Σάββατο 30 Απριλίου 2011

The Wild Hunt (Άγρια Ένστικτα)


Μάστορας : Alexandre Franchi
Παίχτες : Ricky Mabe, Mark Antony Krupa & Trevor Hayes
Πόσα πιάνει; 2,5 / 5
Με δυό λογάκια :
Ένα μεσαιωνικό παιχνίδι live action rpg παίρνει τραγικές διαστάσεις καθώς ένας μη-παίκτης εισχωρεί σε αυτό προκειμένου να κερδίσει πάλι την αγαπημένη του και κάποιοι παίκτες μπερδεύουν τα όρια της φαντασίας με την πραγματικότητα...

Αναλυτικότερα :
Μάλιστα. Είχαν που είχαν όλα τα κακά της μοίρας τους τα LARP, το μόνο που τους έλειπε ήταν τα θρίλερ που θα τα δαιμονοποιήσουν στα μάτια της μέσης νοικοκυράς και του average μπάρμπα Μητρούση. Μη μασάτε και μη μου χάνετε τη μπάλα, εξηγώ αμέσως παρακάτω : LARP = Live Action Role Play. Με λίγα λογάκια, μετά τα rpg, τα LARP είναι το επόμενο (και μάλλον υπέρτατο) στάδιο καμμενιάς. Όταν δε σου φτάνει να υποδύεσαι έναν ήρωα στα χαρτιά, παίζοντας με άλλους παίκτες σε ένα δωμάτιο, αλλά θέλεις να φοράς πανοπλίες, περούκες και make up και να τρέχεις πάνω κάτω σε δρόμους, βουνά, λαγκάδια, whatever, αλωνίζοντας ψεύτικα NERF (τα θυμάται άραγε κανείς;) σπαθιά και ουρλιάζοντας προσευχές, μπινελίκια και ασυναρτησίες στον Odin, τον Cthulhu ή στον τάδε gothic gay porn αρχηγό της τάδε gothic gay porn σέχτας βρυκολάκων. Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα. Η αλήθεια είναι ότι η ιδέα δεν είναι και τόσο πρωτότυπη. Υπάρχει ήδη μια ταινία ονόματι "Role models" που πάνω κάτω έχει να κάνει με το ίδιο θέμα. Και επίσης υπάρχουν οι αξιαγάπητες GAMERS κωμωδίες, για μια τελείως διαφορετική – και κατά τη γνώμη μου πολύ τιμιότερη και προτιμότερη – οπτική γωνία.

Για να λέμε την αλήθεια, μια βασική γνώση από RPG ή έστω του τι παίζει σχετικά με αυτά, ή με κάποια γνωστά έργα φαντασίας τύπου "Lord of the Rings" χρειάζεται προκειμένου να μπορέσει κανείς να εκτιμήσει πλήρως το “Wild Hunt”. Αλλά και πάλι, είμαι στη δυστυχή θέση να διαπιστώσω ότι το ταινιάκι είναι γεμάτο υποσχέσεις και δυναμική την οποία δυστυχώς δεν εκμεταλλεύεται. Η ιστορία είναι πολύ αδύναμη, κάνει μια αιωνιότητα να πάρει μπρος και όσο προχωράει γίνεται ακόμα πιο ισχνή. Το δε σενάριο του επίμαχου LARP παιχνιδιού υποφέρει από τόσες καταστάσεις που καταντάει μια ασυναρτησία επιπέδου “για τον πούτσο καβάλα”. Τα πάντα υπερβάλλονται και τραβιούνται από τα μαλλιά. Και – εννοείται - ότι είναι υπερφουσκωμένο από ενοχλητικά όσο και κλισαρισμένα πρότυπα για (μάντεψε!) θειάδες και μπαρμπα Μητρούσηδες. Εν ολίγοις, όλοι οι rpg-άδες εδώ παρουσιάζονται στην καλύτερη των περιπτώσεων ως ήπια καθυστερημένοι που το πουλάκι τους έχει πιάσει τυράκι στην άκρη από την παρατεταμένη αγαμία, στη χειρότερη των περιπτώσεων είναι ψιλοσχιζοφρενείς, ή – ακόμα καλύτερα! - εν δυνάμει ψυχοπαθείς δολοφόνοι. Τέλος, η πλοκή και η μπάλα ειδικά στη σκηνή του “raid” πριν τον επίλογο είναι πιο χαμένη και από το απωλεσθέν “εργαλείο” της Τζένης Χειλουδάκη.

