που περιμένεις από μια ταινία του Tarantino. Νομίζω ότι αυτό από μόνο του φτάνει και περισσεύει για να βγάλετε τα όποια συμπεράσματά σας.

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Ο Ελληνικός υπότιτλος είναι εσκεμμένα ανορθόγραφος προκειμένου να ταιριάζει στον εξίσου ανορθόγραφο original τίτλο της ταινίας
Ουσιαστικά, το “Inglourious Basterds” αποτελεί ένα τρόπον τινά ντελούξ remake του πολύ παλιότερου (και παντελώς άγνωστου) “Inglorious Bastards”, μιας από εκείνες τις φτηνοταινίες με πιστολίδια που έβγαιναν τότες με το κιλό. Φυσικά μόνο ο Tarantino διαθέτει επαρκή δόση σαλεμάρας αλλά και τα απαραίτητα... cohones ώστε να τολμήσει να κάνει το remake μιας παντελώς άγνωστης σκουπιδοταινίας!

Gamer (2009)

Μάστορας : Neveldine & Taylor
Παίχτες : Gerald Butler, Michael C Hall, Amber Valletta, Logan Lerman, Terry Crews
Βαθμολογία : 1,5 / 5
Με δυό λογάκια :
Στο κοντινό μέλλον, το hot σε διασκέδαση είναι το “Slayers”, ένα απίστευτα βίαιο ΜΜΟ (Massive Multiplayer Online) παιχνίδι που αντί για χαρακτήρες του ηλεκτρονικού υπολογιστή, χρησιμοποιεί... κανονικούς ανθρώπους που οι παίκτες του παιχνιδιού τους ελέγχουν μέσω κάποιων ειδικών κυττάρων που έχουν εμφυτευτεί στον εγκέφαλό τους. Ένας από αυτούς, θα προσπαθήσει να σπάσει τα ψηφιακά αλλά και τα πραγματικά δεσμά του και να ανατρέψει όλο αυτό το νοσηρό σκηνικό.

Αναλυτικότερα :
Ξεκινάει καλά, με μια μουντή μελαγχολική hardrockάδικη διασκευή στο “Sweet Dreams” της Annie Lenox να στολίζει τους τίτλους αρχής. Μετά αρχίζει το απόλυτο μπάχαλο. Το Gamer θα μπορούσε να ήταν μια πολύ καλή ταινία επιστημονικής φαντασίας, συνδυάζοντας καλά στοιχεία από τα The Matrix, Blade Runner, Surrogates, Tron, The Running Man και άλλα αξιόλογα έργα του είδους, συνδιαζόμενα με μια ιδιαίτερα καυστική κοινωνική κριτική για τον εθισμό σε μια δεύτερη ψηφιακή ζωή μέσω του ίντερνετ και γενικότερα την όλη ψυχολογία του σύγχρονου, βαριεστημένα εκφυλισμένου ανθρώπου. Σίγουρα αυτή ήταν η αρχική πρόθεση. Όλα όμως πάνε λάθος.

Πρώτα και πάνω από όλα, την ταινία καταστρέφει η χειρότερη σκηνοθεσία και μοντάζ που έχετε δει ποτέ στη ζωή σας. Σκηνές κόβονται χωρίς λόγο, αντικαθίστανται από άλλες για να συνεχίσουν από εκεί που κόπηκαν μετά. Εκεί που παίζει κανονικά η ταινία, ξαφνικά και χωρίς καμιά προειδοποίηση η δράση μεταφέρεται σε άλλο τόπο και χρόνο με αποτέλεσμα όλο το έργο να φαντάζει περισσότερο με μια μάλλον τυχαία συρραφή άσχετων μεταξύ τους σκηνών, παρά σαν ένα ενιαίο αφηγηματικό σύνολο. Αφότου έχετε δει το πρώτο μισό του έργου, σαν να αρχίζει να βγαίνει κάποιο νόημα και αυτό αφότου έχετε κάνει τρελά άλματα λογικής στο μυαλό σας προκειμένου να δέσετε μεταξύ τους τις φαινομενικά άσχετες καταστάσεις, καθώς οι δημιουργοί προφανώς θεώρησαν ότι δεν αξίζει να μπουν στον κόπο να εξηγήσουν στο θεατή τι στα κομμάτια συμβαίνει στην ταινία τους. Πρακτικά, το Gamer είναι... μισό έργο, καθώς το άλλο μισό θα το φτιάξετε αποκλειστικά στο κεφάλι σας, προσπαθώντας να συνδέσετε μεταξύ τους τα αγεφύρωτα κενά.