Τι απομένει; Κάποια καλά κινηματογραφημένα πλάνα και οι σκηνές της σκοτεινής φύσης που μοιάζουν να ξεπήδησαν από κάποιο πίνακα της Victoria Francis. Ο ΘΕΟΣ Mark A. Krupa, με την εμβληματικά “καμμένη” ερμηνεία του στο ρόλο του εικονικού βασιλιά των Βίκινγκ, Bjorn Magnusson. Ο άνθρωπος γάμησε και έδειρε. Η πρωταγωνίστρια, αν και είναι ωραίο gothic μουτράκι, εντούτοις δίνει μια εκνευριστικά κακή ερμηνεία, βολοδέρνοντας από 'δω και από 'κει και λέγοντας ασυναρτησίες λες και την ποτίζουν νυχθημερόν παραμύθα. Ο πολύ καλός επίλογος που παντρεύει αριστοτεχνικά real life και role play με μια υπέροχα πικραμένη και μελαγχολική εσάνς. Εν ολίγοις, αυτά.

WANTED


Σενάριο : Mark Millar
Σχέδιο & Μελάνια : J.G.Jones
Χρώμα : Paul Mounts
Εκδοτική : ANUBIS Graphic Novels
Με δυό λογάκια :
Ο Wesley Gibson ζει μια ζωή σιωπηλής απόγνωσης. Η δουλειά του είναι ένα μεγάλο αδιέξοδο. Η κοπέλα του τον απατά. Ο ίδιος είναι τόσο υποχόνδριος ώστε νομίζει πως κουβαλά πάνω του κάθε λογής ασθένεια, από κοινό κρυολόγημα μέχρι καρκίνο. Ο κόσμος του είναι βυθισμένος στην απελπισία. Υπάρχει όμως και ένας άλλος κόσμος, κρυμμένος μόλις λίγα εκατοστά κάτω από την επιφάνεια εκείνου που ο Wesley θεωρεί ζωή του. Τι θα συμβεί μόλις ανοίξουν τα μάτια του, μόλις ο αληθινός μηχανισμός του κόσμου φανερωθεί μπροστά του; τι θα συμβεί όταν ο Wesley Gibson μεταμορφωθεί από τον πιο καταπιεσμένο φουκαρά στον νούμερο ένα καταζητούμενο υπερ-εγκληματία;

Αναλυτικότερα :
Πήρα αυτό το graphic novel σαν δωράκι από τον Volrath, κάτι για το οποίο τον ευχαριστώ πολύ. Είχα δει εδώ και κάτι χρονάκια την ομώνυμη ταινία με τους Morgan Freeman & Angelina Jolie, μάλιστα της είχα γράψει και review ΕΔΩ. Κατά τα άλλα, γνώριζα ότι είχε comic καταβολές, αν και δεν είχα μπει στον κόπο να το ψάξω παραπάνω. Είχα περάσει καλά με την ταινιούλα και αυτό μου αρκούσε. Όπως και να έχει, πέρα από την αυτονόητη διασκέδαση και ένα απρόσμενο rewind σε πρώτερες κινηματογραφικές αναμνήσεις, τούτο δω το βιβλιαράκι αποτελεί και μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για ένα αναλυτικότατο review. Πάμε λοιπόν!

Εξωτερική Εμφάνιση : όπως λέει και το ρητό, δεν πρέπει να κρίνεις ένα βιβλίο από το εξώφυλλό του. Αυτό, αν μη τι άλλο ισχύει στο WANTED. Το μέτρια σχεδιασμένο εξώφυλλο είναι σαφώς κατώτερο από το πραγματικό αισθητικό περιεχόμενο του graphic novel. Τολμώ να πω ότι είναι σαφέστατα κατώτερο και από το πλέον μέτριο καρέ του εσωτερικού! Ευτυχώς, το οπισθόφυλλο είναι πολύ καλύτερο. Κατά τα άλλα, είναι σαν βιβλιαράκι μια χαρά καλοστεκούμενο και γυαλιστερο.