Θα με πεις, εντάξει ρε φίλε. Πρώτη φορά στη ζωή σου βλέπεις αφαιρετική σκηνοθεσία; Ε, λοιπόν όχι δε βλέπω πρώτη φορά. Οι μεγαλύτεροι δημιουργοί του κόσμου έχουν ενίοτε ασκήσει και τον αφαιρετικό τρόπο αφήγησης. Ωστόσο, το έκαναν επιλέγοντας αριστοτεχνικά τις σκηνές τους και δημιουργώντας ταινίες που αποτελούσαν παράλληλα και ένα είδος πνευματικού puzzle που ενίοτε είναι ιδιαίτερα πρωτότυπο, αναζωογονητικό και εθιστικό να κάτσεις να το δεις, να προβληματιστείς και να το αποκρυπτογραφήσεις. Ταινίες όπως το “Memento” αποτελούν άψογα παραδείγματα αυτού του στυλ. Κάτι τέτοιο, δυστυχώς ΔΕΝ συμβαίνει στο “Gamer”. Εδώ το αποτέλεσμα φαντάζει σαν κάποιος να πήρε ένα ψαλίδι στο ένα χέρι και το πρωτότυπο φιλμ στο άλλο και να το “περιποιήθηκε” κατά το δοκούν. Και μη φανταστείτε πως αυτό που περισσεύει είναι και ό,τι το καλύτερο : χαοτική ιστορία που πέφτει συνέχεια σε λογικά κενά και αντιφάσεις. Μονοδιάστατοι, αδιάφοροι, ανύπαρκτοι ερμηνευτικά χαρακτήρες. Χείριστης ποιότητας διάλογοι γεμάτοι με αναίτια βρισίδια, εξωφρενικές υπερβολές και κλισαρισμένες καταστάσεις.

Splatter / Gore :
Στις σχετικά χορταστικές σκηνές δράσης, γίνεται εν ολίγοις της κακομοίρας, εντούτοις, η κακή σκηνοθεσία και το μοντάζ δε σε αφήνουν να εκτιμήσεις το splatter κομμάτι της ταινίας. Δηλαδή υπάρχει, αλλά... δε φαίνεται! Σε αυτό, εμπόδιο αποτελεί και η ατυχής επιλογή των χρωμάτων.

Β / Κ (Βυζιά / Κώλοι) :
Μπουτάκια δεξιά, μπουτάκια αριστερά, πολύχρωμες συνθέσεις από βυζιά και κώλους και μάλιστα άψογης ποιότητας, άφθονες και απρόσμενα άμεσες kinky καταστάσεις απαρτίζουν το κομμάτι της ταινίας που διαδραματίζεται στο ψηφιακό πεδίο του “Society”, που αποτελεί τον πιο “κοινωνικό” αντίποδα του “Slayers”, κάτι σαν σεξοπορνοδιαστροφικό “Second Life”. Σε μια δυο περιπτώσεις βλέποντας την ταινία με πιάσαν σηκωμάρες! Η kamariera σε αυτό τον τομέα εγκρίνει και χειροκροτεί!

Ρεζουμέ :
Έχει τα καλά του στοιχεία, καλές γκαζωμένες σκηνές δράσης, και όπου χρειάζεται επιδεικνύει άμεση μαγκιά και χύμα μερακλίδικη προστυχιά. Ωστόσο το θεόκουλο σενάριο, η πλήρης έλλειψη αφηγηματικής συνοχής, οι κακές ερμηνείες και οι διάλογοι, οι άστοχοι σκηνοθετικοί ακροβατισμοί και οι ταρζανιές στο μοντάζ καταστρέφουν τα όποια καλά στοιχεία της ταινίας. Ακόμα και το 1,5 στα 5 που του έδωσα, ίσως και πολύ να του είναι. Το έδωσα κυρίως για τη δυναμική που υπήρχε σε αυτό το εργάκι. Άιντε και για τις κωλάρες.

Street Fighter IV

Πλατφόρμα :
Τα πάντα όλα : PS3, XBOX 360, PC
Με δυό λογάκια :
Ένας από τους θρυλικότερους τίτλους στην ιστορία των βιντεοπαιχνιδιών, το μοναδικό παιχνίδι που έχει την “τιμή” να έχει δώσει το όνομά του σε ολάκερο ιατρικό σύνδρομο (Street Fighter Turbo thumb ονομάζεται και επίσημα στην Αμερική το χαρακτηριστικό σύνδρομο της τενοντίτιδας του αντίχειρα!), επιστρέφει δυνατά για να γαλουχίσει τις νέες γενιές παικτών στο καλό, σκληροπυρηνικό beat 'em up.