Δέσιμο : κλασική κακή δουλειά της ANUBIS, με φτηνή θερμοκόλληση που θα σε πουλήσει την... 2η με 3η φορά που θα ανοιγοκλείσεις το βιβλιαράκι! Όσον αφορά τη δική μου κόπια, το εξώφυλλο αρμενίζει ξεχωριστά παρέα με το οπισθόφυλλο και όλες οι υπόλοιπες σελίδες συγκρατούνται προσωρινά από μια λωρίδα κόλλας που αποσπάστηκε από το εσωτερικό της ράχης και ελπίζω να κρατήσει αρκετά και να μη γίνουν οι σελίδες του τελείως φύλλο και φτερό, τουλάχιστον μέχρι να το πάω για βιβλιοδεσία.

Μετάφραση : πάσχει. Το σενάριο (αναλυτικότερα για αυτό παρακάτω) είναι σαφέστατα για ενήλικους. Ως τούτου, είναι υπερ-φορτωμένο με βωμολοχίες που μια χαρά ακούγονται – και διαβάζονται – στα Αγγλικά. Όμως, η αδέξια Ελληνική μετάφραση υπολείπεται σαφώς αισθητικά μπουχτίζοντάς μας με φράσεις μαργαριτάρια τύπου “Μπες στο γαμημένο αμάξι, γαμημένε καργιόλη”. Πέραν τούτου, είναι τουλάχιστον διεκπαιρεωτική και μεταφέρει επαρκώς στον αναγνώστη (αν και λίγη δημιουργική φαντασία πιθανώς θα χρειαστεί!) τα νοήματα που ήθελαν να περάσουν οι δημιουργοί μέσω των διαλόγων. Πάντως, αν διαθέτεις επαρκή γνώση της Αγγλικής, δε μπορώ να μη σου συστήσω το πρωτότυπο αντί του μεταφρασμένου.

Σενάριο : ουάου! Ο Mark Millar ξεψαχνίζει τις superhero comic καταβολές του και φτιάχνει το απόλυτο anti-superhero graphic novel, σε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον σκηνικό όπου οι κακοί έχουν επικρατήσει και οι απανταχού υπερ-ήρωες αποτελεούν υπόθεση τόσο τελειωμένη που ακόμα και η ανάμνησή τους έχει εξαλειφθεί από τον κόσμο. Όλοι οι χαρακτήρες εδώ είναι κακοί, ΚΑΚΟΙ καριόληδες που γνήσια απολαμβάνουν τα βίτσια και τις αμαρτίες που αφειδώς διαπράττουν. Το WANTED ουσιαστικά αποτελεί μίνι αυτοτελή σειρά που ολοκληρώθηκε σε 6 τευχάκια και τούτο εδώ το τομάκι μας προσφέρει αυτό ακριβώς : τα 6 τευχάκια μαζεμένα. Το σενάριο απογειώνεται μέχρι και το 4ο τεύχος, προτού αρχίσει να “πέφτει” στο 5ο και κάνει κοιλιά στο 6ο, ολοκληρώνοντας με έναν καλό τρόπον τινά “φιλοσοφικό” επίλογο, που σε πολλούς θα θυμίσει αισθητικά τον επίλογο της πρώτης Matrix ταινίας. Για να ξεκαθαρίσω κάτι : οι πολλές και εξόχως πρωτότυπες ιδέες δεν λείπουν από το WANTED. Απεναντίας, η υπερπληθώρα τους αποτελεί το αδύνατο σημείο του!

Κοινώς, οι δημιουργοί προσπαθούν να στριμώξουν πάρα πολλά σε πολύ περιορισμένο χώρο. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την καθολικά επιφανειακή αντιμετώπιση των γεγονότων και των χαρακτήρων της κατά τα άλλα πολύ καλής ιστορίας. Φαινόμενο που κορυφώνεται από το 5ο τεύχος και μετά, όπου σε ρυθμούς “άιντε να ξεμπερδεύουμε” ξεπαστρεύονται σημαντικότατοι χαρακτήρες, ενίοτε σε ένα και μόνο καρέ, με αποκορύφωμα την πολύ απογοητευτική “τελική μάχη”. Πολλά υποσχόμενοι χαρακτήρες ποτέ δεν αναπτύσσονται επαρκώς, κοσμογονικά πράγματα συμβαίνουν στο πατ κιούτ. Σχεδόν τα πάντα γίνονται μονολεκτικά και βεβιασμένα. Ήθελε τουλάχιστον το διπλάσιο χώρο η ιστορία προκειμένου να ξεδιπλώσει όπως θα έπρεπε τις αρετές της και να “αναπνεύσει”.

Ρεζουμέ :
Αν εξαιρέσεις τις επιμέρους αδυναμίες του, το WANTED είναι γεμάτο από απίθανα και εξαιρετικά πρωτότυπα concepts. Ξεχειλίζει γαμάτη κακία, αντρίλα, θράσος και attitude και εν τέλει, εκτελεί αξιοπρεπέστατα το σκοπό για τον οποίο φτιάχτηκε. Να είναι ένα διασκεδαστικότατο roller coaster βιας, σεξ και υπερεγκληματικότητας, που κατευθύνεται από έναν κοφτερά ευφυή και συνειδητοποιημένο νου.

Σούζα τ΄ Αλουγάκι :
To μπαμπάτσικο (192 σελίδες) τομάκι συμπληρώνεται από extra art, εναλλακτικά & συλλεκτικά εξώφυλλα τευχών, πορτρέτα χαρακτήρων και εναλλακτικές & επιπλέον σκηνές που δεν συμπερηλήφθηκαν στο τελικό αποτέλεσμα.

Πόσα πιάνει; για την πρωτοτυπία και το attitude και μόνο, 4 / 5

Τετάρτη 20 Απριλίου 2011

Tron Legacy


Μάστορας : Joseph Kosinski
Παίχτες : Jeff Bridges, Garrett Hedlund & Olivia Wilde
Πόσα πιάνει; αντικειμενικά 3,5 / 5, Επειδή ξεπέρασε τις εγγενείς δυσκολίες της και λόγω πίστης στο πρωτότυπο, 4 / 5
Με δυό λογάκια :
Ο Sam Flynn, ο γιος του περίφημου Kevin Flynn, εφευρέτη του TRON, ερευνώντας την εξαφάνιση του πατέρα του, παγιδεύεται στον κόσμο που εκείνος έφτιαξε και είναι αιχμάλωτός του. Πατέρας και γιος θα ξεκινήσουν ένα γεμάτο κινδύνους ταξίδι επιστροφής για να επιστρέψουν πίσω αλλά και να εμποδίσουν την κακόβουλη τεχνητή νοημοσύνη που ελέγχει αυτό τον πανέμορφο, εντυπωσιακό και παράλογο κόσμο, να βρει το δρόμο της προς το δικό μας...

Αναλυτικότερα :
Ποτέ μου δεν μπόρεσα να πάρω σοβαρά το αυθεντικό “TRON”. Ποτέ όμως. Εντάξει, αναγνωρίζω ότι έχει μεγάλο cult status. Και ότι την εποχή που βγήκε ουσιαστικά ήταν η μόνη ταινία που τόλμησε να αναμετρηθεί με τον (τότε) αήττητο τιτάνα των ταινιών επιστημονικής φαντασίας, δηλαδή τα “Star Wars”. Και αυτό από μόνο του είναι μεγάλη μαγκιά. Παρόλα αυτά, τα πρωτοποριακά για την εποχή τους εφφέ ποτέ δεν κατάφεραν να με πείσουν ότι άξιζε να δω μια ταινία με την οποίο διαφωνούσα ΤΟΣΟ ΠΟΛΥ αισθητικά. Δηλαδή, κολλητές στολές με λαμπάκια, μοτοσυκλέτες, γραφικά υπολογιστή (που τρέχει σε... DOS!!!) και “αληθινοί” ηθοποιοί που παριστάνουν τα προγράμματα μόνο και μόνο φορώντας περίεργα κολάν; Έλεος. Ε, κάπως έτσι, δεν είδα ποτέ το ορίτζιναλ. Και ακόμα δεν το έχω δει (μονάχα αποσπασματικά). Και – προφανώς – ούτε και πρόκειται να το δω. Αν και τούτο εδώ το ταινιάκι, είναι τόσο καλό που με βάζει φυτίλια...