Τα Θετικά :
Gameplay, γραφικά, ταχύτητα, ήχος, χαβαλές, τα πάντα! Τεχνική και καλλιτεχνική αρτιότητα. Εύκολο να μάθεις τα βασικά, δύσκολο να τιθασεύσεις τα μυστικά του.

Τα Αρνητικά :
Κάποια textures στα μοντέλα των χαρακτήρων είναι κατώτερα του γενικού πολύ καλού γραφικού συνόλου. Κάποια sprites χαρακτήρων θα μπορούσαν να δουλευτούν καλύτερα όσον αφορά την εμφάνιση π.χ. Fuerte, Blanka. Οι πιο πολύπλοκες κινήσεις & combos απαιτούν τρελή δεξιότητα για να εκτελεστούν.
Βαθμολογία : 5 / 5
Αναλυτικότερα :
Τι να πεις για το Street Fighter που να μην έχει ήδη ειπωθει; Μιλάμε για όνομα βαρύ σαν ιστορία. Όσοι από εσας θυμάστε τα παλιότερα άρθρα που υπάρχουν στο blog, ίσως να μπορείτε να ανακαλέσετε τουλάχιστον 2 εκτενείς αναφορές που έχω κάνει σε αυτό το παιχνίδι, πάντα σε συνάρτηση με τα δικά μου τα νιάτα. Μετά από άπειρους τίτλους, το franchise του παιχνιδιού βρέθηκε σε ύφεση. Ο κόσμος είχε πάθει overdose από Street Fighter και τους παρεμφερείς τίτλους τύπου “SF vs SNK” και τα λοιπά. Αρωγοί σε αυτήν την πτώση υπήρξε η γενικότερη ύφεση στον κόσμο των coin op (ή Ελληνιστί ουφάδικα, σφαιριστήρια, ηλεκτρονικά, μπλιμπλικάδικα) καθώς έχουν πλέον χάσει ανεπιστρεπτί την παλιά τους λάμψη, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο. Αλλά πάνω από όλα θεωρώ ότι βασικός υπαίτιος υπήρξε η για κάμποσα χρόνια παντοκρατορία των ισχυρών PC – παιχνιδομηχανών έναντι των γερασμένων κονσολών PS2 & XBOX που δεν ευνοούσε την εμπορική επιτυχία παιχνιδιών που να βασίζονται στα γρήγορα αντανακλαστικά και στην ξέφρενη δράση. Δε θα επεκταθώ στην ήδη γνωστή μου γνώμη για τους PC gamers. Οι κομπιουτεράκηδες απλά δε ξέρουν να παίζουν videogames, ποτέ δεν έμαθαν και ούτε πρόκειται να μάθουν, αν δε βάλουν μια καλή κονσόλα στο σπίτι τους.

Τα τελευταία χρόνια, με την ολοένα και αυξανόμενη εξάπλωση των κονσολών νέας γενιάς, χαίρομαι που το σκηνικό έχει αλλάξει. Τα PC δεν θεωρούνται πια σημείο αναφοράς στο gaming και δεν υφίσταται να μιλήσεις πλέον σοβαρά για ηλεκτρονικό παιχνίδι αν δεν αναφέρεσαι στα PS3 ή XBOX360. Έτσι, τίτλοι και είδη παιχνιδιών που είχαν μέχρι πρότινος... εκλείψει αρχίζουν να επιστρέφουν. Μέσα σε όλο αυτό το κομφούζιο και την ανατροπή των ισορροπιών που έφερε η παντοκρατορία των PC, δεν καταλάβαμε ότι ο θρόνος του βασιλιά των fighting παιχνιδιών είχε μείνει για αρκετό καιρό άδειος. Το Προηγούμενο, Street Fighter III που βγήκε πριν-δε-ξέρω-και-εγώ-πόσα χρόνια, ήταν μια παταγώδης εμπορική και ποιοτική αποτυχία. Η σειρά “Mortal Kombat” έκανε αξιοπρεπέστατα βήματα, βαθύτερα στα νερά του 3d στυλ που είχε υιοθετήσει με τα “MK4” & “MK : Deadly Alliance”, χωρίς όμως να καταφέρει να δώσει αληθινά σπουδαίους τίτλους. Απουσία ανταγωνιστή, κάποια καλά βήματα έκαναν σειρές όπως “Smackdown VS Raw”, όμως ξέρουμε ότι ποτέ δεν έφτασαν και ούτε πρόκειται να φτάσουν το βάθος και το επίπεδο των παλιών ένδοξων fighters. Το αυτό ισχύει και με τη σειρά “Soul Calibur” που περιέπεσε σε μια ολιγοετή χειμερία νάρκη για να επανέρθει πέρσι δυνατά με τον τέταρτο και καλύτερο μέχρι τώρα τίτλο της. Πάνω κάτω το αυτό ισχύει και με τη σειρά “Tekken”, που το τέταρτο και πέμπτο μέρος της, αν και αρτιότατα, πέρασαν και δεν... ακούμπησαν, με το 6ο και πιο φιλοδοξο τίτλο της να έχει βγει φέτος και ακόμα περιμένουμε να δούμε τι ψάρια θα πιάσει.