Και ναι, εδώ έχουμε να κάνουμε με την ευτυχή περίπτωση που ένα remake ακολουθεί σωστά τα βήματα του ορίτζιναλ. Το μεράκι των συντελεστών ξεχειλίζει από την οθόνη και δίνει θέαμα εντυπωσιακό, ΟΧΙ μόνο τεχνικά αλλά και καλλιτεχνικά άρτιο. Είναι δε τόσο “πιστό” που δεν διαποτίζεται μονάχα από τα “θετικά” του παλιού “TRON”, αλλά και από τα αρνητικά του. Κοινώς, ιδιαίτερη αισθητική που φλερτάρει έντονα με το Kitsch στοιχείο, παράλογο, κουκουρούκου σενάριο και ρηχοί, στερεοτυπικοί χαρακτήρες που βρίσκουμε σχεδόν σε κάθε ταινία επιστημονικής φαντασίας. Αλλά κάτι τέτοιο είναι εσκεμμένο και φυσικά δεν πρόκειται να πτοήσει διόλου τους πολλούς TRON fans. Απεναντίας! Αν έβγαινε λογική συνοχή από τα πάντα που θα δεις εκεί μέσα, το πιθανότερο ήταν οι “καμμένοι” με την πάρτη του να ξενέρωναν!

Παραδόξως, το μόνο κακό που βρίσκω στην ταινία, είναι η ερμηνεία του Jeff Bridges. Ο άνθρωπος, αν και είναι τρελά respect άτομο για μένα, εντούτοις εδώ βαριέται τρελά. Πιο αδιάφορος ίσως δεν έχει υπάρξει ποτέ, σε καμιά ταινία του. Πάντως, πέρα από τα ελαττωματάκια του και τις ενίοτε παράφωνες αισθητικοτεχνολογικές κορώνες, το “TRON Legacy” είναι μια κλασική ιστορία πατέρα και γιού όπου οι καλοί τελικά νικούν τους κακούς και σώζουν τον κόσμο. Κοινώς, μια ιστορία απλή και χιλιοειπωμένη, αλλά που βρίσκει το στόχο της στις ευαισθησίες του κοινού. Και είναι βαθιά διασκεδαστική, εύπεπτη και συναρπαστική. Όπως κάθε τέτοια ταινία του είδους θα έπρεπε να είναι.

The Way Back


Μάστορας : Peter Weir
Παίχτες : Jim Sturgess, Ed Harris & Colin Farrell
Πόσα πιάνει; 3,5 / 5
Με δυό λογάκια :
Η αληθινή ιστορία μιας ομάδας ανθρώπων που δραπέτευσαν από τα γκούλαγκ της Σιβηρίας και περπάτησαν 6500 χιλιόμετρα μέχρι να φτάσουν στην Ινδία και την ελευθερία.

Αναλυτικότερα :
Εντάξει, μπορεί το όνομα του Peter Weir να μη λέει στους περισσότερους από εσάς και πολλά πράματα. Δε σας αδικώ. Πάντως, όσοι ξέρουν, γνωρίζουν ότι κάθε καινούρια του δουλειά είναι σημαντικό γεγονός. Και ότι όλες οι ταινίες που έχει προσφέρει είναι το λιγότερο άρτιες και αξιοπρεπέστατες. Από τις πιο γνωστές δουλειές του κυρίου είναι τα “Witness” και το θρυλικό “Dead Poets Society”(Ελληνιστί "Ο Κύκλος των Χαμένων Ποιητών"). Επίσης τα “Year of Living Dangerously” και “The Last Wave”. Το “The Way Back” σίγουρα δεν είναι και το πιο εύκολό του έργο. Μια επική, τόσο σε scope, όσο και σε διάρκεια (δυο ώρες και ένα τέταρτο) road movie που ξεκινά από τα σοβιετικά γκούλαγκ, περνάει στην έρημο, σκαρφαλώνει πάνω στα Ιμαλάια, φτάνει στο Θιβέτ και καταλήγει στους πράσινους λόφους της Ινδίας. Είναι ένα αργό – ενίοτε κινδυνεύει να χαρακτηριστεί βαρετό – λυρικό, μινιμαλιστικό στους διαλόγους και τα συναισθήματα, βάναυσο, επιβλητικό και συνάμα πανέμορφο ταξίδι.

Το σενάριο βασίζεται στην αληθινή ιστορία, όπως τη διηγήθηκε στο βιβλίο του “The Long Walk” ο Πολωνός αξιωματούχος που κατάφερε και επιβίωσε της διαδικασίας. Η ταινία διαθέτει άψογη σκηνοθεσία και φωτογραφία και καταπληκτικές ερμηνείες. Ο Ed Harris είναι όπως πάντα πολύ καλός. Απρόσμενα καλός είναι και ο - αγνώριστος για τις ανάγκες του ρόλου του – Colin Farrell σαν Ρώσος μαχαιροβγάλτης. Η μοναδική μου ένσταση είναι το σενάριο που αφήνει υπερβολικά πολλά σημεία άγνωστα ή ανεξήγητα (ο λόγος που ο πρωταγωνιστής δεν φυλακίστηκε in the first place δεν στέκει καν λογικά) όπως και η ελλιπής ανάπτυξη των χαρακτήρων – πέρα από τους 3 πρωταγωνιστικούς βασικά δε μαθαίνουμε τίποτα άλλο σχετικά με τους υπόλοιπους, λες και τόσους μήνες στο δρόμο δεν μίλησαν μεταξύ τους ποτέ. Τέλος, απαράδεκτος είναι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετώπισαν την αναχώρηση του Ed Harris, λες και απλά τον ξέχασαν πίσω. Αυτό βέβαια μπορεί και να οφείλεται στο ψαλίδι του μοντάζ. Αλλά όπως και να έχει, το “The Way Back” παρά τα ελαττωματάκια του είναι μια πολύ ιδιαίτερη και προσεγμένη ταινία.

Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

127 Hours


Μάστορας : Danny Boyle
Παίχτες : James Franco, Amber Tamblyn and Kate Mara
Πόσα πιάνει; 4 / 5
Με δυό λογάκια :
Πρόκειται για την αληθινή ιστορία του ορειβάτη Aron Ralston και την απίστευτη περιπέτεια της αυτοδιάσωσής του, από έναν ογκόλιθο που τσάκισε το χέρι του και τον εγκλώβισε σε ένα απομονωμένο φαράγγι στη Utah. Στις πέντε εφιαλτικές μέρες που έζησε, ο Ralston αναθεωρεί τα πάντα στη ζωή του, την εικόνα του εαυτού του, τη συμπεριφορά του, ανακαλεί συγγενείς και αγαπημένα πρόσωπα που πέρασαν από τη ζωή του. Και τελικά βρίσκει μέσα του το κουράγιο να ακρωτηριάσει το χέρι του, να σκαρφαλώσει έξω από το φαράγγι και να περπατήσει 8 μίλια μέχρι να σωθεί.

Αναλυτικότερα :
Γουστάρω τρελά τον Danny Boyle. Μπορεί να μη με συγκινεί κάργα το περιεχόμενο των ταινιών του – τουλάχιστον όχι πάντα. Αλλά το άτομο είναι απλά τρελαμένο με αυτό που κάνει – και το κάνει καλά! Κινηματογραφεί με εφηβική κ@βλα, από ζομποταινία μέχρι κοινωνικό bollywood δράμα. Ψάχνεται συνεχώς, υιοθετεί νέες τεχνικές, καινούριες γωνίες λήψης, ψαγμένους ήχους και μουσικές για τις ταινίες του, οι οποίες ενίοτε θυμίζουν πριζωμένο, φασαριόζικο videoclip. Και – επαναλαμβάνω – αν και δεν συμφωνώ πάντα για τις επιλογές του, εντούτοις η δίψα και η αγάπη για τη δουλειά του φαίνεται από παντού, σχεδόν βγαίνει από την οθόνη και αγγίζει το κοινό, μεταδίδοντάς του ένα κομμάτι από τον ενθουσιασμό και τη θετική του ενέργεια. Που – εννοείται – δρα αθροιστικά στο σχεδόν πάντα καλό αποτέλεσμα. Επιπλέον, το άτομο τολμά εκεί που όλοι οι άλλοι κολώνουν. Δηλαδή σκέψου το. Γύρισε μια ταινία που κρατά 127 λεπτά (που συμβολίζουν την κάθε ώρα που ο πρωταγωνιστής του πέρασε παγιδευμένος) μέσα σε ένα στενό χώρο. Με έναν μόνο ηθοποιό. Ο οποίος δεν κινείται (εγκλωβισμένος είναι ο άνθρωπος ντε!) δεν πάει πουθενά. Άιντε τώρα να βγάλεις άκρη με τέτοιο υλικό.