Όλα αυτά, τέλος. Ο βασιλιάς είναι εδώ. Το Street Fighter κάνει κίνηση ματ επιστρέφοντας στις ρίζες του και παράλληλα τιμώντας τις εξελίξεις διατηρώντας όσα μοντέρνα στοιχεία αποδείχθηκε έμπρακτα, μέσα από τόσα χρόνια και τίτλους, ότι εξελίσσουν και προωθούν τις μάχες. Αυτό συνεπάγεται κατάργηση κάθε ίχνους 3d στοιχείου στο gameplay, ψαλίδι στα τρελά combos διψήφιων χτυπημάτων και στις κουλές κινήσεις που είχαν στείλει την ισορροπία του παιχνιδιού... στον αγύριστο και ριζικό κατέβασμα στην ταχύτητα που έκανε τους τελευταίους τίτλους της εταιρίας να μοιάζουν σα να παρακολουθείς μάχη σε... fast forward. Με ταχύτητα απλά λίιιγο πιο μεγάλη από το παλιό Street Fighter που γνώρισεις πριν από... διψήφιο αριθμό ετών στα ηλεκτρονικά, το γνωστό στέρεο, ατσάλινο χειρισμό και gameplay, τους γνωστούς αγαπημένους χαρακτήρες (έχοντας τους πλήρως επαναφέρει στις παλιές τους ισορροπίες, οπότε κομμένα τα ανεκδιήγητα... uppercut με τον κώλο που έκανε ο E.Honda!) και κάποιους δοκιμασμένους μεταγενέστερους. Λίγα και καλά. Αξιοσημείωτο είναι ότι η σειρά φέρει τους λιγότερους νέους χαρακτήρες από κάθε άλλη φορά, τους εξής 2 : Crimosn Viper & El Fuerte, άιντε και τον τελικό κακό Seth (ένα πραγματικό τέρας, ένα σκατόψυχο πλάσμα που μισεί την ύπαρξή σας!)

Γραφικά & Ήχος :
Καταπληκτικός δυνατός ήχος, μουσικές που ταρακουνάνε τις πίστες του παιχνιδιού, άπειρες ατάκες από τους χαρακτήρες με καλά voice overs και τη δυνατότητα να ξεκλειδώσεις τους αυθεντικούς Γιαπωνέζικους διαλόγους.

Τα γραφικά, καλύτερα από κάθε άλλη φορά, είναι πλήρως τρισδιάστατα. Λεπτομερέστατα μοντέλα χαρακτήρων αλλά και υπέροχες, πάρα πολλές σε αριθμό πίστες και τελείως διαφορετικές μεταξύ τους. Λάμψεις, εκρήξεις φωτιές και ό,τι σε εφέ μπορείτε να φανταστείτε, συνοδεύει τις πιο δυνατές των κινήσεών σας, ειδικά τις Ultra & Super moves. Όμως πέρα από την τεχνική αρτιότητα, υπάρχει πλέον και καλλιτεχνική. Τα γραφικά είναι πραγματικά καλαίσθητα με σουρεάλ λεπτομέρειες και το παιχνίδι είναι γεμάτο από καταπληκτικά anime βιντεάκια που εξιστορούν την ιστορία των χαρακτήρων και αποτίουν φόρο τιμής στις anime ρίζες του franchise. Σημείωση, ότι όλα αυτά ξεκλειδώνονται στη διάρκεια του παιχνιδιού και μπορείτε να τα απολαύσετε όποτε θέλετε, χωρίς φερ'ειπείν να χρειαστεί να τερματίσετε το παιχνίδι με κάποιον συγκεκριμένο χαρακτήρα προκειμένου να δείξε ξανά το βίντεο του τερματισμού.