Και όμως, όχι απλά τα καταφέρνει, όχι απλά δεν σε κάνει να βαριέσαι ποτέ, αλλά επιπλέον φτιάχνει μια ταινία με βάθος, περιεχόμενο ουσιαστικό και θεμελιώδεις φιλοσοφικές αναζητήσεις. Μπορεί να θεωρούμε τον εαυτό μας πολύτιμο και μοναδικό, αλλά δεν είναι τίποτα μπροστά στην μεγαλύτερη εικόνα. Πεθαίνουμε αλλά ο κόσμος απλά συνεχίζει την πορεία του δίχως να αλλάξει τίποτα, χωρίς να έχει κανέναν απολύτως αντίκτυπο η έλλειψή μας. Και όσο και αν η μαμά και ο μπαμπάς μας μπορεί να μας έχουν χτίσει κάτι εγωισμούς μέχρι το αύριο, να νομίζουμε ότι είμαστε εμείς και κανένας άλλος, να πιστεύουμε ότι έχουμε πιάσει τον παπά από τα @@, παρόλα αυτά, αρκεί ένα λοξοκοίταγμα... γκαντεμιάς, μια πέτρα που κύλισε τη λάθος στιγμή στο λάθος μέρος για να μας κάνει όλα τα σχέδια και την αυταρέσκειά μας σμπαράλια. Και τελικά αυτό που μετράει είναι τα απλά καθημερινά πράγματα, οι σχέσεις με τους συνανθρώπους μας, η αλήθεια και η αγάπη που μεταδώσαμε και όσα προλάβαμε να τους πούμε.

Καταπληκτικός στην ερμηνεία του ο James Franco's. Αποκάλυψη. Προφανώς είναι πλέον το νέο καυτότερο όνομα του Hollywood και για αυτό θα τον δούμε – στάνταρ! - οσονούπω σε κάποιο πανάκριβο blockbuster να υποδύεται κάποιον υπερήρωα. Στάνταρ πράμα σε λέω αφού. Η σκηνοθεσία είναι απλά... Danny Boyle, αλλά σε μερικά σημεία είναι κομματάκι πιο βιντεοκλιπίστικη από όσο θα το ήθελα. Αλλά, παρόλα αυτά το όλο αποτέλεσμα είναι παραπάνω από ικανοποιητικό και σε συνδυασμό με το υπέροχο soundtrack απογειώνεται – ειδικά στο φινάλε – σε σχεδόν επικές διαστάσεις.

Stone (Δόλωμα Γένους Θηλυκού)


Μάστορας : John Curran
Παίχτες : Edward Norton, Milla Jovovich & Robert De Niro
Πόσα πιάνει; 2 / 5
Με δυό λογάκια :
Ένας καταδικασμένος εμπριστής προσπαθεί να παραπλανήσει τον αξιωματικό αναστολών της φυλακής. Το σχέδιο του είναι να ρίξει από δίπλα του τη γοητευτική του γυναίκα προκειμένου να τον επηρεάσει για να κερδίσει ευνοϊκότερη μεταχείρηση και να αποφυλακιστεί πιο σύντομα.

Αναλυτικότερα :
Αυτό που δεν μπορώ να καταλάβω είναι πώς κατάφεραν εδώ να το “χάσουν” τόσο πολύ. Μιλάμε για μια ιστορία που είναι εξ'ορισμού απλή. Ωστόσο, κάτι που ξεκινάει ωραία, σκοτεινά και απαισιόδοξα – θυμίζοντας σχεδόν... “Monster's Ball”, καταλήγει να είναι μια ακολουθία εικόνων χωρίς κανένα νόημα, ειδικά στο τελευταίο μέρος της ταινίας. Γιατί; πρώτα από όλα, η ταινία είναι πιο αργή και από... ξέρω 'γω τι. Δεύτερον, όταν αρχίζει ο – κατά τα άλλα συμπαθής στο ρόλο του - Norton την αμπελοφιλοσοφία όσον αφορά τις πνευματικές του ανησυχίες που απέκτησε στη... φυλακή, η σύζυγός του (Milla Jovovich) να φέρεται ανεξήγητα και αντιφατικά και ο De Niro απλά να δείχνει κακομοίρης, ε, απλά δεν παλεύεται. Το θέμα είναι ότι τελειώνοντας η ταινία σε αφήνει με πολύ περισσότερα ερωτηματικά σε σχέση με αυτά που είχες στην αρχή της. Και κυρίως : δεν ξέρεις καν ΓΙΑΤΙ συνέβησαν τα όσα (λίγα) συνέβησαν.