Μοναδικό παραπονάκι μου είναι η όχι τόσο καλή ποιότητα κάποιων textures που αδικούν το συνολικό πολύ καλό σύνολο. Επίσης κάποια μοντέλα χαρακτήρων θα μπορούσαν να είχαν δουλευτεί περισσότερο. Οι πίστες, αν και καταπληκτικές και πρωτότυπες, σχεδόν όλες έχουν λίγο πιο ξεθωριασμένα χρώματα σε σχέση με τους χαρακτήρες και τα εφέ της μάχης, ίσως για να μην αφαιρούν την προσοχή από τη δράση που εξελίσσεται σε καταιγιστικούς ρυθμούς.

Χειρισμός :
Με μια λέξη : άψογος. Υπάρχει άμεση ανταπόκριση σε κάθε εντολή σας, οι ειδικές κινήσεις βγαίνουν εύκολα, το αυτό ισχύει και για τις Ultra & Combo moves. Τα πιο προχωρημένα combo, φερ'ειπείν τα crossovers ή αυτά που απαιτούν ακύρωση με forward dash κινήσεων όπως οι focus, special, ultra & super moves και μετά καπάκι αστραπιαία επανάληψη αυτών για ακόμα περισσότερη ζημιά, απαιτούν αντανακλαστικά υπερκινητικού 9χρονου για να βγουν, αλλά έτσι ήταν πάντα το Street Fighter, εύκολο να μάθεις τα “χοντράδια”, δύσκολο και απαιτητικό προκειμένου να τιθασσεύσεις όλα τα “ψιλά γράμματα” και να γίνεις πραγματικά master του παιχνιδιού.

Gameplay :
Χαίρε βάθος αμέτρητο. Όσο και να παίζεις, πάντα θα υπάρχει και κάτι καινούριο να μάθεις, εφόσον πραγματικά το ζητάς. Το gameplay είναι πιο αμυντικογενές από κάθε άλλη φορά. Παρά τους αστραπιαίους ρυθμούς που σε προτρέπουν για το αντίθετο, πρέπει να συγκρατείς την επιθετικότητά σου, να έχεις πάντα τα μάτια σου 14 και να τιμωρείς αλύπητα τον αντίπαλο τη στιγμή που θα υποπέσει σε κάποιο σφάλμα. Γιατί όσο καλός και να είναι ο αντίπαλός σου, σε όσο μεγάλο επίπεδο δυσκολίας και να παίζεις, ΠΑΝΤΑ θα υποπέσει σε κάποια, έστω λίγα σφάλματα. Τότε βάρα τον εκεί που τον πονάει, κατά προτίμηση με κάποιο solid 2-3 hit combo, μια ειδική, Super ή Ultra κίνηση και πάλι από την αρχή. Μάθε καλά τις “πέτσινες” (meaty) κινήσεις που χτυπάνε τον αντίπαλο όσο αυτός ακόμα αναρρώνει από πτώση. Μετά μάθε τις corner traps, τα μπαμπέσικα kara throws, να εκμεταλλευτείς τις ΑΠΕΙΡΕΣ δυνατότητες που σου δίνουν οι focus moves. Μάθε να χρησιμοποιείς ρουτίνες που αναγκάζουν τον αντίπαλο να σε μπλοκάρει συνέχεια, και μετά, για να γίνεις ακόμα πιο γαμάτος, μάθε να συναλλάσεις σε αυτές διάφορες κατά το δοκούν κινήσεις και πετάγματα προκειμένου να τον φέρεις σε τέτοιο σημείο που ποτέ να μη γνωρίζει ποια θα είναι η επόμενή σου κίνηση.

Όταν τα μάθεις όλα αυτά, αρχίζουν τα δύσκολα. Technical moves, counters & reversals. Instant recovery & counter throws. Focus moves. Ακύρωση (εκ των υστέρων!) των ειδικών κινήσεων με το που θα τις εκτελέσεις, κάνοντας τη σωστή στιγμή forward ή backward dash, έτσι ώστε και το χτύπημα σου να πετύχεις και να αποφύγεις το χρόνο ανάρρωσης του χαρακτήρα σου. Μετά, στο καπάκι επανάληψη τις κίνησης, για επιπλέον ζημιά. Εκεί που πρέπει, δένεις και μια Ultra ή Super κίνηση και γ@μάς & δέρνεις. EX κινήσεις, EX focus cancelling τεχνικές και ξανά μανά επίθεση και στέλνεις τον αντίπαλο αδιάβαστο. Εκμεταλλεύσου τα εκατοστά του δευτερολέπτου που είσαι άτρωτος όταν εκτελείς focus & Dash κινήσεις, προκειμένου να “κλέψεις” χτυπήματα του αντιπάλου σου και να ανοίξεις την άμυνά του. Όλα αυτά τα κάνεις χωρίς να πάψεις ούτε στιγμή να ελέγχεις στρατηγικά το ζωτικό χώρο που σου αναλογεί. Μη ξεχνάς : Το βασικό δόγμα του Street Fighter είναι ότι όποιος ελέγχει τον περισσότερο ζωτικό χώρο που του αναλογεί στην οθόνη, αυτός είναι και ο νικητής. Όπως καταλαβαίνεις, δε μιλάμε για απλό παιχνίδι. Το Street Fighter μπορεί να γίνει μια πνευματική εμπειρία. Προκειμένου να παίξεις σωστά, πρέπει το μυαλό σου να λειτουργήσει σε άλλες συχνότητες. Να μετράς σε εκατοστά του δευτερολέπτου. Να μετράς ένα ένα τα frames της κάθε κίνησης προκειμένου να ξέρεις πότε να δράσεις. Πολύπλοκες κινήσεις και combo να βγαίνουν από τα δάχτυλά σου αβίαστα, αυτόματα. Φυσικά, αν δεν επιθυμείς τίποτα από όλα αυτά και απλά θέλεις να εκτονωθείς ρίχνοντας κάμποσες απροβλημάτιστες γροθιές, κανένα πρόβλημα. Ειδικά με χαρακτήρες που χρησιμοποιούν charge κινήσεις (π.χ. Blanca, Mr Bison) θα την καταβρείς. Αυτοί τείνουν να έχουν απλούστερες κινήσεις, πιο solid απλά χτυπήματα και να εξαρτώνται πολύ λιγότερο από τα combos. Παρόλα αυτά, ίσως για πρώτη φορά, δεν υστερούν καθόλου σε σχέση με τους πιο combo junkie χαρακτήρες όπως ο Ruy. Κυριολεκτικά, εδώ όλοι οι καλοί χωράνε.

Online / Multiplayer:
Δυνατότητα online αναμετρήσεων. Προσοχή, γιατί αυτοί που παίζουν εκεί έξω είναι συνήθως παλιοσειρές και “καμμένοι”. Ζούνε, τρώνε, πίνουνε και αναπνέουν Street Fighter και αφενός μπορεί να σε στείλουν αδιάβαστο, αφετέρου μπορεί αυτά τα αρνητικά συναισθήματα να στραφούν λανθασμένα ενάντια στο ίδιο το παιχνίδι και έτσι να χάσεις την απόλαυση που μπορεί να σου προσφέρει. Καλύτερα για αρχή να ενεργοποιήσεις την επιλογή που απαγορεύει στους άλλους online χρηστες να διακόψουν το παιχνίδι σου και να σε προκαλέσουν ζωντανά. Έχεις ακόμα πολλά ψωμιά να φας προτού να καταφέρεις να κολυμπήσεις σε τόσο βαθιά νερά. Προσωπικά, προτείνω να στραφείς στο two player game. Ποτέ άλλοτε δεν υπήρξε πιο κατάλληλη στιγμή για να αγοράσεις αυτό το δεύτερο controller που τόσο καιρό ψήνεις. Κάλεσε τους φίλους σου στο σπίτι και δώστε τα όλα. Η απόλαυση είναι εγγυημένη.

Ρεζουμέ :
Λίγα λόγια. Αν αξίζει να έχεις ένα και μόνο ένα fighting game στη συλλογή σου, αυτό είναι το Street Fighter IV. Τόσο απαραίτητο, όσο ένα καλό ποδοσφαιράκι και ένα καλό ραλάκι. Κάνε στον εαυτό σου μια μεγάλη χάρη και ένα δώρο (εξάλλου γιορτές έρχονται!) και απόκτησε το Street Fighter IV.

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
Δώσε βάση και στην collector's edition που κυκλοφορεί εκεί έξω και συνοδεύεται από αγαλματάκια των Ryu & Crimson Viper!