Τι απομένει : οι De Niro και Norton δίνουν καλές ερμηνείες, αλλά σε ένα απόλυτα στατικό περιβάλλον όπου (μιλάμε για πάνω από το 50% της ταινίας) απλά κάθονται αντικρυστά και ανταλάσσουν απόψεις ενώ ταυτόχρονα “τη λένε” με έναν τύπου έμμεσο και κουλτουριάρικο τρόπο ο ένας στον άλλον. Ενώ ταυτόχρονα δε συμβαίνει τίποτα. Ή ότι συμβαίνει δεν έχει καμια λογική συνοχή με τα όσα είδες. Και κατά τα άλλα, η ταινία είναι παραφορτωμένη με υποιστοριούλες και συμβολισμούς που δεν είναι καν πλήρως συνειδητοποιημένοι, πόσο μάλλον άρτια εκτελεσμένοι. Νομίζω ότι ο μάστορας προσπάθησε να βάλει πολλά καρπούζια κάτω απο μια μασχάλη. Και εκεί το έχασε. Αν επέμενε στα ουσιώδη και απλά διηγούταν την ιστορία που είχε να πει, το όλο αποτέλεσμα θα ήταν πολύ καλύτερο.

Β / Κ (Βυζά / Κώλοι) :
Τα βυζάκια της Milla Jojovich μπορεί να κρέμασαν, μπορεί η ίδια να μας ξενερώνει συμμετέχοντας σε παπαριές τύπου “Resident Evil : Afterlife”, αλλά η ρουφιάνα μας ανάβει ακόμα...

The Reef (Βαθιά Άγρια Νερά)


Μάστορας : Andrew Traucki
Παίχτες : Damian Walshe-Howling, Gyton Grantley & Adrienne Pickering
Πόσα πιάνει; 3,5 / 5
Με δυό λογάκια :
5 φίλοι έχουν ένα ατύχημα με το ταχύπλοό τους, το οποίο ανατρέπεται μετά από σύγκρουση σε ύφαλο. Το δυνατό ρεύμα το παρασύρει στα ανοιχτά. Έτσι, αναγκάζονται να κολυμπήσουν για την κοντινότερη ξηρά. Όμως δέχονται επίθεση από καρχαρία...

Αναλυτικότερα :
Άλλη μια ταινία με καρχαρία. Δηλαδή νησάφι πια. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο ελάττωμα του “The Reef” που όσο φιλότιμα κι αν προσπαθεί, εντούτοις δεν κατορθώνει να το ξεπεράσει ποτέ. Και είναι κρίμα, γιατί είναι ένα αξιοθαύμαστα καλοφτιαγμένο ταινιάκι, με ωραίες ερμηνείες, ατμόσφαιρα και τα σχετικά. Και το στοιχείο της αγωνίας είναι καλοδουλεμένο και κρατάει καλά μέχρι το τέλος του. Ωραίες ερμηνείες και χαρακτήρες, αληθινοί και μεστοί. Οι σκηνές με τους θανάτους των χαρακτήρων θα μπορούσανε να είναι κομματάκι πιο... graphic για να ταιριάζουν καλύτερα στα δικά μου γούστα, παρόλα αυτά εκτελούνται με αξιοπρέπεια και συνέπεια στο πνεύμα της ταινίας και σεβασμό στους αληθινούς χαρακτήρες (βασίζεται σε αληθινή ιστορία).

Αλλά, το'παμε. Πιο τετριμμένο δεν υπάρχει. Δηλαδή με τέτοια σκηνοθεσία, ερμηνείες και ατμόσφαιρα, αλλά με ΑΛΛΟ θεμα, θα μπορούσανε να είχανε γυρίσει παπάδες. Ίσως τελικά η κάθε γενιά σινεφίλ να χρειάζεται μια ταινία με καρχαρίες. Και το “The Reef” είναι αυτό ακριβώς. Το “Jaws” της γενιάς του. Αν δε βγάζεις σπυράκια στην προοπτική του να δεις άλλη μια ταινία με καρχαρία, τότε αξίζει να δεις αυτό το ταινιάκι. Είναι απλό, αυθεντικό (τουλάχιστον στο πνεύμα του), αργό και παλιομοδίτικο στο suspense. Όπως τα έφτιαχναν τότε. Σαλούδος.